Μέρα που είναι, δεν μπορεί κανείς να μη συγκινηθεί από τις ηρωικές προσπάθειες της κυβέρνησης. Δεν μπορεί να μη φέρει στο νου του τα παλικάρια που έφευγαν τραγουδώντας για το μέτωπο το ’40, καθώς βλέπει τον πρωθυπουργό μας να γυρίζει σφυρίζοντας από τις ηρωικές διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας. Παρ’ όλ’ αυτά, έχουμε σωρό τις απρόσμενες εξελίξεις. Πρώτη-πρώτη, κούρεμα 50%. Μόνο που, ξέχασα, το κούρεμα το θεωρούσαν αναπόφευκτο όσοι εκφράζονταν χωρίς να υποτιμούν τη νοημοσύνη μας. Δεύτερη έκπληξη (αιφνιδιάστηκε και η τρόικα), ότι υπήρξε ύφεση και τα μέτρα δεν απέδωσαν. Α, ξέχασα, ούτε αυτό είναι περίεργο, πρόκειται και πάλι για κάτι που ήξερε και η κουτσή Μαρία. Τρίτη έκπληξη, η επιτροπεία (συγγνώμη, τεχνοκρατική συνδρομή) της τρόικας στη χώρα μας. Σοκαρίστηκε μέχρι και ο άσος της κωλοτούμπας αλβανοφάγος Καρατζαφέρης, που έχει ωστόσο ψηφίσει το Μνημόνιο. Βεβαίως είναι καθησυχαστικές οι δηλώσεις της κυβέρνησης, αρκεί να μη θυμάται κανείς τον Λοβέρδο να λέει πως την άλλη μέρα μετά την ψήφιση του Μνημονίου άλλαξαν στάση οι συνομιλητές μας, συζητούσαμε πια με δανειστές. Με λίγα λόγια, το μόνο ανησυχητικό είναι πόσο ανώδυνα ομολογεί η κυβέρνηση ότι δεν μπορεί να κάνει τη δουλειά της. Τέταρτη έκπληξη, ότι η κυβέρνηση δεν έπαιξε ρόλο-κλειδί στις διαπραγματεύσεις. Όλοι περιμέναμε να αλωνίζει ο Βενιζέλος τις Βρυξέλλες και να ρητορεύει αγγλιστί, και άναυδοι οι Ευρωπαίοι να ακούν τις ρωμαλέες θέσεις του υπουργού μας. Τώρα που το σκέφτομαι, ούτε αυτό ήταν έκπληξη, παρ’ όλο που δύο σύμβουλοι του πρωθυπουργού, Γλυνός και Ζανιάς, πήγαν στο νοσοκομείο από στρες στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων.
Πληθώρα οικονομολόγων έλεγε από καιρό ότι το κούρεμα θα έπρεπε να γίνει στην αρχή, όταν ήταν όντως διαπραγματευτικό όπλο στα δικά μας χέρια. Ότι με την τακτική που ακολουθήθηκε θα καταλήγαμε πάλι εκεί, απλώς με πολύ χειρότερους όρους. Έχουμε στο μεταξύ διευκολύνει τους δανειστές μας παρέχοντας πίστωση χρόνου, η χώρα υποφέρει από τη λιτότητα και την ανεργία, και τα δημόσια αγαθά θα ξεπουληθούν σε τιμή ευκαιρίας. Το χειρότερο είναι ότι τίποτα από αυτά δεν συνιστά έκπληξη. Όσο και να έλεγε ο γνωστός μουστακαλής που κάνει τον πρωθυπουργό ότι θα επιστρέψουμε μέχρι και το τελευταίο σέντσι, εδώ και καιρό όλες οι πλευρές έλεγαν ότι αυτό δεν γινόταν. Το ζήτημα ήταν υπό ποιους όρους θα φτάναμε στο κούρεμα. Και οι όροι αυτοί είναι δυσβάσταχτοι.
