Παρά την πολύχρονη υποβάθμιση της περιοχής του Αγίου Παντελεήμονα, μόνο από το 2008 και μετά η γειτονιά βρέθηκε στο κέντρο της προσοχής των μέσων ενημέρωσης. Το ζήτημα της εγκληματικότητας ήταν η κεντρική αλλά όχι η μοναδική αφορμή. Για παράδειγμα, η έγκριτη μα συντηρητική Καθημερινή, τον Απρίλη του 2008, περιγράφει τον Άγιο Παντελεήμονα σαν μια πολυπολιτισμική γειτονιά, της οποίας η οικονομική δραστηριότητα βασίζεται πια στους μετανάστες κατοίκους της. Ένας Έλληνας καταστηματάρχης της περιοχής που διαθέτει προϊόντα από τις βαλκανικές χώρες δηλώνει: «Βάλαμε λίγα πράγματα στην αρχή, και σιγά – σιγά, όταν είδαμε ότι έχουν μεγάλη πέραση φτάσαμε να πουλάμε αποκλειστικά για τους ξένους. Προσλάβαμε και πωλητές από χώρες καταγωγής των πελατών μας». Στο άρθρο του διαβάζουμε για το κουρείο που γεμίζει κόσμο, γίνεται στέκι και «η κουβεντούλα ανάβει», για ένα ρωσικό παντοπωλείο όπου κάνει κουμάντο η γυναίκα του αφεντικού, καθώς αφηγείται το αφεντικό γελώντας, σε ένα κλίμα χαρακτηριστικά πιο αγαθό από ό,τι έμελλε να ακολουθήσει.

Ωστόσο το παλιό, καλό οργανωμένο έγκλημα εξακολουθεί να υπάρχει στην περιοχή, αρκετά για να πυροδοτήσει λίγες βδομάδες αργότερα πρωτοσέλιδο της ίδιας εφημερίδας με τίτλο «Έρμαιο συμμοριών ο Άγιος Παντελεήμονας». Σ’ αυτό το ρεπορτάζ ένας άλλος επιχειρηματίας δηλώνει: «Η περιοχή έχει πρόβλημα, όπως και οι περισσότερες περιοχές του κέντρου. Έχει μεγάλο αριθμό μεταναστών: Οι περισσότεροι απ’ αυτούς είναι καλά παιδιά, αλλά υπάρχουν και μερικοί σκάρτοι που δημιουργούν προβλήματα».

Η σταδιακή έλευση εκατοντάδων Αφγανών μεταναστών στην περιοχή και η πρόχειρη διαβίωσή τους στην πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα φαίνεται ωστόσο να αλλάζει την ποιότητα της συζήτησης. Οι δυνάμεις της ακροδεξιάς αποφασίζουν να ενεργοποιηθούν και να εκμεταλλευτούν πολιτικά την κατάσταση, κάτι που δεν είχαν κάνει δέκα χρόνια νωρίτερα στην πλατεία Κουμουνδούρου.

Τον Νοέμβριο του 2008, μια επιτροπή κατοίκων και καταστηματαρχών της περιοχής καλεί σε συγκέντρωση στην πλατεία, με βάση μια επιστολή προς τις αρμόδιες αρχές που υπογράφεται από χίλιους κατοίκους. Αριστερές και αντιρατσιστικές οργανώσεις, αλλά και η κοντινή αναρχική κατάληψη villa amalias καλούν σε αντισυγκεντρώσεις και τα αίματα δεν αργούν ν’ ανάψουν.

Στον απόηχο των γεγονότων αυτών, ο ακροδεξιός τύπος ταυτίζει τους αντιρατσιστές με τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ λίγο αργότερα η επιτροπή κατοίκων τα βάζει, μεταξύ άλλων, με το ΕΜΠ που φιλοξενεί σε σέρβερ του το Indymedia. Στην άλλη πλευρά, η villa amalias σε κείμενο που κυκλοφορεί αμέσως μετά τα γεγονότα κάνει την εκτίμηση ότι «η πρωτοβουλία καθοδηγήθηκε από το μαγαζί του Καρατζαφέρη [ΛΑ.Ο.Σ.] και κατέληξε σε πολιτική διαφήμισή του. Αυτοί άλλωστε φρόντισαν να μοιραστούν όλα αυτά τα κείμενα [από την πλατεία Αττικής ως την Άνω Κυψέλη], να ενημερώσουν όλα τα μμε και να ανακοινώσουν μέσω του site τους τη συνδιοργάνωση ενός πογκρόμ παρέα με μερίδα κατοίκων-καταστηματαρχών».

