της Δανάης Καρυδάκη

Επειδή, όμως, εκτός από την αναμενόμενη κριτική που έλαβα για το κείμενο μου κατηγορήθηκα και για πολλά και πολυποίκιλα, από το ότι δεν ξέρω από κατανόηση κειμένου και ότι έχω προσωπικές εμπάθειες μέχρι το ότι διασπείρω fake news και είμαι σε εντεταλμένη υπηρεσία, κρίνω ότι μια δημόσια απάντηση μέσα από το ThePressProject, το μέσο με το οποίο συνεργάζομαι και, παρά το όποιο κόστος, δεν με λογοκρίνει, είναι προτιμότερη από τη σιωπή, ακόμα κι αν πέσει κάτω.
 

Ασκήσεις κατανόησης

 
Ας ξεκινήσω. Η βεβαιότητα με την οποία με κατηγόρησαν ότι «δεν κατάλαβα» και ότι θα μου εξηγήσουν εκείνοι αυτό που εγώ δεν μπορώ να συλλάβω με το μικρό μυαλό μου είναι τουλάχιστον προσβλητική. Δυστυχώς, δεν αποτελεί έκπληξη στον δημόσιο διάλογο να θεωρείται ότι μια γυναίκα, και μάλιστα μια γυναίκα που δεν την ξέρει ούτε η μάνα της (ή ίσως την ξέρει μόνο η μάνα της), χρειάζεται οδηγίες για να κατανοήσει μια φιλοσοφική έννοια, ένα πολιτικό επιχείρημα, ή έστω το κείμενο ενός blogger. Ας υποθέσουμε όμως για χάρη του διαλόγου, ότι έχουν δίκιο και δεν «κατάλαβα» το κείμενο. Εγώ κατάλαβα λοιπόν ότι ο Πιτσιρίκος έλεγε ότι δεν μας ενδιαφέρει τόσο αν προσβάλλονται, τραμπουκίζονται ή περιθωριοποιούνται οι μαύροι, οι γυναίκες, οι ΛΟΑΤ ή οι μουσουλμάνοι από τον Τραμπ αν αυτό που κερδίζουμε είναι η ήττα της πολιτικής ορθότητας και η ειλικρίνεια που φέρνει στην πολιτική σκηνή. Η νέα του ανάρτηση,  λοιπόν,«Αφού θέλετε ίσα δικαιώματα για όλους γιατί δεν το γυρνάμε στον κομμουνισμό» λέει ότι η μόνη ισότητα για την οποία πρέπει κανείς να αγωνίζεται είναι η ταξική ισότητα, που εντελώς συμπωματικά έχει σαν κοινό πυρήνα την «τυφλότητα» σε όλες τις υπόλοιπες διακρίσεις που υφίστανται άλλοι άνθρωποι μαζί με την ταξική ανισότητα και που δεν συνεπάγεται ότι θα εξαλειφθούν αφ’ ης στιγμής εξαλειφθεί η ταξική ανισότητα. Επομένως ή ο Πιτσιρίκος δεν είναι συνεπής ή έχουν κάνει λάθος αυτοί που υποστηρίζουν ότι δεν κατάλαβα το κείμενο. Διαλέξτε και πάρτε.
 

