Συμπεράσματα για τις ευρωεκλογές και τις αυτοδιοικητικές εκλογές του Μάη 2014
 
1. Ευρωεκλογές
 
Το εκλογικό αποτέλεσμα της κάλπης για το Ευρωκοινοβούλιο είναι μια μεγάλη νίκη για το ΣΥΡΙΖΑ, το λαό μας, τις κοινωνίες όλης της Ευρώπης. Για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας μας, η Αριστερά αναδείχτηκε εκλογικά πρώτη δύναμη και με σημαντική διαφορά. Το αποτέλεσμα είναι πρωτίστως νίκη του λαού μας, που ξεπέρασε δυναμικά την προπαγάνδα φόβου, καταδίκασε την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου και την πολιτική της ακραίας κοινωνικής λιτότητας, την πολιτική των μνημονίων.
 
Η Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ χαιρετίζει τα μέλη και τον κόσμο της Αριστεράς που έδωσαν με επιτυχία τη μάχη των εκλογών και τους καλεί να δυναμώσουν την προσπάθεια για τη μεγάλη ανατροπή στη χώρα μας.
 
Η κυβερνητική και «ευρωπαϊκή» πολιτική των μνημονίων καταδικάστηκε. Τα δύο κόμματα της συγκυβέρνησης έχασαν. Ο ελληνικός λαός από «πειραματόζωο» εφαρμογής του μνημονιακού καθεστώτος, γίνεται πόλος αντίστασης και νέας ελπίδας. Οι στόχοι που είχαμε βάλει για τις Ευρωεκλογές, δηλαδή καταδίκη της κυβέρνησης και της πολιτικής της και εκλογική πρωτιά, επιτεύχθηκαν. Ο δρόμος για την πολιτική ανατροπή άνοιξε, αλλά μένουν πολλά ακόμη να γίνουν. Δυσάρεστο γεγονός των ευρωεκλογών ήταν η ενίσχυση της ακροδεξιάς εγκληματικής συμμορίας της Χρυσής Αυγής.
 
Το συνολικό ευρωπαϊκό αποτέλεσμα καταδεικνύει την έντονη αμφισβήτηση που διαμορφώνεται απέναντι στην νεοφιλελεύθερη οικοδόμηση της Ευρώπης. Αυτό εκφράστηκε με άνοδο της αριστεράς στη νότια  Ευρώπη και την Ιρλανδία, αλλά και,  δυστυχώς,  της ακροδεξιάς σε πολλές χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης Η άνοδος της ακροδεξιάς αποδεικνύει από τη μια μεριά τις σοβαρές αδυναμίες της αριστεράς σε αυτές τις χώρες να εντάξει στο πολιτικό σχέδιό της πολίτες που δυσανασχετούν από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική, όσο και την αποδοχή από ευρύτερες μάζες του ρατσιστικού και ξενοφοβικού λόγου. Η εξοικείωση των λαϊκών στρωμάτων με το ρατσιστικό λόγο δεν είναι άσχετη με την υιοθέτηση των ξενοφοβικών επιχειρημάτων από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ, από τα κυρίαρχα μίντια προκειμένου να συσκοτίσουν τις αιτίες της κρίσης. Είναι ανάγκη σε επίπεδο αξιών, πολιτικής και κοινωνίας να μελετήσουμε και να καταρτίσουμε ένα σχέδιο στο πλαίσιο του ΚΕΑ ώστε να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο της ακροδεξιάς, στις ποικίλες μορφές της, και της φασιστικής απειλής πανευρωπαϊκά.
 
