Το πρωί της Τετάρτης η άνοδος έφθανε περί το 7%.
Αφορμή της σημερινής ανάκαμψης στάθηκε η ανακοίνωση του υπουργού Οικονομικών της χώρας ότι θα ξεκινήσει η πώληση συναλλαγματικών αποθεμάτων με στόχο τη στήριξη του νομίσματος.
 
Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα αντιδράσεις των αναλυτών, η κίνηση αυτή θα προσφέρει “ανακούφιση” στο ρωσικό νόμισμα, το οποίο έχει φτάσει σε υπερβολικά υπερπουλημένα επίπεδα.
 
Η χθεσινή πτώση, η οποία ξεκίνησε από την αιφνίδια αύξηση του βασικού επιτοκίου της Κεντρικής Τράπεζας στο 17%, εντάθηκε από τη φημολογία ότι η κυβέρνηση θα επιβάλει περιορισμούς στις κεφαλαιακές ροές.

Η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας προχώρησε τη νύχτα προς την Τρίτη για δεύτερη φορά σε διάστημα μίας εβδομάδας σε ραγδαία αύξηση του βασικού επιτοκίου στην προσπάθειά της να βάλει φραγμό στην ελεύθερη πτώση του εθνικού νομίσματος και στην αύξηση του πληθωρισμού. Οι ρώσοι κεντρικοί τραπεζίτες αύξησαν το βασικό επιτόκιο κατά 6,5% στο 17%. Ωστόσο, τα έκτακτα αυτά μέτρα δεν έφεραν σε πρώτη φάση τα επιθυμητά αποτελέσματα. Το μεσημέρι της Τρίτη η ισοτιμία ευρώ-ρουβλίου είχε υποχωρήσει στο 1 προς 97 κι ενώ το πρωί της Δευτέρας βρισκόταν ακόμη στο 1 προς 72. Ο μετοχικός δείκτης του χρηματιστηρίου της Μόσχας έφτασε μάλιστα να καταγράφει απώλειες ύψους έως και 17%. Ενδεικτικό του πόσο δραματική είναι η απώλεια της αξίας του ρωσικού νομίσματος είναι ότι πέρυσι αντιστοιχούσαν σε ένα ευρώ 45 ρούβλια.


Ρωσικά μέσα ενημέρωσης έκαναν λόγο για μερίδα πανικόβλητων πολιτών που έσπευσαν στα ανταλλακτήρια συναλλάγματος για να «ξεφορτωθούν» τα ρούβλια τους, κυριευμένοι από το φόβο της κατακόρυφης πτώσης που είχε σημειώσει το ρωσικό νόμισμα τη δεκαετία του 1990.
 Όπως γράφουν οι Financial Times, το μεγάλο βάθος της βουτιάς του νομίσματος αντικατοπτρίζει επίσης τη διευρυνόμενη άποψη στις χρηματοοικονομικές αγορές, ότι ο κ. Πούτιν πλέον δεν οδηγεί τη Ρωσία με βάση το οικονομικό της συμφέρον, αλλά προωθεί ανέφικτους γεωπολιτικούς στόχους. Γι' αυτό και η κίνηση της κεντρικής τράπεζας να αυξήσει δραστικά τα επιτόκια κατά 650 μονάδες βάσης στο 17% όχι μόνο δεν κατάφερε να τονώσει το ρούβλι, αλλά ήταν σαν να επιδείνωσε τον πανικό.
 
Οι άμεσες επιλογές που έχουν οι ρωσικές αρχές για να συγκρατήσουν αυτήν τη διολίσθηση είναι πρόσθετες αυξήσεις επιτοκίων, μαζική παρέμβαση της κεντρικής τράπεζας ή έλεγχοι κεφαλαίων. Οι δύο πρώτες επιλογές θα αποδειχθούν δαπανηρά αποτυχημένες. Η τρίτη θα είναι μια πολύ αντιδημοφιλής και αναχρονιστική κίνηση για μια κυβέρνηση που έχει δουλέψει τόσο σκληρά για να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στο ρούβλι, μετά την αναταραχή της δεκαετίας του 1990. Κάτι άλλο πρέπει να αλλάξει.