του Θάνου Καμήλαλη
Από την 1/1/2017 η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων έχει μετατραπεί σε Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, ένα όργανο που ουσιαστικά δεν λογοδοτεί πουθενά κι αναλαβάνει όλες τις αρμοδιότητες που σχετίζονται με τα δημόσια έσοδα του ελληνικού κράτους. Η ΑΑΔΕ υπόσχεται περισσότερη διαφάνεια και, όπως συνηθίζεται, πάταξη της φοροδιαφυγής. Όμως ακόμα κι αν αυτά συμβούν, πολλές χιλιάδες υποθέσεις φοροδιαφυγής (λίστα Λαγκαρντ, Μπόργιανς κ.α) θα οδηγηθούν νομοτελειακά σε οριστική παραγραφή, ενώ ήδη παραγράφονται αδικήματα μέχρι το 2006. Το παράδοξο μέσα σε όλα αυτά είναι ότι, εκτός της απουσίας πολιτικής βούλησης όλα αυτά τα χρόνια, μία σειρά μνημονιακών νόμων παρεμπόδιζαν τους ελέγχους για πιθανή φοροδιαφυγή και, το σημαντικότερο, τον καταλογισμό προστίμων.
Η τακτική αυτή ξεκινάει το 2014. Μέχρι την τελευταία ημέρα του 2013, οι εκθέσεις ελέγχου του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ) είχαν άμεσα αποτελέσματα (όταν υπήρχε η πολιτική βούληση), δηλαδή στέλνονταν στις αρμόδιες εφορίες για τον καταλογισμό, επιβολή και είσπραξη προστίμων. Με το νόμο 4174/2013 όμως και όπως αυτός ερμηνεύτηκε στη συνέχεια από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, οι έλεγχοι του ΣΔΟΕ θεωρήθηκαν πλέον απλά «δελτία πληροφοριών» και οι Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) έπρεπε να ξεκινήσουν από την αρχή τον έλεγχο, πριν προχωρήσουν σε καταλογισμό προστίμων και εισπράξεις. Όπως αποδείχτηκε, οι Εφορίες δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν σε αυτές τις υποχρεώσεις τους, έχοντας ήδη να σηκώσουν το φορτίο των δικών τους αρμοδιοτήτων και με ελάχιστους ελεγκτές στη διάθεση τους.
Το λάθος αυτό προσπάθησε να διορθώσει η πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, σε μία από τις (λίγες) μονομερείς ενέργειες που προχώρησε το πρώτο εξάμηνο του 2015. Στο νόμο που προώθησε η τότε αναπληρώτρια υπουργός Οικονομικών, Νάντια Βαλαβάνη, για τις 100 δόσεις, υπήρχε διάταξη που επανέφερε τους ελέγχους του ΣΔΟΕ στην προηγούμενή τους κατάσταση, δηλαδή από «πληροφοριακά δελτία» γίνονταν ξανά πλήρεις εκθέσεις ελέγχου. Στόχος της κυβέρνησης τότε σε πρώτη φάση ήταν να ξεμπλοκάρουν 600 υποθέσεις και να εισπραχθούν άμεσα έσοδα 150 εκατ. ευρώ.
Το τρίτο Μνημόνιο… σώζει
Οι προθέσεις της ελληνικής κυβέρνησης ακυρώθηκαν όταν η Ελλάδα μπήκε ξανά σε μνημονιακή «κανονικότητα». Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, το τρίτο Μνημόνιο που ψηφίστηκε το καλοκαίρι του 2015 προστάτευσε (ξανά) τη φοροδιαφυγή. Με το νέο καθεστώς οι έλεγχοι του ΣΔΟΕ έγιναν ξανά «πληροφοριακά δελτία», οπότε η επιβολή προστίμων ουσιαστικά ακυρώθηκε και η εξέταση των υποθέσεων έπρεπε να ξεκινήσει ξανά από τις ΔΟΥ. Αυτό όμως μοιάζει μικρό «λάθος» μπροστά στο γεγονός ότι βάσει του Μνημονίου, καταργήθηκε το ΣΔΟΕ και από τα περίπου 1.250.000 ΑΦΜ που βρίσκονταν υπό έλεγχο από αυτό, μόνο οι υποθέσεις που αφορούν 3.500 ΑΦΜ πέρασαν στη δικαιοδοσία της ΓΓΔΕ. Αυτό σήμαινε ότι οι περίπου 39.000 υποθέσεις πιθανής φοροδιαφυγής, εκτός ενός ελάχιστου μέρους τους, παρέμεναν στα συρτάρια του ΣΔΟΕ, που πλέον δεν είχε καμία δυνατότητα ελέγχου.
Στη συνέχεια, σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων προσπάθησαν να διορθώσουν κάπως αυτό το προκλητικό «λάθος», χωρίς όμως ουσιαστικό αποτέλεσμα. Τον Νοέμβριο του 2015 ψηφίστηκε ο νόμος 4243/2015 που περιελάμβανε 48 προαπαιτούμενα για την πρώτη αξιολόγηση του τρίτου μνημονίου. Σύμφωνα με αυτόν, τα 3.500 ΑΦΜ (για επικοινωνιακούς λόγους ονομάζονται «υποθέσεις») που περνούν για έλεγχο στην ΓΓΔΕ αυξήθηκαν σε… 4020, ενώ στη ΓΓΔΕ μεταφέρθηκαν επίσης και 500 υπάλληλοι του ΣΔΟΕ, αφήνοντας πίσω τους όμως τις υποθέσεις που ερευνούσαν.
