Ο μάρτυρας τη μοιραία βραδιά βρισκόταν από νωρίς στην καφετέρια «Κοράλι», καθώς μένει πολύ κοντά στο μαγαζί και γνωρίζει τους ιδιοκτήτες.
«Να φύγουνε γιατί θα τους γα…»
Μετά τον αγώνα -όπως κατέθεσε- του είπε ο αδελφός του ιδιοκτήτη της καφετέριας για ένταση που υπήρχε μεταξύ κάποιων έξω από το μαγαζί και πήγε να μεσολαβήσει για να λήξει το συμβάν, πιστεύοντας ότι πρόκειται για κάποια διαφορά σε σχέση με τον ποδοσφαιρικό αγώνα.
«Στραβοκοιταχτήκανε, μου είπε. Όταν τους κοίταξα, διαπίστωσα ότι φορούσαν μαύρες μπλούζες. Ο ένας κρατούσε στυλιάρι. Είχαν μια ομοιομορφία, υπέθεσα ότι ήταν της Χρυσής Αυγής, δυο από αυτούς τους είχα ξαναδεί. Τότε πήρα την πρωτοβουλία να ρωτήσω, να πω μια κουβέντα. Δεν έκανα τον ήρωα εκείνη τη νύχτα, οικογένεια έχω. Πήγα στην παρέα του Φύσσα, μίλησα με τον Παύλο.
«Του λέω του Παύλου “τι θες τώρα… Δεν βλέπεις ότι είναι της Χρυσής Αυγής; Εσύ έχεις την κοπελίτσα σου, ήπιες τα ποτάκια σου, είδες την μπαλίτσα σου”… Πετάγεται τότε ένας λεπτοκαμωμένος, και λέει “εδώ είναι Κερατσίνι, δεν περνάει ο φασισμός”, και του λέω “σκάσε ρε μαλ…”
»Πήγα και στους άλλους, που απειλούσαν “θα τους γα… και τέτοια”. “Δεν τους βλέπεις;”, μου είπε ένας από αυτούς. “Να φύγουνε, γιατί θα τους γα…”.
»Μιλούσε στο τηλέφωνο κι έβριζε. Εξακολουθούσα να πιστεύω ότι όλα αυτά συνέβαιναν εξαιτίας του αγώνα. Ξαναπήγα στον Παύλο και του είπα τα σχετικά. Μου απάντησε: “Eγώ θέλω να βγω και να πιω την μπίρα μου ελεύθερος όπου θέλω…”.”Άμα σου κάνουν ντου αυτοί, εγώ δεν μπορώ να τους σταματήσω”, του είπα, και πετάγεται η κοπελίτσα και λέει “δεν τους φοβόμαστε, άμα θέλουν ας έλθουν…”».
Ο μάρτυρας ρωτήθηκε από την πρόεδρο γιατί προσπαθούσε να μεσολαβήσει αφού πίστευε ότι οι διαφορές ήταν ποδοσφαιρικές.
«Η παρέα Φύσσα είχε να χάσει» απάντησε και διευκρίνισε: « Αν ήταν η Χρυσή Αυγή, δεν είχε σημασία ο λόγος, θα τις έτρωγες».
«Συντεταγμένο ποδοβολητό»
Ο Δημήτρης Χατζησταμάτης αναφέρθηκε σε «συντεταγμένο ποδοβολητό» που άκουσε να «κυνηγάει» την παρέα του Π. Φύσσα.
«Ξαφνικά ακούω ποδοβολητό, βλέπω καμιά εικοσαριά άτομα με κράνη. Ομοιόμορφα ντυμένα, με μαύρες μπλούζες, κάποια με παραλλαγής παντελόνια, άλλα με τζιν. Κινούνταν συντεταγμένα. Ήταν ένας ήχος συντεταγμένος, ήταν συντεταγμένο ποδοβολητό, είχε ρυθμό. Ήταν κάτι που ήταν δουλεμένο. Ήταν μια ομάδα που γνωριζόντουσαν, να το πω έτσι; Όλοι φώναζαν “ελάτε εδώ, θα σας γαμ…, ρε μαλ…”. Σοκαρίστηκα».
Πλησιάζοντας στον τόπο της δολοφονίας ο μάρτυρας είπε πως είδε δύο τρία άτομα που την «πέσανε στον ψηλό».
«Είδα το τριαντάφυλλο»
«Δεν είδα κάτι άλλο, δεν είδα τον Ρουπακιά. Άκουσα φωνές “τον μαχαίρωσαν, τον μαχαίρωσαν, κάποιον μαχαίρωσαν”… Όταν πλησίασα τον Φύσσα ήταν πεσμένος, τον κρατούσε η κοπέλα του. Της είπα να τον γυρίσει να μην πονάει, άρχισα να φωνάζω στον κόσμο “φέρτε γάζες, το ασθενοφόρο”.Τότε άκουσα τον Παύλο να λέει: “Πού είναι το ασθενοφόρο;” και έγειρε το κεφάλι. Τον έψαχνα για σφυγμό, του μιλούσα. Σήκωσα την μπλούζα. Είδα το “τριαντάφυλλο”, αλλά δεν είδα αίμα».
Πρόεδρος: Τι εννοείτε «τριαντάφυλλο»;
Μάρτυρας: Ένα κομμάτι κρέας είχε ανοίξει, αλλά ήταν στεγνό.
Πρόεδρος: Αυτό σημαίνει ότι ο δράστης είχε στρίψει το μαχαίρι;
Μάρτυρας: Ναι, αυτό το χτύπημα δεν το κάνει όποιος να 'ναι, το χτύπημα ήταν εκπαιδευμένου ανθρώπου.
Ο μάρτυρας εκτίμησε ότι δεκαπέντε από τους χρυσαυγίτες διευκόλυναν ψυχολογικά «με το σκηνικό που στήθηκε» τον δράστη να κάνει την πράξη του.