Επί προσωπικού

 
Δεύτερον, δεν έχω προσωπική εμπάθεια με τον Πιτσιρίκο. Θα ήταν άλλωστε πραγματικά δύσκολο να έχω προσωπική εμπάθεια με έναν άνθρωπο που δεν γνωρίζω όχι μόνο προσωπικά αλλά και ούτε καν ποια είναι η αληθινή του ταυτότητα, εφόσον έχει ο ίδιος επιλέξει να γράφει με ψευδώνυμο. Θα μπορούσε να είναι ο γείτονας μου, ο ξάδερφός μου, το αφεντικό του πατέρα μου, ο Πάπας της Ρώμης και να έχω προηγούμενα μαζί του τα οποία να μασκαρεύω με το περιτύλιγμα της πολιτικής διαφωνίας. Εφόσον όμως δεν γνωρίζω ποιος είναι, τότε είναι πιο λογικό να υποθέσει κανείς ότι τον κρίνω από τα γραφόμενά του και μάλιστα τον κρίνω κάθε φορά που εκτίθεται, καθώς το ότι είπε κάποιος κάτι καλό, κατά τη γνώμη μου, πριν από 5 χρόνια δεν του δίνει άφεση να λέει κάτι κακό, πάλι κατά τη γνώμη μου, σήμερα, όπως ισχύει άλλωστε και για τα δικά μου γραφόμενα και οποιουδήποτε άλλου. Στο «ποια είσαι εσύ που θα τον κρίνεις;», η απάντηση είναι είμαι η Δανάη Καρυδάκη και δεν γνώριζα ότι χρειάζομαι περγαμηνές για να κάνω κριτική στο ελληνικό Ίντερνετ, από αυτούς που υποστηρίζουν άλλωστε ότι «είναι πολύ ωραία φάση να λες αυτό που σκέφτεσαι, χωρίς να σε ενδιαφέρει η γνώμη των άλλων. Τέλεια φάση». Αν είναι να αφήσουμε την κριτική στον Πιτσιρίκο και στον κάθε Πιτσιρίκο μονάχα στον Θεό, που άλλωστε δεν υπάρχει κιόλας, βαδίζουμε σε επικίνδυνα μονοπάτια. Τώρα σε αυτούς που μου καταλογίζουν ότι συνεργάστηκα με τον Πιτσιρίκο στο Unfollow ή ότι έχω προσωπικά με την ομάδα του Unfollow ή τον εκδότη του Λευτέρη Χαραλαμπόπουλο που είναι φίλος του, να καταθέσω, για την ιστορία, ότι ουδέποτε συνεργάστηκα με τον Πιτσιρίκο, ότι δεν έχω συναντήσει καν από κοντά τον Λευτέρη Χαραλαμπόπουλο (όχι ότι το να τον είχα συναντήσει θα μου απαγόρευε να κάνω κριτική σε έναν φίλο του δηλαδή), και ότι η συνεργασία μου με την ομάδα του Unfollow, και ειδικά τον Χρήστο Νάτση με τον οποίο συνομιλούσα ήταν άψογη. Αν κάτι από αυτά δεν ισχύει, θα παρακαλούσα μάλιστα να βγουν να το διαψεύσουν δημόσια.
 

Δολοφονίας χαρακτήρα το ανάγνωσμα

 
Και έρχομαι τώρα στην πιο βαριά και ανήθικη, κατά τη γνώμη μου, κατηγορία, αυτή που εκφράστηκε από τον Άρη Χατζηστεφάνου μέσα από το site του, ότι δηλαδή διασπείρω fake newsκαι κάνω character assassination στο άρθρο με τον προβοκατόρικο τίτλο «Ας μιλήσουμε για fakenews και δολοφονία χαρακτήρων σε ελληνικά site».
 
Αρχικά να πω ότι αναλαμβάνω πλήρως την ευθύνη για τη χρήση εισαγωγικών στη φράση «να πιάσεις μια γυναίκα από το μουνί ή έναν άντρα από τον πούτσο του χωρίς τη θέλησή τους». Ήταν ένα λάθος εκ παραδρομής που βέβαια δεν είχε πρόθεση να αποδώσει τη φράση στον Πιτσιρίκο, αλλά στον Τραμπ. Όπως άλλωστε και την επόμενη φράση «άνθρωποι στερούνται δικαιώματα για τη θρησκεία μέσα στην οποία έτυχε να ανατραφούν, την υπηκοότητα την οποία έτυχε να γράφει το διαβατήριό τους, το χρώμα δέρματος που έτυχε να τους δώσουν τα γονίδιά τους», που πάλι δεν την αποδίδω στον Πιτσιρίκο, αλλά στον Τραμπ και το περίφημο Muslim Ban που προσπάθησε να επιβάλλει. Και πάλι όμως, δεν έπρεπε να είχα χρησιμοποιήσει εισαγωγικά γιατί ήταν, άθελά μου, παραπλανητικά (το ότι δεν υπήρχε δόλος φαίνεται άλλωστε από το γεγονός ότι δεν αναφέρθηκα σε κάποια πηγή που κράτησα κρυφή αλλά στο δημόσιο κείμενο που παρατίθεντο στο τέλος της κριτικής μου) και απολογούμαι γι’ αυτό. Διότι ακόμα κι ο Τραμπ δεν είπε ρητά το «χωρίς τη θέλησή τους». Το εννόησε όμως. Ας δούμε τη φράση που είπε μέσα στα συμφραζόμενα:
 

