του Κώστα Εφήμερου
Επίσης θα χρειαστεί να μιλήσω όχι για το τι έκανε ο κάθε χωριστός υποψήφιος καναλάρχης και πολιτικός, αλλά πολύ πιο γενικά για το τι σημαίνει ιστορικά η ανακάλυψη της δημοσιογραφίας. Γιατί τα όριά της νομίζουμε ότι τα θέτουν οι εκάστοτε διαχειριστές της, αλλά στην πραγματικότητα τα θέτουν οι ρίζες και η καταγωγή της. Είναι, μ’ ένα λόγο, αυτό που λέμε: προβλήματα δομικά.
Παρότι στις εφημερίδες και πολύ περισσότερο στο internet δεν συνηθίζεται να συζητιούνται εκτενώς τέτοια θέματα, θα προσπαθήσω να εξηγήσω ότι αυτό είναι ακριβώς το πρόβλημα. Και έτσι θα τολμήσω να κάνω όλα αυτά που δεν πρέπει να κάνει ένα άρθρο: μια εκτενής περιήγηση στο παρελθόν, προκειμένου να εξηγήσω αναλυτικά ποιο είναι για μένα το πρόβλημα με τη δημοσιογραφία, για να μπορέσω να εξηγήσω μετά ποια είναι η λύση που σκέφτομαι και υπερασπίζομαι εμπράκτως με το ThePressProject.
Εισαγωγή
Ο ρόλος της τηλεόρασης τα τελευταία 27 χρόνια είναι γνωστός στη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών. Η ανυποληψία των δημοσιογράφων έχει καταφέρει να ξεπεράσει ακόμα και αυτή των πολιτικών και έτσι είναι μάλλον λογικό το ενδόμυχο συναίσθημα ικανοποίησης που νιώσαμε όλοι όταν ακούσαμε τα ποσά που θα πρέπει να διαθέσουν οι επίδοξοι καναλάρχες για να συνεχίζουν να μας χειραγωγούν.
Για την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών το μοναδικό κριτήριο ήταν το πορτοφόλι των επίδοξων καναλαρχών. Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι και τα 246 εκατομμύρια θα πάνε στους απόκληρους του συστήματος, στο ενάμισι εκατομμύριο π.χ. των ανέργων της τελευταίας εξαετίας. Κάτι τέτοιο θα έδινε 164€ εφάπαξ σε κάθε άνεργο. Το ποσό είναι μάλλον ασήμαντο σε σχέση με το δικαίωμά μας να ζούμε σε μια δημοκρατική χώρα.
Το επιχείρημα ότι η δημοσιογραφία είναι πυλώνας της δημοκρατίας το έχετε ξανακούσει, αλλά επειδή το χρησιμοποιούσε συχνά και ο Πρετεντέρης μάλλον δεν του έχετε δώσει την πρέπουσα σημασία. Μας συνέβη αυτό, σε όλους. Οικειοποιήθηκαν τις λέξεις, τα ιδεολογικά σχήματα, τις έννοιες και στο τέλος διαστρέβλωσαν την ίδια την ουσία της ενημέρωσης, αδιαφορώντας πλήρως για το έγκλημα που διέπρατταν (όσο τα αφεντικά τους υπέγραφαν εργολαβικά συμβόλαια).
Το κείμενο που ακολουθεί είναι χωρισμένο σε δύο μέρη. Στο πρώτο γίνεται μια προσπάθεια να εξηγηθεί αυτό το ατιμώρητο έγκλημα και να καταγραφούν τα θύματά του. Είναι κάπως μεγάλο και εκτός της μόδας των μικρών εύπεπτων ιστοριών που διαβάζονται από το smartphone μεταξύ δύο σταθμών του Μετρό. Σας προτρέπω, ωστόσο, να το διαβάσετε, αφού θα μπορούσε να προσφέρει το κοινό έδαφος που είναι απαραίτητο για μια ουσιαστική συζήτηση για το μέλλον μας. Το δεύτερο μέρος αφορά το ThePressProject και την προσπάθειά μας εδώ. Είναι μια αποτίμηση και μια απολογία για όσα καταφέραμε και όσα δεν καταφέραμε, και πιστεύω ότι πρέπει να του αφιερώσετε λίγο χρόνο, ιδίως αν διατηρείτε κριτική στάση απέναντί μας.
Στο δεύτερο μέρος θα βρείτε αρκετές ιδέες και προτάσεις, αλλά σε κάθε περίπτωση θα σας παρακαλέσω θερμά να με βοηθήσετε να διαδοθεί αυτό το κείμενο. Το Facebook απαιτεί πάνω από 300 ευρώ ανά post μόνο και μόνο για να δείξει την ανάρτησή μας στους μισούς από όσους έχουν κάνει like στη σελίδα μας. Ο μόνος τρόπος να ανοίξει αυτή η συζήτηση είναι να κάνετε εσείς ένα share (ή έστω ένα like) στους λογαριασμούς κοινωνικών δικτύων σας. Σας ευχαριστώ προκαταβολικά.
Η κοινή γνώμη και τα χρόνια της αθωότητας
Η σύγχρονη ιστορία είναι απόλυτα συνυφασμένη με την ιστορία της δημοσιογραφίας. Όποιος θέλει να κατανοήσει την εξέλιξη του δυτικού κόσμου πρέπει οπωσδήποτε να ξεφυλλίσει τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων των τελευταίων αιώνων. Το 1834 η εφημερίδα The Sun της Νέας Υόρκης έγραφε στο editorial: «Σήμερα μπορούμε να πούμε ότι όλοι διαβάζουν τη The Sun […] Από τον αριστοκράτη που τον μεταφέρουν με την άμαξα, μέχρι τον εργάτη που καθαρίζει τον δρόμο από τον οποίο περνάνε τα άλογα, όλοι τους διαβάζουν την The Sun. Δεν θα βρείτε ούτε έναν δωδεκάχρονο που ζει στη Νέα Υόρκη ή σε κάποιο περίχωρο, που να μη γνωρίζει το πρωτοσέλιδό μας». Η δύναμη ήταν τεράστια και μετατρεπόταν σε κάτι που σήμερα μπορεί να φαντάζει εντελώς τετριμμένο, αλλά ως έννοια εφευρέθηκε μόλις πριν από 200 χρόνια: την «κοινή γνώμη». Η κοινή γνώμη ήταν πλέον ένα μετρήσιμο μέγεθος, κάτι που μπορούσε να επηρεαστεί και να χρησιμοποιηθεί προς τη μια κατεύθυνση ή την άλλη. Ήταν ένα πανίσχυρο όπλο που όποιος μπορούσε να το στρέψει προς τη σωστή κατεύθυνση είχε στα χέρια του τον κόσμο ολόκληρο. Ήταν όμως ταυτόχρονα και ένα όπλο χωρίς άμυνα. Σαν ένα δυνατό άρμα μάχης παρατημένο στη μέση μιας ερημιάς. Όποιος θα κατάφερνε να το αποκτήσει μπορούσε να κερδίσει τον πόλεμο.
Η ενημέρωση όρισε τις κοινότητες, δημιουργώντας κοινή γλώσσα και κοινή κατανόηση της πραγματικότητας. Η δημοσιογραφία βοήθησε τις κοινωνίες να ορίσουν τους στόχους τους, τους ήρωες και τους αντιήρωές τους. Προσέφερε το κοινό υπόβαθρο σε μια εποχή που τα κέντρα επιρροής ήταν κατακερματισμένα, ενώ το εκπαιδευτικό σύστημα ήταν σχεδιασμένο μόνο για τους ισχυρούς. Για τους σύγχρονους ιστορικούς είναι πολύ δύσκολο να απομονωθεί από την ιστορία των τελευταίων αιώνων η έννοια της δημοσιογραφίας από την έννοια του σχηματισμού των κοινοτήτων και την ίδια την επικράτηση της έννοιας της δημοκρατίας.
Στις 25 Σεπτεμβρίου του 1690 ο εκδότης Richard Pierce κρατούσε στα χέρια του την πρώτη σύγχρονου τύπου εφημερίδα. Μέχρι τότε οι «ενημερωτικές εκδόσεις» ήταν ολιγοσέλιδες και τυπώνονταν σε ελάχιστο τιράζ. Διανοούμενοι, αριστοκράτες και καλλιτέχνες συγκεντρώνονταν στα καφενεία Ευρώπης και Αμερικής για να τις βρουν αναρτημένες και κάποιος με βροντερή φωνή αναλάμβανε να τις διαβάσει. Η Publick Occurences όμως τυπώθηκε σε μεγάλο τιράζ, ήταν μηνιαία και πολυσέλιδη, και η τιμή της ήταν προσιτή. Η θεματολογία της ήταν ευρεία και η οπτική της ιδιαίτερα κριτική προς τις αποικιοκρατικές βρετανικές αρχές. Και αυτό το τελευταίο… δεν άρεσε καθόλου στις αρχές, οι οποίες την ίδια ημέρα απαγόρευσαν την κυκλοφορία της, κατάσχεσαν όλα τα φύλλα και σφράγισαν το τυπογραφείο. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Αποικιοκρατικής Κυβέρνησης στη Βοστόνη ο εκδότης δεν έχει φροντίσει να πάρει άδεια πριν προχωρήσει στην έκδοση. Αλλά το πιο διασκεδαστικό είναι ότι όταν κατά τη ακρόασή του ο Pierce επεσήμανε ότι δεν υπήρχε διαδικασία αδειοδότησης για την έκδοση εφημερίδας, οι αρχές απάντησαν «από σήμερα θα υπάρχει».
