Όπως επισημαίνει η κ. Χριστοδουλοπούλου, η ευρωπαϊκή ατζέντα, όπως τέθηκε αρχικά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «αφορούσε μόνο τα ζητήματα της Κεντρικής Μεσογείου, και ειδικά της Ιταλίας» και υπήρξε εντατική προσπάθεια της ελληνικής πλευράς «να παρέμβει ενεργά στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς της πολιτικής για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες».
 
Η ίδια τονίζει ότι επετεύχθη πλήρως «ο στόχος μας να αναγνωριστεί η είσοδος των Σύρων προσφύγων από τα τουρκικά παράλια προς τα νησιά μας ως ευρωπαϊκό ζήτημα» και συμπληρώνει ότι «η ανθρωπιστική κρίση στη Μεσόγειο δεν έχει να κάνει μόνο με τους εκατοντάδες νεκρούς αλλά και με τους χιλιάδες πρόσφυγες πολέμου που αναζητούν ένα ασφαλές καταφύγιο στην Ελλάδα και στις γειτονικές χώρες».
 
Επίσης, η κ. Χριστοδουλοπούλου υπογραμμίζει ότι «κερδίσαμε γενναία έκτακτη οικονομική χρηματοδότηση που αφορά σε όλες τις υπηρεσίες που εμπλέκονται με την έρευνα και τη διάσωση, την υποδοχή, το άσυλο και τη φιλοξενία», και σχολιάζει ότι «είναι στο χέρι μας, με τις κατάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις, να απορροφηθούν τα σχετικά κοινοτικά κονδύλια άμεσα».
 
 «Εν όψει της μεγαλύτερης προσφυγικής μετακίνησης πληθυσμού του 21ου αιώνα, η ΕΕ δεν μπορεί να συνεχίσει να αντιμετωπίζει το θέμα ευκαιριακά, μετά από κάθε τραγωδία. Πρέπει να αναζητήσει μια συνολική στρατηγική για τα επόμενα χρόνια, με προσήλωση στη Συνθήκη της Γενεύης και τις αρχές του κράτους δικαίου. Για εμάς η Μεσόγειος πρέπει να παραμείνει θάλασσα ανθρωπισμού, αλληλεγγύης και ειρήνης», καταλήγει η κ. Χριστοδουλοπούλου.