Πριν από μερικά χρόνια, ο γνωστός διανοούμενος Νόαμ Τσόμσκι προειδοποίησε ότι το πολιτικό κλίμα στις ΗΠΑ ήταν έτοιμο να εμφανίσει ένα αυταρχικό πρόσωπο. Τώρα, μοιράζεται τις σκέψεις του για τα επακόλουθα των εκλογών, την ετοιμοθάνατη κατάσταση του πολιτικού συστήματος των ΗΠΑ και το γιατί ο Τραμπ είναι μια πραγματική απειλή για τον κόσμο και τον πλανήτη γενικότερα.
Συνέντευξη στον Χρόνη Πολυχρονίου
Χ. Πολυχρονίου για το Truthout: Νόαμ, το αδιανόητο συνέβη: Σε αντίθεση με όλες τις προβλέψεις, ο Ντόναλντ Τραμπ σημείωσε μια αποφασιστική νίκη επί της Χίλαρι Κλίντον, και ο άνθρωπος που ο Μάικλ Μουρ χαρακτήρισε ως «άθλιο, αδαή, επικίνδυνο, μερικής απασχόλησης κλόουν και πλήρους απασχόλησης ψυχοπαθή» θα είναι ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ. Κατά τη γνώμη σας, ποια ήταν τα καθοριστικά στοιχεία που οδήγησαν τους αμερικάνους ψηφοφόρους να κάνουν τη μεγαλύτερη έκπληξη στην ιστορία της πολιτικής των ΗΠΑ;
Νόαμ Τσόμσκι: Προτού τεθεί αυτό το ερώτημα, νομίζω είναι σημαντικό να περάσουμε λίγο χρόνο μελετώντας τι ακριβώς συνέβη στις 8 Νοεμβρίου, ημερομηνία που θα μπορούσε να αποδειχθεί ως μια από τις πιο σημαντικές στην ιστορία της ανθρωπότητας, ανάλογα με το πώς θα αντιδράσουμε.
Δεν είναι υπερβολή.Η πιο σημαντική είδηση της 8ης Νοεμβρίου έχει ελάχιστα επισημανθεί, γεγονός με κάποια σημασία από μόνο του.
Στις 8 Νοεμβρίου, ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός (ΠΜΟ) εξέδωσε μια έκθεση στην παγκόσμια διάσκεψη για την κλιματική αλλαγή στο Μαρόκο (COP22), η οποία κλήθηκε για να προωθήσει τη συμφωνία στο Παρίσι (COP21). Ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός ανέφερε ότι τα τελευταία πέντε χρόνια ήταν τα πιο ζεστά που έχουν καταγραφεί. Έδειξε ότι η άνοδος της στάθμης της θάλασσας σύντομα να ενταθεί ως αποτέλεσμα του απροσδόκητα γρήγορου λιώσιμου των πολικών πάγων, με πιο απειλητικούς τους τεράστιους παγετώνες της Ανταρκτικής. Ήδη, το στρώμα πάγου στη θάλασσα της Αρκτικής είναι τα τελευταία πέντε χρόνια 28% κάτω από το μέσο όρο των προηγούμενων 29 ετών, με αποτέλεσμα όχι μόνο την αύξηση της στάθμης της θάλασσας, αλλά και τη μείωση της επίδρασης της ψύξης των πολικών πάγων στην αντανάκλαση των ηλιακών ακτινών, επιταχύνοντας έτσι τις δυσοίωνες συνέπειες της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Ο ΠMO ανέφερε ακόμη ότι οι θερμοκρασίες πλησιάζουν επικίνδυνα κοντά στο όριο που τέθηκε στη συμφωνία του Παρισιού ως στόχος, μαζί με άλλες τρομερές αναφορές και προβλέψεις.
Και ένα άλλο γεγονός έλαβε χώρα στις 8 Νοεμβρίου, το οποίο επίσης μπορεί να αποδειχθεί ασυνήθιστης ιστορικής σημασίας επειδή, για άλλη μια φορά, μόλις που αναφέρθηκε. Στις 8 Νοεμβρίου, η πιο ισχυρή χώρα στην παγκόσμια ιστορία, η οποία θα καθορίσει ό,τι έρχεται μελλοντικά, είχε εκλογές. Το αποτέλεσμα έδωσε τον απόλυτο έλεγχο της κυβέρνησης- την εκτελεστική δύναμη, το Κογκρέσο, το Ανώτατο Δικαστήριο- στα χέρια του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, το οποίο έχει γίνει η πιο επικίνδυνη οργάνωση στην παγκόσμια ιστορία.
Εκτός από την τελευταία φράση, όλο αυτό είναι αδιαμφισβήτητο. Η τελευταία φράση μπορεί να φαίνεται παράξενη, ακόμα και εξωφρενική. Αλλά είναι όντως; Τα γεγονότα δείχνουν το αντίθετο. Το Κόμμα έχει ως αποστολή να φέρει όσο πιο γρήγορα γίνεται τη διάλυση της οργανωμένης ζωής των ανθρώπων. Δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο για μια τέτοια θέση. Είναι υπερβολή αυτό; Σκεφτείτε τι έχουμε μόλις δει.
