του Δημήτρη Κλούρα, πρώην Γ.Γ. Δημόσιας Περιουσίας
Αναδημοσίευση από το Δίκτυο Δικαιοσύνης και Διαφάνειας με την άδεια του συγγραφέα
Πανηγυρική επιβεβαίωση των ρηθέντων του είχαμε προ ολίγων ημερών, όταν, μετά από απειλές των εκπροσώπων των «δανειστών» της χώρας μας, ότι δεν πρόκειται να εκταμιευθεί η προσφάτως εγκριθείσα από το Eurogroup δανειακή δόση, εάν δεν απαλλαγούν οι κατηγορούμενοι για τη σκανδαλώδη υπόθεση των 28 ακινήτων, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου αναίρεσε το παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών για τρία πρώην μέλη της Διοίκησης του ΤΑΙΠΕΔ και έξι μέλη του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων του ΤΑΙΠΕΔ, εκ των οποίων τρία είναι αλλοδαποί, μέλη της Κομισιόν. Επισημαίνω, ότι την ίδια ημέρα που γνωστοποιήθηκε η αναίρεση του βουλεύματος είχε προηγηθεί τελεσίγραφο του Αντιπροέδρου της Κομισιόν, Βλάντις Ντομπρόβσκις («Έχουμε εμπιστοσύνη, ότι το θέμα θα επιλυθεί από τις ελληνικές αρχές τις επόμενες λίγες ημέρες, ούτως ώστε η εκταμίευση να γίνει εγκαίρως. … Τα πράγματα βρίσκονται στο σωστό δρόμο και αναμένουμε, ότι η εκταμίευση θα γίνει το συντομότερο») Σύμφωνα δε με δημοσίευμα της 16ης Ιουνίου 2017 στον ιστοχώρο της Καθημερινής, το οποίο δεν γνωρίζω να έχει διαψευσθεί, ο Υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, φέρεται να είχε αποστείλει έγγραφο στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, με το οποίο ζητούσε την παραίτηση του ελληνικού Δημοσίου από την παράσταση πολιτικής αγωγής!
Η αλληλουχία των γεγονότων και η μέχρι σήμερα κατάληξη της υπόθεσης με την αναίρεση του παραπεμπτικού βουλεύματος αποτελεί όνειδος για το ελληνικό κράτος, όπως αυτό εκφράζεται από τους εκπροσώπους της εκτελεστικής, της νομοθετικής και της δικαστικής εξουσίας. Ειδικότερα:
Ως προς την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία
Ήταν 6-8-2015 όταν υπέβαλα την παραίτησή μου από τη θέση του Γενικού Γραμματέα Δημόσιας Περιουσίας προς τον τότε και νυν Υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, με παράλληλη έγγραφη ενημέρωση και του τότε Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, Τρ. Αλεξιάδη. Της παραιτήσεώς μου είχε προηγηθεί το από 5-8-2015 προφορικό και έγγραφο αίτημα του τότε Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, Τρ. Αλεξιάδη, το οποίο απηχούσε τη βούληση των ενοίκων του Μεγάρου Μαξίμου και με το οποίο μου ζητούσε την υποβολή της παραιτήσεώς μου.
