Της Μαριάνας Τσίχλη

Υποψήφιας Περιφερειάρχη με την Ανυπότακτη Αττική

Η Ανυπότακτη Αττική με τη φυσιογνωμία, το πρόγραμμά της και τις πρακτικές της επιδιώκει να έρθει αντιμέτωπη με αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα και να επιτύχει στο στοίχημα της ενίσχυσης των κοινωνικών διεκδικήσεων αλλά και στο δύσκολο έργο της ανάτασης της κοινωνικής και πολιτικής αριστεράς.

– Γιατί αυτοδιοίκηση και γιατί στην Αττική;

Η επιλογή μας να εντοπίσουμε τις προσπάθειές μας στην αυτοδιοίκηση και συγκεκριμένα στην Περιφέρεια Αττικής δεν είναι τυχαία. Η αυτοδιοίκηση είναι ένα πεδίο που, παρά την υποχώρηση και την απογοήτευση, σημειώνονται πολύ σημαντικές αντιστάσεις. Ακριβώς επειδή η αυτοδιοίκηση σχετίζεται με τη διαμόρφωση της καθημερινότητας των κατοίκων, των πόλεων και της ζωής μας μέσα σε αυτές, είναι και το πεδίο εκείνο που αναπτύσσονται δυναμικοί αγώνες των κατοίκων.

Από άκρο σ’ άκρο της Αττικής ξεσπούν κινήματα που επιμένουν, παρά τις δυσκολίες, και πετυχαίνουν νίκες. Το αποδεικνύουν οι αγώνες ενάντια στους ΧΥΤΑ στην Κερατέα ή το Γραμματικό, ενάντια στα διόδια, οι μάχες για το περιβάλλον, για τη διάσωση του Ελληνικού και του παραλιακού μετώπου ή της Ακαδημίας Πλάτωνος, οι αγώνες για τη διάσωση των ρεμάτων της Αττικής και τόσα άλλα κινήματα. Αυτοί οι αγώνες δίνουν την πολιτική προοπτική μιας αριστερής ριζοσπαστικής παρέμβασης για το σήμερα, που φέρνει υλικά αποτελέσματα.

Μία τέτοια πολιτική θέλουμε κι εμείς να προωθήσουμε στην πιο κεντρική Περιφέρεια της χώρας, όπου ζει και εργάζεται ο μισός σχεδόν πληθυσμός της και η πλειοψηφία των λαϊκών και φτωχών στρωμάτων. Η Περιφέρεια Αττικής συνδυάζει αυτοδιοικητικά και κεντρικά πολιτικά χαρακτηριστικά. Είναι ο τόπος όπου είναι ορατή, από τη μία μεριά, η μεγάλη συσσώρευση πλούτου και εξουσίας για ορισμένα κοινωνικά στρώματα και, από την άλλη πλευρά, είναι εξίσου ορατή η συμπίεση, οικονομική και κοινωνική πλατιών λαϊκών στρωμάτων. Ταυτόχρονα, στην Αττική πήραν την πιο ορατή μορφή τους οι μνημονιακές πολιτικές των ελαστικών σχέσεων εργασίας, της συμπίεσης των μισθών, τις καταστρατήγησης εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Η Αττική τα τελευταία χρόνια συγκεντρώνει το μεγαλύτερο οικονομικό ενδιαφέρον με την ταχύτατη παράδοση ελεύθερων χώρων και πεδίων σε στρατηγικά επενδυτικά σχέδια μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων. Λίγα μόνο παραδείγματα είναι οι τεράστιες παρεμβάσεις και αναμορφώσεις χώρου στο Ελληνικό και το Παραλιακό Μέτωπο, η επέκταση του λιμανιού για τους σχεδιασμούς της COSCO στον Πειραιά, η μετεγκατάσταση του καζίνο στο Μαρούσι, η δημιουργία mall στην Ακαδημία Πλάτωνος, η επέκταση του airbnb και η προσπάθεια «εξευγενισμού» του κέντρου, η καταστροφική διαχείριση του περιβάλλοντος.

