Η περιοχή είχε ελάχιστους τουρίστες –είτε γιατί δεν γνώριζαν το μέρος (όπως εγώ) είτε γιατί φοβούνται. Η Μανίλα είναι μια δύσκολη πόλη. Σε κάθε στιγμή που θα αποφασίσεις να βγεις από την πλαστή ευημερία των προνομιούχων με τους μεγάλους φράχτες στα σπίτια και τους ιδιωτικούς αστυνομικούς στις πύλες, θα έρθεις αντιμέτωπος με την πραγματικότητα που θέλεις να αγνοείς: τα εκατομμύρια εκείνων που η ετήσια ανάπτυξη του 7% έχει αφήσει τελείως απέξω.
Ιστορία δύο πόλεων και εδώ, η πόλη των λίγων και η πόλη των πολλών αναλώσιμων.
Στην ψαραγορά λοιπόν, με τα πρόχειρα εστιατόρια κατα μήκος της λεωφόρου που σου σερβίρουν τα θαλασσινά σε φύλλα μπανάνας, τους βιοπαλαιστές που θα σου τραγουδήσουν στα Ταγκάλοκ από τα «Παιδιά του Πειραιά» μέχρι Beatles, τις επίδοξες πόρνες που οι φτηνές λάμπες νέον τους δίνουν έστω και για λίγο κάτι από τη χαμένη τους λάμψη, τους νεαρούς που σκουπίζουν χαμογελαστοί τα βρώμικα νερά των δρόμων, δίπλα στο ζύγι για τα ψάρια, ζυγίζεται και πωλείται και η ανθρώπινη ζωή.
Ο πενηντάρης λευκός άντρας στο διπλανό τραπέζι ολοκλήρωνε τη συναλλαγή όπως γίνεται σε κάθε επιχειρηματική συμφωνία. Ένα πακέτο τσιγάρα στο αγόρι (12-13 χρονών;) που έτρωγε μαζί του, μια προκαταβολή που πληρώθηκε στους συνοδούς του παιδιού (μητέρα; κάποιος μακρινός συγγενής; προαγωγός;), βλέμματα λάγνης ανυπομονησίας να τελειώσει το φαγητό του ο μικρός και η προσμονή της «ανακούφισης» όταν αγκαλιά χάθηκαν στα βρώμικα σοκάκια της λεωφόρου.
Η ανθρώπινη σωματεμπορία στην χειρότερη της μορφή, η αγοραπωλησία ενός παιδιού μπροστά στα μάτια σου, σαν μια πράξη καθημερινή, απλή όπως ακριβώς θα αγόραζες τα ψάρια ή τα πλαστικά παιχνίδια από το διπλανό κιόσκι. Και όλοι ξέρουν και όλοι συναινούν, το παιδί, οι συνοδοί του, οι σερβιτόροι, εμείς…
Κάθε χρόνο πάνω 12 εκατομμύρια άνθρωποι πωλούνται ως σκλάβοι παγκοσμίως. Το 2002 –που είναι και οι τελευταίες διαθέσιμες στατιστικές- 225 εκατομμύρια παιδιά είχαν είτε πέσει θύμα βιασμού, είτε είχαν οδηγηθεί στην πορνεία. Μόνο στις Φιλιππίνες τα παιδιά που βρίσκονται στα δίκτυα της παιδικής πορνείας υπολογίζονται στα 60 με 100 χιλιάδες.
Και όμως, ποτέ άλλοτε όσο στην εποχή μας, ο κόσμος δεν ήταν τόσο ενημερωμένος για την εμπορία ανθρώπων: διεθνείς καμπάνιες από μεγάλες μη κυβερνητικές οργανώσεις και οργανισμούς, κυβερνήσεις που πιέζονται όλο και περισσότερο να περάσουν νόμους κατά της εμπορίας ανθρώπων, χολιγουντιανές ταινίες με θέμα την ανθρώπινη σκλαβιά, και σταρ διεθνούς εμβέλειας να στέλνουν μηνύματα κ να ηγούνται πρωτοβουλιών κατά του “trafficking”.
Γιατί όμως τα νούμερα μειώνονται ελάχιστα; Γιατί παρ’όλη την ευαισθητοποίηση είχαμε από το 2008 μέχρι το 2012 μόνο μια μείωση 2 τοις εκατό στα παιδιά θύματα της καταναγκαστικής εργασίας;
Υπάρχει λοιπόν ένα πρόβλημα εδώ, που ακόμα δεν έχουμε καταφέρει να αγγίξουμε την ρίζα του. Ίσως γιατί το πρόβλημα δεν είναι οι ακραίες μορφές εκμετάλλευσης όπως η εμπορία ανθρώπων και παιδιών, αλλά είναι το ίδιο το οικονομικό μας σύστημα. Η σωματεμπορία παιδιών αλλά και ενηλίκων-όσο αηδιαστική και καταδικαστέα και αν είναι, όσο και αν εξοργίζει κάθε λογικό άνθρωπο- δεν είναι παρά η ακραία έκφανση της εργασίας. Και όσο εστιάζουμε στην ακραία αυτή μορφή εκμετάλλευσης, προσπαθώντας να την καταπολεμήσουμε με καμπάνιες και νόμους, τόσο αφήνουμε αλώβητο το σύστημα που την γεννάει και την τρέφει.
