Μεταξύ αυτών, βάθρο πάνω στο οποίο αρχικά έστεκαν δύο χάλκινα αγάλματα που αντικαταστάθηκαν αργότερα από λίθινο, η μορφή του ιωνικού περιστυλίου, καθώς και ο τρόπος που επιτυγχανόταν η είσοδος στο ιερό.
Το Ασκληπιείο της Αρχαίας Φενεού βρίσκεται στο επιβλητικό ορεινό φυσικό περιβάλλον της ομώνυμης κοιλάδας, στις ανατολικές υπώρειες του νότιου λοφίσκου της Ακρόπολης, σε υψόμετρο 750 μέτρων.
Τον Σεπτέμβριο του 2015, ολοκληρώθηκε η πρώτη περίοδος του συστηματικού ανασκαφικού προγράμματος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κορινθίας, υπό τη διεύθυνση του προϊσταμένου της Κωνσταντίνου Κίσσα, καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας, με τη συμμετοχή του καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας, Torsten Mattern, από το Πανεπιστήμιο του Trier της Γερμανίας.
Κατά τη διάρκειά της διαπιστώθηκαν αλλεπάλληλες οικοδομικές φάσεις στο ιερό, η αρχική φάση του οποίου χρονολογείται στο β' μισό του 4ου αι. π.Χ., όταν ήταν πολύ μικρότερο σε μέγεθος. Κατά τη φετινή ανασκαφική περίοδο διαπιστώθηκε ότι το περιστύλιο έχει κάτοψη σχήματος Π με μετακιόνιο διάστημα 2.30 μ., ενώ επιβεβαιώθηκε η πορεία των τοίχων του περιστυλίου και της υπαίθριας αυλής και αποκαλύφθηκε ότι η είσοδος στο ιερό επιτυγχανόταν από τα ανατολικά μέσω ράμπας. Δευτερεύουσα είσοδος υπήρχε στα βόρεια, κατά μήκος του αντίστοιχου τοίχου της αυλής.
Η κύρια φάση του Ασκληπιείου χρονολογείται στο β' μισό του 2ου αι. π.Χ. η οποία, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε το υπουργείο Πολιτισμού, «χαρακτηρίζεται από την πλήρη ανακατασκευή της κεντρικής αίθουσας και την τοποθέτηση των λατρευτικών αγαλμάτων, τη λειτουργία του βορείου δωματίου ως εστιατορίου και την κατασκευή του ιωνικού περιστυλίου. Σε αυτή τη φάση, οι τοίχοι των δωματίων αλλά και του περιστυλίου ήταν επιχρισμένοι με κονίαμα ποικίλων χρωμάτων ενώ εντυπωσιακή ήταν και η πήλινη σίμη με τις πολύχρωμες λεοντοκέφαλες υδρορροές».
Το ιερό καταστρέφεται, μάλλον από σεισμό, στο β' μισό του 1ου αι. μ.Χ. και όταν ανακατασκευάζεται, μετατρέπεται σε χώρο αυτοκρατορικής λατρείας με επίκεντρο το βόρειο δωμάτιο, όπου τοποθετούνται δύο λατρευτικά αγάλματα αυτοκρατόρων και μαρμάρινη τράπεζα προσφορών.
Χρήση από τη Μεσοελλαδική περίοδο
«Αξίζει ιδιαιτέρως να σημειωθεί ότι η χρήση του χώρου ανιχνεύεται ήδη από τη Μεσοελλαδική και την Υστεροελλαδική περίοδο, ενώ κατά τη διάρκεια της παλαιάς ανασκαφής εντοπίστηκαν τμήματα κατασκευών που χρονολογούνται περί τα τέλη του 7ου – αρχές του 6ου αι. π.Χ.» αναφέρει το ΥΠΠΟ.
Οι ανασκαφές στο ιερό ξεκίνησαν το 1958 από την αείμνηστη Ε. Πρωτονοταρίου – Δεϊλάκη. Από το 2007 έως το 2014, η αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων Κορινθίας πραγματοποίησε σταδιακά στο Ασκληπιείο εργασίες ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου, αποτύπωση και τεκμηρίωση των αρχιτεκτονικών καταλοίπων, καθώς και μικρές δοκιμαστικές τομές για τη διασαφήνιση των πορισμάτων της παλαιότερης έρευνας.
Όπως πληροφορεί το ΥΠΠΟ, «στο κεντρικό δωμάτιο Β έχει αποκαλυφθεί ενεπίγραφο βάθρο, πάνω στο οποίο έστεκε σύνταγμα ακρόλιθων αγαλμάτων του Ασκληπιού και της Υγείας, που φιλοτεχνήθηκαν από τον Αθηναίο γλύπτη Άτταλο την περίοδο κατά την οποία ιερατικά καθήκοντα ασκούσε ο Θηρίλαος, γιος του Ηρωίδα. Ο θεός αποδιδόταν καθιστός σε μέγεθος τριπλάσιο του φυσικού, ενώ η θυγατέρα του έστεκε όρθια δίπλα του, σε διπλάσιο του φυσικού μέγεθος. Το κέντρο της αίθουσας καταλάμβανε ψηφιδωτό δάπεδο με γεωμετρικά σχήματα, πλοχμούς, ταινίες και μαιάνδρους» σημειώνει το ΥΠΠΟ.