Η υποψηφιότητα του σ. Αλέξη Τσίπρα  και  η παρουσία του στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή προσέδωσε μια δυναμική που ενέπνευσε αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις σε έναν εναλλακτικό δρόμο για την Ευρώπη. Το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ευρώπη αποσαφηνίζει τους πόλους σύγκρουσης για το παρόν και το μέλλον της Ευρώπης, με κύρια πεδία τη δημοκρατία, την οικονομία, την απασχόληση και τις κοινωνικές ανάγκες. Απαιτείται η διαμόρφωση ενός πλαισίου μεγάλων στόχων – ρήξεων, με βάση το οποίο πρέπει να αναπτυχθεί ένα μεγάλο κοινωνικό και πολιτικό κίνημα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
 
 
Στις νέες μετεκλογικές συνθήκες διαμορφώνεται μια νέα κατάσταση. Πρέπει να σημειώσουμε ιδιαίτερα την προσπάθεια του συστήματος να διαμορφώσει με επικοινωνιακά μέσα την κοινή γνώμη, με μυθεύματα περί της αντοχής και ανοχής – αν όχι αποδοχής – της ασκούμενης πολιτικής και συγχρόνως περί της ανάγκης ανασυγκρότησης του μνημονιακού και νεοφιλελεύθερου κέντρου, με τη μορφή είτε της κεντροαριστεράς, είτε της κεντροδεξιάς.
 
Τα κυβερνητικά κόμματα, παρά την απονομιμοποίησή τους, και την ουσιαστική απώλεια της δεδηλωμένης, που τους στερεί τη δυνατότητα τους να διαχειρίζονται τα της χώρας, κωφεύουν στη λαϊκή εντολή «να φύγουν». Επιμένουν στη μνημονιακή γραμμή, προσπαθούν να κερδίσουν χρόνο και να επιτύχουν την επιβίωση της κυβερνητικής εξουσίας, με βασικό σενάριο την επίτευξη κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας 180 ψήφων για εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας με κάθε τρόπο και με κάθε μέσο.  Η κυβέρνηση και το σύστημα εξουσίας πρόκειται να χρησιμοποιήσει, όπως έχει αποδείξει και η ιστορία, κάθε μέσο για την εκλογή του Πρόεδρου της Δημοκρατίας: από την εξαγορά συνειδήσεων και τις προσφορές ανταλλαγμάτων μέχρι τις απειλές και τους εκβιασμούς. Η αριστερά καταδικάζει αυτές τις μεθόδους. Η αριστερά επιλέγει το δρόμο της ιδεολογικής, πολιτικής και προγραμματικής ηγεμονίας.
 
Συνοπτικά τα αποτελέσματα
 
Τα επίδικα των ευρωεκλογών δεν ταυτίζονται βεβαίως, με αυτά των βουλευτικών. Σε κάθε περίπτωση είναι μια δευτερεύουσα εκλογική μάχη, που δίνει πλεονέκτημα στους μικρότερους κομματικούς σχηματισμούς. Κανείς όμως δεν αμφισβητεί την αυξημένη πολιτική σημασία που εντέλει πήραν οι φετινές ευρωεκλογές, μετά από 4 χρόνια μνημονιακής πολιτικής, καθώς και το ότι το αποτέλεσμα της 25ης Μαΐου διαμόρφωσε ένα νέο πολιτικό χάρτη, τις συντεταγμένες του οποίου ορίζουν:
 
α)η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, με ποσοστό που εδραιώνει εκείνο των βουλευτικών εκλογών.
 
β)η υποχώρηση των κομμάτων της συγκυβέρνησης (ΝΔ – ΠΑΣΟΚ/Ελιά) κατά 11%, με απώλειες δηλαδή περίπου 855 χιλ. ψήφων σε σύγκριση με το 2012,
 
γ)η συρρίκνωση του τρίτου εταίρου της συγκυβέρνησης του 2012, της ΔΗΜΑΡ,
 
δ)η επικύρωση της εκλογικής ανόδου της Χρυσής Αυγής, που πλέον αποτελεί βασική συνιστώσα του κομματικού συστήματος, με διείσδυση σε λαϊκά και εργατικά στρώματα, και μάλιστα με μία σταθερή εκλογική βάση,
 
ε)η χαμηλότερη των προσδοκιών (τους) καταγραφή των ΑΝΕΛ, του ΚΚΕ, παρά την ενίσχυσή του, και του νεοσύστατου ΠΟΤΑΜΙΟΥ.
 
