Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου αφορά την υπόθεση της σύμπραξης κατασκευαστικών εταιρειών  σε καρτέλ επί περισσότερα από  27 χρόνια, αναφορικά με τους διαγωνισμούς δημοσίων έργων. Υπενθυμίζεται πως τον Αύγουστο του 2017, η Επιτροπή Ανταγωνισμού προχώρησε στην επιβολή προστίμου ύψους 80 εκατ. ευρώ στις ελληνικές εταιρείας που συμμετείχαν στην απάτη δεκαετιών σε βάρος του δημοσίου.

Σύμφωνα με την απόφαση C 124/17 του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, όσες εταιρείες συμμετείχαν σε συμπράξεις με αποτέλεσμα «τη στρέβλωση του ανταγωνισμού» αποκλείονται από διαγωνισμούς δημοσίων έργων για τουλάχιστον τρία χρόνια, με υποχρέωση μάλιστα  να αποδείξουν μετά την πάροδο αυτού του χρόνου πως έχουν λάβει επαρκή μέτρα για τη μη επανάληψη των σχετικών πρακτικών. Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο της απόφασης, που προέκυψε σύμφωνα με την Καθημερινή από την αντιδικία των γερμανικών εταιρειών Vossloh Laeis GmbH κατά Stadtwerke München GmbH, είναι πως ο χρόνος του τριετούς αποκλεισμού δεν θα υπολογίζεται με βάση την ημερομηνία της τέλεσης του αδικήματος για το οποίο καταδικάστηκαν, αλλά με βάση τη δημοσίευση της καταδικαστικής απόφασης, που στην περίπτωση του καρτέλ των εργολάβων είναι ο Σεπτέμβριος του 2017.

Κατά την περσινή απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, το μεγαλύτερο πρόστιμο, ύψους 38,5 εκατ. ευρώ, επιβλήθηκε  στην ΑΚΤΩΡ του ομίλου ΕΛΛΑΚΤΩΡ, ενώ σημαντικά υψηλότερο θα ήταν και το πρόστιμο στην J&P ΑΒΑΞ εάν, όπως αναφέρεται, η διοίκησή της δε δήλωνε αδυναμία καταβολής.  Τελικά της επιβλήθηκε πρόστιμο 18,3 εκατ. ευρώ, ενώ στα 18,6 εκατ. ευρώ ανέρχεται το αντίστοιχο πρόστιμο στην ΤΕΡΝΑ. Πρόστιμο 4,3 εκατ. ευρώ επιβάλλεται στην Intrakat και 500.000 στην ΑΕΓΕΚ (πάλι επειδή υπάρχει αδυναμία καταβολής υψηλότερου προστίμου). Ακόμη, 100.000 ευρώ κλήθηκαν να πληρώσουν μικρότερες τεχνικές εταιρείες όπως η Θεμέλη, η ΕΡΕΤΒΟ, η ΕΚΤΕΡ και (πρώην) Χρ. Κωνσταντινίδης, ενώ μικρό πρόστιμο 9.000 ευρώ επιβλήθηκε στη Δομική Κρήτης.

Όπως προβλέπει η απόφαση, τα αποδεικτικά στοιχεία για τις εταιρείες δεν θα βασίζονται μόνο στην ενεργό συνδρομή τους στις έρευνες των επιτροπών ανταγωνισμού και την αποδοχή και έγκαιρη πληρωμή των σχετικών προστίμων, αλλά απαιτείται και σειρά άλλων μέτρων, τεχνικού και οργανωτικού χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να βρεθούν εκτός εταιρειών πρόσωπα και οργανισμοί με εμπλοκή στις παράνομες δραστηριότητες, να έχουν ληφθεί συγκεκριμένα και κατάλληλα μέτρα για την αναδιοργάνωση προσωπικού, εφαρμογή συστημάτων υποβολής εκθέσεων και ελέγχου, δημιουργία δομής εσωτερικού ελέγχου για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης, και η έγκριση εσωτερικών κανόνων ευθύνης και αποζημίωσης.

Την απόφαση υποδέχτηκαν μέσα ενημέρωσης και αγορά ως «βόμβα στα δημόσια έργα», καθώς σε αρκετούς εν εξελίξει διαγωνισμούς δημοσίων έργων συμμετέχουν εταιρείες όπως η «Άκτωρ», η ΤΕΡΝΑ, η J&P-Άβαξ και η Intrakat, οι οποίες θα πρέπει να αποδείξουν πως έχουν εφαρμόσει όλα τα μέτρα που περιγράφονται στην απόφαση για να συνεχίσουν να διεκδικούν τα μέτρα. Σε διαφορετική περίπτωση, θα πρέπει να αποκλειστούν από τις διαδικασίες, υπέρ εταιρειών που δεν συμμετείχαν στον καρτέλ.

Η υπόθεση είχε κεντρίσει την προσοχή της Κομισιόν και το καλοκαίρι του 2016, όταν αρχικά το πόρισμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού διαπίστωσε την ύπαρξη καρτέλ, καθώς τότε προχώρησε σε προσωρινό πάγωμα των κοινοτικών κονδυλίων προς την Ελλάδα. Ακολούθως, η Επιτροπής επέλεξε να εξετάσει μόνον την εμπλοκή των ελληνικών εταιρειών στο καρτέλ, και μάλιστα όσες ομολόγησαν τη συμμετοχή τους στη σύμπραξη, αφήνοντας εκτός πεδίου επιβολής προστίμων διεθνείς κολοσσούς.

Υπενθυμίζεται πως, με βάση ρύθμιση που προώθησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ τον Μάιο του 2016, προσφέρθηκε μείωση κατά 15% στα πρόστιμα σε περίπτωση ομολογίας, και πλήρης απαλλαγή από κάθε ποινική ευθύνη που αφορά τις υποθέσεις που επιβάλλονται πρόστιμα, εφόσον αυτά πληρωθούν κανονικά, ενώ θα συνεχίζεται η δίωξη για τα συρρέοντα εγκλήματα και δεν θα απαλλάσσεται όποιος παραβιάζει τον ελεύθερο ανταγωνισμό. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως αρχικά η κυβέρνηση προωθούσε διάταξη προέβλεπε γενική αποποινικοποίηση για οποιοδήποτε οικονομικό αδίκημα, όπως δωροδοκία, διασπάθιση δημόσιου χρήματος, απάτη, ξέπλυμα χρήματος, απιστία και άλλα, γεγονός που οδήγησε στην αναδίπλωση και αλλαγές στο νομοσχέδιο.

Ενδεικτικά, δημοσίευμα της Εφημερίδας των Συντακτών τον Μάρτιο του 2017, ανέφερε πως μεταξύ των εταιρειών που βρέθηκαν στο στόχαστρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού αλλά αρνήθηκαν κάθε κατηγορία για σύμπραξη στο καρτέλ, παρότι αποτελούν «leaders» των κοινοπραξιών στα έργα που διαπιστώθηκε παράνομη σύμπραξη, ήταν «η γερμανική Hochtief, η Siemens, η οποία είναι πιθανόν να καλύπτεται από τη συμφωνία με το Ελληνικό Δημόσιο, η γαλλική Vinci, η ισπανική FCC, η γαλλική Alstom Transport, η ολλανδική Van Oord, καθώς και οι ιταλικές Salini (σήμερα Salini Impregilo), Seli, Impresa, Rizzani, Maire Tecnimont και Taddei, κ.α.».