του Βαγγέλη Γεωργίοu
Φωτογραφία: Jered Rodriguezυ
Ο Ferdinand Schörner πίσω από τα μυωπικά του γυαλιά παρατηρούσε τους καταπονημένους Έλληνες στρατιώτες να βγαίνουν από το πολυβολείο τους αφού τους είχαν τελειώσει τα πυρομαχικά. Οργισμένος που έχασε 232 στρατιώτες του από μόλις 6 αντίπαλους στρατιώτες πλησίασε τον ανώτερό τους, τον επιλοχία Δημήτρη Ίτσιο, να τον συγχαρεί γιατί «με την αντίσταση του ζωντάνεψε το πνεύμα των προγόνων του». Ο Έλληνας υπαξιωματικός αποκρίθηκε ότι έκανε το καθήκον του. Μέσα σε λίγα λεπτά ο Γερμανός στρατηγός διέταξε να τον εκτελέσουν διότι όπως είπε έπρεπε να κάνει και εκείνος το «καθήκον του». Συνέβη τον Απρίλιο του 1941 στα Οχυρά Μεταξά και καταγράφηκε ως το πρώτο έγκλημα πολέμου στην Ελλάδα.
Αρκετές δεκαετίες μετά σε ένα δωμάτιο οι Υπουργοί του ΝΑΤΟ συζητούσαν προκειμένου να αποφασίσουν αν θα συνδράμουν τη δικτατορική Τουρκία με χρήματα. Όταν έλαβε το λόγο ο Έλληνας ΥΕΘΑ, Ευάγγελος Αβέρωφ, μίλησε για την ελληνική άμυνα και τις δυνατότητές της ξεκινώντας από τα ηρωικά οχυρά του 1941.
«Oι βόρειες οχυρώσεις μας ήταν τόσο σημαντικές που όταν ο Φασισμός και ο Ναζισμός ήταν κυρίαρχοι σε όλη την Ευρώπη – δεν λέω η Γερμανία και η Ιταλία– όταν κατέλαβαν όλη την Ευρώπη και αποφασίσαμε να αντισταθούμε στην Βέρμαχτ(…) η Βέρμαχτ δεν κατάφερε να περάσει τις οχυρώσεις»(ΝΑΤΟ, DPC- VR (80) 20 PART II).
Μετά το τέλος της ομιλίας ο Πρόεδρος του ΝΑΤΟ Joseph Luns -που στο παρελθόν υπήρξε μέλος του φασιστικού κόμματος Ολλανδίας και στενός φίλος του Πορτογάλου δικτάτορα Σαλαζάρ- έμεινε απόλυτα ικανοποιημένος από τα λόγια του Έλληνα Υπουργού. Ίσως να μην περίμενε ποτέ τόσο «προοδευτικές» τοποθετήσεις από υπουργό χώρας που βίωσε το ολοκαύτωμα:
«Σας ευχαριστώ πολύ κύριε Υπουργέ, σας ξέρω τόσα πολλά χρόνια που δεν εκπλήσσομαι ακούγοντας από εσάς αυτές τις πολύ γενναιόδωρες και θετικές δηλώσεις για τους συμμάχους σας (εννοεί και τους Τούρκους). [..] Σας ευχαριστώ και πάλι».
Ο καθένας θα μπορούσε να είναι ναζί: η κοινοτυπία του κακού
Μεταπολεμικά υπήρξαν ιδιοφυείς προσπάθειες να εξηγηθεί και ταυτόχρονα να μειωθεί η ευθύνη εκείνων των Γερμανών από διανοούμενους όπως η δημοσιογράφος και φιλόσοφος Χάνα Άρεντ τη δεκαετία του 1960, άλλοτε ερωμένη του ναζιστή φιλόσοφου Μάρτιν Χάιντεγκερ. Η Χάνα Άρεντ καλύπτοντας την δίκη του Άντολφ Άιχμαν είχε οδηγηθεί στο συμπέρασμα (Eichmann in Jerusalem: A Report on the Banality of Evil) πως επρόκειτο για έναν κανονικό άνθρωπο της «διπλανής πόρτας» που αναγκάστηκε να μεταμορφωθεί σε ένα τέρας λόγω συνθηκών. Σε ένα ανάλογο συμπέρασμα κατέληξε με το πείραμά του ο Stanley Milgram αποδεικνύοντας υποτίθεται πως ακόμα και αξιοπρεπείς άνθρωποι είναι ικανοί να ακολουθήσουν κτηνώδεις διαταγές. Η Χάνα Άρεντ δέχτηκε πολλές επικρίσεις και εδώ συμπυκνώνουμε την επιχειρηματολογία των υποστηρικτών της πως «αρνούμενοι την κανονικότητα του Eichmann [σημαίνει] ότι επιμένουμε ακόμα να θέλουμε να τον μεταμορφώσουμε σε τέρας και έτσι να αρνηθούμε να αντιμετωπίσουμε την επικίνδυνη αλήθεια που η Χάνα Άρεντ έκανε ορατή».
