Επιμέλεια: Μυρτώ Αρετάκη
Για τους περισσότερους, η διπλωματική κρίση Ελλάδας – Τουρκίας ξεκινάει μόλις τον Δεκέμβριο του ’95 (25/12), όταν τουρκικό φορτηγό πλοίο προσαράζει σε αβαθή ύδατα κοντά στην Ανατολική Ίμια, εκπέμπει σήμα κινδύνου και αρνείται βοήθεια από το ελληνικό Λιμενικό, υποστηρίζοντας ότι βρίσκεται σε τουρκική περιοχή.
Με την αφορμή αυτή, το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών επιδίδει ρηματική διακοίνωση στο αντίστοιχο ελληνικό, στην οποία και αναφέρει ότι οι βραχονησίδες Ίμια είναι καταχωρημένες στο κτηματολόγιο του νομού Μπουντρούμ και ανήκουν στην Τουρκία. Με καθυστέρηση περίπου 10 ημερών, το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών απορρίπτει τη διακοίνωση.
Το επεισόδιο εντάσσεται στο πλαίσιο των ελληνο- τουρκικών διαφορών στο Αιγαίο, που εμφανίζονται δυναμικά στο προσκήνιο μετά τη Μεταπολίτευση.
Η Ελλάδα αναγνωρίζει ως μόνη διαφορά της με τη γείτονα την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, ενώ η Τουρκία θέτει επιπλέον τα θέματα του εναερίου χώρου (αναγνωρίζει 6 και όχι 10 μίλια), του FIR Αθηνών, της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου και με την κρίση των Ιμίων το καθεστώς κάποιων βραχονησίδων («Γκρίζες Ζώνες»).
Αυτό που δεν σημειώνεται εξίσου συχνά είναι πως η Ελλάδα – μέσω των υπουργείων Εθνικής Άμυνας και Αιγαίου – μελετούσε το καλοκαίρι του 1995 ένα πρόγραμμα εποικισμού μικρονησίδων στο Αιγαίο με κρατική επιδότηση, μεταξύ των οποίων και τα νησάκια Νίμος, Στρογγυλή, Φαρμακονήσι και Καλόλιμνος Δωδεκανήσου. Το πρόγραμμα, σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις, αποσκοπούσε στην ανάπτυξη μιας μορφής αγροτικού τουρισμού, και είχε εγκριθεί προσωπικά από τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Το σχέδιο βασιζόταν στην ιδέα πως σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο σε ένα νησί αναγνωρίζεται υφαλοκρηπίδα, μόνον όταν στο έδαφος του ασκείται έστω και μικρή οικονομική δραστηριότητα.
Την ώρα που η πολιτική ηγεσία επιχειρούσε να ενισχύσει τις εθνικές κυριαρχικές διεκδικήσεις της χώρα στο Αιγαίο, άνοιγε τους ασκούς του Αιόλου, αδιαφορώντας για την τουρκική απάντηση που δεν άργησε να έρθει.

Η απόσυρση του Ανδρέα Παπανδρέου
Στις 15 Ιανουαρίου του 1996, παραιτείται ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, που νοσηλεύεται στο «Ωνάσειο». Τέσσερις μέρες μετά, η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ εκλέγει νέο πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Σημίτη. Καθ'όλη τη διάρκεια της κρίσης θα φανεί η μεγάλη δυσπιστία του Σημίτη προς την ηγεσία της ΕΥΠ και των Ενόπλων Δυνάμεων. Όπως γράφει Το Βήμα: «Οι αξιωματικοί αυτοί είχαν μάθει να λειτουργούν με τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος λάτρευε τις συσκέψεις με στρατιωτικούς, τις υπηρεσίες από κλειστές πηγές και τη διαχείριση κρίσεων όπως εκείνη του Μαρτίου του 1987. Ο κ. Σημίτης τους θεωρούσε «ανδρεϊκούς», ξένους στη δική του κουλτούρα και ύποπτους για το στήσιμο παγίδων τις κρίσιμες εκείνες ώρες».
