Υπέρ της εξόδου της Ελλάδας στις αγορές πριν τη λήξη του προγράμματος, δηλαδή εντός του επόμενου έτους, τάσσεται ο διευθύνων σύμβουλος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Κλάους Ρέγκλινγκ, υπό την αίρεση πως θα εφαρμοστεί με αποφασιστικότητα το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα. Κάτι τέτοιο, όπως σημειώνει, θα οδηγήσει τη χώρα να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Menelaos Myrillas / SOOC
Μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο, ο κ. Ρέγκλινγκ σημειώνει πως θεωρεί ότι ο στόχος αυτός είναι πραγματοποιήσιμος.
«Η Ελλάδα από το 2010 και μετά δεν έχει βγει πολύ στις αγορές. Επομένως θα ήταν καλό η κυβέρνηση να αρχίσει να συνδέεται σταδιακά με τους επενδυτές πριν το τέλος του προγράμματος του ESM το 2018, όταν τα δάνεια του ESM δεν θα είναι πλέον διαθέσιμα. Αν η ελληνική κυβέρνηση εφαρμόσει με αποφασιστικό τρόπο τη μεταρρυθμιστική ατζέντα που έχει συμφωνηθεί στο πρόγραμμα του ESΜ, η εμπιστοσύνη των επενδυτών στην Ελλάδα θα ανακτηθεί. Αυτό συνέβη στα μέσα του 2014, όταν η τότε ελληνική κυβέρνηση μπόρεσε να εκδώσει με επιτυχία ένα τριετές και ένα πενταετές ομόλογο» απάντησε ο κ. Ρέγκλινγκ ερωτηθείς γιατί είναι αναγκαίο για την Ελλάδα να προσπαθήσει να βγει στις αγορές πριν το τέλος του προγράμματος, δηλαδή πριν το δεύτερο εξάμηνο του 2018.
Ακολούθως, ο διευθύνων σύμβουλος του ESM ερωτήθηκε εάν θεωρεί λογικό, να προχωρήσει η Ελλάδα ξανά στην έκδοση ομολόγων εντός του 2017, και πότε αυτό θα μπορούσε να γίνει.
«Η ακριβής χρονική στιγμή έκδοσης ομολόγων, κατά τη διάρκεια του 2017, καθώς και οι ωριμάνσεις των ομολόγων είναι κάτι που θα αποφασιστεί από το ελληνικό Γραφείο Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους στην Αθήνα» απάντησε ο Γερμανός, επιχειρώντας να αφήσει περιθόριο κινήσεων στην ελληνική κυβέρνηση.
Τέλος, ο κ. Ρέγκλινγκ υποστήριξε πως εάν η κυβέρνηση δείξει ισχυρή ιδιοκτησία στην εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού προγράμματος που συμφωνήθηκε στο πλαίσιο του ESM, έχει τη δυνατότητα να ακολουθήσει τον δρόμο της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Κύπρου, και στο τέλος του προγράμματος να χρηματοδοτείται πλήρως από τις αγορές.
«Στόχος όλων των προγραμμάτων είναι οι δανειζόμενες χώρες να μπορέσουν να χρηματοδοτηθούν πλήρως ξανά από τις αγορές. Αυτό λειτούργησε καλά με την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Κύπρο. Αυτές οι χώρες επέστρεψαν στις αγορές, αρκετά πριν το τέλος των αντίστοιχων προγραμμάτων τους. Είμαι πεπεισμένος ότι αυτό είναι ρεαλιστικό και για την Ελλάδα, εφόσον η κυβέρνηση δείξει ισχυρή ιδιοκτησία στην εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού προγράμματος που συμφωνήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος του ESM. H κυβέρνηση θα βοηθηθεί από το γεγονός ότι στο τέλος του προγράμματος, το 2018, περίπου τα δύο τρίτα του ελληνικού δημόσιου χρέους θα διακρατείται από τα Ταμεία διάσωσης του ESM και του EFSF. Αυτό σημαίνει ότι οι πολύ ευνοϊκοί όροι δανεισμού μας θα ισχύσουν για το συντριπτικό μέρος του ελληνικού δημόσιου χρέους για μεγάλο χρονικό διάστημα, λόγω των πολύ χαμηλών επιτοκίων και των πολύ μεγάλων λήξεων των δανείων μας προς την Ελλάδα».