Αργότερα όταν κάλυψε την δίκη του Άιχμαν, το γεγονός ότι ο Άιχμαν ήταν ένας κλόουν και όχι τέρας, κατά την Άρρεντ, δεν τον διαφοροποεί από το δραματικό αποτέλεσμα των πράξεών του. H Χάνα Άρεντ, κατά τον δημοσιογράφο Ron Rosenbaum, προσπαθώντας να κανει μια δημοσιογραφική δουλειά πίστεψε τις ανοησίες του Άιχμαν και έφτιαξε τη θεωρία της κοινοτυπίας του κακού. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν να δημιουργήσει μια φιλοσοφική θεωρία που λειτούργησε και ως τελευταίο προπύργιο ηθικής ασυλίας για τους Γερμανούς. Κατά τον ίδιο τρόπο εξαπατήθηκε και ο ψυχίατρος της CIA που ανέλυσε την προσωπικότητα του Χέρμαν Γκέρινγκ ο Douglas M. Kelley την δεκαετία του 1940. Συμπέρανε ακριβώς ότι και η Χάνα Άρεντ, ότι ο Γκέρινγκ ήταν ένας κανονικός άνθρωπος που θα μπορούσε να υπάρχει σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου. Το πρόβλημα με τον Douglas M. Kelley ήταν πως ήρθε πάρα πολύ κοντά στον ευφυέαστο Γκαίρινγκ ώστε τον συμπάθησε(!).
Ωστόσο οι παρωχημένες προσεγγίσεις της Άρεντ διευκόλυναν το αμερικανικό πολιτικό κατεστημένο του Ψυχρού Πολέμου και όπως παραστατικά ανέφερε ο ιστορικός David Cesarani «Η έννοια της κοινοτοπίας του κακού, σε συνδυασμό με τις διατριβές του Milgram για την τάση [των ανθρώπων] στην υπακοή στην εξουσία, φόρεσαν ένα ζουρλομανδύα στην έρευνα για δύο δεκαετίες».
Βαθμολογώντας την ευθύνη
Ο Καθηγητής Ψυχολογίας Dean Keith Simonton στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια θεωρεί (“Who makes history and Why”, 1994) ότι με τις έρευνες του ψυχόλογου Λόρενς Κόλμπεργκ σημειώθηκε μεγάλη πρόοδος. Ο Κόλμπεργκ λοιπόν ανέπτυξε 6 ηθικά στάδια το καθένα από τα οποία αντιπροσωπεύει μια ποιοτικά διαφορετική ηθική συμπεριφορά. Μεγαλώνοντας οι άνθρωποι περνούν από τα ίδια στάδια αλλά το ζήτημα είναι σε ποιο μένει ο καθένας.
1. Υπακοή και τιμωρία. Οι πράξεις κρίνονται με βάση τις υλικές επιπτώσεις τους και όχι με βάση τις προθέσεις των δραστών. Άκριβώς όπως συμβαίνει σε ένα νήπιο.
2. Ατομικισμός και ανταλλαγή, δηλαδή εδώ η ηθική περιορίζεται στην στενή αρχή της ανταπόδοσης, «θα σου ξύσω την πλάτη, αν ξύσεις τη δική μου». Οι ηθικές αποφάσεις κατευθύνονται αποκλειστικά από ότι επιτρέπει στους ανθρώπους να αυξήσουν την ηδονή τους και να περιορίσουν τη δυστυχία τους.
3. Διαπροσωπική συμφωνία, διατήρηση των σχέσεων και συμόρφωση. Οι άνθρωποι συμορφώνονται προς τους γενικούς κανόνες και τις προσδοκίες για να κερδίσουν την κοινωνική επιδοκιμασία. Είμαστε στα ηθικά επίπεδα ενός μέσου μαθητή στις ΗΠΑ.
