Μία από τις ομάδες που παρακολουθεί από την πρώτη στιγμή την υπόθεση της δίωξης του Τζούλιαν Ασάνζ σημείωνε σήμερα ότι διανύουμε την 3.562η ημέρα από την αρχή της δίωξης και την 516η ημέρα από την βάρβαρη σύλληψή του από τη Βρετανική Αστυνομία στην πρεσβεία του Ισημερινού. Η δεύτερη μέρα της τελικής φάσης της ακροαματικής διαδικασίας για την έκδοση ή μη του Τζούλιαν Ασάνζ στις ΗΠΑ, για τον ίδιο είναι μία ακόμη από τις χιλιάδες μέρες ψυχολογικού ή και σωματικού βασανισμού του από την εκδικητική μηχανή που έχει αποφασίσει να τον δολοφονήσει, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο.

Είναι η μόνιμη σκέψη μου από χτες: αν η δική μου αδρεναλίνη, η δική μου ηρεμία, η δική μου συγκέντρωση δοκιμάζονται μες στο διάστημα της ημέρας που παρακολουθώ τη διαδικασία, τι σημαίνει για τη δική του ψυχική κατάσταση, φυσική κατάσταση αυτή η «ακόμη μια μέρα»; Ποιές αντοχές έχει αυτός ο άνθρωπος, τι τον τρέφει επί 3.562 μέρες αν όχι το πείσμα που σου δίνει το δίκηο;

Και να ξέρεις ότι, κάθε στιγμή, όλα είναι εναντίον σου. Όπως μου είπε η ελληνοαυστραλή συνάδελφος και ακτιβίστρια Μαίρη Κοστακίδη, που παρακολουθεί από το Σίδνεϋ τη δίκη με την ίδια τηλε-σύνδεση, «είναι μεγάλη πρόκληση να παρακολουθείς αυτή την υπόθεση χωρίς να επαναστατείς βαθιά από την τόσο μειονεκτική θέση που έχουν επιβάλλει στον κατηγορούμενο [Ασάνζ]. Όλες οι αποφάσεις είναι εις βάρος του, κι εκείνος παραμένει κλεισμένος μες σε ένα γυάλινο κλουβί, ανίκανος ακόμη και να κάνει ένα νόημα στους δικηγόρους του αν θέλει να επικοινωνήσει μαζί τους. Είναι κάτι τόσο βάρβαρο αυτό που ζούμε, που μας θυμίζει ότι ο πολιτισμός μας δεν είναι παρά ένα βερνίκι…»

Ναι, ακόμη και αν δεν ήξερα τίποτε για την υπόθεση, αυτό θα το ήξερα ήδη, με μια μέρα σε αυτή την αίθουσα: μόνο το δίκηο, και ένα δίκηο που, στην περίπτωσή του, το μοιράζεσαι με όλο τον πλανήτη, σα δημοσιογράφος που τιμά το επάγγελμά του, μπορεί ακόμη να σε κρατά όρθιο σε αυτές τις συνθήκες.

Όπως σημειώνει και η συνεργάτις των  Wikileaks Στεφανία Μαουρίτζι, όσο κι αν επιμένουν οι ΗΠΑ ότι «ο Ασσάνζ έβαλε σε κίνδυνο τη ζωή πληροφοριοδοτών και στρατιωτών» τους, μέχρι σήμερα δεν έχουν προσφέρει ούτε μία απόδειξη για κάτι τέτοιο – έστω για έναν τραυματισμό. Όσο για την ..ενοχή του Ασσάνζ σε αυτό, τη στηρίζουν σε μία φράση του Ντέηβιντ Λη – του ανθρώπου της Γκάρντιαν που δούλεψε για τις αποκαλύψεις με τα Wikileaks για να προδώσει μετά τον Ασάνζ και να κατασκευάσει ιστορίες στο περί τούτων βιβλίο του (όπως έχουν καταγγείλει άλλοι δημοσιογράφοι συνεργάτες, από άλλες χώρες)…

Όσο για την επιμονή τους, επί δίωρο σήμερα, με επιθέσεις και αγενή συμπεριφορά κατά του παλαίμαχου δημοσιογράφου και σήμερα καθηγητή δημοσιογραφίας, Μαρκ Φέλντστην, να παρουσιάσουν ως πολύ διαφορετικό αυτό που έκανε ο Τζούλιαν Ασσάνζ και τα Wikileaks από αυτό που έκαναν – οι Αμερικανοί συνεργάτες του Ασάνζ – οι New Work Times, μάλλον έπεσαν στο κενό. Η σύνδεση του Ασάνζ με την υπόθεση χάκινγκ και την δήθεν καθοδήγηση της Τσέλσυ Μάννινγκ από τον Ασσάνζ στο πως να αποσπάσει τα στοιχεία, επίσης δεν προκύπτει από πουθενά. Υπάρχει μονο στο αμερικάνικο κατηγορητήριο που στηρίζει το αίτημα έκδοσης και που έχει πολιτικό χαρακτήρα. Ήταν από τα ωραία σημεία της σημερινής διαδικασίας: όταν οι εκπρόσωποι των ΗΠΑ επέμεναν να ρωτούν τον καθηγητή Φελντστην γιατί «με τέτοια ποινικά επιχειρήματα» επιμένει να θεωρεί το κατηγορητήριο πολιτικό, τους απάντησε πολύ απλά ότι «δεν είναι αφελής».

