Συγκεκριμένα, στην υπ΄ αριθμ. 192/2017 απόφαση του, το Ανώτατο Δικαστήριο αναφέρει ότι οι διατάξεις περί Τύπου (α.ν. 1098/1938, ν. 10/1975 και ν. 2243/1994) καθορίζουν ότι «τύπος και έντυπον, επί των οποίων εφαρμόζονται οι διατάξεις του νόμου τούτου είναι πάν ότι εκ τυπογραφίας ή οιουδήποτε άλλου μηχανικού ή χημικού μέσου παράγεται εις όμοια αντίτυπα και χρησιμεύει εις πολλαπλασιασμόν ή διάδοσιν χειρογράφων, εικόνων, παραστάσεων, μετά ή άνευ σημειώσεων ή μουσικών έργων, μετά κειμένου ή επεξηγήσεων ή φωνογραφικών πλακών», καθώς και ότι «ως δημοσίευσις εντύπου θεωρείται η διανομή, πώλησις, καθώς και η εις δημόσιον μέρος ή εν δημοσία συναθροίσει ή εις μέρος προσιτόν εις το κοινόν τοιχοκόλλησις ή έκθεσις παντός εντύπου…αδίκημα του Τύπου υπάρχει όταν λάβει χώρα ή κατά την προηγούμενην παράγραφον δημοσίευσις».
 
Στην απόφαση του Αρείου Πάγου αναφέρεται ακόμη στην ότι «καταχώριση στο διαδίκτυο (ιντερνέτ) κειμένου με δυσφημιστικά γεγονότα και ανακοίνωση από τηλεοράσεως δυσφημιστικών γεγονότων, αφού το διαδίκτυο και η τηλεόραση δεν αποτελούν τυπογραφία, ούτε θεωρούνται μηχανικά μέσα πολλαπλασιασμού χειρογράφων και δεν θεωρούνται “τύπος” ή “έντυπο”, δεν στοιχειοθετούν αδίκημα τελούμενο δια του Τύπου».
 
Μετά από αυτά, ο 'Αρειος Πάγος αναίρεσε απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ροδόπης, με την οποία έπαυσε οριστικά, λόγω παραγραφής, η ασκηθείσα ποινική δίωξη σε βάρος συντάκτη ηλεκτρονικού εντύπου, κατόπιν μεταβολής της κατηγορίας σε συκοφαντική δυσφήμηση δια του Τύπου, από απλή συκοφαντική δυσφήμηση, για την οποία αυτός είχε κριθεί ένοχος και είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση 6 μηνών με τριετή αναστολή. Το ΣΤ΄ Τμήμα του Α.Π. ανέπεμψε την υπόθεση στο ίδιο δικαστήριο για νέα συζήτηση, συγκροτούμενο από δικαστές διαφορετικούς από εκείνους που χειρίστηκαν την υπόθεση την πρώτη φορά.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