4. Κοινωνική συμφωνία και διατήρηση του συστήματος. Πρόκειται για το «νόμο και τἀξη» που παραπέμπει στην ηθική φιλοσοφία του Τομας Χόμπς. Σε αυτό το επίπεδο σκέφτονται οι περισσότεροι ενήλικες στις ΗΠΑ.
5. Κοινωνικό συμβόλαιο, ωφέλεια και ατομικά δικαιώματα. Οι άνθρωποι εδώ κοινούνται πέραν των επιταγών και νόμων της κοινωνίας αναγνωρίζοντας την ποικιλία των απόψεων και αξιών ενός κοινωνικού συστήματος. Οι μειοψηφίες έχουν δικαιώματα τα οποία δεν μπορούν να καταργηθούν από τις πλειοψηφίες. Ο Τόμας Τζέφερσον βρίσκεται κάπου εδώ με την προστασία που παρείχε στις μειοψηφίες.
6. Οικουμενικές ηθικές αρχές που πηγάζουν από τη θεμελιώδη πίστη στην ουσιαστική και ίσως αξιοπρέπεια όλων των ανθρώπινων όντων που δρουν λογικά. Εδώ ταιριάζει η αρχή του Ιησού «κάντε στους ανθρώπους αυτό που θα θέλατε να σας κάνουν». Βρισκόμαστε στο στάδιο του Κομφούκιου και του Λούθερ Κίνγκ ο οποίος ενώ εναντιώθηκε στους ρατσιστικούς νόμους των ΗΠΑ πληρώνοντάς το ακριβά η Άνα Άρεντ ψέλιζε κάτι διάφορά για White Supremacy.
Ο Άιχμαν ωστόσο όταν δικαζόταν πρόβαλλε δικαιολογίες του πρώτου και δεύτερου σταδίου λέγοντας πως «αν είχα αψηφήσει τη διαταγή του τέως Φύρερ του Γερμανικού Ράιχ, του Αδόλφου Χίτλερ, όχι μόνο θα ήμουν παλιάνθρωπος, αλλά και χαμερπές γουρούνι σαν εκείνα που δεν τήρησαν το στρατιωτικό τους όρκο και συντάχτηκαν με τους αντιχιτλερικούς εγκληματίες..». Πως εντοπίζεται άραγε αυτή η κοινοτυπία του κακού σε έναν τέτοιο άνθρωπο; Ο Άιχμαν όπως αναφέρει ο δημοσιογράφος Ron Rosenbaum, ήταν ένας σατανικός κυνηγός Εβραίων μεταξύ άλλων, που ακόμα όταν όλα είχαν χαθεί για την Γερμανία παρενέβη προσωπικά επιμένοντας να εξοντωθούν οι εβραίοι της Ουγγαρίας, η τελευταία εβραική ομάδα που έμεινε στην Ευρώπη. Είναι αλήθεια ότι ο Άιχμαν δεν είχε άλλη επιλογή; O Γερμανός δημοσιογράφος Φριτς Γκέρλιχ που εξοντώθηκε από τους χιτλερικούς επειδή έγραφε κατά του Χίτλερ, ο γιατρός Χανς Μουνχ που αρνήθηκε να συμμετάσχει στο Ολοκάυτωμα ή ο αξέχαστος πολιτικός επιστήμονας Wolfgang Abendtroth που αυτομόλησε στον ΕΛΑΣ όταν ήρθε στην Ελλάδα φαίνεται ότι είχαν άλλη επιλογή.