Ένα νέο πολιτικό και εκλογικό φαινόμενο που πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά είναι η εισβολή των επιχειρηματικών συμφερόντων ευθέως στην πολιτική διαχείριση των υποθέσεων των πόλεων. Τα φαινόμενα Μώραλη στον Πειραιά, Μπέου στο Βόλο, οι επιθέσεις τρομοκράτησης των πολιτών υπέρ επιχειρηματικών συμφερόντων στη Νέα Φιλαδέλφεια συνιστούν συμπτώματα σωβούσας ασθένειας της αστικής δημοκρατίας στη χώρα μας, στο ενδιάμεσο της πολιτικής και της οργανωμένης παραβατικότητας.
 
Την ίδια στιγμή, το γεγονός ότι στις 25 Μαΐου πήγαν στις κάλπες 274.660 λιγότεροι ψηφοφόροι σε σχέση με τις εκλογές του Ιουνίου 2012, μαρτυρά ότι για ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας η εκλογική μάχη ήταν αδιάφορη. Η τάση αυτή δεν μπορεί να αγνοηθεί, στο βαθμό μάλιστα που αποτελεί πάγια προσπάθεια του πολιτικού συστήματος να αναπαραχθεί, εξοβελίζοντας τα λαϊκά στρώματα και τη νεολαία από την πολιτική συμμετοχή.
 
Η πολιτική ανάλυση
 
Η λεγόμενη «κεντροαριστερά» συρρικνώθηκε, όμως κατάφερε να επιβιώσει, έστω και με σημαντικές εκλογικές απώλειες, κυρίως χάρη σε εκείνα τα κοινωνικά στρώματα τα οποία είτε δεν έχουν θιγεί από τα μνημόνια και τις πολιτικές λιτότητας είτε θεωρούν ότι η πίεση απέναντί τους έφτασε στο τέλος της.
 
Η συρρίκνωση της κεντροαριστεράς, παρά τις μεταμορφώσεις της με νέα και παλαιότερα σχήματα, δεν μπορεί να κρύψει την κρίση κοινωνικής αντιπροσώπευσης που διέρχεται, αφού τα μεσαία και λαϊκά στρώματα απομακρύνονται από αυτή, ενώ η πρόσδεση της στη ΝΔ και η ηγετική παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ στην πολιτική γεωγραφία δημιουργεί διαιρετικές τάσεις στο εσωτερικό της.
 
Σε κάθε περίπτωση βρισκόμαστε μπροστά σε μια προσπάθεια κεντροαριστερής ανασύστασης. Αυτό αποτελεί ένα κρίσιμο ζήτημα στην προσπάθεια του πολιτικού συστήματος να δημιουργήσει αναχώματα προκειμένου να ανακοπεί η πολιτική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ. Αν και το ερώτημα που αιωρείται ειναι σε ποια κοινωνικά αιτήματα αναφέρεται η κεντροαριστερά, ποιά ειναι τα κοινωνικά ερείσματα της ύπαρξης της;
 
Η κεντροαριστερά αποτέλεσε βασικό πολιτικό πυλώνα του πολιτικού συστήματος στη χώρα μας και δια μέσω αυτού και της νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Χωρίς την κεντροαριστερά, το πολιτικό σύστημα αδυνατεί να ποδηγετεί σε μόνιμη βάση την κοινωνία.
 
Σε πολιτικό επίπεδο η αντιμετώπιση της κεντροαριστερής ανασύστασης είναι κεντρικό πρωτεύον καθήκον για να έχει ο Συριζα ηγεμονικό ρόλο.
 
 
Η ανάγνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων δείχνει κυρίως την κοινωνική πόλωση, τη σύγκρουση ανάμεσα σε δυο κόσμους : από τη μια οι δυνάμεις της εργασίας, τα πληττόμενα λαϊκά και μεσαία στρώματα, οι λαϊκές συνοικίες και οι φτωχογειτονιές και από την άλλη οι δυνάμεις του πλούτου, τα συμφέροντα, η διαπλοκή.
 
