του Θάνου Καμήλαλη

Πριν από μερικούς μήνες ο ΟΤΕ έθεσε σε εφαρμογή το πρόγραμμα Consolidation Project, που ουσιαστικά προβλέπει την εκχώρηση της διαχείρισης του τηλεπικοινωνιακού δικτύου της χώρας σε τέσσερις εργολαβικές εταιρείες. Μολονότι η συνεργασία του ιδιωτικού ΟΤΕ με εργολάβους δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, το νέο πρόγραμμα (που δεν εμφανίστηκε ποτέ στα ΜΜΕ) αφήνει σοβαρά ερωτηματικά σχετικά με την προστασία του συνταγματικά κατοχυρωμένου απορρήτου των επικοινωνιών. Παράλληλα, καταγγελίες αποκαλύπτουν τεράστια μισθοδοτική ανισότητα στο εσωτερικό του οργανισμού. Απολύσεις εργαζομένων από τη μία, αμοιβές πολλών χιλιάδων ευρώ για τα υψηλόβαθμα στελέχη από την άλλη.

Η προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών ορίζεται από το άρθρο 19 του Συντάγματος, ενώ μία σειρά νομικών διατάξεων (Ν. 2225/1994, Ν. 3115/2003 και Ν. 3471/2006) προβλέπουν αυξημένες υποχρεώσεις για τον ΟΤΕ, που είναι ο καθολικός πάροχος τηλεπικοινωνιών στη χώρα. Οι διατάξεις αυτές δεν έχουν αλλάξει, ακόμα και μετά την «ιδιωτικοποίηση» του ΟΤΕ και πλειοψηφικού πακέτου του Οργανισμού στη γερμανική κρατική εταιρεία, Deutsche Telecom.

Ο νέος «χάρτης» των τηλεπικοινωνιών

Σύμφωνα με τα επίσημα έγγραφα του ομίλου ΟΤΕ, το Consolidation Project (Σχέδιο Ενοποίησης) χωρίζει την Ελλάδα σε τέσσερις περιοχές, η διαχείριση καθεμιάς από τις οποίες παραχωρείται σε έναν συνεργάτη. Η διαχείριση του δικτύου τηλεπικοινωνιών ανήκει πλέον σε τέσσερις εργολάβους (ΕΡΓΑΤΗΚΑΤ, Ericsson/Artemis, Edil και η γνωστή INTRAKAT του Σωκράτη Κόκκαλη), με τον ΟΤΕ να έχει το ρόλο του απλού «επιβλέποντα». Στο παρακάτω έγγραφο του ΟΤΕ φαίνεται το πώς η ελληνική «πίτα» κόπηκε και μοιράστηκε σε τέσσερα κομμάτια:


 
Σύμφωνα με ανεπίσημες πηγές του ΟΤΕ, το νέο πρόγραμμα απλώς «αλλάζει τον τρόπο συνεργασίας με εργολάβους, που πάντα αναλάμβαναν έργα του ΟΤΕ, με τη δημιουργία τεσσάρων κεντρικοποιημένων γραφείων». Οι ίδιες πηγές υποστηρίζουν ότι «ο ΟΤΕ ελέγχει τις εταιρείες, όπως κάνει πάντα» και πως το νέο πρόγραμμα προσφέρει «γρηγορότερες υπηρεσίες, ευελιξία και οικονομίες κλίμακας».

 Όπως όμως καταγγέλλουν σωματεία εργαζομένων του ομίλου, με το νέο πρόγραμμα η προστασία του απορρήτου των τηλεπικοινωνιών είναι πλέον διάτρητη. Συγκεκριμένα, τα Κέντρα του ΟΤΕ και τα Καφάο χωρίζονται σε 90 «κρίσιμα» και 1.900 «μη κρίσιμα», χωρίς τα κριτήρια διαχωρισμού να έχουν ποτέ διευκρινιστεί. Τα «Καφάο» είναι τα σημεία όπου τα τηλεφωνικά καλώδια όλων των κατοικιών και πολυκατοικιών στην περιφέρεια που εξυπηρετεί, η οποία συνήθως καλύπτει 2-3 οικοδομικά τετράγωνα. Στα 90 προστατευμένα Κέντρα και Καφάο οι υπάλληλοι των εργολαβικών εταιρειών θα μπορούν να μπαίνουν μόνο με τη συνοδεία διαπιστευμένων υπαλλήλων του ΟΤΕ. Στα υπόλοιπα 1.900 θα μπορεί να εισέρχεται ο οποιοσδήποτε δηλώνει εργάτης εργολαβικής εταιρείας, χωρίς καμία διαπίστευση ή συνοδεία υπαλλήλου, και να «διαχειρίζεται το απόρρητο». «Αλλά και τα «κρίσιμα» δεν διασφαλίζονται, αν δεχόμασταν ότι τα διαχωρίζει μ’ αυτό το στόχο» υποστηρίζουν εργαζόμενοι και εξηγούν ότι ένα «κρίσιμο» τηλεφωνικό κέντρο (κατανεμητής) δίνει γραμμές σε εκατοντάδες Καφάο. Τα καφάο αυτά όμως δεν είναι «κρίσιμα». Άλλα και το αντίθετο. Ένα Καφάο μπορεί να χαρακτηριστεί κρίσιμο, ο κατανεμητής όμως μπορεί να χαρακτηρίζεται «μη κρίσιμος».