Το παρελθόν του γερμανικού πρόβληματος
To πρόβλημα με τους Γερμανούς είχε ξεκινήσεις πολύ καιρό πριν όταν στην Γερμανία είχε επικρατήσει ήδη από τις αρχές του 19o αιώνα η αρχή «της ανωριμότητας των αρχομένων». Η γερμανική απολιτική κουλτούρα (Μπιντερμαϊερισμός) έτσι όπως την εξέθρεψε ο von Metternich γεννήθηκε στα καλαίσθητα γερμανικά μεσοαστικά σπιτάκια που απαγόρευε στην κοινωνία και τις τέχνες να ασχολούνται με πολιτικά θέματα. Φεουδάρχες αριστοκράτες και μεγαλοαστοί είχε συμμαχήσει στραγγαλίζοντας κάθε υπόνοια για πολιτική πρόοδο και εκδημοκρατισμό όπως συνέβαινε σε άλλες χώρες. Οι Γερμανοί κλείνοντας τις πόρτες ακόμα και στα θετικά σημεία του Διαφωτισμού και φιλελευθερισμού έκαναν μια στροφή στο τυποποιημένο μεσσαιωνικό παρελθόν τους έτσι ώστε να διαφυλάξουν οι φεουδάρχες τα προνόμιά τους. Έτσι ξεπήδησε η συντηρητική ρομαντική θεωρία κατά την οποία η ανθρώπινη ελευθερία ήταν νοητή μόνο σε σύνδεση με την ολότητα του κράτους, το οποίο φυσικά θα ελέγχουν οι προνομιούχοι. Συνεπώς σε όλα αυτά ο κοινοβουλευτισμός δεν είχε καμία θέση στην γρεμανική πολιτική σκέψη καταλήγοντας ο Γερμανός πολιτειολόγος Kurt Lenk ότι ο πολιτικός ρομαντισμός ήταν αντικοινοβουλευτικός. Όπως έλεγε και ο Γερμανός ακαδημαϊκός Eberhard Dähne «το γεγονός ότι η μεγαλοαστική τάξη «σκιζόταν» για τίτλους ευγενείας ήταν η αποθέωση της φεουδαρχικοκαπιταλιστικής συνεργασίας που συνέβη αποκλειστικά στη Γερμανία».
Και αυτή η συμμαχία εκπαίδευε τον γερμανικό λαό ανάλογα. Ας μην ξεχνιούνται οι παρεναίσεις του Alfred Krup προς τον φτωχό κοσμάκη «απολαύστε αυτό που σας είναι γραφτό. Αφού τελειώσετε τη δουλειά σας, μείνετε στον κύκλο των δικών σας, στους γονείς, τη γυναίκα και τα παιδιά, νοιαστείτε για το νοικοκυριό σας και την ανατροφή σας. Αυτό είναι δική σας πολιτική, με αυτούς θα ζήσετε χαρούμενες ώρες. Αλλά για τη μεγάλη πολιτική της χώρας, γλιτώστε τους εαυτούς σας από την αναστάτωση». Δηλαδή κοίτα το σπίτι σου αλλά να είσαι διαθέσιμος να κάψεις των υπολοίπων αν δούμε ότι κινδυνεύουν τα παλάτια μας. «Οτιδήποτε θα διατέρρασσε αυτή την εικόνα θα παρουσιαζόταν από την ελίτ ως κρίση της κοινωνίας».
Τα ηνία της χώρας τα κρατούσαν ηγέτες που φρόντισαν να στραγγαλίσουν με «δημοκρατικές» διαδικασίες τις πιο φιλελεύθερες φωνές. Σε πολιτικό επίπεδο αρκεί να δει κανείς τον απίστευτο τρόπο που σχημάτιζαν τις εκλογικές περιφέρειες οι Γερμανοί του Β’ Ράιχ. Αστικές περιοχές με πληθυσμό 27 φορές μεγαλύτερο από μια συντηρητική αγροτική περιφέρεια εξέλεγαν τον ίδιο αριθμό αντιπροσώπων μαρτυρώντας μια απίστευτη υποαντιπροσώπευση για τις «κόκκινες» περιοχές. Δεν υπήρξε δηλαδή αναδιανομή των εδρών έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις πληθυσμιακές ανάγκες συντρίβοντας την πολιτική ενηλικίωση του γερμανικού έθνους. Αυτό το απροκάλυπτο σύστημα της σαλαμάνδρας (μέθοδο gerrymander) που εφάρμοζαν στο Β’ Ράιχ περιγράφει αναλυτικά ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών Θανάσης Διαμαντόπουλος(Εκλογικά