Οι κυβερνήτες της Βοστόνης ήταν αρκετά διορατικοί ώστε να προβλέψουν την τεράστια δύναμη του ανερχόμενου μέσου, αλλά και αρκετά ηλίθιοι ώστε να πιστέψουν ότι θα μπορούσαν να τη σταματήσουν. Τουλάχιστον με αυτό τον άγαρμπο τρόπο. Χρειάστηκε να περάσει λίγος χρόνος μέχρι να δημιουργηθεί ένας αποτελεσματικός μηχανισμός προπαγάνδας, λογοκρισίας και χειραγώγησης.
Εκείνα τα χρόνια -και μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα- οι εφημερίδες εκδίδονταν από νέα, φιλόδοξα μέλη της αστικής τάξης που δεν είχαν διασυνδέσεις με την παραδοσιακή αριστοκρατία των ολιγαρχών. Χρησιμοποιώντας την τεχνολογία των ατμομηχανών κατάφεραν να ανεβάσουν το τιράζ και να ρίξουν τις τιμές προσεγγίζοντας τεράστιες μάζες πολιτών. Οι νέες «εφημερίδες της πεντάρας» ήταν προσιτές σε όλους και η τρομακτική τους επιτυχία δημιούργησε σύντομα έντονο ανταγωνισμό, ο οποίος με τη σειρά του δημιούργησε δύο νέες τάσεις: τη «δημοσιογραφία για τους φτωχούς» και την εφεύρεση της «αντικειμενικότητας». Οι εφημερίδες προσπαθούσαν να κερδίσουν όλο και περισσότερους αναγνώστες και για να το πετύχουν αυτό έπρεπε να απευθύνονται σε όλο και μεγαλύτερες μάζες. Οι φτωχοί ήταν φυσικά πάντα η μεγαλύτερη, αλλά και αυτοί ήταν χωρισμένοι σε υποομάδες με διαφορετικές πολιτικές πεποιθήσεις και καταβολές. Η λύση που σκέφτηκαν οι λαϊκιστικές εφημερίδες που σήμερα είναι γνωστές ως «κίτρινος Τύπος» ή «tabloid» ονομάστηκε «αντικειμενικότητα». Η ιδέα ήταν απλή: Αν παρουσιάζονταν τα γεγονότα, χωρίς ερμηνείες και αναλύσεις, τότε θα υπήρχαν λιγότερες διαφωνίες και άρα μεγαλύτερα τμήματα των πολιτών θα μετατρέπονταν σε πελάτες του μέσου.
Είναι διασκεδαστικό ότι η «αντικειμενικότητα» (που, όπως θα δούμε παρακάτω, αποτελεί έτσι και αλλιώς αφελές σχήμα) ήταν ανακάλυψη της λαϊκιστικής ενημέρωσης, αλλά η αλήθεια είναι ότι στις αρχές του 20ου αιώνα, στο τέλος δηλαδή της περιόδου της αθωότητας, τα ΜΜΕ, χωρίστηκαν στα δύο και αρκετές μεγάλες εφημερίδες πήραν διαζύγιο από τη δημοσιογραφική δεοντολογία και το εκδοτικό όραμα της εκπαίδευσης των μαζών.
Μη φαντάζεστε ωστόσο και τη «δημοσιογραφία για τους φτωχούς» που παρέμεινε πιστή στις αρχές της, ως κάτι πιο προχωρημένο από την εποχή της. Η βρετανική Guardian που εδραιώθηκε ως προοδευτική εφημερίδα -και θεωρείται σήμερα από τα πλέον αξιόπιστα κέντρα ενημέρωσης- έγραφε το 1831 στο editorial του πρώτου φύλλου της: «Αντιπροσωπεύουμε τη μάζα, τους φτωχούς, αυτούς που υποφέρουν, τους εργάτες και την παραγωγική τάξη […] θα σας μάθουμε τη δύναμή σας και θα σας μάθουμε ότι οι εκπρόσωποι της εξουσίας είναι οι αφέντες σας και όχι εσείς οι σκλάβοι τους». Οι αφέντες δεν έπρεπε να νιώθουν απειλούμενοι από τη νέα αυτή εποχή και αυτό το γνώριζαν οι εκδότες.
Το τέλος της αθωότητας
Η δημοσιογραφία προώθησε με μοναδικό τρόπο μια νέου τύπου δημοκρατία, αλλά ταυτόχρονα έγινε μοναδικό όπλο στα χέρια των ισχυρών. Οι εκδότες του 19ου αιώνα μετατράπηκαν οι ίδιοι σε αριστοκράτες ή, τέλος πάντων, απέκτησαν στενές σχέσεις μαζί τους. Οι κυβερνήσεις αποδείχτηκαν έτοιμες από καιρό να κάνουν πρωταθλητισμό στον τομέα της χειραγώγησης και η κοινή γνώμη ήταν πάντα έτοιμη να αγοράσει την ελπίδα που πωλούσε η νέα τάξη πραγμάτων.
Ο αμερικάνος πολιτικός Hiram Johnson είχε πει το 1917 ότι «η πρώτη παράπλευρη απώλεια όταν φτάνει η ώρα του πολέμου είναι η αλήθεια». Και αν η ημερομηνία σάς φαίνεται λίγο παλιά, ίσως δεν ξέρετε ότι το πρώτο photoshop σε φωτογραφία που εμφανίστηκε σε πρωτοσέλιδο εφημερίδας χρονολογείται από το 1855.
Πρόκειται για την «Κοιλάδα της σκιάς του θανάτου», τραβήχτηκε από τον βρετανό Roger Fenton και απεικονίζει εκατοντάδες οβίδες κανονιών σε ένα δρόμο εν μέσω του Κριμαϊκού Πολέμου. Η φωτογραφία έμεινε στην ιστορία για τη δύναμή της να μεταδίδει τη φρίκη του πολέμου χωρίς ούτε έναν άνθρωπο, αλλά το 2007 ο ντοκιμαντερίστας Errol Morris κατάφερε να αποδείξει ότι η φωτογραφία ήταν πλαστή. Ο Fenton με τους συνεργάτες του είχε μεταφέρει τις οβίδες από την άκρη σε διάφορα σημεία στη μέση του δρόμου και χρησιμοποίησε την τεχνική της υπερέκθεσης προκειμένου να δημιουργήσει την τελική φωτογραφία.
Από το 1855 μέχρι το 1990, όταν οι αμερικάνοι χρησιμοποιούσαν ψεύτικο βίντεο με κορμοράνους βουτηγμένους στο πετρέλαιο του Περσικού Κόλπου και σκηνοθετούσαν με τη βοήθεια του CNN την ταινία δράσης υπό τον τίτλο «Κεραυνός της Ερήμου» μέχρι το 2001, όταν οι George Bush και Tony Blair χειραγώγησαν τα ΜΜΕ παρουσιάζοντας ψευδή στοιχεία για την ύπαρξη όπλων μαζικής καταστροφής στο Ιράκ και εξασφαλίζοντας την ανοχή της κοινής γνώμης για την κήρυξη του πολέμου, υπήρξαν εκατοντάδες περιπτώσεις «διαπλοκής» δημοσιογράφων και κυβερνήσεων σε όλες τις πλευρές της υφηλίου. Προσπερνώ σκόπιμα μερικές ιστορίες αρκετών χιλιάδων λέξεων, καθώς φαντάζομαι ότι όλοι μας, πάνω-κάτω, αντιλαμβανόμαστε τη δύναμη της προπαγάνδας για το σχηματισμό της εθνικής ταυτότητας, την προκήρυξη πολέμων και την εγκαθίδρυση κυβερνήσεων και καθεστώτων.
Αυτό που ήθελα άλλωστε να σημειώσω είναι η αδυναμία που επέδειξε αυτή η νέα «αντικειμενική» δημοσιογραφία να αντεπεξέλθει στον προορισμό της. Ο Williams Thomas Stead, επικεφαλής του περιοδικού Paull Mall Gazette το 1886, όταν η «νέα δημοσιογραφία» (όρος που εδραίωσε ο ίδιος) είχε επικρατήσει στη βρετανική βικτωριανή διανόηση, γιόρτασε την επιτυχία του μέσου του γράφοντας ότι «ο κόσμος της δημοσιογραφίας είναι πλέον ανώτερος από οποιονδήποτε άλλο θεσμό ή επάγγελμα έχει γνωρίσει ο άνθρωπος». Ο Stead οραματίστηκε μια τεχνολογική ουτοπία στην οποία η δημοσιογραφία θα έπαιζε σημαντικό ρόλο, γράφοντας ότι «όταν θα έρθει η ώρα που η ανθρωπότητα θα είναι έτοιμη και τα χρήματα θα είναι προσιτά, μια διακυβέρνηση που θα βασίζεται στη δημοσιογραφία δεν θα πρέπει να θεωρείται υπερβολική, αλλά ένα απλό γεγονός». Η τεχνολογία και τα χρήματα έγιναν διαθέσιμα, αλλά η ανθρωπότητα πρόδωσε τον Stead. Η ίδια η δημοσιογραφία δεν ήταν τελικά ό,τι ανώτερο είχε γνωρίσει ο άνθρωπος. Χρησιμοποιήθηκε από την εξουσία (κάθε είδους) και χειραγωγήθηκε, με αποτέλεσμα όσο περνάνε τα χρόνια η κοινή γνώμη να γίνεται όλο και πιο ηλίθια, όλο και πιο εύπλαστη, όλο και πιο διαχειρίσιμη. Και κάπου εδώ μπαίνετε και εσείς…
Εσύ, ως μέλος της κοινής γνώμης
Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί ενώ όλοι οι γύρω σας αντιλαμβάνονται το ρόλο των δημοσιογράφων, των ολιγαρχών και των πολιτικών, συνεχώς γίνεται το δικό τους; Μια απλή απάντηση θα μπορούσε να είναι ότι το άθροισμα έξυπνων ανθρώπων δεν παράγει απαραίτητα μια έξυπνη κοινή γνώμη. Μια άλλη απάντηση θα μπορούσε να είναι ότι δεν είμαστε τόσο έξυπνοι (ή τόσοι) όσο νομίζουμε. Μια τρίτη, που προσωπικά μου φαίνεται και πιο λογική, είναι ότι δεν είμαστε ούτε αρκετά εκπαιδευμένοι, ούτε αρκετά αποφασισμένοι να τα βάλουμε με το σύστημα, γιατί το σύστημα έχει αρκετούς εκπαιδευμένους και αποφασισμένους ανθρώπους στη δούλεψή του.
