του Γιάννη Μακριδάκη

Η μεγάλη δικαίωση του ΔΝΤ και της νεοφιλελεύθερης παγκόσμιας πραγματικότητας. Η κατανάλωση βοηθά την οικονομία. Το απόλυτο δόγμα της αυτοχειρίας της ανθρωπότητας, που κατάφερε να πείσει τον εαυτό της ότι το να καταναλώνει τη σάρκα της, είναι πρόοδος, ανάπτυξη, πολιτισμός και ελπίδα. Μέσα σε λίγα χρόνια γίνανε όλα αυτά. Κάποτε, όχι πολύ παλιά, μιλούσαμε ακόμη για αποταμίευση και άλλα τέτοια ιδανικά του χρηματοοικονομικού συστήματος της εποχής εκείνης του ρομαντικού διπολισμού ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον υπαρκτό σοσιαλισμό, εποχή που πάλι την κυβερνούσε όμως η απρονοησία για το οικοσύστημα, αφού ο ένας προσδοκούσε την καταστροφική ανάπτυξη στο όνομα των αγορών και ο άλλος δήθεν στο όνομα των λαών. Απεδείχθη ότι όλα τελικά ήταν ο ίδιος δρόμος. Έτσι έμεινε μόνος του ο ένας αδερφός, ο καπιταλισμός. Τον έφαγε τον άλλον, τον κατάπιε τον δίδυμό του και γίνανε μαζί το τέρας που λέγεται νεοφιλελευθερισμός. Ένα τέρας που καλπάζει τώρα ανεξέλεγκτο, ακόμη και τις Κυριακές, προς το τέλος του κι αυτό.

Διότι θα μετεξελιχθεί σίγουρα σε κάτι άλλο προτού απομυζήσει τον πλανήτη εντελώς. Επειδή έχει προέλθει από αδελφοφάδες θα βγάλει οπωσδήποτε την τελική μορφή του τέρατος από μέσα του.

Είναι άλλωστε ολοφάνερο ότι ο νεοφιλελευθερισμός, που αποτελεί συνώνυμο της απρονοησίας, οδηγεί ολοταχώς και απολύτως στοχευμένα σε έναν υπαρκτό καπιταλιστικό νεοσοσιαλισμό, όπου τον ρόλο του κράτους-πατερούλη (θα) έχουν αναλάβει οι Αγορές, δηλαδή οι κάποιες λίγες πολυεθνικές που ροκανίζουν με την λεγόμενη ανάπτυξη και τον γιγαντισμό όλους τους φυσικούς πόρους του πλανήτη, παρέχοντας κουπόνια ηλεκτρονικού χρήματος στους ομογενοποιημένους κατ' εμφάνιση και συνείδηση καταναλωτές – εργάτες τους, ώστε αυτοί να τα ανταλλάσσουν μεταξύ τους μέσω των τραπεζών και να διαβιούν όλοι πανομοιότυπα και ήσυχα, φυλασσόμενοι, τον βίο τους σαν σε καθεστώς μιας νέας – παλαιάς κοπής.

Το παιχνίδι αυτής της μετάλλαξης των πολιτικών και των καθεστώτων, που είχαν και έχουν κοινό παρονομαστή την απομύζηση και μόλυνση του οικοσυστήματος με ολοένα και μεγαλύτερους ρυθμούς, θα λήξει ίσως με εξόντωση από κάποια απλή γρίπη των καταναλωτών ή με κανιβαλισμό μεταξύ τους όταν θα έχουν μείνει μόνοι τους ως είδος έμβιο επί της γης.

Λίγο πριν το τέλος μπορεί να προσπαθήσει να επανεκκινηθεί το σύστημα με πόλεμο, είναι όμως αδιέξοδος κι ο πόλεμος ως “λύση”, αφού έχει γίνει πλέον ορατό το τρομακτικό ενδεχόμενο της ολικής καταστροφής με τόσα υπερόπλα, και έτσι αντί επανεκκίνησης ο πόλεμος ίσως σημάνει λήξη. Γι' αυτό τον αποφεύγουν ακόμη όλοι οι συστημικοί κυβερνήτες, όχι επειδή είναι εκ της φύσης τους πασιφιστές.