Της Μυρτώς Αρετάκη

Την Κυριακή, φίλοι του Χ. πήγαν να τον επισκεφθούν στο σπίτι του. Εδώ και λίγους μήνες ήταν πολύ άρρωστος. Αντιμετώπιζε σημαντικές δυσκολίες, καθώς είχε ακρωτηριαστεί, ενώ πρόσφατα είχε διαγνωστεί με καρκίνο. Είχε χάσει πάρα πολλά κιλά και πλέον μπορούσε να μετακινηθεί με δυσκολία. Δεν είχε γίνει δεκτός για νοσηλεία σε νοσοκομείο, γιατί αν και μέχρι πρότινος εργαζόταν, το αφεντικό του τον εξαπατούσε, λέγοντάς του πως του κολλούσε ένσημα.

 
Την Κυριακή, ο Χ. δεν απαντούσε στα τηλεφωνήματα, ούτε άνοιγε την πόρτα. Οι φίλοι του, ανάστατοι, αναγκάστηκαν να καλέσουν την αστυνομία και να ζητήσουν να σπάσει την εξώπορτα του σπιτιού του για να δούνε τι του συμβαίνει. Η διαδικασία πήρε αρκετό χρόνο, γιατί έπρεπε να γίνει νόμιμα. Όταν τελικά άνδρες της ΕΛΑΣ έσπασαν την πόρτα, βρήκαν τον Χ νεκρό.
 
Με λίγα λόγια, ένας βαριά ασθενής που εργαζόταν στη χώρα μας, αρχικά εξαπατήθηκε από τον εργοδότη του και έπειτα εγκαταλείφθηκε από την ελληνική πολιτεία. Εγκαταλείφθηκε να πεθάνει, χωρίς πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, χωρίς ένα πιάτο φαγητό.
 
Ο Χ. δεν ήταν Έλληνας. Και ίσως αυτή ήταν η μεγαλύτερη «αμαρτία» του.
 
Αν ήταν Έλληνας, ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Η ιστορία του θα «πουλούσε», θα συγκινούσε, μπορεί και να κινητοποιούσε. Η μακρινή καταγωγή του, όμως, φαίνεται πως δικαιολογεί τη μοίρα του.
 
Και κάπου εκεί, τα φώτα πέφτουν σε εμάς. Σε εμάς που ταυτιζόμαστε με τους συμπατριώτες μας, που παλεύουν να επιβιώσουν στις συνθήκες οξυμένης κρίσης, αλλά «δικαιολογούμε» το αδιέξοδο των μεταναστών.
 
Σε εμάς που ταυτιζόμαστε ευκαιριακά με τους αδύναμους του πλανήτη, από τους βομβαρδισμένους Σύρους και Παλαιστίνιους μέχρι τους δολοφονημένους Αφροαμερικάνους στις ΗΠΑ, την ώρα που αδιαφορούμε για τους δικούς μας Σύρους, Παλαιστίνιους και Αφρικανούς. 
 
Σε εμάς που θυμόμαστε την αδικία μόνο μετά από μία Λαμπεντούζα ή ένα Φαρμακονήσι (και τα συνακόλουθα ρεπορτάζ με κλαμένους συγγενείς), αλλά «κουραζόμαστε» από τις καθημερινές ειδήσεις για ναυάγια μεταναστών.
 
Σε εμάς που κρατάμε εδώ και πέντε χρόνια εκτός ατζέντας τη συζήτηση για τη μεταναστευτική κρίση, με κάποιες μικρές εξαιρέσεις εξεγέρσεων στην Αμυγδαλέζα.