Μια υπερευαίσθητη σύμβουλος του Tony Blair αναγκάστηκε να παραιτηθεί όταν αποδείχτηκε ότι την ημέρα που έγινε η επίθεση στους δίδυμους πύργους στις ΗΠΑ έστειλε μήνυμα στον Blair λέγοντας του «τώρα είναι η ευκαιρία να θάψουμε μερικές ειδήσεις σε σχέση με τις δαπάνες των τοπικών κυβερνήσεων».
Τα γραφεία Δημοσίων Σχέσεων βρίσκονται αυτή τη στιγμή πίσω σχεδόν από οποιαδήποτε είδηση διαβάζετε. Μια έρευνα του Cardiff University που μελέτησε τις δημοσιεύσεις δύο εβδομάδων το 2006 στα βρετανικά ΜΜΕ βρήκε ότι το 80% των ειδήσεων προέρχονταν από δελτία Τύπου που εξέδιδαν εταιρίες δημοσίων σχέσεων. Πιο συγκεκριμένα: ανάμεσα στα 2.207 άρθρα που μελετήθηκαν, το 60% βρέθηκε να αποτελεί «πλήρη αντιγραφή ή κύρια πηγή των θεμάτων» ενώ ένα ακόμα 20% «περιείχε ξεκάθαρα τμήματα από τα δελτία Τύπου, ενώ είχαν προστεθεί και λίγα ή περισσότερα επιπλέον στοιχεία». Ο δημοσιογράφος της Guardian Nick Davies, που είχε παραγγείλει την έρευνα, κατέληγε γράφοντας: «Τα στοιχεία αυτά που έχουμε σήμερα στα χέρια μας σκιαγραφούν μια εικόνα δημοσιογραφίας όπου οποιαδήποτε ουσιαστική δημοσιογραφική δραστηριότητα αποτελεί την εξαίρεση στον Τύπο και όχι τον κανόνα» και προειδοποιούσε ότι (αν δεν αλλάξει κάτι) «θα επιστρέψουμε στην εποχή της Δημοσιογραφίας της Επίπεδης Γης, όπου ανυπόστατες ή οπαδικές πληροφορίες θα ανακυκλώνονται στα ΜΜΕ ως ειδήσεις». Σας θυμίζει κάτι αυτό; Μήπως το Facebook;
Πριν από μερικές δεκαετίες, η ενημέρωση ερχόταν από τις εφημερίδες. Αγόραζες ένα πολυσέλιδο έντυπο επειδή κάτι τραβούσε την προσοχή σου στο πρωτοσέλιδο και έπειτα το κουβαλούσες μαζί σου. Διάβαζες αυτό που σε ενδιέφερε, αλλά στη δίπλα σελίδα υπήρχε και ένα ακόμα άρθρο για κάτι που δεν είχες σκεφτεί ποτέ μέχρι τότε… και του έριχνες και αυτού μια ματιά. Μετά ήρθε το ραδιόφωνο και η τηλεόραση, που είχαν πεπερασμένο χρόνο. Αυτοί ήταν οι πομποί και εσύ ο δέκτης. Για να παρακολουθήσεις κάτι που σε ενδιέφερε έπρεπε να φροντίσεις να είσαι ελεύθερος τη συγκεκριμένη μέρα και ώρα. Οι καναλάρχες είχαν στα χέρια τους την εικόνα και τον ήχο για να παίξουν με τα συναισθήματά σου. Χρησιμοποιούσαν διάσημους (ή έφτιαχναν μερικούς) για να σε κάνουν να νιώσεις την οικειότητα της συναναστροφής με ένα μέρος της κοινωνίας που κανονικά δεν θα τολμούσες ούτε να φανταστείς να μπαίνεις στο σαλόνι τους. Οι πρώτες σειρές που έγιναν παγκόσμιες επιτυχίες παρουσίαζαν τη ζωή των πλουσίων, για να ονειρευτείς και εσύ ότι θα μπορούσες να είσαι ένας από αυτούς. Συμμεριζόσουν τα προβλήματά τους και έβλεπες ότι και η δική τους ζωή ήταν γεμάτη προβλήματα και δυστυχία. Έτσι, όταν το αφεντικό ανακοίνωνε στον οικοδόμο την απόλυσή του επειδή ένας Πακιστανός προσέφερε την ίδια δουλειά με μισά χρήματα, ο εργάτης μισούσε τον Πακιστανό και όχι το αφεντικό, γιατί τον τελευταίο τον συμπονούσε, γιατί στην θέση του ήξερε ότι πιθανώς θα έκανε το ίδιο. Μετά ήρθε το διαδίκτυο. Μας είπαν ότι με αυτό θα σταματούσαμε να είμαστε παθητικοί δέκτες και ότι τώρα θα μπορούσαμε να αντιδρούμε στο περιεχόμενο. Αυτό όμως που έγινε ήταν ακριβώς το αντίθετο. Στο διαδίκτυο επικράτησε η Google, που μας έδωσε τη δυνατότητα να ψάχνουμε ακριβώς αυτό που θέλουμε να βρούμε. Αν πιστεύετε στους εξωγήινους ή στον Σώρρα δεν έχετε παρά να κάνετε τη σωστή αναζήτηση και σίγουρα θα βρείτε ακριβώς τις αποδείξεις που χρειάζεστε για να ενισχύσετε την πίστη σας. Τα τελευταία χρόνια ζούμε και μια ακόμα σημαντική αλλαγή. Τα κινητά μας τηλέφωνα έγιναν έξυπνα και πλέον όλοι ενημερώνονται από μια οθονούλα 5 ιντσών, έτσι οι εκδότες προσαρμόζονται μικραίνοντας τα κείμενα, δημιουργώντας μίνι βίντεο ρεπορτάζ των 20 δευτερολέπτων και παρουσιάζοντας ένα νέο είδος εύπεπτης finger food δημοσιογραφίας. Χωρίς βάθος, χωρίς στοιχεία, χωρίς ερωτηματικά και καχυποψία.
Όπως η ανακάλυψη της τυπογραφίας άλλαξε την κοινωνία, έτσι και το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και τώρα τα κινητά τηλέφωνα και οι ταμπλέτες ορίζουν το ίδιο το περιεχόμενο της δημοσιογραφίας. Ωστόσο, για πρώτη φορά στα σύγχρονα χρόνια, εκτός από τον τρόπο που ενημερωνόμαστε δημιουργήθηκε ένα ακόμα επίπεδο επιρροής που παράλληλα με την τεχνολογία προκάλεσε μια επιπλέον ουσιαστική αλλαγή στην ταυτότητα της κοινής γνώμης: Τα κοινωνικά δίκτυα.
Τα κοινωνικά δίκτυα είναι μια φοβερή ανακάλυψη. Για πρώτη φορά στην ιστορία του ανθρώπου υπάρχει μια πραγματική παγκοσμιοποίηση στη δυνατότητα της ενημέρωσής μας (πέραν της κοινωνικής μας δικτύωσης). Ωστόσο, η τραγική υποχώρηση των αξιών της δημοσιογραφίας, η παρατεταμένη καταπίεση της κοινής γνώμης και τα ανθρώπινα ένστικτα οδήγησαν τελικά στη δημιουργία ενός ακόμα υπερόπλου χειραγώγησης με τον δυνατότερο πυροκροτητή στην ιστορία: την ψευδαίσθηση του προσωπικού ελέγχου. Πριν όμως μιλήσουμε για αυτό, πρέπει πρώτα να δούμε πότε πήραμε το λάθος δρόμο. Και η απάντηση σε αυτή την ερώτηση είναι μάλλον στις αρχές του 20ου αιώνα.
Το διαζύγιο με τη δεοντολογία
Το 1924 η New York Mirror κυκλοφόρησε υποσχόμενη 90% ψυχαγωγία και 10% ενημέρωση «αλλά ακόμα και αυτή δεν θα σας κάνει να βαρεθείτε». Αυτή ήταν και η πρώτη εφημερίδα που πέρασε από τη λαϊκίστικη δημοσιογραφία στο tabloid ή στον «κίτρινο τύπο», όπως τον γνωρίζουμε σήμερα. Σε αυτή τη νέα εποχή η αλήθεια και τα γεγονότα δεν έχουν καμία σχέση με την έκδοση. Αυτή η ιδέα ήταν δυστυχώς πολύ επιτυχημένη. Η βρετανική Mirror έφτασε το 1968 να πουλάει κατά μέσο όρο 5,3 εκατομμύρια αντίτυπα την ημέρα, δημοσιεύοντας συχνά ψεύτικες ιστορίες για τη ζωή των διασημοτήτων της εποχής, κατακτώντας έτσι τον τίτλο της πιο επιτυχημένης εφημερίδας στον κόσμο. Η τεράστια επιτυχία της κίτρινης δημοσιογραφίας οδήγησε συχνά και την παραδοσιακή δημοσιογραφία σε εντυπωσιακά ατοπήματα. Έτσι, το 1981 η Janet Cooke αναγκάστηκε να επιστρέψει το βραβείο Πούλιτζερ για το ρεπορτάζ της σχετικά με την εξάρτηση ενός παιδιού από τα ναρκωτικά (δημοσιεύτηκε στην Washington Post), όταν ανακαλύφθηκε ότι η ιστορία ήταν εντελώς φανταστική. Το 2003 ο Jayson Blair απολύθηκε από τους New York Times όταν αποδείχτηκε ότι επί χρόνια δημοσίευε φανταστικές ιστορίες που παρουσίαζε ως ειδήσεις και μαζί με τον Blair απολύθηκαν και οι δύο υπεύθυνοι αρχισυντάκτες του οι οποίοι θα έπρεπε να τον ελέγχουν. Κάτι παρόμοιο πάντως δεν συνέβη στην Ελλάδα, όταν εκδιώχτηκε ο μοντέρ του Mega που προσέθεσε ψεύτικους ήχους επεισοδίων στο βίντεο της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, αφού εδώ κανείς άλλος δεν θεωρήθηκε υπεύθυνος. Άγνωστο παραμένει επίσης αν απολύθηκε κάποιος από την εφημερίδα το ΒΗΜΑ όταν δημοσιεύτηκε ανταπόκριση από την Κωνσταντινούπολη κατά την επίσκεψη του Κώστα Καραμανλή στην Τουρκία, μια συνάντηση που τελικά δεν έγινε ποτέ.
