Για επίτευξη μια τεχνικής συμφωνίας εν τέλει ισορροπημένης και βιώσιμης, μίλησε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στο υπουργικό συμβούλιο, επισημαίνοντας ωστόσο ότι αυτό δεν παύει να είναι κομμάτι του πλαισίου, «από το οποίο αγωνιζόμαστε να απεμπλακούμε». Σε αυτό το πλαίσιο επισήμανε ότι «οι δανειστές δεν είναι φίλοι μας».
«Έχουμε ιεραρχήσει τον θεμελιώδη στόχο» που είναι «να βγάλουμε τη χώρα από τα μνημόνια, δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας το πρωί της Πέμπτης στο υπουργικό συμβούλιο. «Να τελειώσει οριστικά η περίοδος της ταπεινωτικής επιτροπείας», ανέφερε, υπογραμμίζοντας ότι «αυτός ο στόχος συνιστά το πρώτιστο αριστερό, προοδευτικό και πατριωτικό καθήκον».
Διαπραγματευτήκαμε σκληρά
Παράλληλα, είπε ότι «δεν είμαστε διατεθειμένοι να υλοποιήσουμε αυτόν τον στόχο λαμβάνοντας το οποιοδήποτε κόστος και πως γι' αυτό η κυβέρνηση δεν άκουσε ποτέ τις φωνές που καλούσαν να υπογράψει ό,τι συμφωνία της φέρνουν οι θεσμοί και πως γι' αυτό διαπραγματεύτηκε σκληρά, με κάποια σημεία υποχωρήσεις και με άλλα τόσο όμως που θα δώσουν ανάσα σε εκατομμύρια συμπολίτες».
Την ίδια ώρα, έκανε λόγο για «δύσκολη πολιτική επιλογή» που δίνει «εξιτήριο από την επιτροπεία και το τέλος της εποχής των μνημονίων». Εξιτήριο, είπε, διότι «η επίτευξη τεχνικής συμφωνίας είναι το πρώτο αποφασιστικό βήμα για να κλείσουμε άμεσα τις άλλες σημαντικές εκκρεμότητες», με «πρώτη και βασική εαυτή του χρέους». «Ισχύει» σημείωσε «στο ακέραιο, ότι χωρίς λύση για το χρέος δεν υφίστανται μέτρα» και τόνισε πως «μέχρι τη συνεδρίαση του Eurogroup στις 22 Μάη, θα πρέπει να έχουν σαφώς περιγραφεί τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος».
Τα αντίμετρα σε ξεχωριστό άρθρο στη Βουλή
Επισήμανε ότι η δέσμη αντίμετρων θα κατατεθεί ως ξεχωριστό άρθρο στη Βουλή και τόνισε ότι «περιμένουμε φυσικά να δούμε και την τελική στάση του κ. Μητσοτάκη ο οποίος σήμερα δηλώνει ότι δεν θα ψηφίσει, γιατί ισχυρίζεται πως αυτά τα θετικά μέτρα είναι απλά ψίχουλα». Σημείωσε ότι «με αυτή του στάση έχει βρεθεί όμως μπροστά σε ένα αδιέξοδο που δημιούργησε ο ίδιος: Είτε θα αρνηθεί να ψηφίσει τα θετικά μέτρα και θα επαναλάβει το ίδιο λάθος που έκανε τον περασμένο Δεκέμβρη όταν καταψήφισε την παροχή της εφ άπαξ 13ης σύνταξης. Είτε θα τα ψηφίσει, αναγνωρίζοντας ότι αυτά τα μέτρα όχι απλά δεν αποτελούν ψίχουλα αλλά μια ουσιαστική στήριξη προς τους πολίτες αλλά και τις επιχειρήσεις».
Ο Αλέξης Τσίπρας μίλησε για την επόμενη μέρα, σημειώνοντας ότι «το κλείσιμο της αξιολόγησης κλείνει ένα σημαντικό κύκλο της διακυβέρνησης μας», εξηγώντας ότι «η παράταση των διαπραγματεύσεων, δέσμευσε χρόνο και φαιά ουσία από τα περισσότερα υπουργεία, που υπό συνθήκες ομαλότητας θα μπορούσαν να παράξουν πολύ πιο αποτελεσματικά, έργο». «Και θέλω να είμαι καθαρός» είπε, για να τονίσει: «Δεν υπάρχει πλέον για κανέναν ανάμεσα μας, το άλλοθι της διαπραγμάτευσης».
