Ερ.: Κύριε υπουργέ η χώρα βρίσκεται λίγες ημέρες πριν τις πρόωρες εκλογές, αποτέλεσμα της αδυναμίας της Βουλής να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Πιστεύετε ότι ορθά επισπεύστηκε η προεδρική εκλογή;
Απ.: Το Σύνταγμα έδινε τη δυνατότητα στο ΣΥΡΙΖΑ να φέρει την πολιτική αστάθεια στη χώρα με όλα όσα αυτό συνεπάγεται. Και ο ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με τη Χρυσή Αυγή και τους Ανεξάρτητους Έλληνες, άδραξαν την ευκαιρία βάζοντας πάνω από την πατρίδα το στενό κομματικό όφελος. Στη Δημοκρατία όμως, δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Το λόγο τώρα έχουν οι πολίτες. Έχουν στα χέρια τους τα δεδομένα. Έχουν στα χέρια τους την ευθύνη που αναλογεί σε κάθε ελεύθερο πολίτη σε μια Δημοκρατία. Πιστεύω ότι η σοφία του Ελληνικού λαού θα μας οδηγήσει στις λύσεις που απαιτεί η μεγάλη και συχνά σιωπηλή πλειοψηφία της κοινωνίας.
Ερ.: Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ. Εάν τελικά το αποτέλεσμα επιβεβαιώσει τις μετρήσεις, πώς θα βρει η επόμενη ημέρα τη Νέα Δημοκρατία;
Απ.: Εκτιμώ ότι το δημοσκοπικό κλίμα μπορεί να ανατραπεί και η Νέα Δημοκρατία να είναι πρώτο κόμμα στις εκλογές. Πρέπει να εξηγήσουμε πειστικά στους πολίτες ότι οι θυσίες που έχουν κάνει κινδυνεύουν να πάνε χαμένες με μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και, κυρίως, πως μόνον η ΝΔ μπορεί να εγγυηθεί τη βελτίωση της ζωής τους. Σε ό,τι αφορά την ουσία της ερώτησής σας, σας απαντώ ευθέως ότι η Νέα Δημοκρατία θα κερδίσει. Σε κάθε περίπτωση -επειδή αυτό υπονοείται με την ερώτησή σας- θέμα ηγεσία δεν πρόκειται να υπάρξει. Η παράταξή μας είναι και θα παραμείνει ενωμένη.
Ερ.: Υπάρχει κάτι που σας φοβίζει εάν ο ΣΥΡΙΖΑ καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση;
Απ.: Με φοβίζει ότι εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει όλα όσα υπόσχεται θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια τη χώρα στα βράχια. Και τότε, για μια ακόμη φορά, η Νέα Δημοκρατία ως το κατεξοχήν κεντροδεξιό, φιλελεύθερο κόμμα της πατρίδας μας, θα κληθεί να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά. Και ενδεχομένως πιο γρήγορα από ότι πολλοί πιστεύουν. Η ΝΔ διαχρονικά αποτελεί τον πιο έντιμο και αξιόπιστο εκφραστή των αλλαγών που απαιτεί η σιωπηλή πλειοψηφία του ελληνικού λαού για να βγούμε από την κρίση.
Ερ.: Το σύστημα αξιολόγησης και η μεταρρύθμιση στο Δημόσιο, για τα οποία δεχθήκατε έντονες επικρίσεις, πρέπει να συνεχιστούν; Τι θα συνιστούσατε στον διάδοχό σας στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης;
Απ.: Στην Ελλάδα ακόμα συζητάμε όχι το πώς θα αξιολογούμε τους δημοσίους υπαλλήλους, αλλά αν πρέπει να τους αξιολογούμε! Αισθάνομαι μερικές φορές ότι κάποιοι -ευτυχώς οι λίγοι- δεν θέλουν ούτε να αξιολογούν, ούτε να αξιολογούνται. Για δεκαετίες τώρα λειτουργούσε -στα χαρτιά τουλάχιστον- ένα σύστημα αξιολόγησης και η συντριπτική πλειοψηφία των δημοσίων υπαλλήλων βαθμολογείτο με 9 και 10. Όλοι εμφανίζονταν άριστοι, με αποτέλεσμα οι αληθινά άριστοι -άνθρωποι με προσόντα, φιλότιμο και εργατικότητα- να ασφυκτιούν μέσα στο σύστημα αυτό.
Κακά τα ψέματα: Ο ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει ένα υπαρκτό ρεύμα, έστω και μειοψηφικό, που προτιμά την ισοπέδωση. Που δεν θέλει να ξεχωρίζει κανείς. Αν κυβερνήσει, το ρεύμα αυτό θα καλύψει τα πάντα στη δημόσια διοίκηση. Θέσαμε σε δημόσια διαβούλευση ένα νέο, σύγχρονο και καινοτόμο σύστημα αξιολόγησης, που θα επιτρέψει επιτέλους στο Δημόσιο να γίνει καλύτερο, εισάγοντας την έννοια της «αριστείας» στη Δημόσια Διοίκηση. Ακόμα πιο δίκαιο απέναντι στον δημόσιο υπάλληλο, αλλά και πιο αποτελεσματικό και φιλικό στον πολίτη. Παράλληλα, οι ίδιοι δημόσιοι υπάλληλοι στον ιστότοπο www.koitamemprosta.gr, αξιολογούν το προτεινόμενο σύστημα αξιολόγησης της απόδοσης.