Η υποβολή της παραιτήσεώς μου στις 6-8-2015 έγινε προφορικώς και εγγράφως, με ένα πολυσέλιδο κείμενο. Ωστόσο, για την αποδοχή της έπρεπε να περιμένω αρκετές ημέρες και να μεσολαβήσουν γεγονότα, στα οποία επιφυλάσσομαι να αναφερθώ σε μελλοντικό άρθρο μου. Τελικώς, η παραίτησή μου έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτο, και από τον τότε και νυν Πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα. Η δε απόφαση αποδοχής της παραιτήσεώς μου δημοσιεύθηκε σε Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως την 14η Αυγούστου 2015, ημερομηνία σημαδιακή, διότι ήταν η ημερομηνία ψήφισης του τρίτου μνημονίου (Ν. 4336/2015), όπου ο τότε και νυν Πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, αναφέρθηκε από του βήματος της βουλής, για τελευταία φορά, εάν δεν κάνω λάθος, στην υπόθεση των 28 πρώην ακινήτων του Δημοσίου, επιχειρώντας, μαζί με άλλα αβάσιμα «επιχειρήματα» του να «χρυσώσει τα χάπι» του τρίτου μνημονίου, με το οποίο θα ολοκλήρωνε την υποδούλωση και την καταστροφή της χώρας, που είχαν αρχίσει οι προκάτοχοί του! Στο πολυσέλιδο κείμενο της παραιτήσεώς μου, το οποίο μόλις λίγο πριν είχε κάνει αποδεκτό ο Πρωθυπουργός, ανέφερα, μεταξύ πολλών άλλων, και τα ακόλουθα:
«Προκειμένου να προστατευθεί το δημόσιο συμφέρον, ήτοι να αποκαλυφθούν και να τερματισθούν φαινόμενα κακοδιαχείρισης και ενδεχόμενης διαφθοράς, ξεκινήσαμε στη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας έρευνα για πλείστες όσες περιπτώσεις, οι οποίες απασχόλησαν ή απασχολούν τις Υπηρεσίες της, είτε με την αξιοποίηση επώνυμων και ανώνυμων καταγγελιών, πορισμάτων ελεγκτικών υπηρεσιών και εισαγγελικών παραγγελιών, είτε και αυτεπαγγέλτως, όταν γίνονταν αντιληπτές ύποπτες ενέργειες και παραλείψεις.
«Ήδη έχουμε αποστείλει σε αρμόδιες ελεγκτικές και εισαγγελικές αρχές στοιχεία προς περαιτέρω διερεύνηση, τυχόν απόδοση ευθυνών και επιβολή ποινών, αλλά και, έχουμε συμβάλλει στη διασφάλιση υπέρ του Δημοσίου πολλών εκατομμυρίων ευρώ.
«Μεγάλο μέρος αυτής της συστηματικής έρευνας γίνεται με τη συνδρομή των υπαλλήλων κυρίως της Μονάδας Αποκρατικοποιήσεων και Κινητών Αξιών, που υπάγεται σ’ αυτήν.
«Μεταξύ των διερευνούμενων υποθέσεων, είναι αυτές των Airbus της πρώην Ολυμπιακής Εταιρείας, η οποία έχει παραπεμφθεί για τα περαιτέρω στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, αλλά και η γνωστή πλέον υπόθεση των 28 ακινήτων, που ανήκαν στο Δημόσιο και στη συνέχεια, αφού πωλήθηκαν σε ιδιώτες με αξία πολύ κατώτερη της αντικειμενικής, μισθώθηκαν από το Δημόσιο με άκρως ετεροβαρείς γι’ αυτό όρους (υπόθεση “sales and lease back”). Σ’ αυτό το σημείο αισθάνομαι την ανάγκη να εκφράσω τη βαθύτατη λύπη μου, διότι εντός των επόμενων ολίγων ημερών θα ολοκληρωνόταν, όπως είχα αρμοδίως (προφορικώς και εγγράφως) ενημερώσει τον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών, κ. Τρ. Αλεξιάδη, η έρευνά μας σε σχέση με τη συγκεκριμένη υπόθεση των 28 ακινήτων, καθώς και η σύνταξη σχετικού γνωμοδοτικού πορίσματος, με καταγραφή σημαντικότατων ευρημάτων, τα οποία θα έπρεπε να γνωστοποιηθούν στη Δικαιοσύνη και στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Δυστυχώς, και όλως περιέργως, το αιφνίδιο και επιτακτικό αίτημα για υποβολή της παραίτησής μου, οδηγεί στην αδυναμία ολοκλήρωσης του όλου εγχειρήματος. Σε κάθε περίπτωση, ελπίζω στην ανάληψη σχετικής πρωτοβουλίας από το νέο Γενικό Γραμματέα Δημόσιας Περιουσίας».