Η δημοσίευση ψεύτικων ιστοριών και η εμπέδωση του ότι η δημοσίευση μιας ιστορίας δεν την κάνει αυτόματα αληθινή βοήθησε στην έκρηξη της καχυποψίας απέναντι στη δημοσιογραφία και ταυτόχρονα τροφοδότησε τη δημιουργία μιας νέας γενιάς ανθρώπων που εθίστηκαν στην χαλαρή τεκμηρίωση και είναι πια έτοιμοι να πιστέψουν οτιδήποτε. Αν μάλιστα η είδηση περιλαμβάνει κάποια στοιχεία συνωμοσίας, μια αίσθηση ότι οι ισχυροί και οι δημοσιογράφοι του συστήματος δεν θέλουν να μάθετε την αλήθεια, τόσο το καλύτερο για την είδηση, τόσο χειρότερο για τη αλήθεια.
Τα κοινωνικά δίκτυα οδήγησαν τα ΜΜΕ που έχουν πάρει διαζύγιο από τη δημοσιογραφική δεοντολογία σε έναν απίστευτο αγώνα like farming. Οι τίτλοι που περιέχουν τη λέξη «σοκ» και «βόμβα» είναι οι συχνότεροι που μοιράζονται στο facebook. Η συντριπτική πλειοψηφία των νέων μέσων αναρτούν θέματα με φωτογραφίες με μπικίνι και αναμεταδίδουν τις ανοησίες του Σώρρα επειδή το trash πουλάει (και μετά σοκάρονται που χιλιάδες κόσμος συρρέει στις ομιλίες του).
Πριν λίγους μήνες η ιστοσελίδα NewsBomb κατέβασε από το διαδίκτυο ρεπορτάζ της σχετικά με υπουργό της κυβέρνησης, όταν ο τελευταίος απείλησε με μηνύσεις. Στο editorial του μέσου οι δημοσιογράφοι που είχαν αναρτήσει την είδηση απολογήθηκαν στο κοινό για την απόφασή τους, υποστηρίζοντας ότι είναι και αυτοί εργαζόμενοι με παιδιά που πρέπει να τα ταΐσουν. Αν θέλουμε να φτιάξουμε ένα υποφερτό μέλλον για τα παιδιά μας οφείλουμε να τους παρέχουμε κάτι περισσότερο από φαΐ.
Τι να τα κάνεις τα λεφτά
Ξεκινήσαμε από τα επικαιρικά ζητήματα της εδώ δημοσιογραφίας. Η κυβέρνηση κατάφερε να εξασφαλίσει 246 εκατομμύρια ευρώ από τις τηλεοπτικές άδειες. Ο νόμος που προέβλεπε την αδειοδότηση υποχρεώνει τους νέους καναλάρχες να έχουν ένα ελάχιστο αριθμό εργαζομένων. Τίποτα άλλο δεν φαίνεται να έχει σημασία. Οι ολιγάρχες που αποφάσισαν να δώσουν για 10 χρόνια 60 και 70 εκατομμύρια για μια άδεια σε ένα εντελώς άρρωστο οικονομικό περιβάλλον δεν κάνουν κάποια επιχειρηματική κίνηση. Σύμφωνα με τις μελέτες της κυβέρνησης, η διαθέσιμη διαφημιστική πίτα δεν ξεπερνάει τα 180 με 200 εκατομμύρια. Αν σε αυτό συνυπολογίσετε την σκανδαλώδη διαφήμιση του τραπεζικού κλάδου (που υποτίθεται ότι η κυβέρνηση θέλει να ελέγξει) και η οποία καλύπτει περίπου το ένα τέταρτο της πίτας και προσθέσετε το κόστος λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών, δεν χρειάζεται να έχετε μαντικές ικανότητες προκειμένου να βγάλετε το λογικό συμπέρασμα: Τα κανάλια αυτά θα χρησιμοποιηθούν και πάλι από τους ισχυρότερους για τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Μια κοινή γνώμη που αποτελείται από ανθρώπους που νομίζουν ότι ελέγχουν τη ζωή τους, αλλά δεν καταλαβαίνουν ότι επηρεάζονται πολυεπίπεδα από εξειδικευμένους στρατούς ανθρώπων που χρησιμοποιούν χρήματα και τεχνολογία που δεν φαντάζεται κανείς.
Υπάρχει διέξοδος σε όλα αυτά; Φυσικά και υπάρχει, αλλά είναι δύσκολη και απαιτεί την ενεργοποίηση του κόσμου. Χρειάζεται τη δημοσιογραφία που θα παράγει όχι μόνο σωστή ενημέρωση, αλλά θα επαναπροσδιορίσει τους ήρωες και τους αντιήρωες της εποχής. Και κυρίως… απαιτεί από εσένα να πάψεις να είσαι ο παθητικός δέκτης μιας παρωχημένης και εντελώς καθοδηγούμενης ενημέρωσης. Να γίνεις μέλος μιας νέας κοινής γνώμης, ενός νέου όπλου που θα έχει δύσκολες οδηγίες χρήσεως και θα εμποδίσει τους ισχυρούς να το στρέψουν στον κρόταφό σου.
Όταν λέμε ότι η δημοσιογραφία είναι πυλώνας της δημοκρατίας, εννοούμε ότι μια αποφασισμένη, ενημερωμένη κοινή γνώμη, με κοινά αιτήματα για περισσότερη δικαιοσύνη και ισότητα θα φέρει ουσιαστική αλλαγή. 182 χρόνια μετά το πρώτο φύλο της Guardian ήρθε ο καιρός να μάθουν όσοι ασκούν εξουσία ότι εμείς είμαστε οι αφέντες και όχι οι δούλοι τους.
Υ.Γ. Το παραπάνω κείμενο είναι ήδη αρκετά μεγάλο, ωστόσο για να το κρατήσω σε ένα επίπεδο αναγνωσιμότητας κράτησα έξω περίπου άλλες τόσες σημειώσεις. Όλα αυτά θα περιληφθούν σε ένα βιβλίο που ετοιμάζω εδώ και δύο χρόνια για τη δημοσιογραφία, αλλά θα ήμουν πολύ χαρούμενος αν θέλατε να τα συζητήσουμε όλα αυτά και άλλα τόσα στα σχόλια του άρθρου.
Ένα εγχείρημα για τον Tύπο
Πριν από λίγους μήνες έγραψα ένα άρθρο για το μέλλον της δημοσιογραφίας υπό τη σκιά της αποκάλυψης των Panama Papers το οποίο, αναπάντεχα, διαβάστηκε από εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Εξαιτίας αυτού δέχτηκα πάνω από 20 προσκλήσεις σε συνέδρια και ημερίδες σχετικά με την ελευθερία του Τύπου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το μέλλον της δημοσιογραφίας. Στην προσπάθειά μου να ετοιμάσω μια βασική ομιλία συνειδητοποίησα ότι και εγώ και το ThePressProject αλλάξαμε πάρα πολύ από το 2010 μέχρι σήμερα.
Μπορεί από την πρώτη ημέρα -όταν ακόμα το σχεδιάζαμε με τον Ηρακλή- να ήταν απόλυτα ξεκάθαρο στο μυαλό μας ότι για την παραγωγή ποιοτικής δημοσιογραφίας θα έπρεπε να αποσυνδεθεί το επιχειρηματικό μοντέλο από το δημοσιογραφικό έργο, ωστόσο κανείς μας δεν είχε φανταστεί τη σκληρότητα και την ωμότητα του συστήματος.
Ένα μέσο χρειάζεται αρκετά χρήματα προκειμένου να έχει τη δυνατότητα να προσφέρει εργασία σε καλούς δημοσιογράφους και να τους προσφέρει ένα ασφαλές περιβάλλον εργασίας και ελευθερίας. Η σταθερότητα είναι παραπάνω από απαραίτητη σε ένα επάγγελμα που προϋποθέτει να τα βάλεις με ισχυρούς ολιγάρχες και ανθρώπους της Μαφίας (συχνά πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους). Το μέσο πρέπει να μπορεί επιπλέον να προστατεύει τους δημοσιογράφους όταν προχωρούν στη δημοσίευση τεκμηρίων υπέρ του δημόσιου υπέρτερου συμφέροντος, κάτι που συχνά αποτελεί ταυτόχρονα και ποινικό αδίκημα σε μια κοινωνία που όλο και πιο συχνά ψηφίζονται στα κοινοβούλια νόμοι που απαγορεύουν τη δημοσίευση στοιχείων και προσφέρουν ασυλίες στους διαχειριστές της οικονομίας και της πολιτικής.