Κατά τη διάρκεια των προκριματικών εκλογών των Ρεπουμπλικάνων, κάθε υποψήφιος αρνήθηκε ότι αυτό που γίνεται όντως συμβαίνει- με εξαίρεση τους λογικούς μετριοπαθείς, όπως ο Τζεμπ Μπους, ο οποίος είπε ότι τα πάντα είναι αβέβαια, αλλά δεν χρειάζεται να κάνουμε τίποτα, γιατί παράγουμε περισσότερο φυσικό αέριο, χάρη στην υδραυλική ρωγμάτωση. Ή ο Τζον Κέισικ, ο οποίος συμφώνησε ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη όντως συμβαίνει, αλλά πρόσθεσε ότι «θα κάψουμε [άνθρακα] στο Οχάιο και δεν πρόκειται να απολογηθούμε για αυτό».
Ο υποψήφιος που νίκησε, και ο εκλεγμένος πρόεδρος τώρα, ζητάει την ταχεία αύξηση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένου του άνθρακα, καταργώντας τους κανονισμούς και αρνούμενος να βοηθήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες που προσπαθούν να αναπτύξουν τη βιώσιμη ενέργεια κα γενικά προχωρώντας αντίθετα και όσο πιο γρήγορα γίνεται.
Ο Τραμπ έχει ήδη λάβει μέτρα για να καταργήσει την Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας (ΥΠA) με την τοποθέτηση επικεφαλής της μεταβατικής φάσης της ΥΠA έναν διαβόητο (και περήφανο) αρνητή της κλιματικής αλλαγής, τον Μάιρον Έμπελ. Ο κύριος σύμβουλος του Τραμπ για την ενέργεια, ο δισεκατομμυριούχος διευθυντής εταιρείας πετρελαίου Χάρολντ Χαμ, ανακοίνωσε τις προσδοκίες του, οι οποίες ήταν προβλέψιμες: την κατάργηση των κανονισμών, τις φορολογικές περικοπές για τη βιομηχανία (και για τους πλούσιους και τον επιχειρηματικό τομέα εν γένει), την αύξηση της παραγωγής ορυκτών καυσίμων, την άρση του προσωρινού μπλοκ του Ομπάμα για την κατασκευή του πετρελαϊκού αγωγού στην Ντακότα (Dakota Access Pipeline). Η αγορά αντέδρασε γρήγορα. Οι μετοχές των εταιρειών ενέργειας ανέβηκαν, συμπεριλαμβανομένης της παγκοσμίως μεγαλύτερης εταιρείας εξόρυξης άνθρακα, Peabody Energy, η οποία είχε κηρύξει πτώχευση, αλλά μετά τη νίκη του Τραμπ, σημείωσε αύξηση 50 τοις εκατό.
Τα αποτελέσματα της θέσης άρνησης των Ρεπουμπλικάνων είχαν γίνει ήδη αισθητά. Υπήρχαν ελπίδες ότι η Συμφωνία του Παρισιού θα οδηγούσε σε μια συνθήκη ελέγχου, αλλά οποιεσδήποτε τέτοιες σκέψεις εγκαταλείφτηκαν, επειδή το Κογκρέσο των Ρεπουμπλικάνων δεν έχει δεχθεί καμία δεσμευτική υποχρέωση και έτσι αυτό που προέκυψε ήταν μια αυτοδεσμευτική συμφωνία, προφανώς ασθενέστερη.
Οι επιπτώσεις μπορεί να γίνουν σύντομα ακόμη πιο εμφανείς από ό,τι ήδη είναι. Στο Μπαγκλαντές και μόνο, δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι φαίνεται ότι θα χρειαστεί να φύγουν από πεδιάδες χαμηλού υψόμετρου στα επόμενα χρόνια, λόγω της ανόδου της στάθμης της θάλασσας και των πιο αντίξοων καιρικών συνθηκών, δημιουργώντας μια μεταναστευτική κρίση που θα κάνει τη σημερινή κρίση να φαίνεται μικρή σε σημασία. Πολύ δικαιολογημένα, κορυφαίοι επιστήμονες στο Μπαγκλαντές λένε ότι «αυτοί οι μετανάστες πρέπει να έχουν το δικαίωμα να μετακινηθούν προς τις χώρες από τις οποίες προέρχονται όλα αυτά τα αέρια του θερμοκηπίου. Εκατομμύρια αυτών θα πρέπει να έχουν την ελευθερία να πάνε στις Ηνωμένες Πολιτείες». Έτσι και στις άλλες πλούσιες χώρες που έχουν γίνει πλούσιες προκαλώντας την εμφάνιση μιας νέας γεωλογικής εποχής, την Ανθρωπόκαινο, που χαρακτηρίζεται από τη ριζική μεταλλαγή του περιβάλλοντος από τον άνθρωπο. Αυτές οι καταστροφικές συνέπειες μπορεί μόνο να ενταθούν, όχι μόνο στο Μπαγκλαντές, αλλά και σε όλη τη Νότια Ασία καθώς οι θερμοκρασίες, που είναι ήδη ανυπόφορες για τους φτωχούς, αυξάνονται αμείλικτα και οι παγετώνες των Ιμαλαΐων λιώνουν, απειλώντας την υδροδότηση στο σύνολό της. Ήδη στην Ινδία, περίπου 300 εκατομμύρια άνθρωποι έχει αποδειχθεί ότι δεν έχουν επαρκές πόσιμο νερό. Και οι συνέπειες θα είναι ακόμα πιο έντονες.
Είναι δύσκολο να βρω λέξεις για να εκφράσω το γεγονός ότι οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν το πιο σημαντικό ζήτημα στην ιστορία τους- αν η οργανωμένη ανθρώπινη ζωή θα επιβιώσει σε μια μορφή σαν αυτή που γνωρίζουμε- και απαντούν προχωρώντας γρήγορα προς την καταστροφή.