 
Τελευταία, αλλά όχι έσχατη παρατήρηση είναι η ανησυχητική άνοδος και η παγίωση των συσχετισμών της Χ.Α., ιδιαίτερα στις μεγάλες πόλεις. Η ενδυνάμωση του νεοναζιστικού φαινομένου, που έχει βάση την οργή που προκαλεί η μνημονιακή πολιτική, καθώς και ο εκφυλισμός του παλαιού πολιτικού συστήματος ταυτόχρονα με την αναβίωση και ενίσχυση ρατσιστικών αντιλήψεων, πρέπει συγχρόνως να αποδοθεί και στη στρέβλωση των αξιών,  μέσω του νεοφιλελευθερισμού που εμπεδώθηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Η σύγκρουση με την ακροδεξιά και το ναζισμό σε αυτό το επίπεδο, το επίπεδο των αξιών, του πολιτισμού και της ιδεολογίας πρέπει να είναι διαρκής και ανειρήνευτη. Η αντιφασιστική πάλη με τον τρόπο που ασκείται μέχρι σήμερα έχει καταδείξει τα όριά της και συνεπώς απαιτείται η αναπροσαρμογή της. Η ΠΓ καλείται σε σύντομο χρονικό διάστημα να διατυπώσει συνολική πρόταση.
 
Ταξική, κοινωνική και χωρική επιρροή και πόλωση
 
Ταξική ανάλυση της ψήφου
 
Σε σχέση με την ταξική σύνθεση της εκλογικής του βάσης, ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει το κατ’ εξοχήν κόμμα των  δυναμικών στρωμάτων  των ανέργων (30,0%), των ιδιωτικών (28,8%) και των δημοσίων υπαλλήλων (30,9%), των επαγγελματιών (29,6%), και συνολικά των νεότερων σε ηλικία κατηγοριών (υπερέχει σαφώς της ΝΔ σε όλες τις ηλικιακές κατηγορίες μέχρι και 64 ετών), όπου επιβεβαιώνεται η υπεροχή του, όπως και το 2012, και η σαφής διαιρετική τομή που διατρέχει το εκλογικό σώμα στη βάση της απασχόλησης και της ταξικής ένταξης, καθώς και της ηλικίας. Αντίστοιχα, ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να υστερεί στους αγρότες (18,7%) και στους συνταξιούχους (23,8%), παρόλο που στους τελευταίους παρουσίασε σημαντική βελτίωση των ποσοστών του, ανάλογη με την αύξηση που είχε στους πάνω των 65 ετών.
 
Ειδικά για τους εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα, θα πρέπει να σημειωθεί και η μεγάλη απόκλιση που παρατηρείται στο εσωτερικό της συγκεκριμένης κοινωνικής κατηγορίας, με τη σχετική αντοχή της ΝΔ, αλλά και μια ισχυρή επιρροή της ΧΑ, εικόνα η οποία προέρχεται κυρίως από τα μεσαία και ανώτερα στελέχη του ιδιωτικού τομέα (στα οποία  ο ΣΥΡΙΖΑ καταγράφει ένα ισχνό 11,8% και 13,8% αντίστοιχα), ενώ παρατηρείται και στις δύο κατηγορίες προβάδισμα της ΝΔ με 23,5% και 20%,αλλά και εξαιρετικά υψηλά ποσοστά για την ΧΑ με 20% και 14% καθώς και ισχυρή παρουσία του Ποταμιού με 12% μεταξύ των υψηλόβαθμων στελεχών του ιδιωτικού τομέα). Αντίθετα, στις κατώτερες θέσεις της απασχόλησης (κατώτερο προσωπικό γραφείου, ανειδίκευτη εργασία,   ελαστική απασχόληση – part time) o ΣΥΡΙΖΑ καταγράφει ένα ποσοστό κοντά στο 30%, με το μεγαλύτερο στην κατηγορία των ανειδίκευτων εργατών (33,3%).
 
