Μιλώντας την Πέμπτη σε εκδήλωση του Belgian Business Club, ο πρώην υπουργός Οικονομικών και πρόεδρος της ΤτΕ, υποστήριξε πως ο προϋπολογισμός του 2019 θα κατορθώσει να εμφανίσει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, ενώ έκανε λόγο για «θετική προσήλωση» της κυβέρνησης στους δημοσιονομικούς στόχους που έχουν συμφωνηθεί με τους δανειστές.

Υπενθυμίζεται ότι τον Ιούνιο, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, ο Γ. Στουρνάρας είχε αμφισβητήσει τη δυνατότητα επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% του ΑΕΠ, εκτιμώντας ότι με βάση τους υπολογισμούς της Τράπεζας η Ελλάδα μπορεί να πετύχει για φέτος πρωτογενές πλεόνασμα 2,9% του ΑΕΠ.

Ο Στουρνάρας αμφισβητεί τους κυβερνητικούς στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019 (video)

Σύμφωνα με τον Γ. Στουρνάρα, η μεγάλη μείωση που έχει παρατηρηθεί το τελευταίο διάστημα στις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων μπορεί να συμβάλλει ώστε να επιτευχθεί η βιωσιμότητα του Δημόσιου Χρέους με χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα από εκείνα που είχαν συμφωνηθεί με την τρόικα.

Ωστόσο, την Πέμπτη σε γραπτή απάντηση που έδωσε η Κομισιόν, μέσω του αρμοδίου Επιτρόπου Οικονομικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Πιερ Μοσκοβισί, είχε ξεκαθαρίσει πως «υπάρχει επανειλημμένη δέσμευση των ελληνικών αρχών για διατήρηση του ύψους του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5 % του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) για το 2019 και το 2020». Την ανάγκη για τήρηση των δεσμεύσεων για τα δυσθεώρητα πρωτογενή πλεονάσματα είχε τονίζει προ ημερών και ο πρωθυπουργός της Ολλανδίας, Μαρκ Ρούτε, μετά τη συνάντηση του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Η Ολλανδία βάζει στον πάγο τις ελπίδες Μητσοτάκη για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων

Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, ο Γ. Στουρνάρας εκτίμησε πως οι ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας μπορούν να φτάσουν στο 3% του ΑΕΠ, καθώς οι τελευταίες εξελίξεις θα μειώσουν το κόστος δανεισμού για την ελληνική οικονομία ενισχύοντας την ανάπτυξη και βελτιώνοντας τη βιωσιμότητα του χρέους.

«Οι πρόσφατες θετικές εξελίξεις σε συνδυασμό με την πρόσφατη άρση των capital controls, αναμένεται να διευκολύνουν την αναβάθμιση των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στη λεγόμενη επενδυτική κατηγορία, εξέλιξη η οποία θα ανοίξει το δρόμο για την ένταξή τους στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Αυτό, με τη σειρά του, θα μειώσει περαιτέρω το κόστος δανεισμού για την ελληνική οικονομία ενισχύοντας την ανάπτυξη και βελτιώνοντας τη βιωσιμότητα του χρέους. Στο θετικό αυτό σενάριο, η αύξηση του ΑΕΠ μπορεί να υψηλότερη σε σχέση με τις τρέχουσες προβλέψεις, και το ποσοστό της να αγγίξει το 3%».