Το Σαββατοκύριακο το περιοδικό των New York Times δημοσίευσε ένα εκτενές και αναλυτικό άρθρο για το πώς η αστυνομία των Ηνωμένων Πολιτειών έχει ενσυνείδητα αγνοήσει την απειλή που συνιστά η ακροδεξιά, εδώ και δεκαετίες. Η συντάκτρια, Janet Reitman, θέλησε να ερευνήσει εις βάθος τον τρόπο με τον τρόπο με τον οποίον η αστυνομία -και ιδίως η ομοσπονδιακές υπηρεσίες της- έχει αγνοήσει τη γιγάντωση της ακροδεξιάς βίας, εν μέρει λόγω της ρεπουμπλικανικής πολιτικής ατζέντας της. Για μια ιστορία που αρθρώνεται γύρω από ένα “τυφλό σημείο”, ωστόσο, το άρθρο υποφέρει από μια τρομακτική τυφλότητα.

της Natasha Lennard στο The Intercept

Οι Times αναφέρουν μια ιστορία αποτυχιών της αστυνομίας και της προσπάθειας να αντιμετωπίσουν τους ακροδεξιούς. Ο ελέφαντας στο δωμάτιο, που δεν αναφέρεται από τη Reitman ή από οποιαδήποτε άλλη από τις πηγές επιλέγει να αναφέρει, είναι πως η αμερικανική αστυνομία δεν αντιμετωπίζει επαρκώς τους βίαιους ρατσιστές διότι ως θεσμός η αμερικανική αστυνομία είναι βίαιη και ρατσιστική και περιλαμβάνει δηλωμένους ρατσιστές στις τάξεις της.

Δεν είναι μόνο ότι το άρθρο των Times δεν περιέχει κάποιες πληροφορίες πού κατατείνουν προς αυτό το προφανές συμπέρασμα. Η Reitman φτάνει στο σημείο να αποκαλέσει την αδιαφορία της αστυνομίας για τον ακροδεξιό εξτρεμισμό «ηθελημένη». Ένα ολόκληρο κομμάτι του άρθρου αναφέρει πως η αστυνομία πάρα πολύ συχνά ανέχεται τη νεοναζιστική βία στις διαδηλώσεις ενώ την ίδια στιγμή στοχοποιεί αριστερούς αντιρατσιστές διαδηλωτές. Επισημαίνει ότιι αστυνομικοί έχουν εμφανιστεί σε φωτογραφίες μαζί με τη λεγόμενη alt right, την άκρα δεξιά, και αναφέρει ακροθιγώς ένα περιστατικό που πρωτοδημοσιεύτηκε από τον Arun Gupta στο The Intercept, κατά το οποίο ένα μέλος ακροδεξιάς παραστρατιωτικής ομάδας βοήθησε αξιωματούχους του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως να συλλάβουν έναν αντιφασίστα διαδηλωτή.

Το πρόβλημα είναι περισσότερο ότι το ευρύτερο πλαίσιο του άρθρου παραγνωρίζει τους βαθιούς ιστορικούς δεσμούς μεταξύ αστυνόμευσης και ρατσισμού. Σε όλο το άρθρο στους Times υπάρχει μία διαχωριστική γραμμή μεταξύ των αξιωματικών της αστυνομίας και των ακροδεξιών με τους οποίους αλληλεπιδρούν. Αυτό είναι ένα θεμελιώδες σφάλμα κατηγοριοποίησης.

Η εναρκτήρια παράγραφος του άρθρου της Reitman περιέχει ένα περιστατικό για την ακροδεξιά διαδήλωση που έγινε πέρσι στο Charlottesville στη Βιρτζίνια: ένας μαύρος κρατούσε και έριξε με ένα σπρέι, και αντιδρώντας ένας λευκός σήκωσε το όπλο του σημάδεψε τον μαύρο και έριξε. Οι ένστολοι της πολιτείας της Βιρτζίνια, χωρίς κάποιον προφανή λόγο, καθόντουσαν παράμερα και παρακολουθούσαν τη σκηνή.

Το κεντρικό πρόσωπο αυτού του άρθρου ένας αξιωματικός της αστυνομίας της Φλόριδας που μετά αναφέρει ότι αυτή η εικόνα είχε σφηνωθεί στο μυαλό του, ότι αναρωτιόταν ποια θεσμική αστοχία είχε μπορούσε να οδηγήσει σε ένα τέτοιο φιάσκο.” Το ευρύτερο πρόβλημα με το άρθρο είναι ότι η απραξία των δυνάμεων καταστολής στην Πολιτεία της Βιρτζίνια δεν ήταν καθόλου ανεξήγητη και οι θεσμικές αστοχίες δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται με τέτοια απορία.