Ειδικά η διοίκηση Δούρου, παίρνοντας τη σκυτάλη από τον κ. Σγουρό, έγινε στήριγμα αλλά και ρυθμιστής των σχέσεων μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, και της ασύδοτης παράδοσης χώρων και υποδομών στο μεγάλο κεφάλαιο. Πολλά από τα μέτρα τα οποία προώθησε, όπως η οικονομική ενίσχυση του στρατηγικού σχεδίου της Cosco, η ενίσχυση του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος στην κατάληψη του όλου του παραλιακού μετώπου, η έγκριση μελετών για το Ελληνικό, τον Αστέρα, η συνέχιση των ΣΔΙΤ για τη διαχείριση των απορριμμάτων κλπ. δεν αποτελούσαν καν μνημονιακές υποχρεώσεις, αλλά συγκεκριμένες δεσμεύσεις απέναντι σε μερίδες του κεφαλαίου, και έγιναν ώστε να οικοδομηθεί η σχέση του ΣΥΡΙΖΑ και της ίδιας προσωπικά με τις επιχειρηματικές ελίτ.

Οι κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις αυτών των πολιτικών είναι τεράστιες. Σήμερα, με πάνω από 342.000 ανέργους, η Αττική καταγράφει  ανεργία 19,9%. Το 20,1% των κατοίκων της ζει σε στέρηση των βασικών αγαθών και το 31,1% του πληθυσμού της σε κίνδυνο φτώχειας.

– Δούρου, Πατούλης και Σγουρός λειτουργούν συμπληρωματικά για τα ίδια συμφέροντα και πολιτικές

Η Περιφερειακή Αρχή της Δούρου, στον ίδιο δρόμο με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί μνημείο πολιτικής μεταστροφής εφαρμόζοντας επιθετικά το ακριβώς αντίθετο πρόγραμμα από αυτό με το οποίο εξελέγη μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Κατέστησε την Περιφέρεια προσάρτημα της μνημονιακής προσαρμογής του ΣΥΡΙΖΑ, προώθησε το σύνολο των παρεμβάσεων του κεφαλαίου και παρέδωσε ρημαγμένες κοινωνικές υπηρεσίες.

Και στην περίπτωση του κρίσιμου ζητήματος της διαχείρισης των απορριμμάτων, σε πλήρη σύμπλευση με τα τεράστια εργολαβικά συμφέροντα που κερδοφορούν από επιβλαβείς πολιτικές διαχείρισης απορριμμάτων, η διοίκηση της Δούρου όχι απλώς διατήρησε την επικίνδυνη και μη βιώσιμη εγκατάσταση ΧΥΤΑ Φυλής, αλλά πολλώ μάλλον την επεξέτεινε και προχωρά στη λειτουργία του ΧΥΤΑ στο Γραμματικό.
Ακόμη και για τις καταστροφές στο Μάτι και στη Μάνδρα, η διοίκηση Δούρου έχει μεγάλες πολιτικές ευθύνες. Προφανώς δεν βαρύνουν αποκλειστικά ή κυρίως την Περιφέρεια, αλλά  οφείλονται σε όλο το μοντέλο ανάπτυξης που έχει ακολουθηθεί μεταπολεμικά, και στο μεγάλο περιορισμό των μέσων πολιτικής προστασίας λόγω της μνημονιακής λιτότητας. Ωστόσο, οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των πολιτικών που ασκήθηκαν ιδιαίτερα στα μνημονιακά χρόνια δεν αναιρούν τις πολιτικές ευθύνες εκείνων που διαχειρίζονται σε κάθε συγκεκριμένη συγκυρία τους κλάδους του κρατικού μηχανισμού υπηρετώντας αυτές τις πολιτικές. Ο τρόπος με τον οποίο η κα Δούρου διαχειρίστηκε τους πόρους και τους μηχανισμούς της Περιφέρειας, είχε άμεση επίπτωση στο μέγεθος της καταστροφής, ακόμα και αν αυτή ξεκίνησε από «τυχαίους» ή «αστάθμητους» παράγοντες.