Η χωρική επιρροή
 
Το πρώτο που θα πρέπει να σημειώσει κανείς σχετικά με την κατανομή της χωρικής/γεωγραφικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ είναι η εξισορρόπηση σε μεγάλο βαθμό του διπόλου Αθήνας-περιφέρειας που είχε εμφανιστεί το 2012, αφού πλέον η εκλογική καταγραφή του ΣΥΡΙΖΑ εξαπλώνεται σχεδόν ισόρροπα σε όλη την Επικράτεια, επιβεβαιώνοντας έτσι την παρατήρηση ότι η περιφέρεια ακολουθεί με μία ορισμένη καθυστέρηση τις πολιτικές εξελίξεις που καταγράφονται πρώτα στην Αθήνα.
 
Το δεύτερο που πρέπει να σημειώσει κανείς είναι η απόλυτη υπεροχή του ΣΥΡΙΖΑ στα λαϊκά προάστια – παρά μία ορισμένη οριακή υποχώρηση της εκλογικής επιρροής μας στα λαϊκά προάστια της Ανατολικής Αττικής και Δυτικής Αθήνας (που οφείλουμε να σκύψουμε πάνω της με ιδιαίτερη προσοχή)– και η αναμενόμενη υστέρηση, έναντι του δικομματισμού, στις πλούσιες συνοικίες. Όπως είναι αναμενόμενο, εμφανίζεται μία διαφοροποιημένη εκλογική συμπεριφορά μεταξύ των «εργατικών – μισθωτών» περιοχών και των πιο «προνομιούχων» αστικώνπεριοχών. Οι μεν πρώτες δίνουν ισχυρά ποσοστά στο ΣΥΡΙΖΑ και στο ΚΚΕ, οι δε δεύτερες επιλέγουν με πολύ μεγάλη στατιστική σημαντικότητα τη ΝΔ (και δευτερευόντως το Ποτάμι).
 
Ωστόσο, αυτό που θα πρέπει να τονιστεί είναι ότι λόγω της κρίσης και της υποβάθμισης των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων, την οποία επέφερε η μνημονιακή πολιτική, ο ΣΥΡΙΖΑ αποκτά ισχυρά ακροατήρια και στα μεσοαστικά στρώματα, ενώ σε σχέση με τον Ιούνιο του 2012, φαίνεται ότι αντιμετωπίζεται λιγότερο φοβικά και εχθρικά και από τα αστικά στρώματα. Αντίθετα, η ΝΔ ακολουθεί την ακριβώς αντίθετη φορά, έχοντας συρρικνωθεί τελείως στις λαϊκές γειτονιές και κυρίως χάνοντας την επιρροή της μεταξύ των μεσοαστικών στρωμάτων, που αποτέλεσαν για αυτή «τάξεις – στηρίγματα».
 
Η κοινωνική κατανομή – Συσπειρώσεις/μετακινήσεις
 
Η επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ αυξάνεται στους άνδρες, σε σχέση με τις εκλογές του Ιουνίου του 2012.
 
Ταυτόχρονα, ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει σημαντική αύξηση της εκλογικής του επιρροής στους πολίτες με στοιχειώδη μόρφωση (από 19% σε 25%), ενώ ως προς τις ηλικίες, ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει ανησυχητική πτώση στις μικρές ηλικίες, οι οποίες κερδήθηκαν από το Ποτάμι και αύξηση στις ηλικίες πάνω των 65 χρονών (από 13% στο 21%).
 
Μεγάλη υποχώρηση έχουμε υποστεί βεβαίως στη μειονότητα της Θράκης, η οποία συνδέεται αφενός με δικές μας αστοχίες και αφ’ ετέρου με την ταύτιση των άμεσων συμφερόντων, δηλαδή την εξουδετέρωση του ΣΥΡΙΖΑ, μεταξύ Τουρκικού Προξενείου και των κομμάτων του Μνημονίου στην περιοχή (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ), όπου μοίρασαν ψήφους, τοπικές και υπερτοπικές εξουσίες στις 3 κάλπες (Δήμος στο ΠΑΣΟΚ, Περιφέρεια στη ΝΔ, ευρωψηφοδέλτιο στο μειονοτικό κόμμα).
 