Όπως, λοιπόν, αναφέρω και στο κείμενο της παραιτήσεώς μου, το αίτημα του τότε Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών για υποβολή της παραιτήσεώς μου «με βρήκε» στο πλέον κρίσιμο σημείο διερευνήσεως σημαντικότατων υποθέσεων, βασικότερη των οποίων ήταν αυτή της πωλήσεως 28 ακινήτων του ελληνικού Δημοσίου σε δύο θυγατρικές της Εθνικής Τραπέζης και της Τραπέζης Eurobank και την εν συνεχεία μίσθωσή τους από το ελληνικό Δημόσιο. Είχα ήδη αποστείλει, στα πλαίσια της αυτονόητης συνεργασίας της Γενικής Γραμματείας με την Εισαγγελία Διαφθοράς, η οποία επίσης διεξήγαγε έρευνα, σημαντικό αριθμό έγγραφων αποδεικτικών στοιχείων και ανέμενα την απάντηση του ΤΑΙΠΕΔ σε αίτημά μου για την αποστολή πρόσθετων και ιδιαιτέρως κρίσιμων για την υπόθεση εγγράφων. Ήδη μάλιστα είχα ξεκινήσει τη σύνταξη γνωμοδοτικού πορίσματος για τη συγκεκριμένη υπόθεση, που θα παρείχε την πλήρη νομική υποστήριξη των συμφερόντων του ελληνικού Δημοσίου, ως προς το σύνολο των πτυχών της συγκεκριμένης υπόθεσης. Το εν λόγω πόρισμα ουδέποτε ολοκληρώθηκε και ουδέποτε ζητήθηκε η συνδρομή μου. Δεν γνωρίζω μάλιστα, εάν τελικώς το ΤΑΙΠΕΔ απέστειλε τα αιτούμενα έγγραφα στο διάδοχό μου.
Στη συνέχεια, αφού, όπως προανέφερα, η παραίτησή μου έγινε δεκτή από τον Υπουργό Οικονομικών και από τον Πρωθυπουργό, συνέταξα πολυσέλιδο – αναλυτικό πρωτόκολλο παράδοσης – παραλαβής και ενημέρωσης για τις εκκρεμείς υποθέσεις, προκειμένου να υπογραφεί από εμένα, που θα παρέδιδα, και από τον διάδοχό μου, κ. Νικόλαο Ματζάκο, που θα παραλάμβανε. Στο κεφάλαιο του πρωτοκόλλου που αφορούσε στις σοβαρές εκκρεμείς υποθέσεις, είχα καταγράψει, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Υπόθεση 28 ακινήτων (sales and lease back): Συνέχιση της έρευνας, που είχαμε ξεκινήσει (εκκρεμεί απάντηση από το ΤΑΙΠΕΔ), σύνταξη πορίσματος και ενημέρωση ΝΣΚ για άσκηση πολιτικής αγωγής στην εκκρεμή ποινική διαδικασία, αλλά και άσκηση αγωγής αποζημιώσεως. Επίσης, προώθηση της κατάργησης της νομοθετικής πρόβλεψης για αστική και ποινική ασυλία των εκάστοτε μελών του Δ.Σ. του ΤΑΙΠΕΔ, καθώς και διενέργεια διαχειριστικού ελέγχου. Όλα αυτά έχουν επισημανθεί εγγράφως, τόσο στον Υπουργό Οικονομικών, όσο και στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών, κο Τρ. Αλεξιάδη».
Και επειδή, όπως τελικά αποδεικνύεται, τίποτε δεν ήταν και δεν είναι τυχαίο, ακολούθησε μετά από λίγους μήνες η ψήφιση από τη Βουλή του Ν. 4389/2016, με τον οποίο συστάθηκε η «ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε.», θυγατρική της οποίας κατέστη το ΤΑΙΠΕΔ. Σύμφωνα, λοιπόν, με το άρθρο 192 παρ. 8 του συγκεκριμένου νόμου, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το Ν. 4411/2016, επεκτάθηκε η αστική και ποινική ασυλία, που ίσχυε για τα μέλη του Δ.Σ. του ΤΑΙΠΕΔ και στα μέλη το Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων του ΤΑΙΠΕΔ, που αποτελεί πλέον θυγατρική της νέας Εταιρείας («Οι εμπειρογνώμονες, τα μέλη Συμβουλίων Εμπειρογνωμόνων ή τα μέλη άλλων γνωμοδοτικών οργάνων της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της δεν υπέχουν αστική ή ποινική ευθύνη για γνωμοδοτήσεις τους, εφόσον οι τελευταίες έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τις προβλεπόμενες από το νόμο διαδικασίες ή τα οριζόμενα στους εσωτερικούς κανονισμούς και τα καταστατικά τους, γεγονός που τεκμαίρεται αν έχει ακολουθήσει θετικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου»). Με τη συγκεκριμένη νομοθετική διάταξη, η εκτελεστική και νομοθετική εξουσία παρενέβη ευθέως στην εκκρεμή ποινική υπόθεση για τα 28 πρώην ακίνητα του Δημοσίου, διότι γνώριζαν, ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ποινικού Κώδικα, έχει αναδρομική ισχύ ο ηπιότερος – ευνοϊκότερος για τον όποιο κατηγορούμενο νόμος.