Οι σημαίες και η μιντιακή υστερία
Στις 26 Ιανουαρίου, ο δήμαρχος Καλύμνου, Δημήτρης Διακομιχάλης αναλαμβάνει την πρωτοβουλία και υψώνει την ελληνική σημαία στην ανατολική Ίμια, συνοδευόμενος από τον αστυνομικό διευθυντή Καλύμνου, τον ιερέα και δύο κατοίκους του νησιού. Ο Δ. Διακομιχάλης, προερχόμενος και ο ίδιος από το ΠΑΣΟΚ, θα κατηγορηθεί ως προβοκάτορας από τότε υπουργό Εξωτερικών, Θεόδωρο Πάγκαλο, ο οποίος θα χαρακτηρίσει τις ενέργειες του ως εγκληματικές και ανεύθυνες.
Την επόμενη μέρα, δύο δημοσιογράφοι της εφημερίδας «Χουριέτ» στη Σμύρνη μεταβαίνουν με ελικόπτερο στη βραχονησίδα των Ίμια, όπου και υποστέλλουν την ελληνική σημαία για να υψώσουν την τουρκική.

Η όλη επιχείρηση βιντεοσκοπείται και προβάλλεται από το τηλεοπτικό κανάλι της «Χουριέτ».«Λειτουργήσαμε σαν στρατιωτικό απόσπασμα. Ακόμα και σήμερα αναρωτιέμαι γιατί», δήλωνε μερικά χρόνια αργότερα ο τούρκος δημοσιογράφος, Τζεσούρ Σερτ, ο οποίος εξακολουθεί να αρνείται ότι ακολουθούσε εντολές είτε του κράτους, είτε του στρατού, είτε της εφημερίδας.
«Μπαϊράκι σήκωσαν οι Τούρκοι», «Ήταν προβοκάτσια», «ΝΤΡΟΠΗ: Έστησαν ανενόχλητοι την ημισέληνο στην Ίμια», «Μας ταπείνωσαν οι Τούρκοι», είναι κάποιοι από τους τίτλους των ελληνικών εφημερίδων την επομένη.
Στις 28 Ιανουαρίου, το περιπολικό του Πολεμικού Ναυτικού «Αντωνίου» κατεβάζει την τουρκική σημαία και υψώνει την ελληνική. Το βράδυ έλληνες βατραχάνθρωποι αποβιβάζονται στη Μεγάλη(ανατολική) Ίμια, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τα παραπλέοντα τουρκικά πολεμικά. Η πολιτική εντολή προς τους έλληνες στρατιωτικούς είναι να αποφευχθεί κάθε κλιμάκωση της έντασης. Παρόλα αυτά ακολουθεί μπαράζ ναυτικών επεισοδίων.
Η σκληρή γραμμή της Τσιλέρ και η ελληνική στροφή προς τις ΗΠΑ
Στις 29 Ιανουαρίου, ο Κώστας Σημίτης, στις προγραμματικές του δηλώσεις στη Βουλή, στέλνει μήνυμα προς τη Τουρκία, ότι σε οποιαδήποτε πρόκληση η Ελλάδα θα αντιδράσει άμεσα και δυναμικά. Η πρωθυπουργός της Τουρκίας, Τανσού Τσιλέρ, η οποία από τουρκικές πηγές εμφανίζεται πιο σκληρή και από την τουρκική στρατιωτική ηγεσία, ζητά διαπραγματεύσεις για το καθεστώς των βραχονησίδων του Αιγαίου, αποχώρηση των ελληνικών αγημάτων και υποστολή της ελληνικής σημαίας. Η ελληνική πολιτική ηγεσία δεν απευθύνεται στους διεθνείς οργανισμούς, όπως θα περίμενε κανείς, αλλά ζητά αμερικανική εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις.
