του Glenn Greenwald για το The Intercept
Σχεδόν πέντε χρόνια πριν- τον Ιούνιο του 2012- το Ανώτατο Δικαστήριο του Ηνωμένου Βασιλείου απέρριψε την τελευταία νομική προσφυγή του Ασάνζ για το αίτημα έκδοσης της Σουηδίας. Μερικές μέρες αργότερα, ο Ασάνζ εισήλθε στην Πρεσβεία του Ισημερινού στο Λονδίνο και δύο εβδομάδες αργότερα έλαβε τυπικά άσυλο από την κυβέρνηση του Ισημερινού. Από τότε βρίσκεται σε αυτήν τη μικρή πρεσβεία, υπό την απειλή της άμεσης σύλληψης από τη βρετανική αστυνομία αν έφευγε. Για χρόνια, η βρετανική αστυνομία δαπάνησε τεράστια ποσά για να διατηρήσει μια 24ωρη παρουσία εκτός της πρεσβείας και αν και μείωσε την παρουσία της το 2015, συνέχισε να καθιστά σαφές ότι θα συλληφθεί αμέσως αν προσπαθούσε να φύγει.
Τον περασμένο Φεβρουάριο, μια επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα κατέληξε επισήμως στο συμπέρασμα ότι η βρετανική κυβέρνηση παραβίασε τα δικαιώματα του Ασάνζ με την «αυθαίρετη κράτησή» του και ζήτησε την απελευθέρωσή του. Αλλά η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου απέρριψε αμέσως τα συμπεράσματα του ΟΗΕ και αφιερώθηκε στο να τα αγνοεί.
Το σκεπτικό του Ισημερινού για τη χορήγηση ασύλου στον Ασάνζ έχει συχνά παραβλεφθεί. Οι αξιωματούχοι του Ισημερινού, μαζί με τους υποστηρικτές του Ασάνζ, πάντοτε επέμεναν ότι ήθελαν να προχωρήσει η έρευνα στη Σουηδία και δεσμεύθηκαν ότι ο Ασάνζ θα επιβιβάζονταν στο επόμενο αεροπλάνο για τη Στοκχόλμη, εάν η Σουηδία διαβεβαίωνε ότι δεν θα τον εκδώσει στις ΗΠΑ για να αντιμετωπίσει τις κατηγορίες σχετικές με τη δημοσίευση εγγράφων από το WikiLeaks. Ήταν η άρνηση της Σουηδίας να δώσει τέτοιες εγγυήσεις- και οι φόβοι του Ισημερινού ότι ο Ασάνζ θα κατέληγε να διωχθεί από τις ΗΠΑ- αυτό που αποτέλεσε τη βάση για την προστασία του ασύλου.
Μετά από χρόνια αρνήσεων των προτάσεων για να πάρουν συνέντευξη από τον Ασάνζ μέσα στην πρεσβεία, οι Σουηδοί εισαγγελείς συμφώνησαν τελικά να το κάνουν τον περασμένο Νοέμβριο. Αλλά η τελευταία ελπίδα των Σουηδών για την προώθηση της υπόθεσης φαίνεται να χάθηκε τον περασμένο μήνα, όταν ο υποψήφιος του κυβερνώντος κόμματος στον Ισημερινό, Λένιν Μορένο, κέρδισε μια δύσκολη νίκη επί του δεξιού αντιπάλου του, ο οποίος είχε υποσχεθεί να τερματίσει το άσυλο προς τον Ασάνζ.
Με τον νέο πρόεδρο να εγγυάται ότι το άσυλο του Ασάνζ θα συνεχιζόταν επ’ αόριστον, δεν υπήρχε για τους εισαγγελείς σχεδόν τίποτε άλλο για να κάνουν. Κατόπιν των ειδήσεων, ο Ασάνζ, στον λογαριασμό του στο τουίτερ δημοσίευσε την Παρασκευή το πρωί μια φωτογραφία του όπου χαμογελάει.
Αλλά οι πανηγυρισμοί κρύβουν πολλή ειρωνεία. Η πιο κατάφωρη ειρωνεία είναι ότι ο νομικός κίνδυνος που αντιμετωπίζει σήμερα ο Ασάνζ είναι πιθανόν μεγαλύτερος από ποτέ.