«I better use some Tic Tacs just in case I start kissing her. You know I’m automatically attracted to beautiful –I just start kissing them. It’s like a magnet. Just kiss. I don’t even wait. And when you’re a star they let you do it. You can do anything. Grab them by the pussy».

 
Όταν λοιπόν ο Τραμπ δει μια όμορφη γυναίκα αρχίζει να την φιλάει, δεν περιμένει καν διότι όταν είσαι σταρ σε αφήνουν να το κάνεις. Να τις πιάνεις από το μουνί. Με άλλα λόγια, ο Τραμπ, όπως εξομολογείται σε ιδιωτική συνομιλία του, κάνει κατάχρηση της εξουσίας που έχει ως διασημότητα και φιλάει και πιάνει γυναίκες από το μουνί χωρίς να περιμένει (τη συγκατάθεσή τους – δική μου προσθήκη αλλά ευκόλως εννοούμενη όχι μόνο από τα συμφραζόμενα αλλά και από τις 24 τουλάχιστον γυναίκες που τον έχουν μηνύσει για ανάρμοστη σεξουαλική συμπεριφορά ή σεξουαλική παρενόχληση σύμφωνα με άρθρο του Guardian). Κανείς δεν κατηγόρησε τον Πιτσιρίκο ότι υποστηρίζει τη σεξουαλική παρενόχληση, όπως υπονοεί ο κ. Χατζηστεφάνου. Μπορεί κανείς όμως κάλλιστα να τον κατηγορήσει ότι με τη φράση του «Η αλήθεια είναι πως, ενίοτε, τις γυναίκες τις πιάνεις από το μoυνί. Ακόμα κι αν δεν είσαι σταρ. Συγγνώμη αν σας σοκάρω με αυτή την …αποκάλυψη» βλέπει το δέντρο και χάνει το δάσος όταν θεωρεί ότι όλος ο σάλος για τον Τραμπ γίνεται επειδή είπε τη λέξη «μουνί» ή επειδή έχει πιάσει γυναίκες από το μουνί και όχι επειδή αυτό το έκανε χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Θα πρέπει λοιπόν μάλλον κάποιος να είναι κακόβουλος ή να έχει προσωπική εμπάθεια με τον εργοδότη μου για να με κατηγορεί ότι το να πω ότι ο Τραμπ πιστεύει ότι είναι εντάξει να πιάνεις γυναίκες από το μουνί χωρίς τη συγκατάθεσή τους είναι fake news και character assassination που αφορούν τον Πιτσιρίκο. Τώρα αφού μία από τις θέσεις του Τραμπ είναι η εναντίωση στην πολιτική ορθότητα και ο Πιτσιρίκος γράφει ότι «(η) παρουσία του Ντόναλντ Τραμπ είναι πολύ ανακουφιστική και απελευθερωτική για εκατομμύρια ανθρώπους που υφίστανται τον φασισμό της πολιτικής ορθότητας, δεν μπορούν να μιλήσουν και ακούν κάποιον επιτέλους να λέει τα πράγματα που σκέφτεται χωρίς να φοβάται» αναρωτιέμαι αν είναι πράγματι δολοφονία χαρακτήρα να υποθέσει κανείς ότι ο απελευθερωμένος Πιτσιρίκος συμφωνεί έστω και με μία από τις θέσεις του Τραμπ.
 