Στις 30 Ιανουαρίου, ο Κώστας Σημίτης έχει τηλεφωνική επικοινωνία με τον αμερικανό πρόεδρο Μπιλ Κλίντον. Του εκφράζει την ελληνική θέση ότι η χώρα μας δεν επιθυμεί την ένταση, αλλά εφόσον προκληθεί θα αντιδράσει δυναμικά. Η κυβέρνηση δηλώνει έτοιμη να αποσύρει το άγημα, όχι όμως και την ελληνική σημαία. Στα Ίμια σπεύδουν τα πολεμικά πλοία «Ναυαρίνο» και «Θεμιστοκλής». Ο τούρκος Υπουργός Εξωτερικών δηλώνει ότι υπάρχουν και άλλα νησιά του Αιγαίου με ασαφές νομικό καθεστώς και δεν αποδέχεται την ελληνική πρόταση (αποχώρηση του αγήματος, όχι και της σημαίας).
Το χρονικό της 31ης Ιανουαρίου
00:00 Συγκαλείται σύσκεψη στο γραφείο του Πρωθυπουργού. Ο Υπουργός Εξωτερικών, Θεόδωρος Πάγκαλος, φθάνει καθυστερημένα, επειδή παίρνει μέρος σε τηλεοπτική εκπομπή στο Μέγκα. Ο Κ. Σημίτης επικρίνεται έντονα για το γεγονός ότι αρνείται να πραγματοποιηθούν οι συσκέψεις σε στρατιωτικό χώρο και προκρίνει έναν κοινοβουλευτικό, μακριά από το κέντρο ελέγχου των επιχειρήσεων, αφήνοντας απογυμνωμένο τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ, ναύαρχο Χ. Λυμπέρη. Παράλληλα, η ΕΥΠ κρατείται στο περιθώριο, με αποτέλεσμα η πληροφόρηση του αρμόδιου υπουργείου για τις στρατιωτικές εξελίξεις να γίνεται από δημοσιογράφους (!)
01:40 Στο ΓΕΕΘΑ καταφθάνουν πληροφορίες ότι τούρκοι κομάντος αποβιβάζονται στη Μικρή (δυτική) Ίμια. Η πληροφορία φτάνει πρώτα σε τούρκους δημοσιογράφους.
Ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας πληροφορείται το γεγονός λίγο μετά τις 2 από έλληνες δημοσιογράφους. Ο Θ. Πάγκαλος δηλώνει αργότερα πως πληροφορήθηκε την απόβαση γύρω στη 1 από τον ακόλουθο Τύπου της Ελλάδας στην Άγκυρα και όχι από το ΓΕΕΘΑ. Η ΕΥΠ δεν συνεργάστηκε με την ελληνική κυβέρνηση, με ευθύνη που φέρει ο Κ. Σημίτης. Ο Χ. Λυμπέρης δεν είχε δώσει εντολή να φυλάσσεται η δυτική Ίμια, παρά τις αντίθετες εντολές που είχε δεχτεί ο ίδιος από την πολιτική ηγεσία της χώρας. Η απάντηση του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ την επομένη ήταν «δεν γίνεται να βάλουμε κομάντος σε όλα τα νησιά».
04:30 Με απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης, ελικόπτερο του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού απονηώνεται από τη φρεγάτα «Ναυαρίνο» για να επιβεβαιώσει την πληροφορία. Επικρατούν άσχημες καιρικές συνθήκες. Παράλληλα, δίνεται εντολή σε έλληνες κομάντος να ανέβουν στη δυτική Ίμια, επιχείρηση που τελικά ακυρώνεται, καθώς οι κομάντος καθυστερούν γιατί δεν έχουν μπαταρίες στους ασυρμάτους τους, και μέχρι να βρουν η πληροφορία της τουρκικής κατάληψης επιβεβαιώνεται από αμερικανικές πηγές.