Ερ.: Πώς σχολιάζετε την εξαγγελία του ΣΥΡΙΖΑ για την επαναπρόσληψη στο Δημόσιο 9.500 υπαλλήλων;
Απ.: Κατ' αρχήν να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν υπάρχουν παράνομες και αντισυνταγματικές απολύσεις. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να υποκαταστήσει και τη Δικαιοσύνη, είναι δείγμα του πώς αντιμετωπίζουν τους θεσμούς. Αντιθέτως η κυβέρνηση σέβεται απόλυτα τις δικαστικές αποφάσεις. Ενδεικτικά αναφέρω ότι πρόσφατα η ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε νόμιμη και συνταγματική την κατάργηση της Δημοτικής Αστυνομίας που έγινε τον Ιούλιο του 2013. Εκτός και αν ο ΣΥΡΙΖΑ και τα στελέχη του εννοούν ότι θα επιστρέψουν στο Δημόσιο και όλοι εκείνοι που αποχώρησαν, είτε γιατί είχαν υποπέσει σε πειθαρχικό παράπτωμα, είτε γιατί είχαν προσληφθεί με πλαστό πτυχίο, είτε γιατί η σύμβασή τους μετετράπη παράνομα. Αν είναι έτσι να μας το πούνε για να το μάθει ο ελληνικός λαός. Εμείς μέσα σε 18 μήνες σπάσαμε την «ομερτά» της ατιμωρησίας που υπήρχε δεκαετίες ολόκληρες στο δημόσιο.
Ερ.: Είστε ικανοποιημένος από την πορεία των μεταρρυθμίσεων στη χώρα τα τελευταία 2,5 χρόνια;
Απ.: Το έργο που καταφέραμε να επιτελέσουμε τους τελευταίους 18 μήνες έχει ήδη πρακτικό αντίκρισμα στην καθημερινότητα των πολιτών. Καταργήσαμε την υποχρέωση υποβολής πρωτοτύπων ή επικυρωμένων αντιγράφων από τους ενδιαφερόμενους στο σύνολο των συναλλαγών τους με τις δημόσιες υπηρεσίες. Ενισχύσαμε και αναβαθμίσαμε τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών, που παρέχουν πλέον έγγραφα μέσα σε ένα λεπτό. Καταργήσαμε το σύστημα αδειοδότησης για 25 δραστηριότητες μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Καταργήσαμε την υποχρέωση υποβολής εκκαθαριστικής δήλωσης ΦΠΑ για μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Παράλληλα, για πρώτη φορά λειτούργησε ουσιαστικά η πειθαρχική δικαιοσύνη και για πρώτη φορά έγινε οριζόντιος έλεγχος για πλαστά πιστοποιητικά στους δημοσίους υπαλλήλους. Όλα αυτά -και μια σειρά ακόμα πρωτοβουλιών και νομοθετικών ρυθμίσεων- θα έπρεπε να είναι κομμάτι εθνικής ατζέντας μεταρρυθμίσεων και να μην τα ζητάει καμία τρόικα.
Ερ.: Ο απολογισμός της κυβέρνησης; Κάνατε λάθη; Αν σας δινόταν η ευκαιρία τι θα κάνατε διαφορετικά;
Απ.: Θετικός. Δεν έγιναν όλα τέλεια. Ναι, έγιναν και λάθη. Ναι, υπήρξαν και καθυστερήσεις. Αλλά το μηδενικό έλλειμμα, οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης, το θετικό ισοζύγιο, οι νέες επενδύσεις, η αύξηση των θέσεων απασχόλησης, η μείωση της γραφειοκρατίας για πολίτες και επιχειρήσεις είναι η αρχή. Λάθη δεν κάνουν μόνον όσοι δεν προσπαθούν. Μετανιώνω που σε ορισμένες περιπτώσεις δεν προχώρησα πιο γρήγορα.
Αν οι μεταρρυθμίσεις είναι επώδυνες για τους λίγους, για τους «βολεμένους», και ωφελούν το κοινωνικό σύνολο, τότε είναι υποχρέωση κάθε κυβέρνησης να τις υλοποιεί χωρίς δεύτερη σκέψη. Να σας δώσω ένα παράδειγμα: Αλλάξαμε για πρώτη φορά τις δομές σε όλα τα Υπουργεία. Πολλά λειτουργούσαν με τα ίδια οργανογράμματα από τις δεκαετίες του '70 και του '80. Οι θέσεις προϊσταμένων (γενικοί διευθυντές, διευθυντές, τμηματάρχες) μειώθηκαν από 7.700 σε 4.500. Κάποιοι τόσα χρόνια έλεγαν «γιατί να έχω δύο χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους να μου γκρινιάζουν;». Δεν προχωράει όμως καμία μεταρρύθμιση με αυτή τη νοοτροπία.
Άννα Ανδίρα