25.000 υποθέσεις – 54 ελεγκτές
Η πραγματική προσπάθεια διόρθωσης του λάθους του τρίτου μνημονίου έγινε τον Ιούλιο του 2016 όταν με τροπολογία στο νόμο «Τροποποιήσεις του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα προς ενίσχυση της καταπολέμησης της παράνομης εμπορίας καπνού» πέρασε η μεταφορά όλων των υποθέσεων του ΣΔΟΕ στην ΓΓΔΕ (νυν ΑΑΔΕ). Ο νόμος ορίζει επίσης ότι μετά τη μεταφορά θα ακολουθήσει «προτεραιοποίηση και επιλογή» των υποθέσεων που θα ελέγξει η ΑΑΔΕ από το 2017. Συν τοις άλλοις, για να μπορέσει η ΑΑΔΕ να προλάβει να προχωρήσει ελέγχους, παρατάθηκε η προθεσμία παραγραφής όλων των υποθέσεων για τρία χρόνια, μέχρι δηλαδή το 2019-2020. Η παράταση αυτή φαίνεται ότι θα είναι και η τελευταία, αφού την ίδια χρονική περίοδο το Συμβούλιο της Επικρατείας αποφάσισε ότι μία υπόθεση φοροδιαφυγής θα παραγράφεται αυτόματα μετά το πέρας της 10ετίας. Ανάλογη απόφαση εξέδωσε και το Εφετείο Αθηνών λίγες μέρες πριν το τέλος του 2016.
Παρά το γεγονός όμως ότι η τροπολογία αυτή φαίνεται να διορθώνει πολλά προβλήματα του τρίτου μνημονίου, όπως συμβαίνει συχνά, «ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες». Το σημαντικό πρόβλημα πλέον είναι ότι η ΑΑΔΕ δεσμεύεται πως «τουλάχιστον το 70%» των υποθέσεων που ελέγχει θα αφορούν παραβάσεις μετά το 2010. Αυτό σημαίνει ότι από όσες υποθέσεις ελέγχει η ΑΑΔΕ κάθε χρόνο, μόνο το 30% θα αφορά τα περίπου 1 εκατ. ΑΦΜ που εμπλέκονται σε υποθέσεις της περιόδου πριν το 2010. Στις πρώτες του δηλώσεις ως επικεφαλής της ΑΑΔΕ, ο Γιώργος Πιτσιλής επιβεβαίωσε αυτή τη δέσμευση, τονίζοντας ότι από τις υποθέσεις που θα ελέγξει η ΑΑΔΕ το 60% θα αφορά την πενταετία 2012-2016.
Στην επιστολή παραίτησης του προς τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, που κατατέθηκε στις 22 Ιουλίου 2015, ο ειδικός Γραμματέας του ΣΔΟΕ, Παναγιώτης Δάνης καταγράφει το σύνολο των υποθέσεων που είχε στα χέρια του το ΣΔΟΕ και των ΑΦΜ που είχε ταυτοποιήσει. Η συντριπτική πλειοψηφία των υποθέσεων αυτών αφορά περίοδο προ του 2010. Συγκεκριμένα ο κ.Δάνης αναφέρει ότι οι λίστες αυτές περιλαμβάνουν
• Δεδομένα από 65 CD (1.364.069 ΑΦΜ) με αναλυτικές κινήσεις τραπεζικών λογαριασμών από το 2000 μέχρι το 2012 με συναλλαγές ή εμβάσματα στο εξωτερικό άνω των 300.000€ και 100.000€ αντίστοιχα.
• Τη λίστα Λαγκάρντ με ταυτοποιημένα 1.727 ΑΦΜ
• Τη λίστα εμβασμάτων με 54.246 ΑΦΜ
• Τη λίστα Αρχής ν.3691/2008 με 5.157 ΑΦΜ
• Τη λίστα Λονδίνου των 306 προσώπων που απέκτησαν ακίνητη περιουσία στο Λονδίνο
• Τη λίστα Λουξεμβούργου με τα επιπλέον 38 ονόματα που λείπουν από τη λίστα Λαγκάρντ και
• Εισαγγελικές παραγγελίες που αφορούν πλήθος φυσικών και νομικών προσώπων για τα οποία γίνονται έλεγχοι βάσει του Πόθεν Έσχες.
Σύμφωνα με εγκύκλιο που εξέδωσε τον Σεπτέμβριο του 2016 η ΓΓΔΕ «συγκροτούνται 18 επιτροπές παραλαβής των υποθέσεων ανά την Ελλάδα οι οποίες θα απασχολήσουν συνολικά 54 τελωνειακούς και εφοριακούς υπαλλήλους». Δηλαδή όπως αναφέρει η ΓΓΔΕ, 54 υπάλληλοι θα πρέπει να παραλάβουν και να προτεραιοποιήσουν 25.000 υποθέσεις με περίπου 1 εκατ. ΑΦΜ, ενόψει ελέγχου. Ο έλεγχος και η επιβολή προστίμων για τις υποθέσεις αυτές θα πρέπει να ολοκληρωθεί μέσα σε τρία χρόνια κι ενώ από τους συνολικούς ελέγχους που θα πραγματοποιεί η ΑΑΔΕ, όσοι κι αν είναι αυτοί, μόνο το 30% από αυτούς (στην καλύτερη περίπτωση) θα αφορά υποθέσεις πριν το 2010. Με βάσει όλα τα παραπάνω, η κρίσιμη πλέον περίοδος αφορά τα έτη 2007-2012, αφού η υποθέσεις μέχρι το 2006 ήδη παραγράφονται, σύμφωνα με τη Δικαιοσύνη.
Ακόμη λοιπόν κι αν δεχτεί κανείς ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί θα «υπερβάλλουν εαυτούς» μοιάζει εξαιρετικά πιθανό ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μεγάλων υποθέσεων φοροδιαφυγής που αποκαλύφθηκαν και απασχόλησαν την κοινή γνώμη θα οδηγηθούν σε παραγραφή.