Συστήματα: Θεωρία και Πρακτικές). Τη στιγμή που μαγειρευόταν το πολιτικό σύστημα, στα σχολεία διδασκόταν η θεωρία περί του «κληρονομικού εχθρού» και στα φαγοπότια τους οι Γερμανοί τραγουδούσαν «Deutschland uber alles» (H Γερμανία υπεράνω όλων). Ενώ για παράδειγμα στην Γαλλία βρέθηκε τρόπος να πνίξουν τον αναδυόμενο εθνικισμό οι Γερμανοί βρέθηκαν πολιτικά λοβοτομημένοι. Δεν αποτυπώνεται καλύτερα αυτή εικόνα από το περιστατικό του υποδηματοποιού Γουλιέλμου Φοτ στο Βερολίνο το 1906. Ο Φοτ έβαλε μια στολή λοχαγού και βγήκε στον δρόμο και μέσα σε έξι ώρες έπεισε στρατιώτες και αστυνομικούς να τον ακολουθήσουν, διέταξε τη σύλληψη του δημάρχου, έβαλε τις αρχές τις πόλεις να τον πληρώσουν 4.000 μάρκα και έδινε παντού διαταγές. Δεν βρέθηκε κανείς να ζητήσει τα στοιχεία μόνο και μόνο επειδή φορούσε στολή. Στην Βρετανία άραγε θα συνέβαινε κάτι ανάλογο;
Ο γερμανικός ρομαντισμός είχε καταβροχθίσει όχι μόνο το παιδί των αστών, τον διαφωτισμό –εν μέρει επιζήμιος και ο ίδιος- αλλά κυρίως την ίδια την ελευθερία των Γερμανών εργατών. Η γερμανική βαριά βιομηχανία σε συμφωνία με τους μεγαλοτσιφλικάδες, τους περισσότερους αξιωματικούς του στρατού και ένα μεγάλο μέρος των ανώτερων υπαλλήλων άρχισε να ξανα-ανατρέπει τον εκδημοκρατισμό ήδη από το 1918. «Η δικαιολογία που επικαλούνται μετά την κατάρρευση του 1945 ότι δηλαδή δεν μπορούσε να προβλέψει κανείς τις συνέπεις του φασισμού» συμπεραίνει ο Eberhard Dähne, «αποτελεί μια εξοντωτική μαρτυρία για την ικανότητα κρίσης των «λίγων» που νομίζουν ότι νομιμοποιούνται για την αρχή τους επί τω «πολλών» ενώ αντιφάσκει ταυτόχρονα με τα αντικειμενικά γεγονότα».
Το ζήτημα μας δεν είναι μόνο αν κανονικοί άνθρωποι μπορούν να γίνουν τέρατα αλλά τι εννοούμε όταν λέμε κανονικός άνθρωπος. Άλλη κανονικότητα είχε ο Γάλλος ή ο Έλληνας του 1910 και άλλη ο Γερμανός. Ε, λοιπόν στη γερμανική περίπτωση η τερατοποίηση αποδείχτηκε τότε σαφώς πιο εύκολη υπόθεση. Στις δεκαετίες που πέρασαν, ο πολιτικός ύπνος του γερμανικού Μπιντερμαϊερισμού και η λοβοτομή του πολιτικού ρομαντισμού συντέλεσαν στη σταδιακή αποδοχή και στήριξη του Χίτλερ από τον κόσμο. Επιστρέφοντας λοιπόν στο αρχικό ερώτημα αν στην Ελλάδα το 1941 επιτέθηκαν οι Γερμανοί ή οι Ναζί μπορούμε να απαντήσουμε με ένα άλλο ερώτημα: Άραγε για ποιό λόγο λέμε ότι στον Α’ΠΠ πολεμήσαμε τους Γερμανούς ενώ το 1941 ότι μας επιτέθηκαν οι Ναζί; Το ξέπλυμα του Αβέρωφ οφείλεται ότι εκείνη τη μέρα ζήτησε χρήματα από τους Ευρωπαίους συμμάχους οπότε για όλα τα κακά έφταιγαν άλλοι αλλά όχι οι εθνικοί λαοί. Οι ακρότητες του 41’ μεταθέτουν την ευθύνη κάπου αλλού λες και ένα ολόκληρο έθνος έλειπε από την ιστορία. Η εκδίκηση φυσικά δεν πρέπει να έχει καμια θέση στους λαούς και γι’ αυτό ας κρατήσουμε την συγχώρεση που ζήτησε ο Γερμανός πρέσβης στην Ελλάδα σε εκδήλωση το 2014 από την ανθρωπότητα γι’ αυτό που έκανε η χώρα του και όχι -μόνο- οι Ναζί. Απλά να προσέχουμε μήπως στη νέα γεμανική γενιά ξυπνάει εκείνος ο ανησυχητικός μπιτερμαγιερισμός.