«Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι γιατί είναι ένα διεθνές θέμα, αλλά η τελική απόφαση θα πρέπει ληφθεί στην Κύπρο από τους δύο ηγέτες, για το αν προτίθενται να βρουν μία κοινή πλατφόρμα για μία νέα Διάσκεψη της Γενεύης” τόνισε ο κ. Άιντε επισημαίνοντας ότι αυτή είναι η προτεραιότητά του τώρα: “Επικεντρωνόμαστε όχι τόσο στο θέμα της ουσίας αλλά στο πως θα οργανωθούμε, ποια θα είναι η ατζέντα γιατί υπάρχουν πολιτικές δυσκολιες» πρόσθεσε.
«Εμείς στα Ηνωμένα Έθνη είμαστε έτοιμοι, νοιώθω ότι επί της αρχής και οι εγγυήτριες δυνάμεις είναι έτοιμες, όπως ήταν και τον περασμένο Γενάρη, έχουν υπάρξει περισσότερες σκέψεις για τα θέματα που αφορούν τις εγγυήτριες δυνάμεις, δηλαδή της ασφάλειας και των εγγυήσεων. Αλλά δεν βρισκόμαστε ακόμη εκεί» είπε.
Ο Έιντε αποσαφήνισε επίσης ότι «είναι μία συζήτηση που συνεχίζεται, αλλά φυσικά δεν θα προχωρήσουμε σε μία διεθνή Διάσκεψη για το Κυπριακό χωρίς τη θέληση των δύο πλευρών στην Κύπρο”, σημειώνοντας ότι αυτή “είναι μία παράλληλη διαδικασία με τη δουλειά που κάνουμε στη Λευκωσία».
Ερωτηθείς σχετικά, ο ειδικός απεσταλμένος του γγ του ΟΗΕ απάντησε ότι δεν ζητά «από κανέναν να ασκήσει πίεση σε κανέναν», αλλά πως εκφράζει την μεγάλη ανησυχία του καθώς «η διαδικασία αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα», όπως είπε, δηλώνοντας παράλληλα την σθεναρή πεποίθησή του ότι «δεν είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας, ούτε της Τουρκίας ή όποιου άλλου διεθνούς παίκτη η αποτυχία αυτής της διαδικασίας».
«Γιατί, παρά το γεγονός ότι είναι μία διαδικασία που αφορά τους Κυπρίους, οι διεθνείς επιπτώσεις της μη λύσης θα μπορούσαν να επηρεάσουν προφανώς τις ελληνο-τουρκικές σχέσεις, τις σχέσεις Τουρκίας-ΕΕ και γενικότερα τη κατάσταση στη Μεσόγειο. Γνωρίζουμε ότι αυτό συμβαίνει την ώρα που η κατάσταση είναι δύσκολη σε αυτή την περιοχή, όπου υπάρχουν ευκαιρίες συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας, ευκαιρίες που θα λειτουργήσουν καλύτερα στο πλαίσιο μιας επίλυσης» σημείωσε.
Απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου για το αν πιστεύει ότι κάποια πλευρά ευθύνεται περισσότερο για την μη εύρεση κοινού εδάφους για νέα Διάσκεψη στη Γενεύη ο Έιντε είπε πως «αυτή τη στιγμή και οι δύο πλευρές στην Κύπρο επιρρίπτουν ευθύνες η μία στην άλλη. Είναι κάτι που με ανησυχεί γιατί πιστεύω ότι κάποια στιγμή όταν θα επανέλθουν στις συνομιλίες μάλλον θα το μετανιώσουν. Επομένως εγώ δεν μπορώ να προσθέσω επιπλέον κατηγορίες, τουλάχιστον όχι αυτή τη στιγμή. Έχω ήδη στείλει μία πλήρη έκθεση στα ΗΕ με την οποία ενημερώνω τον γγ με τον οποίο συνομιλώ πλέον σε καθημερινή βάση, αλλά το να επικρίνουμε κάποιον αυτή τη στιγμή είναι πολύ πρόωρο».