Η Καθημερινή, πιστή για την ώρα στην γραμμή των ίσων αποστάσεων, εκτιμά ότι «Η έκρηξη οργής των κατοίκων για την αδιαφορία των αρμόδιων φορέων («είμαστε όμηροι στην ίδια μας τη γειτονιά») αποτέλεσε αντικείμενο εκμετάλλευσης από ακραίες δυνάμεις (μέλη της «Χρυσής Αυγής» και κρανοφόρων αναρχικών), που επί ώρες επιδόθηκαν σε πετροπόλεμο».

Η υπόθεση του Αγίου Παντελεήμονα επισκιάζεται τις αμέσως επόμενες μέρες από τα γεγονότα που ακολούθησαν τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου στις 6 Δεκέμβρη 2008 και τον αντίκτυπό τους.

Το αμέσως επόμενο διάστημα, οι αριστερές και αντιρατσιστικές οργανώσεις επιδιώκουν ανεπιτυχώς, όπως παραδέχεται και ο Θανάσης Κούρκουλας από την Κίνηση «Απελάστε το ρατσισμό», να αποκτήσουν τοπική παρουσία ως αντίβαρο της φασιστικής ακροδεξιάς, η οποία, παρά το κλίμα των ημερών, προσπαθεί να ανασυνταχθεί.

Οι μήνες περνούν• βρισκόμαστε στην εποχή του «Λεφτά υπάρχουν» – η συντεταγμένη αποχώρηση του Κώστα Καραμανλή από την πρωθυπουργία ανοίγει τον δρόμο στο νέο ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου. Ο μικρόκοσμος του Άγιου Παντελεήμονα δεν συμμερίζεται την ευφορία των ημερών. Οι ανοιχτές βίαιες αντιπαραθέσεις συνοδεύονται από έναν πόλεμο χαμηλής ισχύος και μεγάλου βάθους, όπως αποδείχτηκε, τουλάχιστον από την πλευρά της ακροδεξιάς. Οι νέες πιεστικές συνθήκες του πρώτου μνημονίου αυξάνουν τον εκνευρισμό του κόσμου κι ανοίγουν το δρόμο στις πιο ακραίες θέσεις. Ταυτοχρόνως, το ΠΑΣΟΚ δεν διστάζει να πριμοδοτεί τον ρατσιστικό λόγο του ΛΑΟΣ αποβλέποντας σε πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη αποδυνάμωσης της Νέας Δημοκρατίας, ενδεχομένως χωρίς να μπορεί να προβλέψει ότι την περίοδο εκείνη επωάζει το αβγό του φιδιού.

Το μαχητικό ρεπορτάζ της Μαρίας Δεληθανάση βρίσκει ακόμη τον δρόμο του προς τις σελίδες της Καθημερινής:

#com#Την εικόνα του φόβου, της οργής, του μίσους, συμπληρώνουν οι καθημερινές επιθέσεις από κακοποιά στοιχεία και η δυναμική στρατολόγηση «μαχητών του μίσους» σε σχολεία της περιοχής των Πατησίων και της Κυψέλης. Όχι τυχαία, στα προχθεσινά επεισόδια πρωτοστάτησαν ανήλικοι Έλληνες και Αλβανοί. «Είναι φυσικό να εξεγείρονται οι Αλβανοί που έχουν δημιουργήσει περιουσία στην περιοχή», δηλώνει στην «Κ» κάτοικος της περιοχής που πρεσβεύει την αυτοδικία και επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του. «Για την κατάσταση φταίει η πολιτική αδιαφορία. Κανένα κόμμα δεν έχει σταθεί στο πλευρό της πλατείας. Ό,τι κάνουν, το κάνουν οι κάτοικοι μόνοι τους. Εμείς καλούμεθα να αμυνθούμε στη βία με βία. Περιμένω έναν νεκρό και τότε ο σώζων εαυτόν σωθήτω».

Έντονη οργή κατά του πολιτικού συστήματος εκφράζει και άλλη κάτοικος, συνταξιούχος του Δημοσίου: «Η εξουσία έχει κάνει την περιοχή σκουπιδότοπο. Θα πάρουμε τα όπλα. Δεν υπάρχει άλλη λύση. Η αδιαφορία μάς έχει κάνει επιθετικούς. Μέχρι τώρα περιοριζόμασταν στη λεκτική βία. Τώρα θα προχωρήσουμε. Θέλουμε μια φυσιολογική ζωή όπως αυτή που έχουν στο Κολωνάκι, την Εκάλη, τη Βούλα και τη Βουλιαγμένη. Ισοπολιτεία δεν θέλουμε; Η επανάσταση θα ξεκινήσει από εδώ».$com$

Όμως η άποψη της εφημερίδας, όπως εκφράζεται στο κύριο άρθρο της, είναι διαφορετική από της συντάκτριας. Αρχίζει πια να εδραιώνεται η αντίληψη της συλλογικής ευθύνης των μεταναστών για όλα τα δεινά της ελληνικής κοινωνίας:

#com#Το ζήτημα της λαθρομετανάστευσης συνιστά τη σημαντικότερη απειλή εθνικής ασφάλειας για τη χώρα. Το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη δείχνει να έχει αντιληφθεί το πρόβλημα και επιχειρεί να συντονίσει όλο τον κρατικό μηχανισμό σε μια προσπάθεια να το αντιμετωπίσει.