Παρόμοιες παρατηρήσεις ισχύουν και για το άλλο τεράστιο ζήτημα που αφορά την επιβίωση του ανθρώπου: την απειλή της πυρηνικής καταστροφής, η οποία άρχισε να διαγράφεται πάνω από τα κεφάλια μας πριν από 70 χρόνια και τώρα αυξάνεται.
Δεν είναι λιγότερο δύσκολο να βρω τις λέξεις για να εκφράσω το απόλυτα εκπληκτικό γεγονός ότι σε όλη τη μαζική κάλυψη των εκλογικών υπερβολών, τίποτα από όλα αυτά δεν πήραν κάτι παραπάνω από ό, τι μια απλή αναφορά. Εγώ τουλάχιστον δεν μπορώ να βρω τις κατάλληλες λέξεις.
Τέλος, όσον αφορά το ερώτημα που τέθηκε, για να είμαι ακριβής, φαίνεται ότι η Κλίντον πήρε την οριακή πλειοψηφία στις εκλογές. Η φαινομενική αποφασιστική νίκη έχει να κάνει με τα περίεργα χαρακτηριστικά της αμερικανικής πολιτικής: μεταξύ άλλων παραγόντων, το κατάλοιπο των εκλεκτόρων από την ίδρυση της χώρας ως μια συμμαχία ξεχωριστών πολιτειών· το σύστημα του νικητή που τα παίρνει όλα σε κάθε πολιτεία· τη διάταξη των διοικητικών περιφερειών (μερικές φορές με μεροληπτική διαίρεση) ώστε να δίνουν μεγαλύτερο βάρος στην ψήφο των αγροτών (στις προηγούμενες εκλογές, και πιθανώς και σε αυτές, οι Δημοκρατικοί είχαν ένα άνετο περιθώριο για νίκη στη λαϊκή ψήφο για τη Βουλή, αλλά κατείχαν τη μειοψηφία των εδρών)· το πολύ υψηλό ποσοστό αποχής (συνήθως κοντά στο μισό στις προεδρικές εκλογές, αυτών συμπεριλαμβανομένων). Έχει κάποια σημασία για το μέλλον το γεγονός ότι στην ηλικιακή ομάδα 18-25, η Κλίντον κέρδισε άνετα, και ο Σάντερς είχε ένα ακόμα υψηλότερο επίπεδο στήριξης. Το πόσο σημασία θα έχει αυτό εξαρτάται από το τι είδους μέλλον θα αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα.
Σύμφωνα με τις τρέχουσες πληροφορίες, ο Τραμπ έσπασε όλα τα ρεκόρ όσον αφορά την υποστήριξη που έλαβε από τους λευκούς ψηφοφόρους, την εργατική τάξη και την κατώτερη μεσαία τάξη, ιδιαίτερα στο εύρος εισοδήματος 50.000 έως 90.000 δολάρια, τις αγροτικές και ημιαστικές τάξεις, κυρίως εκείνους που δεν έχουν λάβει τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτές οι ομάδες μοιράζονται το θυμό σε όλη τη Δύση για το κεντρώο κατεστημένο, όπως φάνηκε και στη μη αναμενόμενη ψηφοφορία για το Brexit και στην κατάρρευση των κεντρώων κομμάτων στην ηπειρωτική Ευρώπη. [Πολλοί από] τους θυμωμένους και δυσαρεστημένους είναι θύματα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών της παλιάς γενιάς, των πολιτικών που περιγράφονται στην κατάθεση στο Κογκρέσο από τον διοικητή της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, Άλαν Γκρίνσπαν- τον «Άγιο Άλαν», όπως τον έλεγαν σε ένδειξη σεβασμού οι επαγγελματίες στα οικονομικά και άλλοι λάτρεις του, μέχρι τη συντριβή της θαυμαστής οικονομίας που επόπτευε κατά την περίοδο 2007-2008, απειλώντας να ανατρέψει έτσι το σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας. Όπως είχε εξηγήσει ο Γκρίνσπαν στις ημέρες της δόξας του, οι επιτυχίες του στην οικονομική διαχείριση βασίστηκαν ουσιαστικά στην «αύξηση της ανασφάλειας των εργαζόμενων». Οι εργαζόμενοι που εκφοβίζονταν δεν θα ζητούσαν υψηλότερους μισθούς, επιδόματα και ασφάλεια, αλλά θα ήταν ευχαριστημένοι με στάσιμους μισθούς και μειωμένα επιδόματα που σηματοδοτούν μια υγιή οικονομία σύμφωνα με τα νεοφιλελεύθερα πρότυπα.
Οι εργαζόμενοι, που ήταν το αντικείμενο αυτών των πειραμάτων στην οικονομική θεωρία, δεν είναι ιδιαίτερα χαρούμενοι με το αποτέλεσμα. Δεν είναι, για παράδειγμα, περιχαρείς για το γεγονός ότι το 2007, στο αποκορύφωμα του νεοφιλελεύθερου θαύματος, οι πραγματικοί μισθοί για τους ελεύθερους επαγγελματίες ήταν χαμηλότεροι από ότι ήταν χρόνια νωρίτερα ή ότι οι πραγματικοί μισθοί για τους άνδρες εργάτες είναι περίπου στα επίπεδα της δεκαετίας του 1960, ενώ τεράστια κέρδη έχουν πάει στις τσέπες των πολύ λίγων στην κορυφή, σε ένα δυσανάλογο ποσοστό του 1%. Αυτό δεν είναι το αποτέλεσμα των δυνάμεων της αγοράς, των επιτευγμάτων ή της αξίας τους, αλλά των αποφάσεων μιας απόλυτης πολιτικής, ζητήματα που εξετάστηκαν προσεκτικά από τον οικονομολόγο Ντιν Μπέικερ στην προσφάτως δημοσιευμένη μελέτη του.
