Σε ό,τι αφορά τους βασικούς στόχους της συγκεκριμένης μελέτης είναι οι ακόλουθοι:
Μείωση κατά 25% των διοικητικών βαρών σε 13 τομείς της οικονομίας,
Βελτίωση της διοικητικής, επιχειρησιακής και θεσμικής ικανότητας της διοίκησης,
Μείωση και καταπολέμηση της γραφειοκρατίας με άμεσο θετικό αντίκτυπο στην οικονομία και την ανάπτυξη,
Εμπιστοσύνη στον πολίτη και την επιχείρηση,
Αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,4% (3 – 6 δις ευρώ) έως το 2025,
Βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας με τη μείωση του κόστους των επιχειρήσεων,
Μείωση της ανεργίας με τη δημιουργία ευκαιριών για τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων και
Βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος (ιδιαίτερα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις) και του επενδυτικού κλίματος.
 
Σημειώνεται ότι βασικός στόχος είναι η μείωση των διοικητικών βαρών κατά 25% σε 13 τομείς της οικονομίας, με προσδοκώμενο αποτέλεσμα, εκτός από την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και τη μείωση της ανεργίας, την αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,4% (3 με 6 δισ. ευρώ) έως το 2025.  
 
Το κόστος της γραφειοκρατίας στην Ελλάδα εκτιμάται ότι ανέρχεται στο 6,8% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 14 δισ. ευρώ, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι στο 3,5%.  
 
Τονίζοντας τη σημασία του έργου αυτού, ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε πως «δεν έγκειται μόνο σε μία μεμονωμένη ή χρονικά περιορισμένη άσκηση διοικητικών βαρών. Έγκειται ακριβώς στην εμπέδωση μιας κουλτούρας απλούστευσης και μείωσης διοικητικών βαρών, η οποία πρέπει να συνοδεύει από εδώ και στο εξής τη δημόσια διοίκηση και εύχομαι πραγματικά τα στελέχη, όλα τα στελέχη τα οποία δούλεψαν και συνεισέφεραν σε αυτή τη προσπάθεια, αυτή τη κουλτούρα, αυτή τη μεθοδολογία να την εφαρμόσουν από εδώ και στο εξής, ώστε αυτή η άσκηση μείωσης διοικητικών βαρών να μην είναι μία χρονικά περιορισμένη άσκηση, αλλά μία άσκηση η οποία θα ενσωματωθεί σε πρακτικές καλής νομοθέτησης και καλής ρυθμιστικής εφαρμογής κανόνων που θα συνοδεύει από εδώ και στο εξής τη δημόσια διοίκηση».
 
Ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης υπογράμμισε πως «το έργο αυτό έρχεται σε μία εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία για την ελληνική οικονομία, σε μία συγκυρία όπου είναι πια κοινός τόπος ότι πρέπει να αφήσουμε πίσω μας την κρατικοδίαιτη ανάπτυξη η οποία οδήγησε τη χώρα στην χρεοκοπία. Έρχεται σε μία εποχή όπου η επιχειρηματικότητα, ευτυχώς για την Ελλάδα πια, απενοχοποιείται. Και έρχεται σε μία εποχή όπου είναι πια πλήρως αντιληπτό ότι ο ρόλος της δημόσιας διοίκησης, πέραν του να θέτει το ρυθμιστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να κινούνται οι επιχειρήσεις, είναι να περιορίζει το κόστος της περιττής γραφειοκρατίας, της περιττής, το τονίζω, να ενισχύει το κράτος το ρυθμιστικό του ρόλο όχι όμως εις βάρος του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν οι ίδιες οι επιχειρήσεις».
 
Ο κ. Μητσοτάκης ευχαρίστησε τους προκατόχους του στο Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης «οι οποίοι συνέλαβαν την ανάγκη αυτού του έργου, οι οποίοι υπέγραψαν ένα έργο το οποίο εμείς κληθήκαμε να υλοποιήσουμε και να ολοκληρώσουμε», όπως τόνισε. Ευχαρίστησε επίσης τα στελέχη της δημόσιας διοίκησης που εργάστηκαν για την εκπόνηση της μελέτης, αλλά και τους κοινωνικούς εταίρους για τη συνεισφορά τους στην εργασία.
 
Ο κ. Μητσοτάκης ολοκλήρωσε την τοποθέτησή του σημειώνοντας πως «η διαδικασία ενσωμάτωσης των προτάσεων του ΟΟΣΑ έχει ήδη ξεκινήσει από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Από το περασμένο Νοέμβριο έχουμε ήδη νομοθετήσει κάποιες από τις πρώτες ενδεικτικές προτάσεις που μας είχε καταθέσει ο ΟΟΣΑ, όπως την κατάργηση της υποχρέωσης δημοσίευσης των ισολογισμών των εταιρειών, Ανώνυμων Εταιρειών και ΕΠΕ, καθώς και των τροποποιήσεων των καταστατικών σε ΦΕΚ, η οποία θα λάβει χώρα, θα εφαρμοστεί από την 1/1/2015».
 
Από την πλευρά της η υφυπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Εύη Χριστοφιλοπούλου, επισήμανε: «Σήμερα είναι, για εμάς, μια μέρα ικανοποίησης. Παραδίδουμε το κοινό έργο του ΥΔΜΗΔ και του ΟΟΣΑ για την ελάφρυνση των διοικητικών βαρών και την απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών. Ένα έργο που αποτελεί πρότυπο συνεργασίας μεταξύ των φορέων του δημοσίου και του ΟΟΣΑ, με μεγάλο όφελος για τη δημόσια διοίκηση, τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Όταν ξεκινήσαμε είχαμε να αντιμετωπίσουμε μια τριπλή γραφειοκρατία. Την ελληνική, την ευρωπαϊκή, δηλαδή των πολύπλοκων και χρονοβόρων διαδικασιών του ΕΣΠΑ και, βεβαίως, τη γραφειοκρατία του ίδιου του ΟΟΣΑ. Καταφέραμε να τις ξεπεράσουμε και να προχωρήσουμε.
 
Το 50% περίπου των διαδικασιών που απλουστεύονται αφορούν δράσεις της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Είναι υψηλής προτεραιότητας και περιλαμβάνονται στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση, το οποίο ακουμπά σε μια ολοκληρωμένη Στρατηγική, εγκεκριμένη από το Κεντρικό Συμβούλιο Μεταρρύθμισης και δεσμευτική για όλους. Θα κάνουμε ότι χρειάζεται, γιατί για να σπάσουν τα ψηφιακά σιλό, θα πρέπει, πρώτα από όλα, να αλλάξουν αντιλήψεις και νοοτροπίες».