Από την άλλη μεριά, η υποψηφιότητα Πατούλη εκπροσωπεί μια επικίνδυνη πολιτική που απειλεί τα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηφίας των κατοίκων της Αττικής με κατασταλτική αντιμετώπιση και ασύδοτη επιτάχυνση των σχεδιασμών των επιχειρηματιών. Ο κ. Πατούλης δεν καταβάλει ούτε λίγη προσπάθεια να δείξει την οποιαδήποτε σύνδεση με τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Προσανατολίζεται σταθερά στη σύνδεση με μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα, όπως έχει δείξει η θητεία του στο Μαρούσι, με την προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων, αλλά και την θετική του στάση για την μετεγκατάσταση του καζίνο, ενώ δε χάνει την ευκαιρία να κάνει επίδειξη οικονομικής ευρωστίας. Δεν ξεχνάμε τη στάση του στο δημοψήφισμα, όταν, ως πρόεδρος της ΚΕΔΕ, έβαλε με συνοπτικές διαδικασίες την ΚΕΔΕ στην επιτροπή υποστήριξης του ΝΑΙ. Η νεοφιλελεύθερη ατζέντα που υιοθετεί ο εκλεκτός της ΝΔ έχει στοιχεία συντηρητισμού, αυταρχισμού και δεν διστάζει με προτείνει ένταση της επιτήρησης στους δρόμους και τις γειτονιές για την «καταγραφή των ύποπτων στοιχείων»!

Όσο για τον κ. Σγουρό, η προηγούμενη θητεία του στην Περιφέρεια μιλάει από μόνη της. Ήταν αυτός που εγκαινίασε τη σύνδεση του επιχειρηματικού κεφαλαίου με τον προγραμματισμό, τις υπηρεσίες και τα κονδύλια της Περιφέρειας. Είχε βασικό ρόλο στην προώθηση επιχειρηματικών σχέσεων, πελατειακών σχέσεων σε τοπικό επίπεδο, με τεράστιες επιπτώσεις στα οικονομικά της Περιφέρειας, στην κατασπατάληση πόρων, στην υποβάθμιση των δημόσιων φορέων και υποδομών με ταυτόχρονα την ιδιωτικοποίηση των λειτουργιών τους.

Οι τρεις αυτές υποψηφιότητες, όχι απλώς ταυτίζονται πολιτικά και στρατηγικά, με κάποιες ιδεολογικές διαφοροποιήσεις, αλλά επί της ουσίας λειτουργούν συμπληρωματικά η μία για την άλλη, για την μακροπρόθεσμη διασφάλιση της μετατροπής της Αττικής σε πεδίο κερδοφορίας των λίγων και εγκατάλειψης των πολλών.

Τέλος, θανάσιμος κίνδυνος είναι για την κοινωνία και τα λαϊκά στρώματα το μόρφωμα της Χρυσής Αυγής που στηρίζεται στην πιο ανατριχιαστική ιδεολογία που ανέδειξε η σύγχρονη ανθρωπότητα μέσα στον καπιταλισμό, το ναζισμό.

Είναι αναγκαία η επανεμφάνιση της μαζικής κοινωνικής αριστεράς

Για εμάς, είναι αναγκαίο να συγκροτηθεί άμεσα στην Αττική ένας μαζικός πόλος αντίστασης. Στη βάση αυτή, το κοινωνικό πρόσημο μιας πολιτικής κίνησης μπορεί να κάνει τη διαφορά. Ειδικά όταν αυτό συνδυάζεται από συγκροτημένες θέσεις και μαζικό πολιτικό λόγο, μπορούν να διαφανούν οι όροι και οι προϋποθέσεις για μια ανάταση της κοινωνικής και πολιτικής αριστεράς.

Η φυσιογνωμία που επιδιώκει να προβάλει στην πρώτη γραμμή η Ανυπότακτη Αττική, δείχνει και το στόχο της κίνησής μας να αναδείξει τα τμήματα εκείνα της κοινωνίας που πλήττονται ή δεν εκπροσωπούνται:

Θέλει να προβάλει τους εργαζόμενους, τους ανέργους, τους απλούς καθημερινούς ανθρώπους, την νεολαία, τους συνταξιούχους που βιώνουν τις επιπτώσεις της νεοφιλελεύθερης επιθετικότητας.