Η πορεία του κατώτατου μισθού απεικονίζει το τι έχει συμβεί. Κατά τις περιόδους της υψηλής και ισότιμης ανάπτυξης στις δεκαετίες του ‘50 και του ‘60, ο κατώτατος μισθός- που θέτει ένα κατώτατο όριο για τους άλλους μισθούς- ακολουθούσε την απόδοση. Αυτό σταμάτησε με την έλευση της νεοφιλελεύθερης θεωρίας. Από τότε, ο κατώτατος μισθός έχει παραμείνει στάσιμος (σε πραγματική αξία). Αν είχε συνεχίσει όπως και πριν, θα ήταν πιθανόν κοντά στα 20 δολάρια ανά ώρα. Σήμερα θεωρείται πολιτική επανάσταση το να αυξηθεί στα 15 δολάρια.
Με όλες αυτές τις συζητήσεις για τη σχεδόν πλήρη απασχόληση σήμερα, η συμμετοχή του εργατικού δυναμικού παραμένει χαμηλότερη της προγενέστερης κατάστασης. Και για τους εργαζόμενους, υπάρχει μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε μια σταθερή δουλειά στον βιομηχανικό τομέα με τους μισθούς και τα οφέλη που προβλέπονται από τα συνδικάτα, όπως τα προηγούμενα χρόνια, και μιας προσωρινής δουλειάς με μικρή ασφάλεια σε κάποιο επάγγελμα παροχής υπηρεσιών. Εκτός από τους μισθούς, τα επιδόματα και την ασφάλεια, υπάρχει η απώλεια της αξιοπρέπειας, της ελπίδας για το μέλλον και της αίσθησης του ότι αυτός είναι ο κόσμος στον οποίο ανήκω και έχω έναν αξιόλογο ρόλο.
Οι επιπτώσεις αποτυπώνονται καλά στην ευαίσθητη και διαφωτιστική απεικόνιση του προπύργιου του Τραμπ στη Λουιζιάνα από την Άρλη Όχσσιλντ, όπου έζησε και εργάστηκε για πολλά χρόνια. Χρησιμοποιεί την εικόνα μια γραμμής όπου οι κάτοικοι στέκονται, προσμένοντας να κινηθούν προς τα μπροστά, καθώς εργάζονται σκληρά για να κρατήσουν όλες τις συμβατικές αξίες. Αλλά η θέση τους στη γραμμή έχει ανακοπεί. Μπροστά από αυτούς, βλέπουν ανθρώπους να πηδούν προς τα μπρος, αλλά αυτό δεν τους προκαλεί μεγάλη ενόχληση, γιατί είναι «ο αμερικάνικος τρόπος» για να ανταμείβονται τα (υποτιθέμενα) προσόντα. Αυτό που τους δημιουργεί πραγματική αγωνία είναι το τι συμβαίνει από πίσω τους.
Πιστεύουν ότι «ανάξιοι άνθρωποι» που δεν «ακολουθούν τους κανόνες» προχωρούν μπροστά από αυτούς από τα ομοσπονδιακά κυβερνητικά προγράμματα που λανθασμένα θεωρούν ότι έχουν σχεδιαστεί για να ωφελήσουν τους αφρο-αμερικάνους, τους μετανάστες και άλλους που συχνά τους αντιμετωπίζουν με περιφρόνηση. Όλο αυτό επιδεινώνεται από τα ρατσιστικά επινοήματα του [Ρόναλντ] Ρήγκαν για «βασίλισσες πρόνοιας» (εννοώντας εμμέσως τους Μαύρους) που κλέβουν τα χρήματα που έβγαλαν με κόπο οι λευκοί και άλλες φαντασιώσεις.
Μερικές φορές, η αδυναμία να εξηγήσει κανείς κάτι, είναι από μόνη της μια μορφή περιφρόνησης και παίζει ρόλο στην ενίσχυση του μίσους προς την κυβέρνηση. Κάποτε γνώρισα έναν μπογιατζή στη Βοστώνη, που είχε ταχθεί με μίσος κατά της «διαβολικής» κυβέρνησης, όταν ένας γραφειοκράτης της Ουάσιγκτον που δεν ήξερε τίποτα σχετικά με το βάψιμο οργάνωσε μια συνάντηση όσων εργάζονταν στον χώρο για να τους ενημερώσει ότι δεν μπορούν πια να χρησιμοποιούν μολυβδούχες χρωστικές- «το μόνο είδος που έχει αποτέλεσμα»- όπως όλοι ήξεραν αλλά ο γραφειοκράτης δεν καταλάβαινε. Αυτό κατέστρεψε τη μικρή επιχείρησή του, αναγκάζοντάς τον να βάφει σπίτια μόνος του με υποβαθμισμένα υλικά που του επιβλήθηκαν από τις ελίτ της κυβέρνησης.
Μερικές φορές υπάρχουν και κάποιες πραγματικές αιτίες για αυτές τις στάσεις απέναντι στους κυβερνητικούς γραφειοκράτες. Η Όχσσιλντ περιγράφει έναν άνδρα του οποίου η οικογένεια και οι φίλοι υποφέρουν έντονα από τα θανατηφόρα αποτελέσματα της χημικής ρύπανσης, αλλά που περιφρονεί την κυβέρνηση και τις «φιλελεύθερες ελίτ», επειδή γι’ αυτόν, η Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας (ΥΠΠ) έχει τη σημασία κάποιου αδαή τύπου που του λέει ότι δεν μπορεί να ψαρεύει, αλλά δεν κάνει τίποτα για τα εργοστάσια χημικών.