04:50 Το πλήρωμα του ελικοπτέρου αναφέρει ότι εντόπισε περί τους 10 τούρκους κομάντος με τη σημαία τους. Δίνεται εντολή να επιστρέψει στη βάση του κι ενώ πετά μεταξύ των βραχονησίδων Πίτα και Καλόλιμνος αναφέρει βλάβη και χάνεται από τα ραντάρ. Αργότερα θα ανασυρθούν νεκρά και τα τρία μέλη του πληρώματος, ο υποπλοίαρχος Χριστόδουλος Καραθανάσης, ο υποπλοίαρχος Παναγιώτης Βλαχάκος και ο αρχικελευστής Έκτορας Γιαλοψός.
Σχετικά με τις αιτίες πτώσης του ελικοπτέρου έχουν διατυπωθεί διαφορετικές απόψεις. Η επίσημη άποψη του ελληνικού κράτους ήταν ότι το σκάφος κατέπεσε λόγω κακοκαιρίας και απώλειας προσανατολισμού του πιλότου. Ωστόσο, στην Ελλάδα παραμένει ευρέως διαδεδομένη η άποψη ότι το ελικόπτερο καταρρίφθηκε είτε από το Τουρκικό Ναυτικό είτε από τους τούρκους καταδρομείς που υπήρχαν πάνω στο νησί και ότι το γεγονός αποκρύφθηκε, προκειμένου να λήξει η κρίση και να αποφευχθεί ενδεχόμενη νέα σύρραξη.
Το σχετικό πόρισμα παρέμεινε μυστικό, ενώ ποτέ δεν απαντήθηκε ικανοποιητικά το ερώτημα γιατί εστάλη το ελικόπτερο ενώ είχαν ήδη ξεκινήσεις οι διαπραγματεύσεις με την αμερικανική πλευρά. Παράλληλα, παραμένουν και οι κριτικές για τον αν πράγματι η συγκεκριμένη επιλογή ελικοπτέρου υπήρξε η ενδεδειγμένη.

06:00 Οι αμερικανοί διά του Υφυπουργού Εξωτερικών Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ επιβάλλουν και στις δύο πλευρές τη θέληση τους. «No ships, no troops, no flags». Μέχρι το μεσημέρι της 31ης Ιανουαρίου 1996 τα πλοία, οι στρατιώτες και οι σημαίες είχαν αποσυρθεί από τα Ίμια.
Η αμερικανική παρέμβαση προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις στον πολιτικό και στρατιωτικό κόσμο, ενώ παράλληλα κλόνισε σοβαρά την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού στη νέα κυβέρνηση Σημίτη. Σύμφωνα με τον τότε αρχηγό της ΕΥΠ, ο Κλίντον πανηγύριζε τις ημέρες εκείνες την εγκαθίδρυση του καθεστώτος των «Γκρίζων Ζωνών» και τον ρόλο των ΗΠΑ στη διευθέτηση της κρίσης. «Νύχτα εθνικής ντροπής», «Κυβέρνηση της αυτοκτονίας», «Απόσπασμα για Σημίτη – Πάγκαλο», ήταν κάποια από τα πρωτοσέλιδα της εποχής. «Αποκτήσαμε δυστυχώς εξωτερική πολιτική της καρπαζιάς», δήλωνε τότε στην βουλή ο Α. Σαμαράς.
«Θέλω να ευχαριστήσω την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών για την πρωτοβουλία και τη βοήθειά τους», σημείωνε ο Κ. Σημίτης, προκαλώντας σφοδρές αντιδράσεις στο ελληνικό κοινοβούλιο.
Η κρίση αυτή ανέδειξε τις σημαντικές δυσλειτουργίες των ενόπλων δυνάμεων, το πλήθος των παρεμβολών και την ανικανότητα στρατιωτικής και πολιτικής συνεργασίας για το εθνικό συμφέρον.
Η ειρήνη αυτή κόστισε ακριβά, καθώς ακολούθησε εκτόξευση των στρατιωτικών δαπανών στη χώρα, ενώ παράλληλα εισήγαγε το καθεστώς των «Γκρίζων Ζωνών», αλλά και τη δυναμική παρουσία των ΗΠΑ, στο Αιγαίο.