Έχει επαρκώς τεκμηριωθεί ότι όχι απλώς ο ρατσισμός αποτελεί ενδημικό φαινόμενο στην κουλτούρα της αμερικανικής αστυνομίας, αλλά ότι κατά τις ίδιες ακριβώς δεκαετίες που ερευνά η Reitman, οι ομάδες των ακροδεξιών έχουν διεισδύσει στις δυνάμεις της αστυνομίας σε ολόκληρη τη χώρα. Για κάποιο λόγο κατά τις ερωτήσεις που θέτει η Reitman στο FBI ως προς το πώς χειρίζεται τον ακροδεξιό εξτρεμισμό δεν αναφέρει ότι το ίδιο το FBI ερευνούσε εσωτερικά τη διείσδυση των ρατσιστών στις δυνάμεις της αστυνομίας.

Παρότι οι ακροδεξιοί εξτρεμιστές αποτελούν μία διογκούμενη απειλή εδώ και χρόνια έγραφε πέρυσι η Alice Speri στο The Intercept, οι ομοσπονδιακοί ερευνητές διστάζουν να μιλήσουν δημόσια για αυτή την απειλή ή να καταδείξουν την παλιά στρατηγική του ακροδεξιού χώρου να διεισδύει στην κοινότητα της αστυνομίας.  Το άρθρο τους περί βασιζόταν εν μέρει σε έναν απόρρητο οδηγό αντιτρομοκρατικής πολιτικής του 2015 που είχε εκδώσει το FBI όπου σημειωνόταν ότι  οι έρευνες για την εγχώρια τρομοκρατία εστίαζαν σε παραστρατιωτικούς εξτρεμιστές, νεοναζί εξτρεμιστές, εξτρεμιστές από τις ομάδες των λεγόμενων sovereign citizens, είχαν σε πολλές περιπτώσεις εντοπίσει ενεργούς συνδέσμους με αξιωματικούς της αστυνομίας.

(Επικοινώνησα με την Reitman προκειμένου να διαπιστώσω αν γνώριζε το άρθρο από το Intercept και αν ναι γιατί δεν δέχτηκε να συμπεριλάβει αυτή την πληροφορία. Το παρόν άρθρο θα ενημερωθεί αν μου απαντήσει)

Το ρεπορτάζ τους περί ανέφερε αρκετά παραδείγματα ρατσιστικής αστυνομικής δράσης της περασμένης δεκαετίας, που συμπεριλαμβάνει την περίπτωση ενός τοπικού σερίφη σε ένα τμήμα στο Los Angeles ο οποίος βρέθηκε να έχει σχηματίσει μία νεοναζιστική συμμορία το 1991. Έναν αστυνόμο του Σικάγο και πιθανό μέλος της Κου κλουξ κλαν που βρέθηκε να έχει βασανίσει 120 μαύρους σε υπηρεσία πριν τελικά απολυθεί και διωχθεί, και αστυνομικούς στο Κλίβελαντ που έκαναν νεοναζιστικό γκράφιτι στα αποδυτήριά τους.

Το άρθρο των Times έχει ένα κομμάτι για μία κοινή έκθεση του 2009 από το Υπουργείο Δημοσίας τάξεως και το FBI, που προειδοποιούσε για την επιδεινούμενη ακροδεξιά απειλή. Αυτή η έκθεση προξένησε την οργή τον οπαδών του τότε ανερχόμενου δεξιού πολιτικού κινήματος που έγινε γνωστό ως το tea party, καθώς και γενικώς συντηρητικούς. Ανάμεσα στα παράπονά τους ήταν ότι είχαν ενοχληθεί από τον ισχυρισμό της έκθεσης οτι οι απόστρατοι εμφάνιζαν πολύ υψηλό κίνδυνο ακροδεξιάς ριζοσπαστικοποίησης. H τότε υπουργός Δημοσίας Τάξεως Janet Napolitano υπέκυψε στις πιέσεις, αποκήρυξε το έγγραφο και ζήτησε συγγνώμη από τους απόστρατους. Όμως είπε ο επικεφαλής συντάκτης της έκθεσης Daryl Johnson, στον Speri πέρσι, “Οι ομοσπονδιακοί θεσμοί γενικά – το FBI, οι αστυνόμοι, η διεύθυνση παρακολούθησης Αλκοόλ, Καπνού, Πυρομαχικών και Εκρηκτικών”- γνωρίζουν ότι εξτρεμιστές έχουν διεισδύσει στην αστυνομία σε εθνικό και τοπικό επίπεδο και ότι υπάρχουν αστυνομικοί που είναι θετικοί προς αυτές τις ομάδες”.

