Ο υπουργός Εξωτερικών της Πορτογαλίας Αουγκούστο Σάντος Σίλβα μιλώντας στην Frankfurter Allgemeine Zeitung άσκησε κριτική στα προγράμματα προσαρμογής που επιβλήθηκαν σε χώρες όπως η Πορτογαλία και η Ελλάδα, σημειώνοντας ότι κάθε χώρα «χρειάζεται το δικό της πρόγραμμα» (σ.σ. προσαρμοσμένο στις ανάγκες της). 
 
Παράλληλα, αναφέρεται μεταξύ άλλων στην απόφαση της κυβέρνησής του να ακυρώσει ορισμένες περικοπές σε μισθούς, συντάξεις αλλά και κάποιες φορολογικές επιβαρύνσεις που είχε επιβάλει η προηγούμενη συντηρητική κυβέρνηση. Όπως εξήγησε, «δεν ασκήσαμε κριτική στο πρόγραμμα της τρόικας επειδή ήμασταν κατά της δημοσιονομικής εξυγίανσης και των περικοπών. Ήμασταν όμως της άποψης ότι μια ταχεία και δραστική εξυγίανση δεν θα εξυπηρετούσε τους στόχους μας».


«Η οικονομική πολιτική δεν πρέπει να βαθαίνει την ύφεση»


Ο Πορτογάλος υπουργός Εξωτερικών τονίζει ότι «θεωρούμε ότι τα προγράμματα προσαρμογής που επιβλήθηκαν σε χώρες όπως η Πορτογαλία και η Ελλάδα ήταν αντιπαραγωγικά. Δεν μπορεί κάποιος να εξυγιάνει τα δημοσιονομικά την ώρα που η οικονομία βρίσκεται σε βαθιά ύφεση. Ως εκ τούτου αποφασίσαμε να μειώσουμε τον ρυθμό (σ.σ. δημοσιονομικής εξυγίανσης) και ταυτόχρονα να λάβουμε μέτρα ώστε να μπορέσει να ανακάμψει η οικονομία».

Την ίδια ώρα, διευκρινίζει ότι η κυβέρνησή του δεν αύξησε τις δημόσιες δαπάνες, αλλά αντιθέτως τις περιόρισε. Όπως λέει, «το σημαντικότερο και πιο αποτελεσματικό μέτρο ήταν η ακύρωση των περικοπών στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και στις συντάξεις. Αυτό το μέτρο έδωσε πίσω σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους το εισόδημά τους. Οι οικογένειές τους μπόρεσαν έτσι να δαπανήσουν περισσότερα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί η κατανάλωση στην Πορτογαλία».

Όπως τονίζει, «δεν θέτουμε εαυτούς εκτός της ευρωπαϊκής δημοσιονομικής πειθαρχίας. Αλλά η οικονομική πολιτική πρέπει να βοηθά αντικυκλικά την οικονομική ανάκαμψη και όχι να βαθαίνει την ύφεση. Η επιτυχία (σ.σ. των μέτρων) μας δικαίωσε, όπως δείχνουν οι αριθμοί για το 2016: Στην Πορτογαλία δημιουργήθηκαν πάνω από 100.000 θέσεις εργασίας. Το δημόσιο έλλειμμα έπεσε στο 2% του ΑΕΠ και η οικονομία αναπτύσσεται».

 
Η Süddeutsche Zeitung αναφέρεται στις εκκρεμότητες που εξακολουθούν να υπάρχουν, μεταφέροντας το μήνυμα της Κομισιόν από τις Βρυξέλλες, οι οποίες -όπως γράφει η εφημερίδα του Μονάχου- εκτιμούν ότι «η Αθήνα έχει κάνει τα πάντα». Η SZ σημειώνει στις οικονομικές της σελίδες ότι «στην αντιπαράθεση γύρω από το πρόβλημα του ελληνικού χρέους η Κομισιόν πιέζει για ταχεία εκταμίευση νέων δανείων ύψους δισεκατομμυρίων ευρώ». Το άρθρο επικαλείται σχετικές δηλώσεις του αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις, σύμφωνα με τον οποίο δεν υπάρχει κάποιος αντικειμενικός λόγος να μην γίνει η εκταμίευση, δεδομένου ότι, όπως δήλωσε ο ίδιος, η Ελλάδα έχει τηρήσει τις δεσμεύσεις της τόσο στο δημοσιονομικό πεδίο όσο και στο πεδίο της εφαρμογής των συμφωνηθέντων μεταρρυθμίσεων.
 
Η εφημερίδα του Μονάχου υπενθυμίζει εκ νέου τη διαμάχη του Βερολίνου με το ΔΝΤ με «αγκάθι» το ζήτημα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, για το οποίο αρνείται πεισματικά να δεσμευθεί ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αντιτιθέμενος στις επιθυμίες του Ταμείου.
 
Όπως εκτιμά η SZ, «τώρα διαφαίνεται ένας συμβιβασμός που είχε συζητηθεί ήδη τον Μάιο. Σύμφωνα με αυτόν, το ΔΝΤ θα ενέκρινε το (ελληνικό) πρόγραμμα, αλλά δεν θα κατέβαλε το ίδιο δάνεια πριν να επιτευχθεί συμφωνία επί μιας κοινής ανάλυσης για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Επειδή όμως με αυτόν τον τρόπο η Αθήνα θα βρισκόταν σε χειρότερη θέση σε σχέση με τον αρχικό σχεδιασμό της, η ελληνική κυβέρνηση προβάλλει αντίσταση. Εάν το ΔΝΤ είχε εκπονήσει δικό του δανειακό πρόγραμμα με άμεση εκταμίευση χρημάτων, τότε με αυτό θα συνδέονταν τόσο η δέσμευση για ελάφρυνση χρέους όσο και η βοήθεια της ΕΚΤ (σ.σ. με την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης). Αυτά τα δύο στοιχεία θα βελτίωναν αισθητά την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα», επισημαίνει ο Γερμανός αρθρογράφος.