Άκουσα τον Καρατζαφέρη να λέει πως ο Έλληνας αντέχει την πείνα αλλά όχι την ταπείνωση. Τι θα πει η αξιοπρέπεια για έναν πεινασμένο άνθρωπο είναι μεγάλη κουβέντα, και αυτό το λέω σοβαρά. Αλλά η πιο χειροπιαστή μορφή της ταπείνωσης είναι να μην έχει κανείς να φάει. Το επόμενο βήμα είναι ότι χτυπάει κλειστές πόρτες, παρακαλάει, συμβιβάζεται, υπομένει προσβολές κάποιου αχρείου που το παίζει αφεντικό, και οι φαντασιώσεις υπεροχής λόγω μακρινής συγγένειας με τον Περικλή ή τους στρατιώτες του ’40 γίνονται όλο και πιο θλιβερές. Επιστρέφοντας σ’ αυτές τις ηρωικές αναφορές στο έπος του ’40, μια που οι συγκρίσεις είναι αναπόφευκτες (Τεπελένι-Κορυτσά-Αργυρόκαστρο-Βρυξέλλες, θα αναφωνούν οι επόμενες γενιές), ήρωας είναι αυτός που τοποθετεί το νόημα της ζωής πιο πάνω από τη ζωή. Αυτό δεν το απαιτεί κανείς από όλους, απαιτεί όμως κάτι πιο μικρό. Ο ταπεινός ηρωισμός που μπορούμε να ελπίσουμε εμείς είναι λίγη δικαιοσύνη: να μην παιδεύονται μόνο οι αδύναμοι. Τα άλλα μού φαίνονται μεγαλοστομίες. Το ίδιο και η επίμονη σύγκριση της τρόικας με στρατό κατοχής. Εφόσον η τρόικα δεν έχει χρησιμοποιήσει κανόνια, το ερώτημα είναι τι θα έπρεπε να πράξουμε πολιτικά και δεν το πράξαμε. Τα υπόλοιπα τρέφουν εθνικές ευαισθησίες που είναι εν τέλει παραπλανητικές. Θα αντιπρότεινα ως πρώτη διαπίστωση ότι ούτε το κεφάλαιο ούτε οι προλετάριοι έχουνε πατρίδα: η εθνική ενότητα είναι μια παγίδα. (Συνιστώ θερμά τη χρήση συνθημάτων στη συζήτηση, απαλλάσσει από την προσχηματική πολυπλοκότητα.) Το δεύτερο σύνθημα που προτείνω είναι το «εθνικός τσαμπουκάς και στη δουλειά μαλάκας», που θα πει με τη σειρά του ότι είναι παράλογο να φαντασιώνονται εθνικές δόξες οι άνθρωποι που δεν μπορούν να διεκδικήσουν στοιχειώδη δικαιοσύνη στο σπίτι τους.
Η κυβέρνηση σέρνεται από συμφωνία σε συμφωνία με μέριμνες μόνο επικοινωνιακές, πώς δηλαδή θα πουλήσει ως επιτυχία αυτά που αποφασίζονται ερήμην μας, ακόμη και αν τα περιέγραφε ως Κόλαση μέχρι χθες. Το πρωταρχικό ζητούμενο είναι μέσα σε αυτές τις συνθήκες υποκρισίας και παθητικότητας να διατηρήσουμε ένα σχέδιο που να εστιάζει στα ουσιώδη, δηλαδή ποιο είναι το λαϊκό συμφέρον και πώς μπορούμε να το υπηρετήσουμε. Ως τότε, κλείνω με μια φράση από γράμμα που δημοσιεύεται σε ένα βιβλιαράκι για «Το “σαράντα” μέσα από τις επιστολές των πολεμιστών και των αμάχων»: «Του κόψανε του Κώστα τα μαλλιά. Η γιαγιά θα τον βαρεί με τη μαγγούρα τώρα που δεν έχει μαλλιά να του τραβάει».
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ για τις αποδοκιμασίες στις παρελάσεις: Το πρόσωπο του προέδρου της δημοκρατίας δεν είναι ιερό. Κανένα πρόσωπο δεν είναι ιερό. Δημοκρατική πολιτική είναι μια πολιτική που αντλεί τη νομιμοποίησή της από την πραγματική σχέση της με τη ζωή των ανθρώπων, όχι από τις διαδικασίες. Κατανοώ ότι είναι συμφέρον των θιγόμενων πολιτικών να υπερασπίσουν την καρέκλα τους, λέγοντας ότι θα πρέπει να σεβόμαστε το αξίωμα στο οποίο αναρριχήθηκαν. Την ώρα όμως που οι βουλευτές ομολογούν ότι δεν διαβάζουν τι ψηφίζουν και η κυβέρνηση αδιαφορεί παγερά για τη συνταγματική νομιμότητα των πράξεών της, να κοπτόμαστε για τον σεβασμό στις διαδικασίες είναι καλαμπούρι. Οι πολιτικοί θα πρέπει να περιμένουν τη λαϊκή οργή, την αξίζουν. Παρελάσεις έγιναν όμως σε κάποιες περιπτώσεις μπροστά σε στρατιωτικούς και ιερείς. Αν αυτό θα πει ότι μειώνεται η εμπιστοσύνη του κόσμου σε πολιτικούς και στρέφεται σε παπάδες και καραβανάδες, αυτή η εξέλιξη δεν είναι καθόλου ευχάριστη. Δεν οφείλουμε κανέναν σεβασμό στα προσχήματα μιας εξευτελισμένης δημοκρατίας. Οφείλουμε όμως να σκεφτούμε πολύ σοβαρά τι είναι αυτό με το οποίο θέλουμε να την αντικαταστήσουμε.