Το λιγότερο που θα περιμέναμε από το άρθρο των TImes -το οποίο, σύμφωνα με τη δημοσιογράφο χρειάστηκε έρευνα ενός έτους- θα ήταν να συμπεριλάβει την παραδοχή εκ μέρους του ίδιου του FBI για τη διείσδυση ρατσιστών στην αστυνομία. Πραγματική εξιλέωση για τα σφάλματα του παρελθόντος για τον ρόλο της αμερικανικής αστυνομίας στην αμερικανική ακροδεξιά θα έπρεπε να θέσει το ζήτημα της σκοτεινής και συνεχιζόμενης ιστορίας της αστυνόμευσης ως ενός θεσμού ρατσιστικού, από τα γεννοφάσκια του με τις περιπολίες για τους σκλάβους τον 18ο αιώνα, μέχρι την ιστορική παρουσία του στους Κου Κλουξ Κλαν, τα αναρίθμητα περιστατικά ρατσισμού στην αστυνομία και η συνεχιζόμενη απειλή που συνιστά η αστυνομία για τις ζωές των μαύρων.

Μία μέρα πριν από τη δημοσίευση του άρθρου των New York Times, λες και έγινε επίτηδες προκειμένου να δείξουν πώς πρέπει να γίνεται αυτό, η Washington Post δημοσίευσε ένα άρθρο που ανέλυε λεπτομερώς τον συστημικό ρατσισμό και τις misconducts του αστυνομικού τμήματος στο Little Rock στο Αρκάνσας, μεταξύ άλλων με τον εργαζόμενο που είχε παραστεί σε συγκέντρωση της ΚΚΚ και μετά πυροβόλησε και σκότωσε έναν 15χρονο μαύρο το 2012. Η ιστορία αυτού του αξιωματικού, έγραψε ο Radley Balko της Post, “δεν είναι η ιστορία ενός διεφθαρμένου, παραβατικού αστυνομικού, όσο μια ματιά στην αστυνομική κουλτούρα της μεγαλύτερης πόλης του Αρκάνσας».

Το άρθρο της Reitman στους Times αναφέρει ότι η αστυνομία έχει δείξει μια τάση να στοχοποιεί διαδηλωτές του κινήματος Black Lives Matter περισσότερο από τους νεοναζί, αλλά δεν αναφέρει ότι το κίνημα Black Lives Matter  -το βασικό αντιρατσιστικό κίνημα της εποχής μας- είναι ένα κίνημα που εναντιώνεται στην αστυνομική βία. Το άρθρο της Reitman δείχνει ότι το μήνυμα του Black Lives Matter -ότι η ακροδεξιά καθορίζει την αστυνόμευση στην Αμερική-

Εν τω μεταξύ, ο Reitman αποφάσισε να συμπεριλάβει ένα σχόλιο από τον Nate Snyder, έναν αντιτρομοκρατικό σύμβουλο στην κυβέρνηση του Ομπάμα, που υπενθύμιζε ότι τοπικοί αστυνομικοί ζητούσαν βοήθεια για την καταπολέμηση των νεοναζιστικών skinheads. “Ήταν περίπου ένα,” Ευχαριστώ για τα πράγματα για την Αλ Κάιντα, αλλά αυτό που πραγματικά θέλω να ξέρω είναι πώς να χειριστώ τους ακροδεξιούς στην περιοχή μου”, είπε ο Snyder. Αυτό χωρίς αμφιβολία έλαβε χώρα, αλλά η συμπερίληψη αυτών των πληροφοριών και η εξαφάνιση της ρητής αστυνομικής σύνδεσης με τους νεοναζί και τους ρατσιστές συμπολίτες τους ζωγραφίζουν μια παραπλανητική εικόνα των γενικά καλοπροαίρετων τοπικών αστυνομικών που μπερδεύονται από τις προτεραιότητες της Ουάσινγκτον.

Δεν υποστηρίζω ότι ο Reitman ή οι συντάκτες που ασχολήθηκαν με την ιστορία είχαν σκοπό να δώσουν άφεση αμαρτιών στην αστυνομία ή την ακροδεξιά. Σε σύγκριση με την πιο συμπαθητική κάλυψη των ακροδεξιών του Trump και του ρατσισμού της κυβέρνησής του, το άρθρο αυτό έφτασε μέχρι το σημείο να τονίζει τη σύγχρονη απειλή της ακροδεξιάς και φάνηκε να επιδιώκει με καλή πίστη να επιρρίπτει ένα μέρος της ευθύνης στην κυβέρνηση . Αλλά για μια έρευνα με τον υποτιθέμενο σκοπό να αποκαλύψει τα «γιατί» της επιβολής του νόμου της λευκής υπεροχής, είναι κάτι παραπάνω από παράλειψη η αγνόηση ότι η αιτία έρχεται εκ των έσω Είναι δημοσιογραφική κακή πρακτική.