Ξεκινάμε την υλοποίηση του στρατηγικού σχεδίου
Έστειλε μήνυμα ότι «το κυβερνητικό έργο δεν μπορεί να καθυστερεί» και πως «από την επόμενη μέρα και της τυπικής ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, ξεκινάμε την υλοποίηση του στρατηγικού μας
σχεδιασμού. Ενός σχεδιασμού που ξεδιπλώνεται σε ορίζοντα εξαετίας». Είπε ότι «τα δύο χρόνια μέχρι τις επόμενες εκλογές το Σεπτέμβριο του 2019 αλλά και η τετραετία που θα ακολουθήσει αυτή την αναμέτρηση, η οποία θα είναι η πρώτη περίοδος μετά από μια δεκαετία που μια ελληνική κυβέρνηση θα μπορεί να υλοποιήσει έργο εκτός της μέγγενης της επιτροπείας».
Σημείωσε ότι ο Σεπτέμβρης του 2018 θα σημάνει την οριστική υλοποίηση της εντολής που πήρε η κυβέρνηση τον Σεπτέμβριο του 2015: Να είμαστε εμείς αυτοί που θα διασφαλίσουμε την ομαλή και αμετάκλητη έξοδο της χώρας από την περίοδο των μνημονίων και της επιτροπείας.
«Έχουμε όμως πολλά να κάνουμε τόσο πριν όσο και μετά από το ορόσημο του τέλους του προγράμματος» συνέχισε, προσθέτοντας ότι ο κύκλος της ύφεσης και της αβεβαιότητας δεν θα κλείσει απλά, επειδή κλείνει η αξιολόγηση και ρυθμίζεται το χρέος, για να τονίσει ότι «χρειάζεται σκληρή δουλειά, σοβαρός προγραμματισμός και συντονισμός, ιεραρχήσεις αλλά και συγκρούσεις.
Κεφαλαιώδες ζήτημα η αύξηση θέσεων εργασίας
Ο Αλέξης Τσίπρας προσδιόρισε ως «το βασικό και κεφαλαιώδες ζήτημα της επόμενης περιόδου» την αύξηση των θέσεων εργασίας και τη σταδιακή μείωση της ανεργίας στα επίπεδα του μ.ο. της ΕΕ σε μία πενταετία. «Μέσα από νέες επενδύσεις, είτε αυτές είναι μεγάλης κλίμακας, είτε, όμως, και μικρότερης μέσα από συνεργατικά σχήματα, την κοινωνική οικονομία, τη νεοφυή επιχειρηματικότητα. Θέσεις εργασίας, όμως, που θα έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Θέσεις μόνιμης και σταθερής εργασίας, με αξιοπρεπή αμοιβή και ασφαλιστικά δικαιώματα», ανέφερε, εξηγώντας: «Η μάχη που δώσαμε και κερδίσαμε για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, δεν ήταν συμβολική».
Χαρακτήρισε πυρηνικό στοιχείο της κυβερνητικής στρατηγικής να αρθεί μία από τις βασικές επιδιώξεις των μνημονίων, που είναι η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, και προσδιόρισε ως στόχο τη σταδιακή ανατροπή της σχέσης ανάμεσα στις θέσεις μερικής και πλήρους εργασίας. Σημείωσε ότι σταθερές και αξιοπρεπώς αμειβόμενες θέσεις εργασίας ευνοούν τη βελτίωση της παραγωγικότητας, αυξάνουν το επίπεδο διαβίωσης, ενισχύουν την ιδιωτική κατανάλωση και φυσικά δίνουν μεγάλη ανάσα στα ασφαλιστικά ταμεία.
Όπως σημείωσε, «η κυβέρνηση έχει καταφέρει ήδη:
– Να περιορίσει σχεδόν κατά 4% την ανεργία.
– Να έχουν δημιουργηθεί 170.000 νέες θέσεις εργασίας από τη μέρα που αναλάβαμε.
– Να καταγραφεί, για πρώτη φορά τον Μάρτιο, ότι είναι σχεδόν ίσες οι νέες προσλήψεις μόνιμης εργασίας σε σχέση με τις εκ περιτροπής.