Ο κ. Χατζηστεφάνου δεν σταματάει εκεί όμως. Αποκαλεί το κείμενο μου «δακρύβρεχτο», αναρωτιέται γιατί επέλεξα τον τίτλο «Αυτή που δεν φοβάται τον Πιτσιρίκο» και κατηγορεί το ThePressProject που το ανάρτησε. Έστω ότι το κείμενο είναι δακρύβρεχτο. Υπάρχει κάποιο πρόβλημα με τα δάκρυα; Οι άντρες δεν κλαίνε κι έτσι; Δεν έχουν γράψει ο Πιτσιρίκος ή ο κ. Χατζηστεφάνου ποτέ δακρύβρεχτα κείμενα; Είναι κακό να κλαις από μέσα σου ή απ’ έξω σου όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με κοινωνικές αδικίες σε επίπεδο τάξης, φυλής, φύλου, θρησκείας, σωματικής ή ψυχικής αναπηρίας; Είναι κακό να χρησιμοποιείς συναίσθημα στον λόγο σου, τη λύπη και τον θυμό σου; Θα ήταν ίσως κακό να κλαις και να μην κάνεις τίποτα παραπάνω ή να εξιλεώνεις τις ενοχές σου σε φιλανθρωπίες και άλλα συναφή. Αλλιώς πώς θα δημιουργηθεί κίνημα χωρίς κανένα συναίσθημα; Δεν είμαι ρομπότ, είμαι άνθρωπος και όπως όλοι οι άνθρωποι κλαίω, θυμώνω, φοβάμαι. Κι εδώ ερχόμαστε στην επιλογή του προκλητικού, όπως ειπώθηκε, τίτλου «Αυτή που δεν φοβάται τον Πιτσιρίκο», που για κάποιο περίεργο λόγο που ξέφυγε στους περισσότερους είναι ευθεία παραπομπή στον τίτλο που επέλεξε ο ίδιος ο Πιτσιρίκος στο δικό του άρθρο («Αυτός που δεν φοβάται»), αναφερόμενος στον Τραμπ, όπως αποκάλυπτε άλλωστε όχι μόνο το περιεχόμενο αλλά και η φωτογραφία που το συνόδευε. Εγώ διάβασα λοιπόν με την μικρή δεξιότητα κατανόησης κειμένου που διαθέτω το κείμενο και διαφώνησα αλλά φοβόμουν να το εκφράσω δημόσια. Δεν φοβόμουν περισσότερο από ότι φοβάμαι ότι θα με βιάσουν όταν κυκλοφορώ μόνη μου στα σκοτάδια, ούτε περισσότερο από ότι φοβάται αυτός που έχασε τη δουλειά του και δεν έχει να θρέψει τα παιδιά του λόγω μνημονίων, ούτε από τον Αφροαμερικάνο που τον σταματάει η αστυνομία στις ΗΠΑ για έναν απλό έλεγχο, ούτε φυσικά από ένα παιδί στη Συρία που του βομβαρδίζουν το σχολείο. Αλλά φοβόμουν. Και παρόλο που ξεπέρασα αυτόν τον χαζό φόβο μου και έγραψα το δημόσιο κείμενο, φάνηκε ότι είχα δίκιο να φοβάμαι τελικά, καθώς ένας στρατός από οπαδούς του Πιτσιρίκου, συμπεριλαμβανομένου όπως φάνηκε και του κ. Χατζηστεφάνου, μου κάνει εδώ και 3 μέρες bullying απαιτώντας να σταματήσω να μιλάω (ειρωνικό, αν το σκεφτείτε, να προέρχεται το αίτημα από υποστηρικτές του συγκεκριμένου κειμένου του Πιτσιρίκου). Γιατί δεν είναι κριτική το «ηρέμησε κοπελιά» ούτε το «αποσύρω την συνδρομή μου στο ThePressProject αφού βάζετε τέτοια κείμενα». Και ενώ γνωρίζω πολύ καλά ότι ο κ. Χατζηστεφάνου έχει προσωπική εμπάθεια προς τον Κώστα Εφήμερο κι εγώ ήμουν ένα απλό αναλώσιμο πιόνι στη μεγάλη σκακιέρα, το να εξανίσταται που αναρτά το ThePressProject τέτοιο κείμενο και να ζητά τη λογοκρισία ή την διακοπή της συνεργασίας του μαζί μου, δεν το θεωρώ και στάση ιδιαίτερα φιλική προς τον εργαζόμενο από έναν αριστερό του βεληνεκούς του κ. Χατζηστεφάνου.
 