Θέλει να προβάλει τις γυναίκες, που εξακολουθούν να στερούνται επαρκούς εκπροσώπησης, ειδικά στο χώρο της αυτοδιοίκησης. Σε αυτές τις εκλογές, από όλους τους / τις υποψήφιους/ες Περιφερειάρχες όλων των συνδυασμών και στις 13 Περιφέρειες της χώρας, οι οποίοι είναι 102 στο σύνολό τους, μόνο 12 είναι γυναίκες. Από αυτές μόνο 5 είναι επικεφαλής σχημάτων που υποστηρίζονται από ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και ΚΙΝΑΛ. Αυτή η απελπιστικά μικρή αναλογία (κοντά στο 10%) που γίνεται ακόμα μικρότερη αν εξετάσει την συμμετοχή γυναικών ως υποψηφίων δημάρχων δεν είναι τυχαία, αλλά είναι δείκτης του αργού περάσματος των κατακτήσεων των γυναικών για ισότητα στους πολιτικούς μηχανισμούς.

Η κατάσταση αυτή είναι ασύμβατη ακόμα και με την προβλεπόμενη ποσόστωση στα ψηφοδέλτια 40% και εντελώς δυσανάλογη με την αυξανομένη συμμετοχή των γυναικών τα τελευταία χρόνια στους πολιτικούς, κοινωνικούς αγώνες, αλλά και το αυξημένο βάρος που αναλαμβάνουν στην εργασία, στην οικογένεια, στις κοινωνικές σχέσεις. Δείχνει τα προχωρήματα και τις υπερβάσεις που πρέπει να γίνουν.

Θέλει να προβάλει τους νέους, που καλούνται σήμερα να εργαστούν και να ζήσουν στο χειρότερο εργασιακό καθεστώς από κάθε άλλη γενιά. Να καλέσει τους νέους στην πρώτη γραμμή των διεκδικήσεων, ειδικά στους σημερινούς καιρούς, που όντας τα μεγαλύτερα θύματα μιας δεκαετίας κρίσης, συχνά στρέφονται στη γενική απαξίωση και απόρριψη της πολιτικής στράτευσης.

Οι εκλογές για την Περιφέρεια της Αττικής έχουν και έναν σημαντικό πολιτικό χαρακτήρα, και πιστεύουμε ότι το αποτέλεσμά τους θα έχει επιπτώσεις και στην κεντρική πολιτική σκηνή. Τυχόν υπερψήφιση των υποψηφίων των μνημονιακών κομμάτων θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο την επερχόμενη επίθεση και θα νομιμοποιήσει κάθε είδους πολιτική μεταστροφή και κυνισμό όπως αυτή που έδειξε ο ΣΥΡΙΖΑ με την πιο σκληρή εφαρμογή των μνημονίων, την κατακρεούργηση του ασφαλιστικού, τις ιδιωτικοποιήσεις, τους χιλιάδες πλειστηριασμούς και τον κυνισμό που δείχνει η Ν.Δ. με την επίθεση απέναντι στους εργαζόμενους και στα δικαιώματα που εξαγγέλλει διαρκώς ο Κ. Μητσοτάκης. Θεωρούμε ότι είναι προς όφελος του καθενός που έχει πληγεί από τη σημερινή πολιτική και που θέλει να παλέψει στο πλαίσιο των εκλογών ώστε να δώσει ένα μήνυμα δυσαρέσκειας, να στηρίξει την Ανυπότακτη Αττική.

Σε μια τέτοια περίοδο, ήταν και είναι απαραίτητο να υπάρχουν ενωτικές συνεργασίες των ευρύτερων δυνάμεων της αριστεράς, ώστε να δώσουν πνοή και να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες και τις επιδιώξεις των λαϊκών στρωμάτων σε υλικό επίπεδο, αλλά και στα ιδεολογικά ερωτήματα που μετά τον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ απαντιούνται από πολλούς με συντηρητικό τρόπο. Αυτό θα μπορούσε να γίνει με μεγάλη ευκολία στο επίπεδο τη αυτοδιοίκησης, που τα σημεία της σύγκλισης της πάλης των ευρύτερων αριστερών δυνάμεων είναι επαρκή για πολιτικές συνεργασίες. Αυτή είναι, όμως, μια πολιτική στρατηγική που δεν υλοποιήθηκε λόγω, δυστυχώς, της αποστροφής πολλών δυνάμεων της αριστεράς ακόμη για κοινά πεδία διαλόγου.