Αυτά είναι μόνο δείγματα από τις πραγματικές ζωές των υποστηρικτών του Τραμπ, οι οποίοι οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα ότι ο Τραμπ θα κάνει κάτι για να διορθώσει τα προβλήματά τους, αν και μια γρήγορη ματιά σε φορολογικές και άλλες προτάσεις του, αποδεικνύει το αντίθετο- θέτοντας έτσι ένα καθήκον για τους ακτιβιστές οι οποίοι ελπίζουν να αποφύγουν τα χειρότερα και να προωθήσουν απολύτως απαραίτητες αλλαγές.
Σύμφωνα με τις σφυγμομετρήσεις μετά τις εκλογές, η παθιασμένη υποστήριξη προς τον Τραμπ ήταν εμπνευσμένη κυρίως από την πεποίθηση ότι εκπροσωπούσε την αλλαγή, ενώ η Κλίντον θεωρήθηκε ως μια υποψήφιος που θα διαιωνίσει τα προβλήματά τους. Η «αλλαγή» που είναι πιθανό να φέρει ο Τραμπ θα είναι επιβλαβής ή και κάτι ακόμα χειρότερο, αλλά είναι κατανοητό ότι οι συνέπειες δεν είναι προφανείς σε απομονωμένους ανθρώπους σε μια ατομικιστική κοινωνία χωρίς τις ενώσεις (όπως τα συνδικάτα) που μπορούν να εκπαιδεύσουν και να οργανώσουν. Αυτή είναι μια κρίσιμη διαφορά μεταξύ της σημερινής απελπισίας και της γενικά αισιόδοξης στάσης πολλών ανθρώπων που εργάζονταν κάτω από πολύ μεγαλύτερη οικονομική απειλή κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης της δεκαετίας του 1930.
Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που οδήγησαν στην επιτυχία του Τραμπ.Συγκριτικές μελέτες δείχνουν ότι οι δοξασίες της λευκής υπεροχής είχαν μια πιο έντονη ανταπόκριση στην αμερικανική κουλτούρα από ό,τι στη Νότια Αφρική, και δεν είναι κρυφό το ότι ο λευκός πληθυσμός μειώνεται. Σε μια δεκαετία ή δύο, οι λευκοί προβλέπεται να είναι μια μειονότητα του εργατικού δυναμικού, και όχι πολύ αργότερα, μια μειοψηφία του πληθυσμού. Η παραδοσιακή συντηρητική κουλτούρα θεωρείται επίσης ότι βρίσκεται επιτιθέμενη από τις επιτυχίες των πολιτικών ταυτότητας, οι οποίες είναι αρμοδιότητα της ελίτ που μόνο περιφρόνηση έχει δείξει για τους «εργατικούς, πατριώτες, θρησκευόμενους [λευκούς] αμερικάνους με πραγματικές οικογενειακές αξίες» που βλέπουν τη γνώριμη χώρα τους να εξαφανίζεται μπροστά στα μάτια τους.
Μια από τις δυσκολίες για την αύξηση της δημόσιας ανησυχίας για τις πολύ σοβαρές απειλές που φέρνει η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι ότι το 40% του πληθυσμού των ΗΠΑ δεν βλέπει το γιατί αυτό είναι πρόβλημα, αφού ο Χριστός θα επιστρέψει σε λίγες δεκαετίες. Περίπου το ίδιο ποσοστό πιστεύει ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε πριν από μερικές χιλιάδες χρόνια. Εάν η επιστήμη έρχεται σε αντίθεση με την Αγία Γραφή, τόσο το χειρότερο για την επιστήμη. Θα ήταν δύσκολο να βρεθεί κάτι ανάλογο σε άλλες κοινωνίες.
Το Δημοκρατικό Κόμμα εγκατέλειψε οποιοδήποτε πραγματικό εμδιαφέρον για τους εργαζόμενους από τη δεκαετία του 1970 και έτσι έχει συνταχθεί στις τάξεις των απόλυτων ταξικών εχθρών τους, οι οποίοι τουλάχιστον προσποιούνται ότι μιλούν τη γλώσσα τους- το λαϊκό στυλ του Ρήγκαν που κάνει αστεία, ενώ τρώει ζελεδάκια, η προσεκτικά διαμορφωμένη εικόνα του Τζορτζ Μπους ως ένας κλασικός τύπος που θα μπορούσες να γνωρίσεις σε ένα μπαρ που του άρεζε να κόβει το γρασίδι στο ράντσο με ζέστη θερμοκρασίας 38oC και κατά πάσα πιθανότητα προσποιούμενος ότι κάνει λάθη στην προφορά του (είναι απίθανο ότι μίλησε έτσι στο Γέιλ), και τώρα ο Τραμπ, που δίνει φωνή στους ανθρώπους με δικαιολογημένα παράπονα- σε ανθρώπους που έχουν χάσει όχι μόνο θέσεις εργασίας, αλλά και την αίσθηση της προσωπικής τους αξίας- και οι οποίοι κατηγορούν την κυβέρνηση που θεωρούν (όχι αδικαιολόγητα) ότι έχει υπονομεύσει τη ζωή τους.