Την ώρα, λοιπόν, που η κυβέρνηση και οι βουλευτές αναφέρονταν και συνεχίζουν να αναφέρονται υποκριτικά σε δήθεν αγώνα τους για την καταπολέμηση της διαφθοράς και για την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος, συνεχίζουν να θεσπίζουν διατάξεις ασυλίας, απαλλάσσοντας κατηγορουμένους για σοβαρότατα αδικήματα, αλλά και προλειαίνοντας το έδαφος για ενδεχόμενα επόμενα σοβαρά αδικήματα, διότι απλούστατα θεσπίζουν την εκ των προτέρων πλήρη ατιμωρησία τους. Στο σημείο αυτό οφείλω να επισημάνω, ότι ουδέποτε έγινε έλεγχος και της απόφασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που παρείχε μερική κάλυψη στα τότε μέλη του Δ.Σ. του ΤΑΙΠΕΔ. Αυτή δε η απόφαση ήταν και είναι νομικά διάτρητη και ευχερώς ανατρέψιμη. Πλην όμως, ουδέποτε επιδιώχθηκε η ανατροπή της από την τότε και νυν κυβέρνηση για τους γνωστούς πλέον λόγους.
Σ’ αυτό, επίσης, το σημείο αξίζει να υπενθυμίσω τί είχε αναφέρει, για τελευταία φορά από του βήματος της Βουλής, ο Πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, στις 14 Αυγούστου 2015, ημερομηνία ψήφισης του τρίτου μνημονίου και δημοσίευσης της απόφασης αποδοχής της παραιτήσεώς μου, για το ζήτημα της υπόθεσης των 28 πρώην ακινήτων του Δημοσίου και γενικά για την καταπολέμηση της διαφθοράς:
«Στο πεδίο της καταπολέμησης της διαφθοράς τους τελευταίους επτά μήνες λαμβάνει χώρα μία σημαντική, ιστορικής σημασίας, θα έλεγα, αλλαγή στη χώρα. Έχει δοθεί μία ανάσα στους ελεγκτικούς μηχανισμούς. Υπάρχουν βεβαίως αντιδράσεις όλο αυτό το διάστημα. Το παλιό κατεστημένο αντιστέκεται. Υπάρχουν, όμως, αποτελέσματα. Σειρά από σκάνδαλα οικονομικά, αλλά και με έντονο πολιτικό άρωμα πήραν, επιτέλους, το δρόμο προς τη δικαιοσύνη. Να σας θυμίσω την υπόθεση της ΑΤΕ; Τις σκανδαλώδεις παραχωρήσεις του ΤΑΙΠΕΔ, τα είκοσι οκτώ ακίνητα; Την υπόθεση της «ΠΑΝΓΑΙΑΣ»; Την υπόθεση της δανειοδότησης των μέσων ενημέρωσης; Τα θαλασσοδάνεια μεγαλοσχημόνων; Έχουν πάρει το δρόμο προς τη δικαιοσύνη. Στόχος είναι να χαράξουμε το εθνικό σχέδιο δράσης κατά τη διαφθοράς, το θεσμικό πλαίσιο που θα διατρέχει οριζόντια και κάθετα το σύνολο του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, ώστε να διαλύσουμε κάθε θύλακα διαφθοράς, κάθε θύλακα πλουτισμού σε βάρος του λαού και των συμφερόντων της κοινωνικής πλειοψηφίας» (Βλ. πρακτικά της Βουλής, ΙΣΤ΄Περίοδος – Σύνοδος Α΄ – Συνεδρίαση ΠΕ΄, 14-08-2015, σελ. 4877)!
Όπως προανέφερα, πέραν της απαίτησης για την υποβολή της παραιτήσεώς μου, λίγους μήνες αργότερα, η κυβέρνηση θέσπισε νέες ασυλίες των εμπλεκομένων στο ΤΑΙΠΕΔ (μέλη Δ.Σ. και εμπειρογνώμονες), συμβάλλοντας στην επιδιωκόμενη και από τους «δανειστές» της χώρας απαλλαγή των ήδη κατηγορουμένων και στο κλείσιμο των υποθέσεων, στις οποίες αναφερόταν στις 14 Αυγούστου 2015. Τα συμπεράσματα δικά σας.