Η Λαϊκή Συσπείρωση και ο πολιτικός χώρος που την υποστηρίζει, αρνείται ευρύτερες πολιτικές συνεργασίες με άλλες δυνάμεις της αριστεράς, ακόμα και εκεί που δεν έχουν τόσο κεντρικό πολιτικό χαρακτήρα, όπως στην πιο μεγάλη Περιφέρεια. Η παραδοσιακή πολιτική παρουσία της Λαϊκής Συσπείρωσης σε αυτοδιοικητικό επίπεδο αποβλέπει περισσότερο στην αναπαραγωγή μιας σταθερής πολιτικής και εκλογικής επιρροής για την προβολή μιας διαμαρτυρίας.

Με την Αντικαπιταλιστική Ανατροπή και τους αγωνιστές που συμμετέχουν σε αυτήν, έχουμε βρεθεί σε πολλούς κοινούς αγώνες, ενώ οι θέσεις σε μια σειρά βασικά ζητήματα είναι παραπλήσιες, αν όχι ταυτόσημες. Η φυσιογνωμία των δύο σχημάτων, το δυναμικό που τα συγκροτεί, η επικοινωνία τους με τα κινήματα, το προγραμματικό τους πλαίσιο, άνετα επέτρεπαν μία ενωτική πολιτική παρέμβαση και δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για το γεγονός ότι δεν έγινε κάτι τέτοιο. Πολλές φορές στην αριστερά υπάρχει μία αντίληψη, ότι ο πιο κοντινός είναι και ο σημαντικότερος αντίπαλος, γιατί είναι αυτός που είναι ορατός. Αυτή η αντίληψη του κατακερματισμού, ακόμα και στο εσωτερικό πολιτικών χώρων που εκφράζονται με κοινό τρόπο στο πολιτικό επίπεδο, μας βρίσκει κάθετα αντίθετους. Αποκόπτει την αριστερά συνολικά από τις ευρύτερες διεργασίες στην κοινωνία. Μια τέτοια αντιπαράθεση στο εσωτερικό της αριστεράς, όπως είδαμε πρόσφατα, με όσα θλιβερά έχουν γίνει με την επίθεση μίας βασικής πολιτικής οργάνωσης που στηρίζει την Αντικαπιταλιστική Ανατροπή απέναντι σε άλλες δυνάμεις της αριστεράς, ή με δημόσιες αντιπαραθέσεις μεταξύ δημοτικών σχημάτων που προέρχονται από τον ίδιο χώρο, καταλήγει να γίνεται με όρους που προσβάλλουν αγωνιστές που έχουν βρεθεί, πάρα πολλές φορές στην ίδια πλευρά του χαρακώματος, και μοιράζονται διώξεις όπως π.χ. στο κίνημα των πλειστηριασμών. Το κυριότερο είναι ότι επιτείνει τη σύγχυση την απογοήτευση και ενισχύει τις μνημονιακές δυνάμεις.

Ανυπότακτη Αττική για έναν μαζικό και μετωπικό πόλο αντίστασης

Εμείς αντιλαμβανόμαστε την παρέμβαση στις εκλογές και στην αυτοδιοίκηση ως μία διαδικασία συσπείρωσης αγωνιστικών δυνάμεων για την προώθηση ενός ριζοσπαστικού προγράμματος άμεσων ρήξεων, που απαντάει σε υλικές ανάγκες και ερωτήματα των λαϊκών μαζών στο σήμερα. Για εμάς δεν βοηθούν θολοί ιδεολογικοί διαχωρισμοί με βάση μία στενή πολιτική ταυτότητα, αν αυτές σε τοπικό, συνδικαλιστικό και κινηματικό επίπεδο, μπορούν να συγκλίνουν σε ένα κοινό πρόγραμμα ή έστω δράση για τους επιμέρους χώρους. Για εμάς η ευρύτερη δυνατή ενότητα είναι ζωτικής σημασίας για να μπορέσουν να εκφραστούν πολιτικά και κινηματικά, τα συμφέροντα των εργαζομένων, αλλά και άλλων  κοινωνικών κατηγοριών που πλήττονται με ιδιαίτερο τρόπο.