Σχεδόν αμέσως μετά την απόφαση των Σουηδών εισαγγελέων, η βρετανική αστυνομία ανακοίνωσε ότι παρόλα αυτά θα συλλάβει τον Ασάνζ αν προσπαθήσει να φύγει από την πρεσβεία. Σύμφωνα με την αστυνομία, ο Ασάνζ εξακολουθεί να διώκεται για το έγκλημα της «μη παράδοσης»- ότι δηλαδή αντί να παραδοθεί μετά την έκδοση του εντάλματος σύλληψης του 2012, πήγε στην πρεσβεία του Ισημερινού. Ωστόσο, η βρετανική αστυνομία σημείωσε ότι αυτό το υποτιθέμενο έγκλημα είναι «πολύ λιγότερο σοβαρό αδίκημα» από εκείνο που χρησίμευσε ως βάση για το αρχικό ένταλμα και ότι, ως εκ τούτου, η αστυνομία θα «παρέχει μόνο τους πόρους που είναι ανάλογοι με αυτό το αδίκημα».
Αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να υπονοεί ότι με μια σημαντικά μειωμένη αστυνομική παρουσία, ο Ασάνζ θα μπορούσε να καταφέρει να εγκαταλείψει την πρεσβεία χωρίς να ανακαλυφθεί και να συλληφθεί. Όμως, όλα τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία αναιρούν αυτήν την υπόθεση.
Μόλις πριν από λίγες εβδομάδες, ο διευθυντής της CIA του Ντόναλντ Τραμπ, Μάικ Πομπέο, έδωσε μια οργισμένη, απειλητική ομιλία για το WikiLeaks, στην οποία ισχυρίστηκε ότι «πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι δεν μπορούμε πλέον να δίνουμε στον Ασάνζ και στους συναδέλφους του το περιθώριο να χρησιμοποιούν την ελευθερία του λόγου εναντίον μας». Ο διευθυντής της CIA δεσμεύτηκε να εκπληρώσει αυτήν την απειλή: «Το να τους δώσουμε τον χώρο να μας συντρίψουν με τα κλεμμένα μυστικά είναι μια διαστρέβλωση αυτού που αντιπροσωπεύει το σπουδαίο Σύνταγμά μας. Αυτό τελειώνει τώρα».
Μετά από μερικές μέρες, ο γενικός εισαγγελέας Τζεφ Σέσιονς υπαινίχθηκε έντονα ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης του Τραμπ θα επιδιώξει να διώξει τον Ασάνζ και το WikiLeaks με κατηγορίες κατασκοπείας σε σχέση με τη δημοσίευση διαβαθμισμένων εγγράφων από την ομάδα. Οι αξιωματούχοι του Τραμπ άρχισαν τότε να διαρρέουν σε ειδησεογραφικά γραφεία όπως το CNN ότι «οι αρχές των ΗΠΑ έχουν προετοιμάσει τις κατηγορίες για ζητήσουν τη σύλληψη του ιδρυτή του WikiLeaks, Τζούλιαν Ασάνζ».
Για χρόνια, το υπουργείο Δικαιοσύνης του Ομπάμα είχε εξετάσει εκτενώς τη δυνατότητα δίωξης του WikiLeaks και του Ασάνζ, συγκαλώντας ακόμη και μια μεγάλη επιτροπή στην οποία κάλεσαν πολλούς μάρτυρες. Αν και το υπουργείο Δικαιοσύνης του Ομπάμα αρνήθηκε να δηλώσει ότι είχε σταματήσει αυτήν την έρευνα- κάτι που προκάλεσε τον Ισημερινό να συνεχίζει να φοβάται τη δίωξη- οι αξιωματούχοι του Ομπάμα σημείωσαν έντονα ότι δεν υπάρχει κανένας τρόπος δίωξης του WikiLeaks χωρίς να ασκηθεί δίωξη σε οργανισμούς ειδήσεων που δημοσίευσαν τα ίδια έγγραφα ή τουλάχιστον χωρίς να δημιουργήσουν ένα προηγούμενο που θα έθετε σε κίνδυνο την ελευθερία του Τύπου σύμφωνα με την Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος των ΗΠΑ. Όπως ανέφερε η Washington Post το 2013:
Το υπουργείο Δικαιοσύνης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν θα ασκήσει κατηγορίες εναντίον του ιδρυτή του WikiLeaks, Τζούλιαν Ασάνζ, για δημοσίευση διαβαθμισμένων εγγράφων, διότι οι κυβερνητικοί δικηγόροι δήλωσαν ότι δεν θα μπορούσαν να το κάνουν αυτό χωρίς επίσης να ασκήσουν δίωξη σε αμερικανικά πρακτορεία ειδήσεων και δημοσιογράφους, σύμφωνα με αξιωματούχους των ΗΠΑ.