«Είδηση είναι κάτι που κάποιος κάποτε δεν θέλει να δημοσιευτεί. Τα υπόλοιπα είναι διαφήμιση». Η ατάκα αυτή αποδίδεται στον Βρετανό βαρόνο των ΜΜΕ, Λορντ Νόρθκλιφ, και ονομάστηκε «δόγμα του Νόρθκλιφ». Η σκέψη αυτή εγείρει ένα πολύ ενδιαφέρον ερώτημα: Ποιανού τα συμφέροντα οφείλει να εκπροσωπεί η δημοσιογραφία; Υπέρ του εργάτη ή υπέρ του «δημόσιου καλού»; Κάποιοι θα υποστήριζαν ότι αυτές οι δύο έννοιες ταυτίζονται (και έτσι απαντώ προσωπικά) αλλά υπάρχουν πολλοί που με σοβαρά επιχειρήματα πιστεύουν το αντίθετο.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα Ian Hargreaves το ερώτημα είναι ακόμα πιο περίπλοκο στο δεύτερο επίπεδο της ερώτησης «και με ποια σειρά ιεραρχείς τα συμφέροντα; Αν πρέπει να ληφθεί υπόψη η εμπορική δραστηριότητα του μέσου, είναι δύσκολο να τραβήξεις μια ξεκάθαρη γραμμή μεταξύ των αξιών και της αξιοπιστίας της ενημέρωσης, η οποία επίσης λαμβάνει και άλλες μορφές, όπως αυτή της επαγγελματικής επικοινωνίας». Ο Hargreaves υποστηρίζει ότι όσο περισσότερο τα μέσα θα προσφέρουν εκτός από ενημέρωση και ψυχαγωγία (ή ακόμα και πληρωμένα μηνύματα μέσω διαφημίσεων ή advertorials) τόσο θα δυσκολεύει η υπεράσπιση των σημαντικών προνομίων της δημοκρατίας από τους δημοσιογράφους. Έτσι, σύμφωνα με το δόγμα του Νόρθκλιφ, οι πραγματικές ειδήσεις δεν μπορούν να προέρχονται από τις «επίσημες πηγές» ή τα γραφεία δημοσίων σχέσεων. Ή όπως αλλιώς λέει το διάσημο γνωμικό του Claud Cockburn: «μην πιστεύετε τίποτα μέχρι να διαψευσθεί επίσημα».
Όταν ξεκινούσε το ThePressProject, όλα αυτά αποτελούσαν γνώση του Ηρακλή, του βαθιά μορφωμένου συνιδρυτή του TPP, αλλά για μένα ήταν απλά ακατέργαστα συναισθήματα. Είχα κουραστεί από την μονοτονία των συστημικών ΜΜΕ και την έκδηλη διαπλοκή τους. Στόχος μου ήταν τότε να πούμε την αντίθετη άποψη, να προσφέρουμε μονοφωνικά στην πολυφωνία ενός εντελώς μονόπλευρου τοπίου ενημέρωσης. Έτσι ξεκινήσαμε την κάλυψη της παγκόσμιας συζήτησης για το μέλλον του Ευρώ που δεν έβρισκε το δρόμο της στα mainstream media της χώρας μας. Έπειτα οργανώσαμε την παραγωγή του Debtocracy, που για πρώτη φορά έβαλε τους πολίτες στη θέση του συμπαραγωγού, προκειμένου να πούμε μια ιστορία κόντρα στο δελτίο ειδήσεων της Όλγας Τρέμη και του Γιάννη Πρετεντέρη (διαλέξαμε ακόμα και την 8η βραδινή ως ώρα πρεμιέρας, καλώντας τον κόσμο να κλείσει για λίγο την τηλεόρασή του). Λίγα χρόνια πιο μετά βρεθήκαμε στο στούντιο L του Ραδιομεγάρου της ΕΡΤ και συνδέαμε καλώδια από το Master της τηλεόρασης για να κρατήσουμε ζωντανό το σήμα της δημόσιας τηλεόρασης. Όλα αυτά ήταν σημαντικά τότε, αλλά σήμερα το όραμά μας για τη δημοσιογραφία έχει αλλάξει ριζικά.
Η αφέλεια της αντικειμενικής δημοσιογραφίας
Έγραψα προηγουμένως ότι η αντικειμενική δημοσιογραφία ανακαλύφθηκε στα εμπορικά τμήματα των πρώτων εφημερίδων, και δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας ιδεολογικής αναζήτησης των μεγάλων ανδρών της δημοσιογραφίας. Ωστόσο και αυτοί έπαιξαν τον ρόλο τους, ασπαζόμενοι τη νέα ιδεολογία και δημιουργώντας έναν κώδικα ηθικής και δεοντολογίας που επικράτησε τον 17ο και 18ο αιώνα. Η ιδέα της αντικειμενικότητας, της απόστασης από την είδηση και της αφιλοκέρδειας έδωσε στη δημοσιογραφία τη γοητευτική της μορφή που κέρδισε τις μάζες. Οι δημοσιογράφοι για πρώτη φορά έμπαιναν στα σπίτια των αναγνωστών τους και κάθονταν στην κεφαλή του οικογενειακού τραπεζιού συμβουλεύοντάς τους. Δημιουργούσαν τη νέα ηθική και τη νέα αισθητική της κοινωνίας. Αυτά όμως στην εποχή της αθωότητας, γιατί, όπως είδαμε, την ίδια ώρα η δημοσιογραφία μεταλλασσόταν σε ένα εργαλείο χειραγώγησης. Σήμερα, που ο κόσμος είναι πλέον υποψιασμένος, όλοι αναγνωρίζουν ότι δεν υπάρχει αντικειμενικότητα. Από την επιλογή του θέματος, του τίτλου και της φωτογραφίας, από τον χειρισμό των πηγών και την επιλογή των μαρτυριών, ακόμα και από τη διόρθωση του αρχισυντάκτη και την προβολή του στο μέσο, κάθε ρεπορτάζ είναι σε κάποιο βαθμό μη αντικειμενικό. Όποιος φωνασκεί υπέρ της αντικειμενικότητας του δημοσιογραφικού του έργου είναι πιθανώς αφελής ή επικίνδυνος.
Έχει έρθει η ώρα να γραφτεί ένας νέος κώδικας δημοσιογραφικής δεοντολογίας που θα βασίζεται σε πιο συμπαγείς και πραγματικές έννοιες. Αυτό νόμιζα ότι το σκέφτηκα μόνος μου, αλλά μελετώντας για τη δημοσιογραφική δεοντολογία ανακάλυψα ότι τουλάχιστον έξι μεγάλες μορφές του χώρου με είχαν προλάβει εδώ και περίπου 40 χρόνια. Πέραν του αισθήματος της ηλιθιότητας που σε κυριεύει όταν ανακαλύπτεις ότι οι πιο πρωτότυπες ιδέες σου είναι κοινός προβληματισμός σε ειδικούς στην άλλη άκρη της γης, ένιωσα ταυτόχρονα και μια οργή για την αδυναμία μας να προχωρήσουμε παρακάτω. Να σπάσουμε τους οικονομικούς δεσμούς και να απαιτήσουμε ένα νέο δημοσιογραφικό χώρο που θα προσφέρει τη δυνατότητα να υπάρξει μια κοινότητα πολιτών που θα αντιλαμβάνεται την ενημέρωση ως οξυγόνο για τη δημοκρατία. Για μένα η ουτοπία του Stead μπορεί πλέον να γίνει -εν μέρει- πραγματικότητα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποιημένης κοινότητας του διαδικτύου.
Χτίζοντας ένα μικρό σπιτάκι στο χείλος του γκρεμού
Από το 2010 μέχρι σήμερα το TPP άλλαξε προς αυτή την κατεύθυνση. Αφήσαμε πίσω μας την επιθετική ρητορική, ξεχωρίσαμε ακόμα περισσότερο την άποψη από την είδηση. Επενδύσαμε περισσότερο χρόνο στην ερευνητική δημοσιογραφία και συνεργαστήκαμε με μερικούς από τους καλύτερους δημοσιογράφους και διανοούμενους της χώρας (αλλά και εκτός αυτής). Στην πορεία μας κάναμε ένα σωρό λάθη. Άλλες φορές μετανιώσαμε επειδή δημοσιεύσαμε ειδήσεις με έντονη άποψη και άλλες φορές επειδή δεν υπήρξαμε αρκετά κριτικοί απέναντι στην είδηση που μας τροφοδότησε το ΑΠΕ. Δεν έχουμε βρει την τέλεια συνταγή και κανείς μας δεν έχει μια οριστική απάντηση.
Δημιουργήσαμε όμως τον δικό μας εσωτερικό κανονισμό δεοντολογίας, κάτι που είναι συνηθισμένο στα διεθνή ΜΜΕ, αλλά ακούγεται ως ανέκδοτο στη χώρα μας. Αυτός ο κώδικάς ξεκινάει με τον απλό κανόνα «η δημοσιογραφία υπηρετεί τους αδύναμους και έχει στόχο τον έλεγχο της εξουσίας». Αυτό το τελευταίο μπέρδεψε πολλούς αναγνώστες μας που θεωρούσαν την κριτική στις μνημονιακές κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ (και την ανάδειξη των θέσεων που είχε υιοθετήσει ο ΣΥΡΙΖΑ το 2014) ως ένδειξη σχέσεων με έναν πολιτικό χώρο. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την εξουσία και άφησε ορφανή την ιδεολογία του, τότε ένα μέρος των αναγνωστών μας ένιωσε απατημένο εξαιτίας της νέας αυστηρής και κριτικής μας στάσης απέναντί του. Προσωπικά νιώθω υπερήφανος για αυτή τη στάση, που ήρθε αβίαστα εντός του TPP ως φυσικό αποτέλεσμα της προσπάθειάς μας για κάτι διαφορετικό. Κάποιοι ακόμα νομίζουν ότι απλά είμαστε οπαδοί μιας άλλης αριστερής φράξιας. Ότι υποστηρίζουμε π.χ. τον Λαφαζάνη, την Κωνσταντοπούλου ή τον Βαρουφάκη, αλλά όλοι όσοι μας διαβάζουν συστηματικά γνωρίζουν ότι είμαστε από τη φύση μας γκρινιάρηδες και γρουσούζηδες. Δεν χαρίζουμε το ανθρωπιστικό μας πρόσωπο για να μπει σε οποιαδήποτε πολιτική ταυτότητα.