Πρόκειται για μία ασυδοσία που μπορεί να αποδειχτεί ιδιαίτερα επικίνδυνη. «Όποιος θέλει θα μπορεί να εισέλθει σε ένα μη κρίσιμο κέντρο ή καφάο του ΟΤΕ και να εγκαταστήσει π.χ. έναν κοριό για να παρακολουθεί πολιτικό ή επιχειρηματικό του αντίπαλο» υποστηρίζουν. Να σημειωθεί εδώ ότι ήδη το ΚΚΕ έχει κάνει σχετικές καταγγελίες στον εισαγγελέα τον Δεκέμβριο του 2016, σχετικά με «συνακροάσεις» άλλων τηλεφωνικών κέντρων κομμάτων επί δύο μέρες, όταν κάποιος καλούσε στα γραφεία του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Συν τοις άλλοις, εργαζόμενοι του ΟΤΕ έχουν καταγγείλει επανειλημμένα ότι άτομα με βαμμένα αυτοκίνητα στα χρώματα του ΟΤΕ και χωρίς διαπίστευση εκτελούν εργασίες σε κέντρα και καφάο του ομίλου, καθώς έχουν λάβει μαγνητικές κάρτες, κλειδιά καφάο, κωδικούς ΣΕΥΚ, VPN τηλέφωνα, χρίζοντάς τους γενικότερα κανονικούς τεχνίτες του ΟΤΕ. Η κατάσταση αυτή φαίνεται ότι ξεφεύγει από οποιονδήποτε έλεγχο, καθώς οι εργαζόμενοι των τεσσάρων αυτών εργολαβικών εταιρειών μπορούν να δίνουν πρόσβαση σε άλλους εργαζόμενους, από μικρότερες εταιρείες που συνεργάζονται με αυτές. Με λίγα λόγια, στα 1900 «μη κρίσιμα» κέντρα και καφάο του ΟΤΕ, μπορεί ο οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση, αν διαθέτει τον απαιτούμενο εξοπλισμό και υποδύεται τον υπάλληλο του ΟΤΕ. «Στο παρελθόν, λόγω των καλών εργασιακών συνθηκών στον ΟΤΕ, κανένας υπάλληλος δεν θα έμπαινε στον πειρασμό να κάνει κάτι ύποπτο στα κέντρα του ΟΤΕ» υποστηρίζουν εργαζόμενοι. «Ωστόσο, όταν μιλάμε για εργαζόμενους που παίρνουν π.χ. 400 ευρώ “μαύρα”, τότε είναι εύκολο να υπάρξει κάποια δωροδοκία, ακόμα και με μικρό ποσό», προσθέτουν.

Οι ισχυρισμοί ότι «ύποπτα άτομα ενεργούν σε κέντρα του ΟΤΕ» επαληθεύονται κι από προσαγωγές στις οποίες έχει προχωρήσει κατά καιρούς η αστυνομία. Για παράδειγμα, αστυνομικό έγγραφο με ημερομηνία 8/9/2016 αναφέρει ότι σε καφάο του ΟΤΕ στη Λεωφόρο Μεσογείων εντοπίστηκαν δύο αλλοδαποί, χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα, να «εργάζονται σε καφάο του ΟΤΕ χωρίς να υπάρχει επιβλέπων εξουσιοδοτημένος υπάλληλος στο σημείο, όπως ορίζεται από το σχετικό καταστατικό του ΟΤΕ». Το «συνεργείο» ανήκε στην εταιρεία «χωροδομή Α.Ε.», δείγμα ότι εκτός από τις τέσσερις μεγάλες εταιρείες, υπάρχουν πολλές μικρότερες που πραγματοποιούν εργασίες στο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο της χώρας. Άλλο παράδειγμα όπου προσήχθησαν σε αστυνομικό τμήμα «υπάλληλοι» του ΟΤΕ σημειώθηκε στα Βριλήσσια, τον Ιούνιο του 2016, όταν η αστυνομία διαπίστωσε ότι «υπάρχει συνεργείο της εταιρείας Ericsson» και πάλι «χωρίς την παρουσία εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου».