Περί πολιτικής ορθότητας

 
Για να κλείσω αυτή την απάντηση δεν μένει παρά να ασχοληθώ με την ουσία αυτού που έγραψα. Το άρθρο μου δεν είχε σκοπό να υπερασπιστεί άνευ όρων την πολιτική ορθότητα. Αλλά ας ξεκινήσουμε προσπαθώντας να ορίσουμε αυτόν τον τόσο αμφιλεγόμενο όρο. Σύμφωνα με το Λεξικό Αγγλικής Γλώσσας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης η πολιτική ορθότητα είναι «η αποφυγή μορφών έκφρασης ή δράσης που γίνονται αντιληπτές ότι αποκλείουν, περιθωριοποιούν, ή προσβάλλουν ομάδες ανθρώπων που είναι κοινωνικά μειονεκτούντες ή υφίστανται διακρίσεις».  Δεν αμφισβητεί κανείς το γεγονός ότι η πολιτική ορθότητα έγινε σημαία του νεοφιλελευθερισμού από τη δεκαετία του ’90 και μετά και ότι συνέβαλε στο να διαρρηχθούν πολλές συλλογικότητες και να μετατραπεί σταδιακά ο πολιτικός λόγος από ταξικό σε ένα μανιφέστο για το άτομο και τα ατομικά του δικαιώματακατά το περίφημο ρητό της Μάργκαρετ Θάτσερ σε συνέντευξη της στο γυναικείο περιοδικό WomensOwnto 1987 «Δεν υπάρχει αυτό που ονομάζουμε κοινωνία. Υπάρχουν μόνο άτομα, άντρες και γυναίκες και οικογένειες».
 
Το γεγονός όμως ότι η πολιτική ορθότητα έγινε το πολιτισμικό περίβλημα μιας πολλαπλά προβληματικής και εν τέλει καταστροφικής οικονομικής θεωρίας, όπως ο νεοφιλελευθερισμός, δεν σημαίνει ότι πρέπει αυτομάτως και χωρίς καμία κριτική σκέψη να την απορρίψουμε για να γυρίσουμε στον παλιό καλό καιρό που λέγαμε ό,τι γουστάραμε (άραγε το υποκείμενο «εμείς» αυτού του «λέγαμε» αφορά το σύνολο των ομιλούντων ή κάποιων από αυτούς;) Αν ήταν να απορρίπτουμε το πολιτισμικό περίβλημα κάθε οικονομικής θεωρίας με την οποία διαφωνούμε, τότε γιατί βλέπουμε αριστερούς να υπερασπίζονται με πάθος την ελευθερία της έκφρασης; Μήπως κι αυτή, στην σύγχρονη εκδοχή της, δεν πηγάζει από την ιδεολογία του φιλελευθερισμού, και δεν κατοχυρώθηκε στο άρθρο 11 της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη το 1789 κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης; Δεν υπήρξε και ο φιλελευθερισμός μια εν πολλοίς προβληματική ιδεολογία; Ποιον ωφελεί λοιπόν η δαιμονοποίηση της πολιτικής ορθότητας; Μήπως τους ίδιους που ωφελεί και η δαιμονοποίηση της ελευθερίας της έκφρασης; Όπως γράφει και ο Θωμάς Γιούργας στο Νόστιμον Ήμαρ,«(η) εμπειρία των τελευταίων ετών, καταδεικνύει πως η ολοκληρωτική γελοιοποίηση και η δαιμονοποίηση της πολιτικής ορθότητας είναι μια αφελής στάση, δήθεν προοδευτική, την οποία κεφαλαιοποιούν με τρομακτικούς ρυθμούς οι Τραμπ, οι Φάρατζ, οι Λεπέν και πολλοί ακόμα ακροδεξιοί ριζοσπάστες του σημερινού κόσμου».
 