Για να το πετύχουμε αυτό δεν βασιζόμαστε σε κάποια βικτωριανή αντικειμενικότητα. Η έννοια που επιλέξαμε ονομάζεται ανεξαρτησία και στη βάση της πρόκειται για την οικονομική ανεξαρτησία. Από την ίδρυσή μας δεν δεχόμαστε χρήματα από τις Τράπεζες, το κράτος και τις πολυεθνικές. Ζητάμε την υποστήριξη του κόσμου και πασχίζουμε να τους πείσουμε ότι το σπάσιμο της νοοτροπίας του «τζάμπα» στο διαδίκτυο είναι το πρώτο βήμα για μια νέα, πιο δημοκρατική εποχή. Ο Σώρρας υπόσχεται εύκολα χρήματα που θα μας κάνουν όλους πλούσιους. Εμείς ζητάμε τα χρήματα από το υστέρημά σας, χωρίς να υποσχόμαστε τίποτα παραπάνω από δάκρυα και ιδρώτα. Νομίζω ότι η δική μας προσφορά είναι 100 φορές πιο γοητευτική.
Τι έχουμε στη φαρέτρα μας
Το ThePressProject από την ίδρυσή του πέτυχε μερικά πράγματα που ακόμα και σε εμάς φάνταζαν αδύνατα. Οργανώσαμε το πρώτο ντοκιμαντέρ με συμπαραγωγούς τους πολίτες, δημοσιεύσαμε πρώτοι παγκοσμίως τον πλήρη φάκελο του Cablegate και είμαστε σήμερα οι επίσημοι συνεργάτες του Wikileaks στην Ελλάδα. Κρατήσαμε την ΕΡΤ ανοιχτή στις 11 Ιουνίου του 2013 (δύο τηλεοπτικούς σταθμούς και 18 ραδιόφωνα της περιφέρειας), δημιουργήσαμε το πρώτο τηλεοπτικό στούντιο ροής στο διαδίκτυο και σε αυτό παράγαμε 210 ώρες ζωντανού προγράμματος και 63 συνεντεύξεις με τα κορυφαία κυβερνητικά στελέχη, αλλά και διανοούμενους και προσωπικότητες που δεν ευνοούνται από το μηντιακό σύστημα για να μάθουμε τι σκέφτονται. Φτάσαμε στο απίστευτο ρεκόρ του 1.1 εκατομμυρίου ταυτόχρονων προβολών στη συνέντευξη του Γιάνη Βαρουφάκη την ημέρα που παραιτήθηκε από την κυβέρνηση και είδαμε όλα τα κανάλια να εντάσσουν στο πρόγραμμά τους αποσπάσματα της, κρύβοντας -φυσικά- το λογότυπό μας. Ξεκινήσαμε την ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ, την τηλεοπτική μας σατιρική εκπομπή για την οποία είμαστε ιδιαίτερα υπερήφανοι. Δημιουργήσαμε την πλατφόρμα διαφάνειας OpenProject και εκεί δημοσιεύσαμε πρώτοι το 3ο Μνημόνιο, τότε που ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ορκιζόταν ότι δεν υπάρχει. Το #askTPP, το hashtag που χρησιμοποιούμε όταν κάνουμε συνεντεύξεις, έφτασε στην πρώτη θέση του ελληνικού twitter 27 φορές και το #OpenProject έμεινε εκεί για 52 ώρες, όταν όλα τα καθιερωμένα ΜΜΕ έκαναν ότι δεν γνώριζαν τη διαρροή. Το TPP βρέθηκε μέχρι και στη 2η θέση στην Ελλάδα ανάμεσα στα ενημερωτικά διαδικτυακά ΜΜΕ τρεις μέρες πριν το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου και το tweet μας για το #ThisIsACoup έγινε παγκόσμιο trend και έβαλε το λογαριασμό μας @ThePressProject στη 2η θέση στην παγκόσμια λίστα στα influential accounts του Twitter εκείνο το βράδυ, πάνω από αυτό της @Guardian.
Από τότε που ξεκινήσαμε γράψαμε μεγάλα ρεπορτάζ για τους σκελετούς των ολιγαρχών της Ελλάδας. Για τον Αλαφούζο, τον Μαρινάκη (1,2), τον Μελισσανίδη, αλλά και για τον Προβόπουλο και τον Στουρνάρα. Αποκαλύψαμε τα μαύρα ταμεία του ΚΕΕΛΠΝΟ αλλά και του «τετραγώνου της διαπλοκής». Δημοσιεύσαμε το σχέδιο της Τρόικας να μετατρέψει την Ελλάδα σε ένα απέραντο καζίνο (κάτι που δυστυχώς προχωράει αυτές τις ημέρες). Αποκαλύψαμε -με ντοκουμέντα- το σκάνδαλο του κομματικού μοιράσματος του δημοσίου και φέραμε στη δημοσιότητα απόρρητα έγγραφα, όπως αυτό της ECB που αποδεικνύει ότι η κρίση της Κύπρου και η εξέλιξή της ήταν προμελετημένη, αλλά και το εσωτερικό έγγραφο του ΔΝΤ κατά την περσινή διαπραγμάτευση. Φέραμε στο φώς της δημοσιότητας τη αποικιοκρατική σύμβαση της FRAPORT και πήραμε μέρος στην τεράστια έρευνα για την φοροαποφυγή εκατομμυρίων της Eldorado Gold. Κάναμε ρεπορτάζ για τη διαπλοκή μεταξύ Τραπεζών και ΜΜΕ δημοσιεύοντας τα στοιχεία των δαπανών του 2015. Αποκαλύψαμε τα σκάνδαλα του LuxLeaks, του SwissLeaks και των Panama Papers (παρόλο που δεν είχαμε στα χέρια μας τα ντοκουμέντα του ICIJ, κάνοντας περισσότερη ερευνητική δουλειά από τον αποκλειστικό κάτοχο τους στην Ελλάδα). Αποκαλύψαμε τις ανήθικες διαφημιστικές τεχνικές των πολυεθνικών και τους αναγκάσαμε να αποσύρουν τα προϊόντα τους. Δημοσιεύσαμε αποκαλυπτικά ρεπορτάζ με οσμή σκανδάλου για την πρώην ακλόνητη Γενική Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, Κατερίνα Σαββαΐδη (1,2,3,4) και τελικά οι έρευνές μας -μετά την υποβολή τους στη δικαιοσύνη- οδήγησαν στην αποπομπή της.
Κάναμε πολλά. Θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει τρεις φορές περισσότερα και δυο φορές καλύτερα ρεπορτάζ. Αλλά είμαστε περήφανοι για ό,τι προσφέραμε στον δημόσιο διάλογο μέχρι σήμερα και πιστεύω ότι αξίζει να έχουμε τη δυνατότητα να συνεχίσουμε.
Ένας και δύο και... 1101
Το πιο σημαντικό από όσα κάναμε -και συνάμα το πιο διασκεδαστικό- ήταν η πλατφόρμα των 1101. Ένα φιλόδοξο σχέδιο δημιουργίας μιας κοινότητας ανθρώπων που θέλουν να αλλάξουν την ενημέρωση -και κατ' επέκταση την ποιότητα της δημοκρατίας- στη χώρα μας. Μπερδέψαμε τα συστημικά ΜΜΕ και τα βάλαμε να μας διαφημίζουν για σχεδόν ένα μήνα αλλά, πέραν του αστείου, σκοπός μας ήταν ταυτόχρονα να αποδείξουμε και την ανικανότητά τους να κάνουν ρεπορτάζ.
Η επινόηση αυτής της μορφής χρηματοδότησης μέσω μιας εθελοντικής πλατφόρμας που θα προσφέρει τη δυνατότητα όχι μόνο σε εμάς αλλά και σε άλλες δημοσιογραφικές προσπάθειες να επιζήσουν κόντρα στα μεγάλα συμφέροντα (αλλά και τη δημιουργία του πρώτου Κέντρου Ερευνητικής Δημοσιογραφίας στην Ελλάδα) είναι κατά τη γνώμη μου η πιο σημαντική παρακαταθήκη του ThePressProject. Αυτό απάντησα, μετά από αρκετή σκέψη, σε μια ερώτηση κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής μου σε πανεπιστήμιο στη Βιέννη όπου μίλησα για την Ελευθερία του Τύπου. Η ανάπτυξη ενός εφαρμόσιμου μοντέλου χρηματοδότησης ΜΜΕ που θα βασίζεται στους πολλούς και θα εκφράζει τα συμφέροντά τους είναι ό,τι σημαντικότερο μπορούσα να προσφέρω. Είναι η βάση, είναι κάτι εφικτό, κάτι που μπορεί να γίνει από τη μια ημέρα στην άλλη και να αποτελέσει τον σπόρο της αλλαγής. Άσχετα αν δεν τα κατάφερε ακόμα... Και αυτό ήταν το πικρό μέρος της απάντησής μου στον Αυστριακό φοιτητή που έκανε την ερώτηση.