Πρόκειται για θετική εξέλιξη, καθώς η κατάληψη πολλών γειτονιών της Αθήνας από ομάδες λαθρομεταναστών έχει λάβει εφιαλτικές διαστάσεις.

Η Ελλάδα δεν αντέχει άλλο την εισροή 100.000 λαθρομεταναστών τον χρόνο. Όσο για τα υπόλοιπα μέλη της κυβέρνησης θα πρέπει να καταλάβουν ότι το συγκεκριμένο θέμα δεν αφορά μόνο την ΕΛ.ΑΣ. αλλά και τα υπουργεία Άμυνας και Εξωτερικών, τα οποία οφείλουν να ενεργοποιηθούν άμεσα.$com$

Λίγες βδομάδες αργότερα, ο Νίκος Μιχαλολιάκος της Χρυσής Αυγής εκλέγεται δημοτικός σύμβουλος Αθηναίων. Στα εκλογικά τμήματα της περιοχής, η «Ελληνική Αυγή για την Αθήνα» πετυχαίνει τα καλύτερα ποσοστά της. Κι αυτό ήταν μόνο η αρχή…

Στη διαδικασία αυτή ο κύριος παράγοντας που θα πρέπει να υπολογιστεί είναι βεβαίως η μεροληπτική, έως σημείου προκλήσεως, στάση των ΜΜΕ. Ξεκινάμε από την απλή διαπίστωση, βεβαιωμένη και από μελέτες που εντοπίζουν το φαινόμενο και στη διεθνή εμπειρία, ότι τα κανάλια και οι εφημερίδες κανονικά δεν θεωρούν σκόπιμο να μας ενημερώνουν για καμία δράση των μεταναστών, αν δεν είναι εγκληματική. Θεωρούν πως γενικώς «οι μειονοτικές ομάδες δεν ενδιαφέρουν την πλειοψηφία του πληθυσμού, εκτός και αν αποτελούν απειλή για την κοινωνική ευταξία» (Τσουκαλά 2001, 68). Σε συνδυασμό με την εκ των πραγμάτων ενδεή τους διαβίωση, αυτό έχει ως συνέπεια τα υψηλότατα ποσοστά στην κάλυψη της εγκληματικότητας των οικονομικών μεταναστών από τον Τύπο» (Φραγκίσκου 2009, 174). Εις ό,τι αφορά την τηλεόραση, ο ρατσιστικός λόγος δεν περιορίζεται στις εκπομπές πολιτικού χαρακτήρα, αλλά επεκτείνεται με πιο στρογγυλεμένες διατυπώσεις, τη γνωστή διγλωσσία του ακροδεξιού χώρου (Ψαρράς 2010), σε όλο το τηλεοπτικό φάσμα. Η διασπορά του στις εκπομπές life style είναι τόσο πυκνή, ώστε να θεωρείται δεδομένο ότι μια συζήτηση για τη μόδα μπορεί να διακοπεί προκειμένου να αφουγκραστούμε τη «δικαιολογημένη αγανάκτηση» των κατοίκων κάποιας περιοχής που πήραν τα όπλα και αυτοδίκησαν έναντι μεταναστών (Πανούσης 2007, Τσουκαλά 2001, Φραγκίσκου 2009).

Η πρακτική των μέσων ενημέρωσης ενισχύει την πολιτικοποίηση του εγκλήματος και των ποσοτικών του απεικονίσεων, τη χρήση του δηλαδή προκειμένου να επικυρώσει συγκεκριμένες πολιτικές. Έτσι, πίσω από τον ηθικό πανικό και τις ηθικές σταυροφορίες, ελλοχεύει ο προσανατολισμός της εξουσίας «που αναζητά ένα εξιλαστήριο θύμα για τον εξαγνισμό των κοινωνικών προβλημάτων και την εκτόνωση της ήδη υφιστάμενης κοινωνικής δυσφορίας» (Ροϊνιώτη, 2009). Το φαινόμενο είναι γνωστό, διεθνές και πολυσχολιασμένο. Ενδεικτικά, στη Μεγάλη Βρετανία, ήδη από τη δεκαετία του 1970, οι Hall et al. (1978) πηγαίνουν ένα βήμα παραπέρα και υποστηρίζουν ότι «η εκ των άνω δημιουργία κρίσεων αποτελεί πάγια τακτική των κυβερνήσεων σε περιόδους ορατών οικονομικών κρίσεων ή όταν ο εκάστοτε συσχετισμός δυνάμεων τείνει να διαταράσσει την κοινωνική ισορροπία».