Το ίδιο άρθρο επεσήμανε ότι «οι αξιωματούχοι τόνισαν ότι δεν έχει ληφθεί επίσημη απόφαση και ότι μια ερευνητική επιτροπή για τη διερεύνηση του WikiLeaks δεν έχει ακόμα οριστεί». Ωστόσο, φάνηκε ότι, σύμφωνα με τον Ομπάμα, η δίωξη ήταν εξαιρετικά απίθανη. Πράγματι, τον περασμένο μήνα, απαντώντας στην καταγγελία μου ότι η απειλή του Πομπέο έθετε σε κίνδυνο τις ελευθερίες του Τύπου, ο πρώην εκπρόσωπος του υπουργείου Δικαιοσύνης του Ομπάμα, Μάθιου Μίλερ, τουίταρε το εξής:
Αλλά η κυβέρνηση του Τραμπ- τουλάχιστον αν πιστεύει κανείς τις πολλαπλές δηλώσεις και τις απειλές της- φαίνεται να μην συγκρατείται από αυτές τις ανησυχίες. Φαίνονται αποφασισμένοι να ασκήσουν δίωξη στο WikiLeaks, το οποίο δημοσίευσε φέτος πολυάριθμα μυστικά έγγραφα της CIA.
Οι ομάδες για την ελευθερία του Τύπου, μαζί με την Αμερικάνικη Ένωση για τις Πολιτικές Ελευθερίες (ACLU) και μερικούς δημοσιογράφους, όπως η Μάργκαρετ Σάλιβαν της Ουάσιγκτον Post, προειδοποίησαν για τους σοβαρούς κινδύνους που θα έθετε μια τέτοια δίωξη στα μέσα ενημέρωσης ανά τον κόσμο. Αλλά αυτό φαίνεται απίθανο να εμποδίσει μια κυβέρνηση που έχει καταστήσει σαφές ότι θεωρεί τον Τύπο ως εχθρό της.
Πράγματι, ο ίδιος ο Σέσιονς αρνήθηκε να αποκλείσει το ενδεχόμενο η δίωξη του Ασάνζ να οδηγήσει σε ποινική δίωξη άλλων οργανισμών ειδήσεων που δημοσιεύουν διαβαθμισμένα έγγραφα. Ο κύριος υποψήφιος του Τραμπ για να αντικαταστήσει τον Τζέιμς Κόμι ως διευθυντή του FBI, Τζόι Λίμπερμαν, έχει ζητήσει επί μακρόν τη δίωξη όχι μόνο για το WikiLeaks αλλά και για πιθανά μέσα ενημέρωσης όπως οι New York Times που δημοσιεύουν τις ίδιες διαβαθμισμένες πληροφορίες. Και ανώνυμες πηγές πρόσφατα ισχυρίστηκαν στους New York Times ότι όταν ο Τραμπ συναντήθηκε με τον Κόμι στην αρχή της διακυβέρνησής του, ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ ζήτησε ρητά να διερευνηθεί το ενδεχόμενο διώξεων σε ειδησεογραφικά πρακτορεία.
Ο τερματισμός της σουηδικής έρευνας είναι, κατά μία έννοια, καλός για τον Ασάνζ. Είναι όμως απίθανο να αλλάξει την αδυναμία του να εγκαταλείψει σύντομα την πρεσβεία. Σε αντίθετη περίπτωση, δεδομένης της φαινομενικής αποφασιστικότητας της κυβέρνησης του Τραμπ να τον βάλει σε φυλακή των ΗΠΑ για το «έγκλημα» της δημοσίευσης εγγράφων, η ελευθερία του φαίνεται να απέχει πολύ περισσότερο από ότι το 2010, όταν ξεκίνησε η σουηδική υπόθεση.