Με επιχείρηση- σκούπα κατά των δημοσιογράφων και φωτορεπόρτερ που καλύπτουν την προσφυγική κρίση στην τουρκική πλευρά των συνόρων του Έβρου, συνέχισαν τις διώξεις των εκπροσώπων του Τύπου, που ξεκίνησαν από την πρώτη κιόλας μέρα της προσφυγικής κρίσης στον Έβρο, οι Τουρκικές αρχές.

Σύμφωνα με επώνυμες καταγγελίες, που έχουμε στη διάθεσή μας, οι συνάδελφοι που συνελήφθησαν χτες έμειναν ως και πέντε και έξι ώρες υπό κράτηση, ορισμένοι δε πέρασαν και από ανάκριση. Οπως καταγγέλλουν όσοι κρατήθηκαν, τους απελευθέρωσαν μόνον αφού υποχρεώθηκαν να υπογράψουν δήλωση ότι δεν θα επιστρέψουν στην περιοχή. Η φωτογράφηση και η βιντεοσκόπηση σε όλο το πλάτος και το μήκος των συνόρων, όπου βρίσκονται οι πρόσφυγες, είναι πια αδύνατη, τονίζουν.

Πριν τις μαζικές συλλήψεις, χτες, είχαν επίσης καταγγελθεί επεισόδια και κατασχέσεις δημοσιογραφικού υλικού. Οι συνάδελφοι ξεκίνησαν να ακολουθούν εναλλακτικές διαδρομές για να φτάσουν στους πρόσφυγες και άρχισαν να κάνουν αντίγραφα του υλικού τους, καθώς οι αρχές τους υποχρέωναν σε «καθάρισμα» των καρτών με τις φωτό, εάν τους έπιαναν. Είναι πιθανό οι συλλήψεις και εκδιώξεις να ακολούθησαν όταν Τουρκικές αρχές αντελήφθησαν την τακτική των αντιγράφων, που επέτρεπε να «βγαίνει» προς τα έξω υλικό.

Εκτός αυτού, Τούρκοι συνάδελφοι καταγγέλουν ότι δεν γίνονται αποδεκτές ούτε οι συνήθεις κάρτες των τουρκικών ενώσεων συντακτών, και έχουν κυκλοφορήσει, με άγνωστο ως τώρα τρόπο, νέες, ειδικές, άλλου χρώματος κάρτες, για τους εκλεκτούς που τους επιτρέπεται η πρόσβαση.

Οι τουρκικές αρχές είχαν προβεί σε συλλήψεις και ανακρίσεις δημοσιογράφων από την πρώτη μέρα έναρξης της κρίσης, ενώ εισέβαλλαν και στα γραφεία του ρωσικού Σπούτνικ την πρώτη κιόλας μέρα των επεισοδίων στα σύνορα, συλλαμβάνοντας τον αρχισυντάκτη

Οι συλλήψεις και η λογοκρισία έχουν προκαλέσει την αντίδραση της Επιτροπής για την Προστασία των Δημοσιογράφων, που μιλά για εκφοβισμό των συναδέλφων από την πρώτη μέρα, και για διακρίσεις εις βάρος ειδικά των κούρδων δημοσιογράφων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει δώσει η επιτροπή στη δημοσιότητα, στις 29 Φεβρουαρίου συνελήφθησαν στην περιοχή του Εντιρνε, οι ρεπόρτερ Ιντρίς Σαγιλτζάν και Νατσί Κάγια του φιλοκουρδικού πρακτορείου Ειδήσεων Μεσοποταμίγια, ο ρεπόρτερ Ραουίν Σερκ και ο οπερατέρ Μεχμέτ Σιρίν Ακτζουν τους Κουρδοϊρακινού μέσου Ραντάου, με την κατηγορία ότι εργάζονταν σε απαγορευμένη ζώνη, και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα η κράτησή τους. Την επομένη συνελήφθη ο βρετανός φωτορεπόρτερ Μπράντλυ Σέκερ, ο οποίος ανακρίθηκε, με βάσει όσα έγραψε στο λογαριασμό twitter του μέσου που συνεργάζεται. Την ίδια μέρα, η ρεπόρτερ Τούμα Ντεμίρ συνελήφθη και ανακρίθηκε, και όταν αφέθηκε ελεύθερη έγραψε ότι στον ίδιο χώρο με εκείνην κρατούνταν άλλοι είκοσι δημοσιογράφοι.

Η τουρκική αστυνομία εισέβαλλε, επίσης, στα γραφεία του ρωσικής ιδιοκτησίας Σπούτνικ σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη, και συνέλαβε τον αρχισυντάκτη του Μέσου, Μαχίρ Μποζντεπέ και τέσσερις δημοσιογράφους που εργάζονταν εκεί την ώρα της εισβολής. Η αστυνομία κατάσχεσε ή ερεύνησε υπολογιστές, σκληρούς δίσκους και αρχεία.

Παράλληλα, στην Κωνσταντινούπολη συνελήφθη και κρατείται, εν αναμονή της δίκης του για «διάδοση του μίσους και της εχθρότητας στο λαό» ο αρχισυντάκτης του ειδησεογραφικού πόρταλ Γιακίν Ντογκού Χαμπέρ, Αλμπτεκίν Ντουρσούνογλου, διότι άσκησε κριτική στις τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία.

Η Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων κάλεσε τις Τουρκικές αρχές να απελευθερώσουν άμεσα όλουςτους συναδέλφους, να τους απαλλάξουν από τιςόποιες κατηγορίες και να τους αφήσουν να κάνουν ελεύθερα τη δουλειά τους. Τονίζει δε την «εντοπιότητα» των συγκεκριμένων διώξεων κατά του Τύπου. Παρά τις επανειλλημένες προσπάθειες της Επιτροπής να λάβει κάποια απάντηση από το υπουργείο Εσωτερικών της Τουρκίας για την γενική καταστολή κατά του Τύπου, οι τουρκικές αρχές σιωπούν.