Πρόσθεσε ότι «και οι δύο ηγέτες έχουν προχωρήσει τις συνομιλίες περισσότερο από κάθε άλλη παρόμοια προσπάθεια στο παρελθόν. Πιστεύω ότι εγώ και τα ΗΕ έχουμε συμβάλει σε αυτό. Αλλά είναι μία διαδικασία που ανήκει τους δύο ηγέτες και καθοδηγείται από αυτούς και φθάσαμε τόσο κοντά όσο δεν μπορούσε να φανταστεί κανείς».
Σε ερώτηση σχετικά με την επικριτική προς το πρόσωπό του επιστολή Κοτζιά για τον ρόλο του στις διαπραγματεύσεις ο Έιντε είπε: «Πιστεύω ότι η συζήτηση που είχαμε σήμερα ήταν ιδιαίτερα εποικοδομητική και θερμή όπως συνήθως. Δεν είναι ασυνήθιστο οι άνθρωποι να έχουν διαφορετικές απόψεις σε διάφορα θέματα και μπορεί να είχαμε κάποιες για τις οποίες δεν θα ήθελα να υπερβάλω γιατί πιστεύω ότι μοιραζόμαστε έναν κοινό στόχο, να βρούμε την καλύτερη λύση. Δεν υπήρξε καμία αναφορά σε αυτό το θέμα σήμερα από κανέναν μας».
Επισήμανε επίσης ότι ο γγ των ΗΕ έχει απαντήσει στην επιστολή του Ν. Κοτζιά και έχει ξεκαθαρίσει τη θέση των ΗΕ. Σημείωσε παράλληλα ότι «δεν σπαταλάμε χρόνο σε αυτό καθώς είναι περισσότερο σημαντικό να επιλύσουμε το Κυπριακό και η Ελλάδα ως εγγυήτρια δύναμη έχει ρόλο να παίξει. Και εκτιμώ ιδιαίτερα ότι είχαμε την ευκαιρία να συναντηθούμε ακριβώς τώρα γιατί η διαδικασία βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή. Και χρειαζόμαστε όλες τις δυνάμεις να κάνουν το καλύτερο δυνατόν. Και αυτό που λέω εδώ θα το επαναλάβω στην Άγκυρα: Προφανώς η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν διαφορετικές απόψεις σε μία σειρά θεμάτων, αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο, αλλά είναι ισχυρή η πεποίθησή μου μετά από τις τόσες συναντήσεις σε Αθήνα και Άγκυρα ότι και οι δύο θέλουν μία λύση στο Κυπριακό».
Στο πλαίσιο αυτό επειδή, όπως είπε, οι δύο χώρες «έχουν τον ίδιο στόχο, παρά τους διαφορετικούς τρόπους και παραμέτρους» η δική του δουλειά είναι να αναζητήσει σταδιακά σημεία σύγκλισης. «Και στο κεφάλαιο των Εγγυήσεων και της Ασφάλειας η απάντηση απαιτεί αλλαγή» ανέφερε, για να προσθέσει ότι για να επιτευχθεί αυτή η αλλαγή θα πρέπει να συνεχιστούν οι συζητήσεις. «Είναι μία συζήτηση που προσπαθώ να κάνω αυτή τη στιγμή αλλά οι τελικές αποφάσεις σε ό,τι αφορά τα στρατεύματα και τις εγγυήσεις μπορούν να παρθούν μόνο στη Γενεύη και θα πρέπει να προσέλθουμε στη Γενεύη πολύ καλά προετοιμασμένοι και οι Κύπριοι και τα ΗΕ και φυσικά οι εγγυήτριες δυνάμεις, καθώς και η ΕΕ».
Κοτζιάς: Η Τουρκία να είναι αρκούντως σώφρων και να συζητήσει μαζί μας
«Να είναι αρκούντως σώφρων και να συζητήσει μαζί μας ώστε να μπορέσουμε να προετοιμάσουμε μία Διεθνή Διάσκεψη της Γενεύης με αντικείμενο την ασφάλεια της Μεγαλονήσου και της απαλλαγής της από τις συνθήκες του 1960, της Ζυρίχης και του Λονδίνου, των εγγυήσεων και της λεγόμενης Συμμαχίας» κάλεσε την Τουρκία ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς σε δηλώσεις του μετά την ολοκλήρωση της δίωρης συνάντησης που είχε σήμερα το μεσημέρι με τον ειδικό σύμβουλο του γγ του ΟΗΕ για το Κυπριακό Έσπεν Μπαρθ Έιντε.