– Να έχει περιοριστεί η αδήλωτη εργασία στο 13% όταν βρισκόταν στα επίπεδα του 20% πριν το 2015».
«Κινούμαστε, αναμφισβήτητα, σε σωστή κατεύθυνση, όμως βρισκόμαστε ακόμα μακριά από τους στόχους μας, δεδομένης της καταστροφής που παραλάβαμε», σχολίασε.
Επενδύσεις
Ως δεύτερο κόμβο, απολύτως αλληλένδετο με τον πρώτο, χαρακτήρισε το ζήτημα των επενδύσεων, αναφερόμενος στις βάσεις που έχουν ήδη μπει για να καροποφορήσει η σχετική προσπάθεια. Μίλησε για την ψήφιση ενός «σοβαρού φιλοεπενδυτικού αναπτυξιακού νόμου», την αξιοποίηση στο έπακρο των διαθέσιμων χρημάτων από τα ευρωπαϊκά ταμεία και το ΕΣΠΑ, και την περαιτέρω ενίσχυση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. «Η εμπέδωση της σταθερότητας που φέρει το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης είναι το σήμα για ένα αναγκαίο ισχυρό επενδυτικό κύμα, που θα δώσει αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία», είπε χαρακτηριστικά.
Ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους
Επ' αυτού, τόνισε ότι έχουν ήδη γίνει παρεμβάσεις:
– Η πρόσβαση των 2,5 εκατ. ανασφάλιστων στην Υγεία.
– Η ανασυγκρότηση του ΕΣΥ.
– Οι προσλήψεις σε νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό.
– Η θέσπιση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης.
– Η απρόσκοπτη λειτουργία των σχολείων στην αρχή του σχολικού έτους, για πρώτη φορά τον καιρό της κρίσης.
Ο πρωθυπουργός στάθηκε σε δύο κομβικά σημεία που ακόμα πρέπει να γίνουν:
Α) Τη μεταρρύθμιση που αφορά την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, που συνιστά μία αναγκαία τομή σε έναν κλάδο, ο οποίος βρέθηκε στο στόχαστρο της επιθετικής λιτότητας, ήδη, πριν από το 2010.
Β) Την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, η οποία πρέπει να φέρει τον άνεμο της προοδευτικής αλλαγής στην Παιδεία, «στον αντίποδα των αποτυχημένων και αντιδραστικών νομοθετημάτων των περασμένων ετών, που βρήκαν απέναντί τους σύσσωμη την εκπαιδευτική κοινότητα».
Η μεταρρύθμιση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση
Σχολίασε ότι «ο Καλλικράτης, αποδεδειγμένα, παρήγαγε περισσότερες στρεβλώσεις από αυτές που υποτίθεται ότι θα έλυνε» και συμπλήρωσε πως στόχος είναι η Τοπική Αυτοδιοίκηση να λειτουργεί με τη μέγιστη δημοκρατική νομιμοποίηση, με λογοδοσία στις τοπικές κοινωνίες, με διαφάνεια και φυσικά με τη βέλτιστη αποτελεσματικότητα.
«Σε αυτήν την κατεύθυνση, θα κάνουμε τις απαραίτητες παρεμβάσεις, που έχω την πεποίθηση ότι τόσο για τους πολίτες, όσο και για τους ανθρώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης που πραγματικά έχουν έγνοια για τον τόπο τους, θα είναι ευεργετικές», επισήμανε.
Συνταγματική Αναθεώρηση
Τέλος, ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι «απαιτούνται βαθιές δημοκρατικές και προοδευτικές τομές»: Ένα πιο σύγχρονο, πιο λειτουργικό, πιο δημοκρατικό Σύνταγμα, που θα διαφυλάσσει κοινωνικά αγαθά, κατακτήσεις και ελευθερίες.
Όπως ανέφερε, υπάρχουν ο χρόνος και οι δυνατότητες ώστε να γίνει η πλατύτερη και συμμετοχικότερη διαβούλευση στα χρονικά του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Σημείωσε πως η συνταγματική αναθεώρηση δεν μπορεί να περιοριστεί στις επιδιώξεις ενός ή δύο κομμάτων και παρατάξεων, αλλά ότι είναι και υπόθεση των ζωντανών δυνάμεων της κοινωνίας, των ανθρώπων της επιστήμης, της εργασίας, του πολιτισμού, της διανόησης.