Μια κοινωνία ίσων, αλλά ποιων ίσων;

 
Προφανώς δεν θέλουμε έναν κόσμο που να είμαστε καθώς πρέπει και να μην μπορούμε να αρθρώσουμε τη λέξη «fuck» ή«shit» ή «pussy» όποτε θέλουμε. Προφανώς και πρώτο μέλημα είναι η εξάλειψη των οικονομικών ανισοτήτων. Γιατί όμως αυτό χρειάζεται να γίνει συνοδεία μιας ρητορικής που θα μειώνει, θα περιθωριοποιεί, θα προσβάλλει τους μαύρους, τους ανάπηρους, τις γυναίκες, τους ΛΟΑΤ, τους μουσουλμάνους και όποιον δεν ταιριάζει με την Πλατωνική ιδέα του λευκού στρέιτ εργάτη; Ακόμα κι αν ο Πιτσιρίκος αρνείται να το δει στο τελευταίο του κείμενο, μια ταξική επανάσταση πρέπει να συμπεριλαμβάνει όλες αυτές τις προβληματικές πάνω στους άξονες του φύλου και της φυλής, αλλιώς κινδυνεύει, όπως το ιστορικό της προηγούμενο στην Σοβιετική Ένωση, να διατηρήσει την πατριαρχική θέαση της γυναίκας, να ξανα-ποινικοποιήσει την ομοφυλοφιλία όπως έκανε ο Στάλιν και να αποκλείσει τον Τρότσκι από την Κ.Ε. του Κομμουνιστικού Κόμματος (και) επειδή ήταν Εβραίος. Και δεν χρειάζεται να ακούσετε εμένα γι’ αυτό. Ακούστε τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, όπου τον Μάιο του 1912, έδωσε μια διάλεξη στο Δεύτερο Σοσιαλιστικό Δημοκρατικό Συλλαλητήριο των Γυναικών που εκδόθηκε ύστερα σε μια συλλογή δοκιμίων από την Κλάρα Ζέτκιν, καλή φίλη της και Μαρξίστρια ακτιβίστρια των δικαιωμάτων των γυναικών. Σε αυτό το κείμενο, έκανε προφητική κριτική στην προοπτική να αποκτήσουν οι γυναίκες της αστικής τάξης δικαίωμα ψήφου μόνο και μόνο για να συμμετάσχουν στην περεταίρω καταπίεση της εργατικής τάξης. Ταυτόχρονα, όμως, υπογράμμισε την ανάγκη να ασχοληθούν οι Μαρξιστές με το ζήτημα των προλετάριων γυναικών, συμπεριλαμβανομένων των νοικοκυρών και των μανάδων που ανατρέφουν παιδιά. «Ο σύγχρονος μαζικός αγώνας για πολιτική ισότητα των γυναικών,» υποστήριξε η Λούξεμπουργκ, «είναι μόνο μια έκφραση και ένα κομμάτι του ευρύτερου απελευθερωτικού αγώνα του προλεταριάτου, και εκεί βρίσκεται η δύναμη και το μέλλον του».
 