Σε μία περίοδο που οι κυρίαρχες τάξεις, ενισχύονται μέσα στους χώρους εργασίας και τους κοινωνικούς χώρους, που επιχειρείται να διαμορφωθεί ένας νέος διπολισμός σε ακόμα πιο συντηρητική κατεύθυνση, η διάσπαση δυνάμεων ευνοεί πλήρως την αντίπαλη πολιτική. Με αυτή την έννοια, η υποστήριξη της Ανυπότακτης Αττικής, εκτός των άλλων, συνιστά και μια επιβράβευση μιας ενωτικής και συνεργατικής πολιτικής κατεύθυνσης.

Η Ανυπότακτη Αττική, δεν παρεμβαίνει στις εκλογές κυρίως για να αναδείξει μία πολιτική ταυτότητα της «αντικαπιταλιστικής» ή της «ριζοσπαστικής» αριστεράς. Παρεμβαίνει πρωτίστως για να μπορέσει να εκφράσει ένα πρόγραμμα και μία πρακτική υπέρ των συμφερόντων των εργαζομένων σε τοπικό επίπεδο. Για να επικοινωνήσει αυτό το πρόγραμμα και να συνδέσει την πρακτική της με τμήματα των κατοίκων που μπορούν να συμφωνήσουν σε αυτά, ανεξάρτητα από την γενική πολιτική ταυτότητα τους. Γι’ αυτό ακόμα και όσοι αμφιταλαντεύονται για τις κεντρικές εκλογικές επιλογές τους, στην τοπική αυτοδιοίκηση και στην Περιφέρεια Αττικής έχουν τη δυνατότητα: η δυσαρέσκεια, η διαμαρτυρία, η διαφορετική κατεύθυνση, να εκφραστεί με την ενίσχυση γνήσια αγωνιστικών δυνάμεων, όπως η Ανυπότακτη Αττική.

Η Ανυπότακτη Αττική αποσκοπεί όχι απλά στην καταγραφή της διαμαρτυρίας των κατοίκων της Αττικής για όσα γίνονται, αλλά πολύ περισσότερο στην οικοδόμηση δυναμικών αγώνων που θα πετυχαίνουν νίκες, βάζοντας εμπόδια στις αντιλαϊκές, αντιπεριβαλλοντικές και συνολικά καταστροφικές πολιτικές που αναπτύσσονται στην αυτοδιοίκηση.

Ανυπότακτη Αττική, λοιπόν, γιατί είναι μία ζωντανή, ριζοσπαστική και μαζική πολιτική δύναμη που συνδυάζει το προγραμματικό πλαίσιο της ρήξης με τις μνημονιακές και μακροπρόθεσμες αντιλαϊκές στρατηγικές, με την συνείδηση ότι δεν επαρκεί ένας πολιτικός συνδυασμός, αλλά χρειάζεται η ανάπτυξη ενωτικών και μαζικών αγώνων της κοινωνίας για να γίνει αυτό εφικτό. Ανυπότακτη Αττική γιατί εκτός των άλλων περιλαμβάνει πολλούς νέους ανθρώπους, αγωνιστές των κινημάτων, και ίσως το κυριότερο ανθρώπους ανιδιοτελείς, που δεν υποκλίθηκαν σε επιχειρηματικά συμφέροντα, δεν λύγισαν μπροστά στην Κίρκη της καρέκλας και των θέσεων εξουσίας, που δεν υποτάχθηκαν.

Έχουμε την αισιοδοξία και εμπιστοσύνη ότι υπάρχουν δυνατότητες ανασυγκρότησης της αριστεράς και του κινήματος, ότι οι ενωτικές προσπάθειες και η μαζική πολιτική, μπορούν να φέρουν αποτελέσματα.