Στην καπιταλιστική οικονομία, η εργασία είναι ένα προϊόν, το οποίο μπορεί να αγοραστεί και να πωληθεί κατά το δοκούν, αρκεί και τα δύο συμβαλλόμενα μέρη να συμφωνούν στην αγοραπωλησία. Μπορεί δηλαδή να πουληθεί φθηνά ή ακριβά, αρκεί ο εργάτης να δώσει τη συγκατάθεση του. Η σωματεμπορία αποτελεί και την ακραία μορφή αυτής της συμφωνίας, ακριβώς επειδή το ένα από τα δύο μέρη –στην περίπτωση μας ο «εργάτης»- δεν έχει συμφωνήσει στην «πώληση» της εργασίας του. Αυτή τη μορφή κάθε νοήμων άνθρωπος καταδικάζει και εκατομμύρια δολάρια δαπανώνται κάθε χρόνο σε καμπάνιες πρόληψης και προγράμματα αποκατάστασης από ανθρωπιστικές οργανώσεις και διεθνείς οργανισμούς.
Τι γίνεται όμως όταν στην αληθινή ζωή, το θύμα συναινεί στην εκμετάλλευση του; Όταν ο φτωχός εργάτης δέχεται να πουληθεί σκλάβος γιατί έχει χάσει τη γη του και το μόνο κεφάλαιο που έχει να πουλήσει είναι ο εαυτός του; Τι ισχύει όταν μια απελπισμένη οικογένεια δίνει την συγκατάθεση της να στείλει το δωδεκάχρονο παιδί της σε κάποιον «συγγενή» γνωρίζοντας ότι πιθανόν θα καταλήξει στο πεζοδρόμιο, αλλά είναι ο μόνος τρόπος να ξεχρεώσει τα χρέη και να ταΐσει τα υπόλοιπα παιδιά; Που είναι η γραμμή μεταξύ ελεύθερης βούλησης και εξαναγκασμού; Το δωδεκάχρονο παιδί είναι θύμα σωματεμπορίας γιατί ως ανήλικος δεν μπορεί να συναινέσει όμως ο θύτης είναι η μητέρα που θα δεχτεί να το πουλήσει, ο συγγενής που θα το παραλάβει, ο σιωπηρός παρατηρητής, ο υποψήφιος αγοραστής ή το σύστημα που οδηγεί τους ανθρώπους να συναινούν στην εκμετάλλευση τους γιατί απλά δεν τους παρέχει καμία άλλη επιλογή επιβίωσης; Και αν το ίδιο παιδί σε έξι χρόνια που τυπικά θα είναι ενήλικας, δεχτεί να «πουληθεί» ως εργάτης σε κάποιο εργοστάσιο σε συνθήκες σκλαβιάς ή ως πόρνη σε κάποια πρωτεύουσα με αντάλλαγμα τα χρέη της οικογένειας του, ποιος θα είναι πάλι ο θύτης;
Ο βασικός όρος του «συμβολαίου» που νομιμοποιεί και την συμφωνία – η συγκατάθεση και των δύο μερών-έχει εκπληρωθεί.
Ισως όλα αυτά ακούγονται φιλοσοφικά και απλουστευμένα. Ισως και να είναι. Ομως όποια πολιτική τοποθετηση και αν έχει κάποιος, δεν μπορεί παρά να παραδεχτεί ότι το καπταλιστικό σύστημα, όπως το ξέραμε, βρίσκεται πλέον στα τελευταία στάδια του και ήδη έρχεται αντιμέτωπο με τις ίδιες τις αντιφάσεις του. Μένει να δούμε τώρα, πότε θα το συνειδητοποίησουμε.
Η Φραγκίσκα Μεγαλούδη είναι πολίτης του κόσμου και έχει ταξιδέψει στις πιο θερμές περιοχές του πλανήτη. Έχει μελετήσει σε βάθος τις πτυχές των ανθρωπιστικών κρίσεων και έχει γράψει μερικά από τα πιο δυνατά δημοσιογραφικά κείμενα που έγιναν viral σε όλο τον κόσμο, κυρίως μέσα από τη Huffington Post, το Al Jazeera και το Spiegel. Στο ThePressProject είχαμε την τιμή να δημοσιεύσουμε μερικά από τα καλύτερα της άρθρα.
Από τον Αύγουστο του 2014 η Φραγκίσκα συμμετέχει στο TPP με σταθερή στήλη, προσφέροντας τη ματιά της και τις τεκμηριωμένες γνώσεις της για τα θέματα που απασχολούν την ελληνική αλλά και την διεθνή κοινή γνώμη.