Γενικώς στις πρόσφατες ευρωεκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε τη μεγαλύτερη συσπείρωση (77%) από όλα τα κόμματα, στις δε απευθείας μετακινήσεις ανάμεσα στη ΝΔ και το ΣΥΡΙΖΑ το ισοζύγιο είναι θετικό (9% και-2,4%), όταν τον Ιούνιο του 2012 το ισοζύγιο ήταν αρνητικό (4% και-5%)
 
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε 6,1% της εκλογικής του δύναμης προς τα λοιπά κόμματα και 4,9% προς το ΠΟΤΑΜΙ, διαρροή που αφορά ένα σημαντικό τμήμα της νεολαίας που γοητεύεται από το lifestyle και το μετα-πολιτικό ύφος του τελευταίου.
 
2. Αυτοδιοικητικές εκλογές
 
Στις αυτοδιοικητικές εκλογές οι δυνάμεις μας σημείωσαν ένα μεγάλο βήμα μπροστά, πίσω όμως από την πολιτική μας επιρροή και τις προσδοκίες μας. Για πρώτη φορά, περιφερειακές κινήσεις που στηρίχθηκαν από το ΣΥΡΙΖΑ, κέρδισαν 2 περιφέρειες. Την μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας, την Αττική και την ιδιαίτερα σημαντική περιφέρεια των Ιονίων. Ταυτόχρονα, η μάχη της Αθήνας, παρά το τελικό αποτέλεσμα, είναι μια κερδισμένη μάχη που ως τέτοια χρειάζεται να την αξιοποιήσουμε.
 
Όπως είχαμε κατ’ επανάληψη τονίσει προεκλογικά, η μεγάλη επιτυχία δεν πρέπει να κρύψει αδυναμίες, λάθη και αστοχίες. Το αντίθετο. Σήμερα όμως από καλύτερες θέσεις μπορούμε να αναμετρηθούμε με όσα μας εμποδίζουν, ώστε ακόμα καλύτερα και ακόμα ταχύτερα να φτάσουμε στον πρώτο υψηλό στόχο. 
 
Είχαμε θέσει ως πολιτικούς στόχους, με ομόφωνη απόφαση της ΠΓ και της ΚΕ, τη ματαίωση των σχεδίων της δικομματικής κυβέρνησης για χαλαρή αυτοδιοικητική ψήφο, και την υπογράμμιση του γεγονότος ότι στις σημερινές συνθήκες το πολιτικό και το αυτοδιοικητικό συμβαδίζουν. 
 
Θέσαμε ως στόχο τη δημιουργία νέων παρατάξεων αλλά και τη στήριξη επιτυχημένων παρατάξεων και τη συμμετοχή μας στις εκλογές σχεδόν στο σύνολο των Καλλικρατικών δήμων. Κυρίως δε, η πολιτική μας απόφαση έθετε ως στόχο την αντιστοίχηση του ΣΥΡΙΖΑ με τη νέα κοινωνική του στήριξη που είχε διαμορφωθεί μετά τις εκλογές του Ιουνίου του 2012.
 
Αναμετρηθήκαμε με νέα προβλήματα
 
Σε αυτές τις τριπλές εκλογές έγιναν για πρώτη φορά πρωτοφανείς σε έκταση και βάθος θεσμικές παρεμβάσεις της «τελευταίας στιγμής». Ενδεικτικά :
 
Αλλαγή ημερομηνίας του πρώτου γύρου των αυτοδιοικητικών εκλογών, ώστε οι ευρωεκλογές να συμπέσουν με το δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών.
 
Αύξηση του μέγιστου αριθμού των υποψηφίων στις δημοτικές εκλογές.
 
Καθιέρωση του σταυρού προτίμησης στις ευρωεκλογές, με διπλασιασμό των υποψηφίων.
 
Προβλήματα και περιπλοκές στην άσκηση του εκλογικού δικαιώματος των ετεροδημοτών.
 
