Ηδη τα ταμεία συντάξεων, εξαιρουμένων του ΝΑΤ και του ΟΓΑ, έχουν συρρικνωμένη περιουσία που δεν υπερβαίνει το ποσό των 4,5 δισ. ευρώ. Αυτό το αποθεματικό δεν φτάνει να χρηματοδοτήσει συντάξεις μετά το 2016, οπότε και αρχίζει να εκδηλώνεται το μεγάλο πρόβλημα, αναφέρει δημοσίευμα της Χριστίνας Κοψίνη στην «Καθημερινή της Κυριακής».

«Γιατί; Διότι από τη μία πλευρά η χρηματοδότηση από τα δημόσια ταμεία και τη γενική φορολογία θα έχει μειωθεί στο ετήσιο ποσό των 8,6 δισ. ευρώ (από τα 21 δισ. που ήταν το 2011 και τα 15 δισ. το το 2012) και από την άλλη η ταυτόχρονη μείωση των εισροών (απασχολουμένων) με την υπέρμετρη αύξηση των συνταξιούχων (600.000 μέσα στην τελευταία εξαετία) θα οδηγούν σε αυξανόμενες πρόσθετες χρηματοδοτικές ανάγκες. Το έτος 2016 θα απαιτηθούν πρόσθετοι πόροι ύψους 900 εκατ. ευρώ. Το 2017 θα απαιτηθούν τουλάχιστον 1,88 δισ. ευρώ, περισσότερα από την πρόβλεψη του προϋπολογισμού. Το 2018 το ποσό ανέρχεται σε 2,15 δισ., το 2019 αυξάνεται σε 2,40 δισ. ενώ σύμφωνα με τις ίδιες προβλέψεις το 2010 θα απαιτηθούν τουλάχιστον 2,67 δισ. ευρώ».

«Αν δεν βρεθεί σταθερή λύση, το αναλογικό τμήμα των συντάξεων που θα απομείνει μετά τη σταθερή συνεισφορά του κράτους (360 ευρώ) θα υπόκειται από την 1.1.2015 σε διαδοχικές μειώσεις, με αναπόφευκτη την όλο και μεγαλύτερη συρρίκνωσή τους. Αυτό που αποκρύπτεται από την κυβερνητική επικοινωνία καταγράφεται πολύ καθαρά στην τελευταία έκθεση αξιολόγησης του ΔΝΤ για την πορεία του προγράμματος προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας. Ολες οι υποδείξεις για την εφαρμογή νομοθεσίας η οποία θα πρέπει να εφαρμοστεί από την 1.1.2015 οδηγεί στο συμπέρασμα πως και στο τμήμα των κύριων συντάξεων θα πρέπει να εφαρμόζεται η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος (και όχι μόνο των επικουρικών, όπως ισχύει από την 1.7.2014 και τα εφάπαξ). Δηλαδή, εκτός από το κομμάτι της κρατικής συνεισφοράς, που θα αντιστοιχεί στα 360 ευρώ, το υπόλοιπο αναλογικό τμήμα της σύνταξης πρέπει να αντιστοιχεί στο ύψος των εισφορών που έχουν καταβληθεί σε όλο τον ασφαλιστικό βίο».

Ολόκληρο το δημοσίευμα εδώ