Εξάλλου, η Deutsche Telekom έχει στο παρελθόν συνδεθεί με παρακολουθήσεις. Το 2008 μία σειρά άρθρων του Spiegel αποκάλυψε ότι ο γερμανικός κολοσσός παρακολουθούσε τα τηλέφωνα δημοσιογράφων, μετόχων και μελών του διοικητικού συμβουλίου. Διατάχθηκε εισαγγελική έρευνα, ωστόσο η υπόθεση δεν προχώρησε περαιτέρω. Οι εργαζόμενοι του ΟΤΕ έχουν καταθέσει αυτές τις καταγγελίες στον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, τον ίδιο θεσμό που ερευνά τις καταγγελίες του ΚΚΕ για συνακροάσεις.

Καμία απάντηση από κυβέρνηση και ΑΔΑΕ

Το ζήτημα του Consolidation Project συζητήθηκε και στη Βουλή τον περασμένο Ιούλιο, όταν ο ανεξάρτητος βουλευτής Β’ Αθηνών Στάθης Παναγούλης, βασισμένος σε δημοσίευμα του περιοδικού «Επίκαιρα» και τις καταγγελίες εργαζομένων,  κατέθεσε επίκαιρη ερώτηση προς τους υπουργούς Υποδομών, Οικονομίας και Εργασίας. Οι ερωτήσεις που απηύθυνε ο ανεξάρτητος βουλευτής σχετίζονταν με τα κριτήρια με τα οποία γινόταν οι «διαπιστεύσεις» και ο διαχωρισμός των τηλεφωνικών κέντρων σε «κρίσιμα» και «μη κρίσιμα», το εάν ο ΟΤΕ έχει λάβει τις απαιτούμενες άδειες από τις εισαγγελικές, δικαστικές και ανεξάρτητες αρχές σχετικά με το πρόγραμμα αλλά και το εργασιακό καθεστώς στο εσωτερικό του ομίλου. Οι απαντήσεις των τριών υπουργών προς τον βουλευτή δεν αφορούσαν κανένα συγκεκριμένο ζήτημα, αντίθετα υποστήριζαν ότι μόνη αρμόδια γι’ αυτά τα ζητήματα είναι η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ).

Την ίδια περίπου απάντηση δίνουν και οι ανεπίσημες πηγές του ΟΤΕ στο σχετικό ερώτημα του TPP. «Ο ΟΤΕ ελέγχεται συνεχώς από την ΑΔΑΕ, την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) και την Ελληνική Εταιρεία Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείου (ΕΕΤΤ)», υποστηρίζουν. Ωστόσο, η θέση των αρχών αυτών και ιδιαίτερα της ΑΔΑΕ για όλα αυτά αποτελεί ένα καλό ερώτημα. Η Αγωνιστική Συσπείρωση Εργαζομένων ΟΤΕ έχει απευθυνθεί επανειλημμένα στην ΑΔΑΕ, με την τελευταία ερώτηση σχετικά με το Consolidation Project να έχει ημερομηνία 17 Ιουνίου 2016. Στις 2 Σεπτεμβρίου 2016 το σωματείο των εργαζομένων έλαβε μία απάντηση από την ΑΔΑΕ, σύμφωνα με την οποία «έχει ολοκληρωθεί το πρώτο στάδιο του ελέγχου της Αρχής». Από τότε όμως, δεν υπάρχει καμία νεότερη ειδοποίηση.

Στο παρελθόν πάντως, η ΑΔΑΕ έχει καλέσει τη διοίκηση του ΟΤΕ να… συμμορφωθεί. Τον Ιούλιο του 2009 και πάλι μετά από σχετικές καταγγελίες της ΑΣΕ-ΟΤΕ, η ΑΔΑΕ έστειλε απόφασή της στον Γενικό Διευθυντή Ρυθμιστικών Θεμάτων του ΟΤΕ, Κωνσταντίνο Πλούμπη. Το τότε θέμα ήταν το προσωπικό της εταιρείας «OTEplus», το οποίο σύμφωνα με έγγραφο του ΟΤΕ εργαζόταν μεν «υπό τις οδηγίες και την εποπτεία στελεχών του ΟΤΕ», όμως δε «σε μερικές απλές περιπτώσεις νέων συνδέσεων ή ατομικών βλαβών και μόνο» μπορούσαν να κινούνται ανεξάρτητα. Ακόμα και αυτή η «απλή» ανεξάρτητη δραστηριότητα όμως καταδικάστηκε από την Ανεξάρτητη Αρχή, που κάλεσε τη διοίκηση του ομίλου να μην δίνει σε συνεργάτες της αυτήν τη δυνατότητα και να μην «λαμβάνουν μεμονωμένα στοιχεία δικτύου για συγκεκριμένους πελάτες». Η αρνητική απόφαση της ΑΔΑΕ για μερικές απλούστερες περιπτώσεις φαίνεται να δημιουργεί ένα μικρό «δεδικασμένο» για το πιο… ανεξέλεγκτο Consolidation Project. Ωστόσο, προς το παρόν η επίσημη απόφαση φαίνεται ότι καθυστερεί…

