Στο επίκεντρο των συζητήσεων είναι η μείωση των βασικών επιτοκίων από το 0,25% στο 0,15-0,10%. Για τις τράπεζες εκείνες που «παρκάρουν» τα χρήματα τους στην ΕΚΤ, το επιτόκιο αναμένεται να διαμορφωθεί με αρνητικό πρόσημο. Για τις συνέπειες μιας τέτοιας πολιτικής προειδοποιούν ήδη τα «γεράκια» της νομισματικής ορθοδοξίας.
Πρώτος ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Γιούργκεν Σταρκ που σε άρθρο του στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung υποστηρίζει ότι «η μείωση του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ θα έχει αισθητικό μόνο χαρακτήρα», ενώ χαρακτηρίζει «ιδιαίτερα αμφίβολη» την επίδραση που έχει ενδεχόμενο αρνητικό επιτόκιο των τραπεζικών καταθέσεων στην ΕΚΤ.
Υπενθυμίζεται, επίσης, ότι πριν από δυόμισι χρόνια ο Μάριο Ντράγκι διέθεσε στις τράπεζες μακροπρόθεσμα δάνεια (LTRO), διαρκείας τριών ετών, ύψους ενός τρισ. ευρώ. Ένα μεγάλο μέρος τους έχει στο μεταξύ επιστραφεί. Με την εκπνοή του εν λόγω προγράμματος, σε 5-7 μήνες, η ΕΚΤ κάνει σκέψεις στην κατεύθυνση ενός «υποκατάστατου» γράφει η FAZ, προσθέτοντας ότι ο Μάριο Ντράγκι είναι οργισμένος από το γεγονός ότι πολλές τράπεζες διοχέτευσαν τη ρευστότητα που τους διετέθη, στην αγορά κρατικών ομολόγων και όχι στην χρηματοδότηση επιχειρήσεων.
Έτσι αυτή τη φορά οι μακροπρόθεσμες πιστώσεις θα έχουν στοχευμένο χαρακτήρα και θα διασφαλίζονται στις τράπεζες μόνο υπό τον όρο να τις διοχετεύουν στην πραγματική οικονομία και κυρίως για τη χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Κύκλοι της ΕΚΤ παραδέχονται ότι «η επαλήθευση των όρων συνιστά δύσκολο εγχείρημα από τεχνικής απόψεως». Σε κάθε περίπτωση, η διάρκεια του προγράμματος θα κυμαίνεται στα 3-4 χρόνια με σταθερό επιτόκιο.
Όπως αναφέρουν κύκλοι της «ευρωτράπεζας» το υπό συζήτηση «Funding for Lending» θα απευθύνεται στοχευμένα στις τράπεζες της Νότιας Ευρώπης και θα ανέρχεται σε διψήφιο αριθμό δισεκατομμυρίων.
Το σχέδιο αυτό δεν έχει μόνο φίλους εντός της ΕΚΤ. Πολλοί, μεταξύ των οποίων και στελέχη της Bundesbank, εκτιμούν ότι η στοχευμένη αυτή ενίσχυση της ρευστότητας συνιστά ανάμιξη στις συναλλαγές των τραπεζών και στην ουσία τις ωθεί να διαθέτουν ριψοκίνδυνα δάνεια. Πάντως, σύμφωνα με γερμανικά ΜΜΕ, ακόμη και ο πρόεδρος της γερμανικής Bundesbank Γενς Βάιντμαν φέρεται διατεθειμένος να στηρίξει ένα τέτοιο ειδικό πρόγραμμα ενίσχυσης της ρευστότητας, στο Νότο.
Πηγή: Deutsche Welle