Το ζήτημα των εγγυήσεων και της ασφάλειας, όπως αποσαφήνισε ο Ν. Κοτζιάς είναι ένα ζήτημα που «συνδέεται με την ανάγκη και την απαίτηση να κατανοήσει η Τουρκία ότι πρέπει να αποσύρει τα στρατεύματα της από την Κύπρο και ότι δεν μπορεί να διαθέτει παρεμβατικά δικαιώματα στην Μεγαλόνησο».
«Δυστυχώς η Τουρκία» πρόσθεσε ο υπουργός Εξωτερικών «εξακολουθεί να προβάλει τις δικές της ανάγκες και όχι τις ανάγκες των δύο κοινοτήτων και των τριών μειονοτήτων της. Δυστυχώς η Τουρκία εξακολουθεί να προβάλει ενδιάμεσα αιτήματα όπως το λεγόμενο θέμα των τεσσάρων ελευθεριών που αφορά τις σχέσεις της με την ΕΕ και όχι το Κυπριακό. Δυστυχώς η Τουρκία δεν έχει απαντήσει ποτέ συγκεκριμένα στις προτάσεις που έχουμε καταθέσει για τον τρόπο ρύθμισης της διεθνούς πτυχής του Κυπριακού. Απλώς αρνείται να συζητήσει μαζί μας αυτό το θέμα».
Στο πλαίσιο αυτό ο Ν. Κοτζιάς διαμήνυσε ότι «η Τουρκία θα πρέπει να πάψει να βλέπει το Κυπριακό ως ένα ζήτημα εξυπηρέτησης δικών της γεωπολιτικών συμφερόντων, ή συμφερόντων έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρέπει να αποδεχτεί ότι η Κύπρος πρέπει να μετασχηματιστεί και να ζήσει ως ένα φυσιολογικό κράτος. Ένα κράτος που είναι μέλος της ΕΕ και του ΟΗΕ».
Τόνισε ότι η Ελλάδα υποστήριξε και υποστηρίζει αυτές τις διαπραγματεύσεις, τη συνέχιση της αναζήτησης μίας δημιουργικής λύσης, διζωνικής, δικοινοτικής για το Κυπριακό, υπενθυμίζοντας ότι οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται “χάρη στην επιμονή της ελληνικής πλευράς η όλη διαπραγμάτευση να είναι ανοιχτού τέλους” υπενθυμίζοντας επίσης ότι «πριν από ένα χρόνο αδίκως είχαμε κατηγορηθεί από πάρα πολλές πλευρές για την επιμονή μας αυτή».
«Αν δεν το είχαμε κάνει αυτό, εδώ και καιρό θα είχε κλείσει η διαπραγμάτευση για το Κυπριακό» πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι η Ελλάδα ασχολείται μόνο με την διεθνή πτυχή του Κυπριακού, με το ζήτημα των εγγυήσεων και της ασφάλειας.
Ερωτηθείς σχετικά, ο υπουργός Εξωτερικών αποσαφήνισε ότι η θέση της Ελλάδας σε ό,τι αφορά την απόσυρση του τουρκικού στρατού είναι απλή και σαφής: «Ο τουρκικός στρατός πρέπει να φύγει. Ασφαλώς κάθε στρατός που αποχωρεί, όπως συνέβη με τον σοβιετικό στην ανατολική Γερμανία, χρειάζεται να έχει ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα αποχώρησης».
Όσο για τις δύο συνθήκες εγγυήσεων και ασφαλείας επανέλαβε την ανάγκη «να καταργηθούν και στη θέση τους να υπάρξει ένα σύμφωνο φιλίας ανάμεσα στις χώρες που ενδιαφέρονται για την ανάπτυξη της Κύπρου και την προστασία της από τρίτους κινδύνους».
Τέλος απαντώντας σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου σχετικά με την συνάντησή του με τον ειδικό σύμβουλο του γγ του ΟΗΕ εξέφρασε την πεποίθηση ότι «έγινε κατανοητό από όλες τις πλευρές ότι πρέπει να συγκεντρωθούμε στην λύση του Κυπριακού και όχι στην διασφάλιση των γεωπολιτικών ή ευρωπαϊκών συμφερόντων της Τουρκίας».