Έλεγα σε μια φίλη μου σήμερα, που ξέρει ότι δουλεύω αυτό το κείμενο έναν ολόκληρο μήνα, ότι πρώτη φορά δυσκολεύομαι τόσο πολύ να καταγράψω τις σκέψεις μου. Όλη αυτήν την εσωτερική ανάταση και αγωνία για το μέλλον ενός εγχειρήματος που είμαι σίγουρος ότι αξίζει τον κόπο. Το πανεπιστήμιο LSE δημοσίευσε πέρυσι μια έρευνα σχετικά με την κατάσταση των ΜΜΕ στην Ελλάδα και συμπέρανε ότι το μοντέλο του TPP ήταν το μοναδικό ελπιδοφόρο για την παραγωγή ανεξάρτητης δημοσιογραφίας. Ανάλογα κείμενα μπορεί να βρει κανείς για το TPP στην Guardian, στους New York Times, στην Independent, τη Süddeutsche Zeitung και σε καμιά δεκαριά ακόμα διεθνή ΜΜΕ. Αλλά στην Ελλάδα είναι πραγματικά δυσκολότερο να τα βάλεις με το σύστημα και τις εκφάνσεις του.
Ο John Oliver, παρουσιαστής της καταπληκτικής σατιρικής εκπομπής "Last Week Tonight" πριν από δύο εβδομάδες ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία. Αξίζει να δείτε το 20λεπτο αφιέρωμά του (μια που το κείμενο μου είναι μικρό και έχετε χρόνο), ιδίως εκεί που παραφράζει το σλόγκαν μας «αν δεν πληρώσεις εσύ για την ενημέρωσή σου, κάποιος άλλος θα την πληρώσει για εσένα». Ο Oliver υποστηρίζει, πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα, ότι «αν δεν πληρώσεις εσύ την ενημέρωσή σου, τότε θα την πληρώσουμε στο τέλος όλοι μας». Το βίντεό του ήρθε τις ημέρες που προσπαθούσα να γράψω αυτό το κείμενο προκαλώντας μου ακόμα μεγαλύτερη εμπλοκή.
Επιστρέφοντας στη συνομιλία με τη φίλη μου, της εξηγούσα ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι αδυνατώ να εξηγήσω στους αναγνώστες μας (που ακόμα και την 15η Αυγούστου δεν έπεσαν κάτω από τους 120.000 μοναδικούς επισκέπτες) όλους τους λόγους που με κάνουν να προσπαθώ μαζί με τους ανθρώπους σε αυτό το εγχείρημα. Κι αυτό γιατί το παρόν κείμενο δεν είναι γραμμένο ως ένα διαφημιστικό των όσων πετύχαμε, αλλά ως μια απολογία των όσων δεν καταφέραμε μέχρι σήμερα. Κάθε φορά που αναρτώ κάποιο κείμενο σχετικά με το TPP στα σχόλια εμφανίζονται 3-4 πολύ συγκεκριμένοι «φίλοι», από αυτούς που λατρεύουν να με μισούν, και μου γράφουν «ίσως το ότι δεν καταφέρνεις να πείσεις τον κόσμο είναι απόδειξη του ότι το TPP δεν αξίζει τον κόπο». Αυτό το κείμενο είναι η απάντησή μου σε αυτούς. Πιστεύω ότι αξίζει. Δεν είμαι αλαζόνας και δεν νομίζω ότι είμαστε οι μόνοι που μπορούν να το επιχειρήσουν. Το κάνουμε όμως τίμια. Δεν δεχτήκαμε ούτε ένα βρώμικο ευρώ, και σας διαβεβαιώνω ότι μας προσφέρθηκε. Δεν κάναμε τα στραβά μάτια ακόμα και όταν το ρεπορτάζ επηρέαζε την προσωπική μας ζωή. Δεν υποχωρήσαμε σε απειλές και αγωγές. Δεν το βάλαμε κάτω μέχρι σήμερα και φυσικά δεν θα το βάλουμε κάτω τώρα.
Σήμα κινδύνου
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίσαμε με την πλατφόρμα των 1101 ήταν τα logistics. Ήταν και η μοναδική παράμετρος που δεν είχαμε υπολογίσει σωστά. Μέσα σε λίγες μόνο ημέρες από τη δημιουργία της, περισσότεροι από 2.800 άνθρωποι έκαναν αίτηση να γίνουν μέλη. Δυστυχώς όμως η διαχείριση τόσων ανθρώπων ήταν πρακτικά αδύνατη και αποδείχτηκε ότι όταν περνάνε οι μέρες οι άνθρωποι αμελούν να κάνουν τις πάγιες εντολές (γιατί 5€ είναι κάτι ελάχιστο και κανείς δεν δίνει μεγάλη σημασία), μας ήταν εντελώς αδύνατο να αντεπεξέλθουμε. Δεν είμαστε τράπεζα ή εταιρία κινητής τηλεφωνίας και δεν έχουμε απέραντα τηλεφωνικά κέντρα, οπότε με τη δυνατότητά να επικοινωνούμε με 10 έως 15 ανθρώπους τη ημέρα χρειαζόμασταν περίπου έξι μήνες για να τα φέρουμε βόλτα.
Αυτό, σε συνδυασμό με την καθυστέρηση της εκκαθάρισης και φορολόγησης των δωρεών από τις τράπεζες, τον εντελώς ανήθικο περιορισμό στο χρόνο της πάγια εντολής που έκαναν οι τράπεζες χωρίς να ρωτήσουν τα μέλη μας (σε κάποιες περιπτώσεις όριζαν την πάγια εντολή μόνο για 2 μήνες) και την κατάρρευση της αγοράς της πληροφορικής (το TPP βασίζεται σε μεγάλο μέρος του στα έσοδα της εταιρίας πληροφορικής από την οποία ξεκίνησα) οδήγησαν το TPP σε μια ασφυκτική κατάσταση. Οι εργαζόμενοι στο TPP πήραν τελευταία φορά χρήματα τον Ιούνιο (για να κλείσει ο Μάιος ενώ στο TPP υπάρχουν και παλαιότερες οφειλές) και παρόλο που η οικονομική τρύπα θα καλυφθεί σε μεγάλο βαθμό τον Σεπτέμβριο (μήνα που αποπληρώνονται τα δύο προγράμματα με συνεργαζόμενα ΜΜΕ του εξωτερικού) το μέλλον του ThePressProject βρίσκεται πλέον στα χέρια σας. Εγώ, όσον αφορά το οικονομικό σκέλος, έχω ξεπεράσει τα όριά μου.
Για να βρεθούν όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα, προσπάθησα να εκμεταλλευτώ τα ταξίδια που έκανα σε όλη την Ευρώπη προσκεκλημένος από πανεπιστήμια και οργανισμούς παρουσιάζοντας το TPP σε ανθρώπους που είχαν οικονομική άνεση. Η προσωπική μου θεωρία -την οποία παρουσιάζω επίσημα ως «The Poorest Media Barron in the World»- είναι ότι είναι ανήθικο να έχεις χρήματα. Αυτή η θεωρία δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής ανάμεσα σε αυτούς που έχουν χρήματα, αλλά ανακάλυψα ότι υπάρχει ένα ποσοστό που την αποδέχεται μερικώς, και έτσι το 2015 έγιναν κάποιες σοβαρές δωρεές άνω των 500€ στο TPP. Αυτό που είναι εντελώς απογοητευτικό, ωστόσο, είναι ότι η ίδια παρουσίαση στην Ελλάδα έχει αποφέρει σχεδόν μηδενικά αποτελέσματα. Οι έχοντες του εξωτερικού φαίνεται να θεωρούν τη δημοσιογραφία στην Ελλάδα πιο σημαντική απ' ό,τι οι συμπατριώτες μας.
Σήμερα έχω μερικές ιδέες για το πως θα μπορούσε το TPP να αντιμετωπίσει τα προβλήματά του. Καταρχάς για τη διαχείριση των 1101 σκεφτήκαμε να δημιουργήσουμε ένα σχήμα «πυραμίδας». Η ιδέα είναι σε 15 με 20 ημέρες να βρεθούμε με 100 από τα πιο αγαπημένα μας μέλη και να αναλάβει ο καθένας τους από 2 έως 4 άλλα μέλη και να επικοινωνήσει μαζί τους (κάτι που θα κάνουν έπειτα ο καθένας από αυτούς). Στόχος μας είναι να βρισκόμαστε μια φορά κάθε μήνα, κάθε φορά σε μεγαλύτερο μέρος, κάνοντας ταυτόχρονα συζητήσεις και ημερίδες με μερικούς από τους πιο ενδιαφέροντες καλεσμένους, ενώ υπάρχει και η σκέψη να οργανωθούν κάποιες ομάδες crowdsourcing για συγκεκριμένα εκδοτικά project που πιστεύω ότι θα αφήσουν ιστορία. Αν θέλετε να είστε ανάμεσα στους 100 πρώτους που θα μαζευτούμε και θα γίνουν οι επικεφαλής του «δικτύου εθελοντών» μας στείλτε ένα email στο info-at-thepressproject.gr με θέμα «100».