«Golden Boys» κι απολύσεις

Παράλληλα, ενώ το απόρρητο απειλείται, στο εσωτερικό του ομίλου ΟΤΕ δημιουργείται μια δυσθεώρητη οικονομική ανισότητα, σύμφωνα με καταγγελίες εργαζομένων, αλλά και την ερώτηση του βουλευτή Στάθη Παναγούλη στη Βουλή. Από τη μία πλευρά, πραγματοποιούνται απολύσεις εργαζομένων, ενώ τα τελευταία χρόνια «πάνω από 6.000 εργαζόμενοι έχουν αποσυρθεί με προγράμματα εθελουσίας εξόδου». Ενώ δηλαδή οι «κανονικοί» εργαζόμενοι του ΟΤΕ μειώνονται σημαντικά, αντικαθιστώνται ουσιαστικά με εργαζόμενους των εργολαβικών εταιρειών που συνεργάζονται με τον όμιλο και αυτών που… συνεργάζονται με τους συνεργάτες. Οι εργασιακές συνθήκες, όπως καταγγέλλεται, είναι σημαντικά χειρότερες (μειωμένοι κατά πολύ μισθοί, «μαύρη» εργασία κ.α.) και όπως αναφέρθηκε παραπάνω, επηρεάζουν και το εάν κάποιος εργαζόμενος θα είναι επιρρεπής ή όχι στο να κάνει κάτι «ύποπτο» στα τηλεφωνικά κέντρα που έχει πρόσβαση.

Από την άλλη πλευρά, όμως, εργαζόμενοι υποστηρίζουν ότι ενώ η διοίκηση του ομίλου προχωράει ή εξαναγκάζει σε τέτοιες ενέργειες, τα έσοδα για τα διευθυντικά στελέχη και τους προϊσταμένους του ΟΤΕ αυξάνονται. Μάλιστα, οι ίδιοι οι προϊστάμενοι του ΟΤΕ αυξάνονται, καθώς σύμφωνα με την ΑΣΕ – ΟΤΕ «στον δημόσιο ΟΤΕ είχαμε 4 Γενικούς Διευθυντές και τώρα τους κάναμε 20. Στο γενικό σύνολο έχουμε 2.000 Διευθυντές, Υποδιευθυντές και Προϊσταμένους σε 10.000 εργαζόμενους του ΟΤΕ. Δηλαδή ανά 5 εργαζόμενους έχουμε κι έναν προϊστάμενο». Αποκορύφωμα αυτής της ανισότητας είναι ότι όπως υποστηρίζουν εργαζόμενοι, «ο μισθός του Διευθύνοντος Συμβούλου μαζί με τα μπόνους είναι 1,48 εκατ. Ευρώ ετησίως», ενώ μικρότερα κατ’ αναλογία ποσά διαμορφώνονται για τους υπόλοιπους διευθυντές, προϊσταμένους κλπ. Οι ανεπίσημες πηγές του ΟΤΕ «ούτε επιβεβαιώνουν ούτε διαψεύδουν» αυτά τα ποσά. «Οι αποφάσεις αυτές λαμβάνονται από τη Γενική Συνέλευση» αναφέρουν σχετικά, ενώ προσθέτουν ότι ο ΟΤΕ μέσω διαφόρων κινήσεων («αποεπενδύσεις» τις χαρακτηρίζουν οι εργαζόμενοι) «έχει καταφέρει να μειώσει το χρέος του από τα 4,5 δις. ευρώ στα 800 εκ.»

Η σιωπή των ΜΜΕ

Οι καταγγελίες και οι υποθέσεις αυτές δεν φτάνουν σχεδόν ποτέ να δημοσιεύονται από την συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών ΜΜΕ. Ο λόγος μοιάζει προφανής. Ο όμιλος ΟΤΕ αποτελεί τον μεγαλύτερο διαφημιστικό πελάτη των ελληνικών συστημικών ΜΜΕ, με την ετήσια δαπάνη να αγγίζει, σύμφωνα με τους εργαζόμενους του ομίλου, τα 120 εκατ. ευρώ συνολικά, που αντιστοιχεί σε ένα μεγάλο ποσοστό της αγοράς. Ενδεικτικά, όταν εξελισσόταν η υπόθεση με τις τηλεοπτικές άδειες, η κυβέρνηση εκτιμούσε ότι η συνολική τηλεοπτική διαφημιστική «πίτα» φτάνει στα 200 εκατ. Ευρώ. Αυτό φαίνεται να έχει συνέπειες (ως συνήθως) στο ποιες ειδήσεις θα κυκλοφορούν για εταιρείες που διαφημίζονται και ποιες θα… ξεχνιούνται.