Ένα από τα σημαντικά επιτεύγματα του δογματικού συστήματος ήταν να οδηγήσει την οργή από τον επιχειρηματικό τομέα στην κυβέρνηση που υλοποιεί τα προγράμματα που σχεδιάζει ο επιχειρηματικός τομέας, όπως είναι οι άκρως προστατευτικές συμφωνίες των δικαιωμάτων μεταξύ επιχειρήσεων και επενδυτών, που λανθασμένα περιγράφονται γενικά ως «συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου» στα μέσα ενημέρωσης και στη σχολιογραφία. Με όλες τις ατέλειές της, η κυβέρνηση είναι, σε κάποιον βαθμό, κάτω από τη λαϊκή επιρροή και τον έλεγχο, σε αντίθεση με τον επιχειρηματικό τομέα. Είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για τον επιχειρηματικό κόσμο να προωθήσει το μίσος για τους υποτίθεται έξυπνους κυβερνητικούς γραφειοκράτες και να βγάλει από τα μυαλά των ανθρώπων την ανατρεπτική ιδέα ότι η κυβέρνηση θα μπορούσε να γίνει ένα όργανο της λαϊκής βούλησης, μια δικιά τους κυβέρνηση, από και για τους ανθρώπους.
Αντιπροσωπεύει ο Τραμπ ένα νέο κίνημα στην πολιτική της Αμερικής, ή το αποτέλεσμα αυτών των εκλογών ήταν κυρίως η απόρριψη της Χίλαρι Κλίντον από τους ψηφοφόρους που μισούν τους Κλίντον και έχουν κουραστεί με τη «συνηθισμένη πολιτική»;
Δεν είναι με κανέναν τρόπο ένα νέο κίνημα. Και τα δυο κόμματα έχουν κινηθεί προς τη Δεξιά κατά τη διάρκεια της νεοφιλελεύθερης περιόδου. Οι σημερινοί Νέο-Δημοκρατικοί είναι περίπου αυτοί που συνηθίζαμε να αποκαλούμε «μετριοπαθείς Ρεπουμπλικάνοι». Η «πολιτική επανάσταση» που δικαιολογημένα ζήτησε ο Μπέρνι Σάντερς, δεν θα ήταν μεγάλη έκπληξη για τον Ντουάιτ Αϊζενχάουερ. Οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν κινηθεί μέχρι σήμερα με μια αφοσίωση στους πλούσιους και τον επιχειρηματικό τομέα και έτσι δεν μπορούν να ελπίζουν ότι θα πάρουν ψήφους για τα πραγματικά προγράμματά τους, και έχουν προχωρήσει στην κινητοποίηση ενός μέρους του πληθυσμού που ήταν πάντα εκεί, αλλά όχι ως μια οργανωμένη πολιτική δύναμη συνασπισμών: ευαγγελιστές, τοπικιστές, ρατσιστές και τα θύματα από τις μορφές της παγκοσμιοποίησης που έχουν σχεδιαστεί για να βάλουν τους εργαζόμενους από όλο τον κόσμο να ανταγωνίζονται μεταξύ τους, προστατεύοντας ταυτόχρονα τους προνομιούχους και υπονομεύοντας τα νομικά και άλλα μέτρα που έδιναν στους εργαζόμενους κάποια προστασία, καθώς και με τρόπους που να επηρεάζουν τη λήψη αποφάσεων στους στενά συνδεδεμένους δημόσιους και ιδιωτικούς τομείς, ιδίως μέσω αποδοτικών εργατικών συνδικάτων.
Οι συνέπειες ήταν εμφανείς στις πρόσφατες προκριματικές εκλογές των Ρεπουμπλικάνων. Κάθε υποψήφιος που έχει προκύψει από τη βάση του κόμματος- όπως η [Μισέλ] Μπάκμαν, ο [Χέρμαν] Κέιν ή ο [Ρικ] Σαντόρουμ- ήταν τόσο ακραίος που το Ρεπουμπλικανικό κατεστημένο έπρεπε να χρησιμοποιήσει τους άφθονους πόρους του για να τους αντιμετωπίσει. Η διαφορά το 2016 είναι ότι το κατεστημένο απέτυχε, προς μεγάλη λύπη του, όπως είδαμε.
Επάξια ή μη, η Κλίντον εκπροσωπούσε τις πολιτικές που το κοινό φοβόταν και μισούσε, ενώ ο Τραμπ θεωρήθηκε το σύμβολο της «αλλαγής»- η απάντηση για το ποιο είναι το είδος αυτής της αλλαγής απαιτεί μια προσεκτική ματιά στις πραγματικές προτάσεις του, κάτι που λείπει σε μεγάλο βαθμό από όσα έφτασαν στο κοινό. Η ίδια η εκστρατεία ήταν αξιοπρόσεκτη ως προς την τάση της να αποφεύγει θέματα και ο σχολιασμός των μέσων ενημέρωσης γενικά συμμορφώθηκε, διατηρώντας την αντίληψη ότι η αληθινή «αντικειμενικότητα» σημαίνει αναφορά με ακρίβεια σε μια περιορισμένη οπτική των πραγμάτων και χωρίς να τολμούν μια πιο ευρεία ανάλυση.
