Στρατιωτικές και αστυνομικές δυνάμεις επιτηρούν τις εισόδους προς το Καράκας, τόπο βίαιων συγκρούσεων ανάμεσα σε διαδηλωτές και δυνάμεις ασφαλείας, στη διάρκεια των διαδηλώσεων των περασμένων ημερών, κατά του προέδρου Νικολάς Μαδούρο.
Οι διαδηλώσεις του Σαββάτου κατευθύνθηκαν προς τις επισκοπικές έδρες, σε ολόκληρη την χώρα. Η κυβέρνηση της Βενεζουέλας έχει κατηγορήσει την εκκλησία ότι παίζει ρόλο πολιτικού παράγοντα, στο πλευρό της αντιπολίτευσης. Η αντιπολίτευση, που διατηρεί την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, από το τέλος του 2015, έχει δεσμευθεί να συνεχίσει τις διαδηλώσεις μέχρι την προκήρυξη πρόωρων εκλογών.
Τη νύχτα της Παρασκευής, ταραχές ξέσπασαν και πάλι σε πολλές συνοικίες του Καράκας και οι δυνάμεις ασφαλείας χρησιμοποίησαν δακρυγόνα, για να διαλύσουν τους διαδηλωτές. Σύμφωνα με πολλούς αυτόπτες μάρτυρες, ένοπλοι με μοτοσικλέτες διέτρεχαν τους δρόμους της πρωτεύουσας, προκαλώντας πανικό στον πληθυσμό.
Τετάρτη και Πέμπτη, επεισόδια ξέσπασαν κατά τις πορείες διαμαρτυρίας, καθώς διαδηλωτές πετούσαν πέτρες και βόμβες μολότοφ στις δυνάμεις ασφαλείας, που απαντούσαν με δακρυγόνα και σφαίρες από καουτσούκ. Μόνο την νύκτα της Πέμπτης προς την Παρασκευή, 12 άνθρωποι σκοτώθηκαν στους δρόμους του Καράκας.
Επειτα από τις διαδηλώσεις του Σαββάτου, «εθνικός αποκλεισμός» των δρόμων προγραμματίζεται για την Δευτέρα. Οι αντικυβερνητικοί βρίσκονται από την 1η Απριλίου σε ανοικτή αντιπαράθεση με την κυβέρνηση και πληθαίνουν τις κινητοποιήσεις, ποντάροντας στην εξάντληση του αντίπαλου στρατοπέδου.
Κατά την άποψη του πολιτειολόγου Λουίς Σαλαμάνκα, είναι δύσκολο αυτές οι διαδηλώσεις να επιταχύνουν την αποχώρηση του Νικολάς Μαδούρο, κατά τη διάρκεια αυτής της χρονιάς. Στόχος αυτής της εκστρατείας είναι περισσότερο οι προεδρικές εκλογές του Δεκεμβρίου 2018.
Σε αυτήν την πετρελαιοπαραγωγό χώρα που βυθίστηκε οικονομικά, εξαιτίας της πτώσης των τιμών του πετρελαίου, υπάρχει έλλειψη των περισσότερων ειδών διατροφής και φαρμάκων. «Η χώρα δεν έχει πλέον ούτε ένα υγιές οστό. Οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να διαδηλώνουν» παρά την καταστολή, προβλέπει ο κοινωνιολόγος Φρανσίσκο Κοέγιο.