Μία άλλη, πολύ πολιτική παράμετρος, ήταν σήμερα η στάση των ίδιων των εκπροσώπων των ΗΠΑ. Ενώ επέμεναν στο ποινικό μέρος, έφαγαν ώρες προσπαθώντας να αποδείξουν ότι και η κυβέρνηση Ομπάμα επιθυμούσε την δίωξη του Ασάνζ, και να ανατρέψουν την, γενική και θεμελιωμένη, άποψη ότι ο Ομπάμα δεν προχώρησε στην δίωξη, παρ’ ότι το επιθυμούσε, γιατί οι νομικοί του σύμβουλοι τον έπεισαν ότι η δίωξη ήταν αντισυνταγματική και προσέκρουε σε θέματα Ελευθερίας του Τύπου και του Λόγου. «Οι πληροφορημένοι πολίτες εξαρτώνται από έναν ελεύθερο και ανεξάρτητο Τύπο που μπορεί να υπηρετεί ως μηχανισμός ελέγχου της κυβερνητικής ασυδοσίας – ασυδοσίας που τα Wikileaks δημοιοποίησαν», όπως είπε και ο καθηγητής Φελντστην. Για να δεχθεί την επίθεση των εκπροσώπων των ΗΠΑ ότι «δεν έχει τη νομική παιδεία» για να κρίνει τη συνταγματικότητα ή μη της δίωξης.

Αν ο καθηγητής δεν την έχει, όπως παραδέχθηκε και ο ίδιος – «είμαι εδώ να μιλήσω για την ερευνητική δημοσιογραφία» – την έχει και παραέχει ο άλλος μάρτυρας που εξετάστηκε σήμερα, ο Κλάιν Σταφφορντ Σμιθ, διακεκριμένος Βρετανός δικηγόρος, με παράσημα τόσο τη δράση του κατά της θανατικής ποινής στις ΗΠΑ όσο και για την υπεράσπιση περισσότερους των 100 των ξεχασμένων κρατουμένων του Γκουαντάναμο, βραβευμένος με το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης Γκάντι. Κι εκεί η αμερικανική πλευρά υπήρξε σύντομη και δεν ρώτησε πολλά πολλά.

«Το μεγαλύτερο κακό στην εθνική τους ασφάλεια το έχουν κάνει οι ίδιες οι ΗΠΑ τα τελευταία 19 χρόνια, με τον τρόπο που χαρακτηρίζουν απόρρητες τις πληροφορίες», είπε όταν τον ρώτησαν για το «κακό» που έκανε ο Ασσάνζ στην εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Με την διαβάθμιση ως απόρρητων πληροφοριών των εγκλημάτων τους, των δολοφονιών – περίπου 600 έχει σχεδιάσει ή εκτελέσει η CIA μόνο στο Πακιστάν -, των βασανιστηρίων, των κρυφών φυλακών και των ποινών κι εκτελέσεων χωρίς δίκη.. Έχοντας ο ίδιος φέρει στη Χάγη εγκλήματα των ΗΠΑ, είχε απαντήσεις. Και γι’ αυτό η εξέτασή του ήταν συντομότατη. Οι αμερικάνοι προτίμησαν να εξετάσουν το νομικό μέρος με ένα δημοσιογράφο και να μην ενοχλήσουν τον έμπειρο νομικό…

Στα παραλειπόμενα, πέραν της άρνησης στη Διεθνή Αμνηστία να παρακολουθήσει τη δίκη, δύο ακόμη:

η απειλή της δικαστού προς τον Τζούλιαν Ασάνζ ότι θα τον εκδιώξει της αιθούσης και δε θα του επιτρέψει να παρακολουθήσει την ίδια του τη δίκη, αν τολμήσει να ξαναμιλήσει (χαρακτήρισε βλακείες τα περί ποινικής και όχι δημοσιογραφικής του δίωξης)

η παρατήρηση της δικαστού σε μάρτυρα που ζήτησε να πάει στην τουαλέτα ότι «έχει ορκιστεί και άρα δεν μπορεί στο δεκάλεπτο της διακοπής να συζητήσει το θέμα ή την κατάθεσή του με κανέναν»…