Το μέγεθος του ελληνικού χρέους αφήνει μικρό περιθώριο για λύσεις, επισημαίνουν σε δημοσίευμά τους οι Financial Times. 
 
Όπως αναφέρεται, το χρέος της Ελλάδας διαμορφώνεται στο 177% του ΑΕΠ, επίπεδο που πολλοί οικονομολόγοι κρίνουν ως μη βιώσιμο. Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει ότι θέλει διαγραφή τουλάχιστον του ενός τρίτου του χρέους. Αλλά δεν λέει πώς θα γίνει αυτό, και θα παραμείνει ταυτόχρονα στην ευρωζώνη.
 
Συνολικά, ο ιδιωτικός τομέας κατέχει λιγότερο από το 15% του ελληνικού χρέους. Περίπου τρία τέταρτα (270 δισ. ευρώ από το σύνολο των 317 δισ. ευρώ) κατέχει ο επίσημος τομέας: το EFSF, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ.
Η περσινή έξοδος στις διεθνείς αγορές της επέτρεψε να δανειστεί με επιτόκιο κάτω του 5%, αλλά το κόστος δανεισμού έχει εκτιναχθεί τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς αυξάνονται οι ανησυχίες για τη χώρα. Πέρσι το καλοκαίρι, η ελληνική κυβέρνηση είχε τη δυνατότητα να δανειστεί χρήματα για τρία χρόνια με επιτόκιο 3,5%. Τώρα το επιτόκιο 3ετούς δανεισμού έφτασε έως και το 13,5%.
 
Το ελληνικό χρέος που κατέχουν ιδιώτες επενδυτές έχει σε μεγάλο βαθμό αντικατασταθεί από χρέος προς τον επίσημο τομέα και η επιστροφή των Αθηνών στις αγορές ήταν βραχύβια. Έχασε την πρόσβαση τον Οκτώβριο, αποτρέποντας τα σχέδια για νέες εκδόσεις.
 
Οι ελληνικές τράπεζες διέθεσαν σχεδόν 30 δισ. ευρώ σε νέα ομόλογα τον Δεκέμβριο του 2012, σε ένα σχέδιο επαναγοράς που είχε τη σύμφωνη γνώμη των διεθνών πιστωτών και μείωσε το δανειακό βάρος της χώρας κατά περίπου €20 δισ., αλλά συνεχίζουν να έχουν το μεγαλύτερο κομμάτι των βραχυπρόθεσμων εκδόσεων του κράτους, που ανέρχεται σε περίπου €15 δισ. εντόκων γραμματίων, τα οποία μετακυλίονται σε μηνιαίες δημοπρασίες.

Από τα €270 δισ., στάση πληρωμής για τα €24 δισ. που είναι το χρέος προς το ΔΝΤ, θεωρείται το απόλυτο ταμπού, ακόμη και για τον ΣΥΡΙΖΑ.

 
Το ΔΝΤ κατέχει χρέος 24 δισ. ευρώ, η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες 54 δισ. ευρώ. Η ΕΚΤ δεν μπορεί να προσφέρει οποιαδήποτε ανακούφιση, καθώς θα αποτελούσε παράνομη νομισματική χρηματοδότηση των εθνικών κυβερνήσεων.
Σύμφωνα με ανάλυση των επιλογών που πραγματοποίησε το think-tank Bruegel, μειώνοντας τους τόκους στα 53 δισ. ευρώ των διακρατικών δανείων, σε επίπεδο που αντιστοιχεί σε αυτό του μέσου τριμηνιαίου κόστους δανεισμού της κάθε κυβέρνησης της ευρωζώνης, θα μειωθεί το δανειακό βάρος κατά 3,4% του ΑΕΠ ως το 2050 (σε καθαρή παρούσα αξία). Μια πρόσθετη 10ετής παράταση αποπληρωμής θα φέρει μείωση επιπλέον 4,5% του ΑΕΠ.
 
Στα δάνεια €142 δισ. προς το EFSF, η Ελλάδα πληρώνει μόνο 1 μονάδα βάσης πάνω από το κόστος δανεισμού του ταμείου διασώσεων, οπότε δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια πτώσης των επιτοκίων. Αλλά μια 10ετής παράταση στη διάρκεια αποπληρωμής θα μειώσει το βουνό του χρέους κατά επιπλέον 8,1% του ΑΕΠ.
 
Ολες μαζί, αυτές οι παραχωρήσεις θα περιορίσουν το δανειακό βάρος της Ελλάδας μόνο στο 160% του ΑΕΠ περίπου, μέγεθος που απέχει πολύ από τον στόχο του ΣΥΡΙΖΑ.

Ολόκληρο το άρθρο μεταφρασμένο στα ελληνικά