Τέλος, ο Πιτσιρίκος είπε ότι «(τ)ον Τραμπ τον έφερε στην προεδρία των ΗΠΑ η συνεχής προσπάθεια εκφοβισμού και τρομοκράτησης των πολιτών και η υστερία της πολιτικής ορθότητας». Ούτε αυτό είναι ακριβές όμως. Όπως όμως έγραψε ο Δημήτρης Τσίρκας στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook:
 
«Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να συνηγορεί ότι ο Τραμπ κέρδισε επειδή καβάλησε κάποιο κύμα ενάντια στην πολιτική ορθότητα. Ή οποιοδήποτε άλλο κύμα ή κίνημα. Ο Τραμπ πήρε περίπου 2.870.000 λιγότερες ψήφους από την Κλίντον ενώ έγινε πρόεδρος με ποσοστό 45,9% έναντι 48% της αντιπάλου του. Το ποσοστό αυτό μάλιστα είναι χαμηλότερο από το 47,1% με το οποίο ο Μπους κέρδισε τις αμφιλεγόμενες εκλογές του 2000. Ωστόσο ο Τραμπ πήρε την πλειοψηφία των πολιτειών και των εκλεκτόρων. Αν όμως κοιτάξει κανείς τον εκλογικό χάρτη των ΗΠΑ, με βάση το τι ψηφίζει παραδοσιακά η κάθε πολιτεία, θα διαπιστώσει ότι το αποτέλεσμα ουσιαστικά κρίθηκε σε ελάχιστες πολιτείες.
 
Η Κλίντον έχασε τρεις πολιτείες που παραδοσιακά στηρίζουν Δημοκρατικούς – Οχάιο, Μίσιγκαν, Πενσιλβανία. Αυτές αθροίζουν 54 εκλέκτορες οι οποίοι θα της έδιναν άνετα τη νίκη. Ανήκουν επίσης στην περιοχή που είναι γνωστή ως “Ζώνη της Σκουριάς”, δηλαδή στη ζώνη εκείνη που διέθετε στο παρελθόν μεγάλη βιομηχανία και τώρα έχει πληγεί ιδιαίτερα από την αποβιομηχάνιση και την ανεργία. Η Κλίντον δεν μπόρεσε να κερδίσει τις πολιτείες αυτές διότι δεν είπε απολύτως τίποτα για το πως θ' αντιστραφεί η αποβιομηχάνιση και θα καταπολεμηθεί η ανεργία. Σε αντίθεση με τον Τραμπ που έριξε το φταίξιμο στους Κινέζους και τους Μεξικανούς “που κλέβουν αμερικανικές δουλειές” και υποσχέθηκε δασμούς ώστε να επιστρέψουν οι βιομηχανίες στις ΗΠΑ. Ακόμα και έτσι όμως δεν παρατηρήθηκε, ούτε καν σε αυτές τις πολιτείες, κάποια μαζική μετακίνηση ψηφοφόρων από τους Δημοκρατικούς στους Ρεμπουμπλικάνους. Απλά η Κλίντον δεν μπόρεσε να συσπειρώσει τους δημοκρατικούς ψηφοφόρους».
 
Μήπως λοιπόν αυτή η φαντασίωση για νίκη επί της πολιτικής ορθότητας, η οποία, ακόμα κι αν όντως ήταν το διακύβευμα των Αμερικανικών εκλογών, δεν επιβεβαιώνεται από τον απόλυτο αριθμό των ψήφων, εξυπηρετεί άλλες βαθύτερες προκαταλήψεις; Μήπως ήρθε η ώρα να πάρουμε θέση, όπως λέει εύστοχα και ο αγαπητός Μηνάς Κωνσταντίνου, αν είμαστε με τους Γιακουμάτους ή με τους Γιακουμάκηδες; Ας μην σταματήσει λοιπόν ο Πιτσιρίκος να γράφει, το οποίο έτσι κι αλλιώς επικαλέστηκα ως ρητορικό σχήμα που ανέμενα αυτοί που εκθειάζουν το ειρωνικό υφολογικό χάρισμα του Πιτσιρίκου να το καταλάβουν, ας δείξει έμπρακτα όμως, όπως και οι υπόλοιποι που υποστηρίζουν αντίστοιχες θέσεις, ότι η κοινωνία ίσων που ευαγγελίζονται δεν αναφέρεται στην ισότητα μονάχα μεταξύ λευκών στρέιτ αντρών.