Όλα τα παραπάνω έκαναν περισσότερο δύσκολη και περίπλοκη την αυτοδιοικητική μας παρέμβαση, ενώ δυσχεραίνουν την ουσιαστικότερη εξαγωγή συμπερασμάτων από τα αποτελέσματα. Πόσο μάλλον όταν οι αυτοδιοικητικοί θεσμοί, οι παρεμβάσεις, θεσμικές και διοικητικές, της κυβέρνησης περιορίζουν την αυτονομία της αυτοδιοίκηση μετατρέποντάς την σε ετεροδιοίκηση, δηλαδή σε κρατικό θεσμό, που απέχει από τη βούληση των πολιτών.
 
Η αριθμητική της αυτοδιοικητικής μας παρέμβασης
 
Συμμετείχαμε και στηρίξαμε δημοτικά σχήματα σε 213 από τους 325 Καλλικρατικούς Δήμους (όταν το 2010 είχαμε στηρίξει παρατάξεις, είτε ως αυτόνομη κάθοδο είτε σε συνεργασίες, σε 104 Δήμους), καλύπτοντας το 90% του πληθυσμού.
 
Συμβάλαμε για να εκλεγούν δημοτικές αρχές που ανήκουν στο χώρο της Ριζοσπαστικής Αριστεράς σε 23 Δήμους, εκ των οποίων 10 στην Αττική (Αγία Παρασκευή, Αιγάλεω, Βύρωνας, Ζωγράφου, Καισαριανή, Κερατσίνι-Δραπετσώνα, Νέα Ιωνία, Πέραμα, Φιλαδέλφεια-Χαλκηδόνα, και Χαλάνδρι), 5 πρωτεύουσες Νομών (Κέρκυρα, Κοζάνη, Λάρισα, Λειβαδιά και Λευκάδα), και 8 περιφερειακούς δήμους (Αλιάρτου-Θεσπιέων, Ανωγείων, Αριστοτέλη, Διρφύων-Μεσσαπίων, Ναυπακτίας, Σκύρου, Σφακίων, και Τυρνάβου).
 
Έχουμε 1024 δημοτικούς συμβούλους και πάρα πολλούς τοπικούς συμβούλους στους 204 δήμους, καθώς μόνο σε 9 δήμους που κατεβήκαμε δεν κατορθώσαμε να εκλέξουμε δημοτικό σύμβουλο.
 
Επίσης, κατεβάσαμε παρατάξεις στο σύνολο των Περιφερειών της χώρας, κερδίζοντας δύο από αυτές, επομένως σήμερα, εκτός των 2 περιφερειαρχών, έχουμε 11 άμεσα εκλεγμένους (χωρικούς) αντιπεριφερειάρχες και 144 περιφερειακούς συμβούλους (όταν το 2010 είχαμε 17).
 
Πολιτικά συμπεράσματα
 
Η εφαρμογή οργανωτικά και πολιτικά των πολιτικών μας στόχων αποδείχθηκε δύσκολη υπόθεση και ανέδειξε σημαντικές αδυναμίες όπως : απουσία αυτοδιοικητικής εμπειρίας και προσανατολισμού σε πολλές οργανώσεις, την περιχαράκωση των οργανώσεων σε αρκετές περιπτώσεις, την ανάδειξη φιλοδοξιών που εμπόδιζαν τις συλλογικές μας αποφάσεις, όπως για παράδειγμα την απόφαση για επιλογή υποψηφίων δημάρχων σε πόλεις μεγαλύτερες των 60.000 σε συνεννόηση των τοπικών οργανώσεων με την ΚΕ, η οποία δεν τηρήθηκε.
 
Οι επιτυχίες μας δεν πρέπει να κρύψουν, αρνητικά φαινόμενα παραγοντισμού και προσωπικών φιλοδοξιών, κλειστών κομματικών διαδικασιών και αχρείαστων εντάσεων. Ως κόμμα και ως Ο.Μ. είμαστε ακόμη, και παρά τις βελτιώσεις, μακριά από τη γείωση με την κοινωνία   και το επίπεδο οργανωτικότητας μας δεν αντιστοιχεί στο να εκφράζει τις ελπίδες και τις αγωνίες της κοινωνίας, ιδιαίτερα σε τοπικό επίπεδο.
 
