Ο υπολογισμός του φόρου ωστόσο θα γίνει με βάση τις αντικειμενικές αξίες του 2007 που σε πολλές περιπτώσεις είναι κατά 50%, 60% ή και 70% υψηλότερες από τις σημερινές εμπορικές τιμές των ακινήτων.
 
Μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό BHMA FM ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Τρύφων Αλεξιάδης, ρωτήθηκε για το ζήτημα και επισήμανε ότι “βεβαίως και προεκλογικά o ΣΥΡΙΖΑ είχε πει ότι πρέπει να καταργηθεί” ο ΕΝΦΙΑ, ωστόσο “αυτή τη στιγμή έχουμε μια πραγματικότητα, ότι πρέπει να πάμε σε μια συμφωνία”. Τόνισε, δε, ότι “η συμφωνία ακόμα είναι υπό διαμόρφωση” και “τα τεχνικά κλιμάκια συζητάνε ακόμα όλα αυτά τα θέματα”.
 
Κατά τις πληροφορίες, οι αλλαγές που συζητούνται προβλέπουν αύξηση των εσόδων από τον συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ, που υπολογίζεται με βάση την αξία της ακίνητης περιουσίας, έναντι των εσόδων από τον κύριο φόρο του ΕΝΦΙΑ, που επιβάλλεται ανά τετραγωνικό μέτρο.
 
Οι προτάσεις :
 
Μείωση του αφορολόγητου ορίου του συμπληρωματικού φόρου με ταυτόχρονη αύξηση των συντελεστών του. Αυτήν τη στιγμή, ο συμπληρωτικός φόρος επιβάλλεται σε αστικά ακίνητα με συνολική αξία περιουσίας άνω των 300.000 ευρώ, και οι συντελεστές του κυμαίνονται από 0,1% έως 1%. Μία από τις προτάσεις που επεξεργάζεται το οικονομικό επιτελείο προβλέπει τη μείωση του αφορολόγητου ορίου στα 200.000 ευρώ ή στα 250.000 ευρώ, με τους συντελεστές να ξεκινούν από το 0,3% και να υπερβαίνουν το 1,5%.
Αλλαγές στους συντελεστές προσδιορισμού του κύριου φόρου. Εξετάζεται να μειωθούν οι συντελεστές για τις κατοικίες με χαμηλή αντικειμενική αξία (π.χ. μέχρι 1.000 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο). Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι συντελεστές φόρου σήμερα είναι 2 έως 2,9 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Ταυτόχρονα, όμως, θα αυξηθούν οι συντελεστές στα υψηλότερα κλιμάκια, όπως, για παράδειγμα, στα ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές με τιμή ζώνης άνω των 2.000 ευρώ. Για αυτή την κατηγορία ακινήτων, οι συντελεστές φόρου σήμερα είναι 6 έως 13 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο.
Μείωση του φόρου για τα κενά και μη ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο φόρος του 2014 ήταν μειωμένος κατά 30%. Βέβαια, για διατηρηθεί η μείωση αυτή, ή ακόμα και να αυξηθεί, απαιτείται νέα νομοθετική ρύθμιση.