Ο Τραμπ δήλωσε μετά το αποτέλεσμα των εκλογών ότι «θα εκπροσωπεί όλους τους αμερικάνους». Πώς πρόκειται να το κάνει αυτό, όταν το έθνος είναι τόσο διχασμένο και έχει ήδη εκφράσει βαθύ μίσος για πολλές ομάδες στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών και των μειονοτήτων; Βλέπετε κάποια ομοιότητα μεταξύ Brexit και της νίκης του Ντόναλντ Τραμπ;
Υπάρχουν σαφείς ομοιότητες με το Brexit, καθώς επίσης και με την άνοδο των υπερεθνικιστικών ακροδεξιών κομμάτων στην Ευρώπη- των οποίων οι ηγέτες έσπευσαν να συγχαρούν τον Τραμπ για τη νίκη του, θεωρώντας τον ως έναν από τους δικούς τους: ο [Νάιτζελ] Φάρατζ, η Μαρίν Λε Πεν, ο [Βίκτορ] Όρμπαν και άλλοι σαν κι αυτούς. Και αυτές οι εξελίξεις είναι αρκετά τρομακτικές. Μια ματιά στις δημοσκοπήσεις στην Αυστρία και τη Γερμανία δεν μπορούν παρά να προκαλέσουν δυσάρεστες αναμνήσεις για όσους γνωρίζουν τι έγινε τη δεκαετία του 1930, ακόμη περισσότερο για εκείνους που τα παρακολούθησαν άμεσα, όπως εγώ ως παιδί. Μπορώ ακόμα να θυμηθώ ότι άκουγα τις ομιλίες του Χίτλερ, δεν καταλάβαινα τις λέξεις, αλλά το ψυχρό ύφος του και η αντίδραση από το κοινό ήταν αρκετά τρομακτικά. Το πρώτο άρθρο που θυμάμαι να γράφω ήταν τον Φεβρουάριο του 1939, μετά την πτώση της Βαρκελώνης, στη φαινομενικά αμείλικτη εξάπλωση της φασιστικής μάστιγας. Και κατά περίεργη σύμπτωση, ήταν από τη Βαρκελώνη που η σύζυγός μου και εγώ είδαμε να βγαίνουν τα αποτελέσματα των αμερικάνικων προεδρικών εκλογών του 2016.
Όσο για το πώς ο Τραμπ θα χειριστεί αυτό που έφερε στο προσκήνιο- που δεν δημιούργησε, αλλά έφερε στο προσκήνιο- δεν μπορούμε να ξέρουμε. Ίσως το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό είναι ότι πρόκειται για απρόβλεπτο χαρακτήρας. Πολλά θα εξαρτηθούν από τις αντιδράσεις αυτών που είχαν εκφράσει τη φρίκη τους για τη στάση και τα οράματα που έχει προβάλλει, όπως αυτά είναι.
Ο Τραμπ δεν έχει μια συγκεκριμένη πολιτική ιδεολογία να καθοδηγεί τη στάση του σχετικά με την οικονομία, τα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα, αλλά υπάρχουν καθαρά αυταρχικές τάσεις στη συμπεριφορά του. Βρίσκετε επομένως κάποια ισχύ στις αξιώσεις ότι ο Τραμπ μπορεί να αντιπροσωπεύει την εμφάνιση του «φασισμού με φιλικό πρόσωπο» στις Ηνωμένες Πολιτείες;
Για πολλά χρόνια, γράφω και μιλώ για τον κίνδυνο της ανόδου ενός ειλικρινούς και χαρισματικού ιδεολόγου στις Ηνωμένες Πολιτείες, κάποιου που θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί τον φόβο και τον θυμό που εδώ και καιρό βράζει σε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας και ο οποίος θα μπορούσε να οδηγήσει αυτά τα συναισθήματα μακριά από τους πραγματικούς παράγοντες της δυσφορίας και προς πιο ευάλωτους στόχους. Αυτό θα μπορούσε πράγματι να οδηγήσει σε αυτό που ο κοινωνιολόγος Μπέρτραμ Γκρος ονόμασε «φιλικό φασισμό» σε μια διορατική μελέτη πριν από 35 χρόνια. Αλλά αυτό απαιτεί έναν ειλικρινή ιδεολόγο, ένα είδος Χίτλερ, όχι κάποιον του οποίου μόνη ιδεολογία που μπορεί να βρεθεί είναι το «Εγώ» του. Οι κίνδυνοι, όμως, υπάρχουν εδώ και πολλά χρόνια, ίσως ακόμα περισσότερο τώρα, λαμβάνοντας υπόψη τις δυνάμεις που έχει ενεργοποιήσει ο Τραμπ.
Με τους Ρεπουμπλικάνους στον Λευκό Οίκο, αλλά επίσης με τους ίδιους να ελέγχουν τη Γερουσία, τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη μελλοντική διαμόρφωση του Ανώτατου Δικαστηρίου, πώς θα είναι η κατάσταση στις ΗΠΑ για τα επόμενα τουλάχιστον τέσσερα χρόνια;
Πολλά εξαρτώνται από τους διορισμούς που θα κάνει και τον κύκλο των συμβούλων του. Οι πρώτες ενδείξεις δεν είναι ελκυστικές, για να το θέσω κομψά.