Το αποτέλεσμα των αυτοδιοικητικών εκλογών δείχνει  ότι δεν υπάρχει η ανακλαστική αντιστοίχηση της γενικής εκλογικής μας επιρροής με τα τοπικά σχήματα που επιλέξαμε. Αυτό δείχνει από την μια μεριά την ανάγκη να συγκροτηθεί ένα ριζικά διαφορετικό  αλλά ελκτικό μοντέλο αυτοδιοικητικής λειτουργίας, που να σηματοδοτεί με ενάργεια την ρήξη με το σημερινό τοπικό κατεστημένο και να το ανταγωνίζεται αποτελεσματικά. Ένα αυτοδιοικητικό καθεστώς  που αποδεικνύεται ότι έχει μεγάλη αντοχή και ικανότητα αναπαραγωγής του. Αυτό σημαίνει μεταξύ άλλων και την ανάγκη μεγαλύτερης εξειδίκευσης και κοινωνικής γείωσης και ταυτόχρονα καθημερινή πολιτική παρουσία και δράση των οργανώσεων μας σε τοπικό/αυτοδιοικητικό, σε πολιτικό και προγραμματικό επίπεδο.
 
Από την άλλη η καταγραφόμενη απόκλιση ενός τμήματος της επιρροής μας με τις επιλογές που κάνουμε ιδιαίτερα στις περιφερειακές εκλογές, αποδεικνύει τους χαμηλούς δεσμούς που έχουμε με ένα μεγάλο τμήμα της εκλογικής μας επιρροής, το οποίο  παρουσιάζει στοιχεία διπλής ταυτότητας και για το οποίο πρέπει να αξιοποιηθούν πολιτικά και ιδεολογικά μέσα ώστε να αποκτήσει συμπεριφορά μεγαλύτερης πολιτικής ταύτισης με τον ΣΥΡΙΖΑ.
 
Νέα κατάσταση, Νέα καθήκοντα
 
Ο λαός μας έδωσε το μήνυμα: Θέλουμε να κυβερνήσετε. Θέλουμε όμως περισσότερα από εσάς – πιο καθαρό, επεξεργασμένο και ριζοσπαστικό πολιτικό λόγο, όχι αμφισημίες, πλήρη διαφοροποίηση από το φθαρμένο και διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα. Πέστε μας καθαρά τι θα κάνετε και πως θα το κάνετε.
 
Απαιτείται λοιπόν να ανταποκριθούμε στο αίτημα των καιρών για τη συγκρότηση ενός πλατιού δημοκρατικού, προοδευτικού, ριζοσπαστικού κινήματος ανατροπής, που όχι μόνο θα κερδίσει τις επερχόμενες εθνικές εκλογές, αλλά θα αποτελέσει τη νέα μεγάλη κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία που θα αναλάβει το ιστορικό έργο της κοινωνικής σωτηρίας και της ανασυγκρότησης της πατρίδας μας.
 
Ο λαός μας έδωσε εντολή να επισπεύσουμε. Να ανταποκριθούμε στο αίτημα των καιρών και να βάλουμε τέλος στην ανθρωπιστική κρίση που ταλαιπωρεί εκατομμύρια Έλληνες πολίτες, και ιδιαίτερα στο πεδίο των 1.500.000 ανέργων και ταυτόχρονα να δώσουμε ανάσα, ελπίδα και εμπιστοσύνη σε όλους όσους υποφέρουν, και είναι πάρα πολλοί.
 
Εμπιστοσύνη γιατί οφείλουμε να ακυρώσουμε τα μνημόνια και τους εφαρμοστικούς νόμους, δεν υποκύπτουμε στους εκβιασμούς, αντίθετα θα επιδιώξουμε και να πετύχουμε την διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, η δε αποπληρωμή του εναπομείναντος να γίνει με ρήτρα ανάπτυξης. Να προχωρήσουμε άμεσα στην αναδιανομή του εισοδήματος προς όφελος της εργασίας και   στο σχεδιασμό της παραγωγικής, κοινωνικής και οικολογικής ανασυγκρότηση της χώρας, με καθοριστικό ρόλο του δημόσιου και κο