Ενδιαφέρον συμπέρασμα της σχετικής έκθεσης του ΟΟΣΑ είναι και ότι η κύρια τάση που παρατηρείται στις χώρες-μέλη μετά την κρίση είναι η μείωση των εσόδων από τη φορολογία των επιχειρήσεων και η αύξηση των εσόδων από τη φορολογία των φυσικών προσώπων.

«Οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να βρίσκουν τρόπους για να πληρώνουν λιγότερο, ενώ τα φυσικά πρόσωπα πληρώνουν στο τέλος τον λογαριασμό», δήλωσε ο Πασκάλ Σεντ Αμάν, Διευθυντής του Κέντρου Φορολογικής Πολιτικής και Διοίκησης του ΟΟΣΑ.

Ειδικότερα, το φορολογικό βάρος στην Ελλάδα αυξήθηκε το 2014 κατά 1,5 ποσοστιαία μονάδα και έφθασε το 35,9% του ΑΕΠ από 34,4% το 2013, σύμφωνα με τα στοιχεία έκθεσης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (OECD's Annual Revenue Statistics). Η αύξηση αυτή ήταν η τρίτη μεγαλύτερη μεταξύ των 34 χωρών του ΟΟΣΑ, με τη Δανία και την Ισλανδία να καταγράφουν υψηλότερες αυξήσεις (3,3 και 2,8 ποσοστιαίες μονάδες, αντίστοιχα).

Στην περίοδο 2007-2014, το φορολογικό βάρος αυξήθηκε στην Ελλάδα κατά 4,7 ποσοστιαίες μονάδες -από το 31,2% στο 35,9% του ΑΕΠ- καταγράφοντας τη μεγαλύτερη αύξηση από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ.

Δύο άλλες χώρες, η Δανία και η Τουρκία, σημείωσαν την ίδια περίοδο αύξηση των φορολογικών εσόδων μεγαλύτερη των 4 ποσοστιαίων μονάδων.

Το ίδιο διάστημα, για το σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ η αύξηση της φορολογίας ήταν μόλις 0,3 ποσοστιαίες μονάδες (από 34,1% το 2007 στο 34,4% του ΑΕΠ πέρυσι).

Επομένως, η Ελλάδα έχει υψηλότερο φορολογικό βάρος από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, ενώ πριν από την κρίση είχε χαμηλότερο.

Στις άλλες χώρες που είχαν μνημόνια, μόνο στην Πορτογαλία σημειώθηκε αύξηση των φορολογικών εσόδων (από 32% το 2007 στο 34,4% του ΑΕΠ το 2014), ενώ στην Ισπανία σημειώθηκε σημαντική μείωσή τους κατά 3,3 ποσοστιαίες μονάδες (στο 33,2% από 36,5% του ΑΕΠ το 2007) και στην Ιρλανδία μία μικρότερη μείωση (στο 29,9% από 30,4% του ΑΕΠ το 2007).