Για να μπορέσει το TPP να συνεχίσει το πλάνο ανάπτυξής του (που θα δείτε παρακάτω) υπολογίσαμε ότι χρειαζόμαστε επιπλέον 2.000 ανθρώπους να βάλουν από 20€ τις επόμενες ημέρες. Διαβάστε προσεκτικά τι θέλουμε να κάνουμε και σκεφτείτε το. Πιστεύουμε ότι υπάρχουν 2.000 αναγνώστες από τους σχεδόν 340.000 που περνάνε από τη σελίδα μας κάθε μήνα οι οποίοι μπορούν να βοηθήσουν στο μεγαλύτερο βήμα ανάπτυξης ανεξάρτητης δημοσιογραφία που σχεδιάσαμε ποτέ. Όποιος θέλει να συμμετάσχει σε αυτό το εγχείρημα που ονομάζουμε «Fund 2000» μπορεί να επισκεφτεί τη σελίδα υποστήριξης (υπάρχουν αρκετές επιλογές) και να μας στείλει το λιγότερο 20€ γράφοντας στην αιτιολογία «Fund 2000» ή να μας στείλει ένα email με το ίδιο θέμα προκειμένου να επικοινωνήσουμε εμείς μαζί του. Θα δημοσιεύσουμε λίστα των μελών (εκτός από εκείνους που θέλουν να μείνουν ανώνυμοι). Δεχόμαστε ανώνυμες δωρεές εφόσον δεν ξεπερνούν τα 500€. Για κάθε ποσό μεγαλύτερο των 500€ το όνομα του δωρητή θα πρέπει να δημοσιευτεί. Φυσικά το έξτρα κεφάλαιο για την ανάπτυξη του TPP των 40.000€ δεν είναι αρκετό για να συνεχίσουμε να λειτουργούμε. Το TPP χρειάζεται περισσότερα από 180.000 € το χρόνο απλά για να συνεχίζει όπως είναι σήμερα, αλλά είμαι πεπεισμένος ότι το νέο σύστημα λειτουργίας των 1101 μπορεί να καλύψει στο 100% τις ανάγκες του μέσου και το TPP να γίνει έτσι το πρώτο απολύτως ανεξάρτητο ΜΜΕ στην Ελλάδα, ανεξάρτητο –κυρίως- και από εμένα.
Μην ξεχνάτε ότι υπάρχουν πάντα οι επιλογές της εγγραφής στην πλατφόρμα των 1101 ή της απλής έκτακτης δωρεάς μέσω της σελίδας υποστήριξης.
Τι μέλλει γενέσθαι
Εδώ και περίπου δύο μήνες βρίσκομαι στην πολύ περίεργη κατάσταση να σχεδιάζω για ακόμη μία φορά ένα βήμα ανάπτυξης του ThePressProject και ταυτοχρόνως να λαμβάνω υπόψη μου την πιθανότητά να μην αντέξει άλλο οικονομικά. Η κατάρρευση των εσόδων της εταιρίας πληροφορικής και η αδυναμία μου να χειριστώ επαρκώς το ενδιαφέρον του κόσμου που γράφτηκε στους 1101 αφήνει πλέον πιθανά όλα τα ενδεχόμενα.
Εδώ δεν θα ασχοληθώ με το σενάριο της κατάρρευσης. Αν δεν υπάρξει αρκετό ενδιαφέρον από τους αναγνώστες μας και δεν καταφέρω να βρω ούτε έναν οικονομικά εύρωστο Έλληνα με συνείδηση, το TPP αυτή τη φορά θα προχωρήσει σε αναγκαστικές περικοπές προσωπικού και εξόδων. Εφόσον χρειαστεί κάτι τέτοιο, το ThePressProject θα συνεχίσει με λιγότερο προσωπικό, μέχρι να καλύψει τις οφειλές στους εργαζόμενους του. Φυσικά αυτό θα σήμαινε ότι θα κάνει μερικά βήματα πίσω, αλλά όσο μέσα μου θα είναι ζωντανή η πίστη ότι κάνουμε κάτι ηθικό και αναγκαίο και όσο θα υπάρχουν άνθρωποι γύρω μου που καίγονται από την ίδια φλόγα, το TPP θα ανακάμψει. Ήθελα όμως να σας μιλήσω για το σχέδιο ανάπτυξης, το οποίο, εφόσον το στηρίξετε εσείς, πιστεύω ότι μπορεί να κάνει την διαφορά.
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της σύγχρονης δημοσιογραφίας είναι η αναποτελεσματικότητά της. Όταν οι δημοσιογράφοι αποκαλύπτουν τη διαφθορά του συστήματος και η αποκάλυψη δεν οδηγεί στο ξερίζωμά της και στην τιμωρία των υπευθύνων, τότε η δημοσιογραφία παράγει ηττοπάθεια. Ο έλεγχος στην εξουσία δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως μηχανισμός εμπέδωσης της αδικίας. Η απάντηση σε αυτό λέγεται Solution Journalism και έχει αρχίσει να διαδίδεται στους πλέον προοδευτικούς δημοσιογραφικούς οργανισμούς στην Ευρώπη και την Αμερική. Σύμφωνα με αυτό το πρότυπο, το ρεπορτάζ δεν σταματάει στην ανάδειξη του προβλήματος, αλλά ασχολείται και με τα επόμενα βήματα και αναζητά λύσεις. Στόχος μας είναι η ένταξη αυτού του πρότυπου σε όλα τα μεγάλα μας ρεπορτάζ που δουλεύουμε ήδη αυτές τις ημέρες.
Ένα ακόμα ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπίσει η δημοσιογραφία σήμερα, αν όντως θέλει να δημιουργήσει δεσμούς με τμήματα της κοινωνίας που έχουν χάσει την πίστη τους, είναι να «μιλήσει» με περισσότερους πολίτες. Τα ΜΜΕ έχουν την τάση να απευθύνονται στους συνεπείς αναγνώστες και παράγουν τις ειδήσεις υποθέτοντας ότι οι αποδέκτες είναι ήδη ενημερωμένοι για τα σχετικά θέματα. Στο TPP φέτος θα χρησιμοποιήσουμε νέα εργαλεία για να προσφέρουμε ένα συνεκτικό περιβάλλον σε κάθε είδηση που το χρειάζεται.
Πέραν αυτών των δομικών αλλαγών (που απαιτούν πολλή προσπάθεια), στη νέα σεζόν το TPP θα επικεντρωθεί στην καθημερινή παραγωγή πρωτογενούς ρεπορτάζ, δημιουργώντας εσωτερική ερευνητική ομάδα, θα εντάξει στην ομάδα των σχολιαστών της νέους αναγνωρισμένους και πολύ καλούς αναλυτές, θα οργανώσει την παραγωγή του πρώτου υπερεθνικού web documentary σε συνεργασία με μερικά από τα καλύτερα ΜΜΕ της Ευρώπης, θα πάρει μέρος σε τρεις πολύ σημαντικές αποκαλύψεις του Wikileaks (αναλαμβάνοντας τη δημοσιογραφική επεξεργασία τουλάχιστον σε μία από αυτές), θα αναπτύξει τμήμα πολιτισμού και επιστήμης με επικεφαλής δύο πολύ ξεχωριστούς ανθρώπους και θα χρησιμοποιήσει τις υποδομές του για την παρουσίαση μεγαλύτερων τηλεοπτικών παραγωγών. Τέλος, αν προχωρήσουν οι συνομιλίες μας με τηλεοπτικούς σταθμούς της περιφέρειας, η ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ θα γίνει εβδομαδιαία.
Ο σημαντικότερος στόχος μας όμως είναι η αύξηση της διάδρασης με τους αναγνώστες μας. Στο πρόγραμμά μας είναι η οργάνωση μηνιαίων συναντήσεων σε όλο και μεγαλύτερους χώρους τις οποίες θα μετατρέψουμε σε ουσιαστικές ημερίδες με καλεσμένους από Ελλάδα και εξωτερικό. Σε αυτές τις συναντήσεις πέραν της ανταλλαγής απόψεων θα γίνονται θεματικές παρουσιάσεις και θα σχηματίζονται working και focus groups για την οργάνωση συγκεκριμένων αφιερωμάτων. Τα μέλη μας θα γίνουν φέτος το επίκεντρο της δραστηριότητάς μας.
Εν κατακλείδι
Το ThePressProject ξεκίνησε πριν από 6 χρόνια ένα ταξίδι που μας άλλαξε ριζικά. Μας έκανε να σκεφτούμε περισσότερο και να προσπαθήσουμε περισσότερο. Μας έκανε να αλλάξουμε τον τρόπο που προσεγγίζουμε δημοσιογραφικά τα θέματα και να αλλάξουμε τις προτεραιότητές μας. Αυτό όμως που δεν άλλαξε από την πρώτη στιγμή είναι το πνεύμα ελευθερίας, που αποτελεί τον θεμέλιο λίθο του.
Το εκδοτικό μας όραμα είναι πολύ μεγαλύτερο από τις τρέχουσες δυνατότητές μας. Το TPP που θα με έκανε εμένα ευτυχισμένο θα είχε πάνω από 50 δημοσιογράφους και το έργο που θα παρήγαγε θα ήταν τόσο ποιοτικό και πλήρες που θα ανταγωνιζόταν τα μεγάλα διεθνή ΜΜΕ. Για να γινόταν κάτι τέτοιο πραγματικότητα θα χρειαζόταν τα μέλη των 1101 να είναι 12.000. Πιστεύετε ότι είναι πολλά σε σχέση με τους 420.000 συμπολίτες μας που δίνουν 20€ το μήνα για να αγοράζουν κυριακάτικες εφημερίδες; Εγώ πιστεύω πως όχι. Αν σπάσουμε την αποπροσανατολιστική και ύποπτη συνήθεια του «τζάμπα ίντερνετ» τότε θα σπάσουμε τη συμμαχία της διαπλοκής. Τότε τα 246 εκατομμύριά τους θα είναι ασήμαντα μπροστά στη δύναμή μας. Τότε μόνο θα δημιουργήσουμε την ελπίδα για ένα διαφορετικό μέλλον, με ισχυρότερους κοινωνικούς δεσμούς, που θα οδηγήσει σε ουσιαστικότερη δημοκρατία.