Το Ανώτατο Δικαστήριο θα είναι στα χέρια αντιδραστικών για πολλά χρόνια, με προβλέψιμες συνέπειες. Αν ο Τραμπ ακολουθήσει το στυλ του Πολ Ράιαν ως προς το δημοσιονομικό πρόγραμμα, θα υπάρξουν τεράστια οφέλη για τους πολύ πλούσιους- όπως εκτιμάται από το Κέντρο Φορολογικής Πολιτικής, με μια φορολογική περικοπή πάνω από 14% για το 0,1% των πολύ πλούσιων και μια σημαντική γενική περικοπή στο άνω άκρο της εισοδηματικής κλίμακας, αλλά με ουσιαστικά καμία φορολογική ελάφρυνση για τους άλλους, οι οποίοι θα αντιμετωπίσουν επίσης σημαντική νέα επιβάρυνση. Ο αξιόλογος οικονομικός ανταποκριτής των Financial Times, Μαρτίν Βολφ, γράφει ότι, «οι φορολογικές προτάσεις θα δώσουν τεράστια οφέλη στους ήδη πλούσιους αμερικάνους όπως ο Tραμπ», αφήνοντας τους άλλους στη μοίρα τους, συμπεριλαμβανομένης, φυσικά, της εκλογικής του περιφέρειας. Η άμεση αντίδραση του επιχειρηματικού κόσμου αποκαλύπτει ότι η Big Pharma, η Wall Street, η στρατιωτική βιομηχανία, οι βιομηχανίες ενέργειας και άλλα τέτοια υπέροχα ιδρύματα αναμένουν ένα πολύ λαμπρό μέλλον.
Μια θετική εξέλιξη θα μπορούσε να είναι το πρόγραμμα υποδομών που ο Τραμπ έχει υποσχεθεί, ενώ (μαζί με πολλά ρεπορτάζ και σχολιογραφία) αποκρύπτει το γεγονός ότι είναι ουσιαστικά το πρόγραμμα στήριξης του Ομπάμα που θα είχε μεγάλο όφελος για την οικονομία και την κοινωνία γενικότερα, αλλά απορρίφτηκε από το ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο με το πρόσχημα ότι θα αυξήσει τρομερά το έλλειμμα. Ενώ η κατηγορία αυτή λόγω των πολύ χαμηλών επιτοκίων δεν ήταν αληθινή εκείνη την εποχή, τώρα με το πρόγραμμα του Τραμπ ισχύει αναμφίβολα, σε συνδυασμό με τη ριζική μείωση των φόρων για τους πλούσιους και τον επιχειρηματικό τομέα και την αύξηση των δαπανών του Πενταγώνου.
Υπάρχει, ωστόσο, μια δυνατότητα διαφυγής, όπως δόθηκε από τον Ντικ Τσένεϊ όταν εξήγησε στον υπουργό Οικονομικών του Μπους, Πολ Ο’ Νιλ, ότι «ο Ρήγκαν απέδειξε ότι τα ελλείμματα δεν έχουν σημασία»- εννοώντας τα ελλείμματα που εμείς οι Ρεπουμπλικάνοι δημιουργούμε ώστε να κερδίσουμε τη λαϊκή υποστήριξη, αφήνοντάς τα μετά σε κάποιον άλλον, κατά προτίμηση στους Δημοκράτες, για να τακτοποιήσουν το χάος. Η τεχνική αυτή μπορεί να λειτουργήσει, τουλάχιστον για ένα διάστημα.
Υπάρχουν επίσης πολλά ερωτήματα σχετικά με τις συνέπειες στην εξωτερική πολιτική, ως επί το πλείστον αναπάντητα.
Υπάρχει μια αμοιβαία εκτίμηση μεταξύ Τραμπ και Πούτιν. Πόσο πιθανόν είναι, επομένως, να δούμε μια νέα εποχή στις σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσία;
Ένα αισιόδοξο ενδεχόμενο είναι ότι θα μπορούσε να υπάρξει μια χαλάρωση της πολύ επικίνδυνης κλιμάκωσης των εντάσεων στα ρωσικά σύνορα: προσέξτε, «στα ρωσικά σύνορα», όχι στα σύνορα με το Μεξικό. Έτσι, υπάρχει κάτι που δεν μπορούμε να αναπτύξουμε τώρα. Είναι επίσης πιθανό ότι η Ευρώπη θα μπορούσε να αποστασιοποιηθεί από την Αμερική του Τραμπ, όπως έχει ήδη προταθεί από τη [γερμανίδα] καγκελάριο [Άνγκελα] Μέρκελ και τους άλλους ευρωπαίους ηγέτες- και από τη βρετανική φωνή της αμερικανικής ισχύος, μετά το Brexit. Αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει σε προσπάθειες της Ευρώπης για την αποκλιμάκωση των εντάσεων, και ίσως ακόμη και σε προσπάθειες για να κινηθεί προς κάτι σαν το όραμα του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, για ένα ενοποιημένο ευρασιατικό σύστημα ασφαλείας χωρίς στρατιωτικές συμμαχίες, που απορρίφθηκε από τις ΗΠΑ προς όφελος της επέκτασης του ΝΑΤΟ, ένα όραμα που αναβίωσε πρόσφατα από τον Πούτιν, είτε στα σοβαρά είτε στα αστεία δεν ξέρουμε, δεδομένου ότι η κίνηση αυτή απορρίφθηκε.
Η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ υπό την κυβέρνηση του Τραμπ θα είναι περισσότερο ή λιγότερο μιλιταριστική από ό,τι είδαμε με την κυβέρνηση του Ομπάμα, ή ακόμα με την κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους;
Δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να απαντήσει με βεβαιότητα. Ο Τραμπ είναι πολύ απρόβλεπτος. Υπάρχουν πάρα πολλά ανοιχτά ερωτήματα. Αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι η λαϊκή κινητοποίηση και ο ακτιβισμός, κατάλληλα οργανωμένοι και διενεργημένοι, μπορεί να συντελέσουν στην αλλαγή.
Και θα πρέπει να θυμόμαστε ότι το διακύβευμα είναι πολύ μεγάλο.