Ως προς την δικαστική εξουσία
Ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου που αναίρεσε το παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών φέρεται να επικαλέσθηκε – αξιοποίησε την παραπάνω νομοθετική διάταξη (άρθρο 192 παρ. 8) του Ν. 4389/2016, σε συνδυασμό με το άρθρο 2 του Ποινικού Κώδικα, ως προς τα κατηγορούμενα μέλη του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων του ΤΑΙΠΕΔ. Πλην όμως, υπενθυμίζω στους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς, ότι, με αφορμή καταδίκες της χώρας μας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για νομοθετική παρέμβαση σε εκκρεμείς δίκες, εξεδόθη από τον τότε πρόεδρο του Αρείου Πάγου Στέφανο Ματθία η εν ισχύ εγκύκλιος (29/06-02-2002), με την οποία επισημαίνει, ότι οι δικαστικοί λειτουργοί οφείλουν να μην λαμβάνουν υπόψη νομοθετικές ρυθμίσεις, που κατ’ ουσίαν δικαιοδοτούν και ενέχουν επέμβαση στη δικαστική εξουσία, ως ασυμβίβαστες προς τη διάκριση των κρατικών λειτουργιών, αντισυνταγματικές (άρθρο 93 παρ. 4 του Συντάγματος), αλλά και ανίσχυρες ως αντίθετες προς τις αρχές της «δίκαιης δίκης» (άρθρο 6 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α.), που έχει υπερνομοθετική ισχύ (άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος). Η θέσπιση του άρθρου 192 παρ. 8 του Ν. 4389/2016 πρόκειται για μια τέτοια ευθεία νομοθετική παρέμβαση σε εκκρεμή ποινική υπόθεση και μάλιστα με ευθεία έξωθεν παρέμβαση. Ελπίζω να βρεθούν δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί, οι οποίοι θα αρθούν στο ύψος των περιστάσεων.
Σ’ ό,τι δε αφορά στο Ελεγκτικό Συνέδριο, την απόφαση (πράξη) του οποίου επικαλούνται τόσο οι κατηγορούμενοι, όσο και οι δανειστές, αλλά και ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, που αναίρεσε το παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, πρέπει να επισημανθούν τα εξής άγνωστα στο ευρύ κοινό:
Της επίμαχης 1204/2014 αποφάσεως – πράξεως του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου είχε προηγηθεί η αριθμ. 275/2013 απόφαση – πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία έκρινε, το μεν, ότι δεν προκύπτει το όφελος για το ελληνικό Δημόσιο, το δε, ότι δεν είναι επιτρεπτό να συμπίπτει ελέγχων και ελεγχόμενος, καθότι οι υποψήφιες αγοράστριες εταιρείες συνδέονταν ευθέως με τους χρηματοοικονομικούς συμβούλους του ΤΑΙΠΕΔ στη συγκεκριμένη πώληση. Κατά της προαναφερθείσας αποφάσεως – πράξεως προσέφυγε το ΤΑΙΠΕΔ και εξεδόθη η αριθμ. 1204/2014 απόφαση – πράξη του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία ανέτρεψε την αρχική απόφαση – πράξη, με επιχειρήματα, όπως, ότι δεν συντρέχει ασυμβίβαστο (!), αλλά και ότι δεν αποτελεί αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου να κρίνει το κατά πόσο ζημιώνει ή ωφελεί το ελληνικό Δημόσιο η πώληση και η εν συνεχεία μίσθωση των 28 ακινήτων. Πρέπει, λοιπόν, να γνωρίζουν άπαντες, ότι με την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν έχει ελεγχθεί αυτό το πλέον κρίσιμο ζήτημα!
Σε κάθε περίπτωση, αυτή η απόφαση – πράξη του Ελεγκτικού Συνεδρίου ήταν ευχερώς ανατρέψιμη και μάλιστα με νομολογία του ιδίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Επισημαίνω, τέλος, ότι η νομοθετική θέσπιση ασυλίας για μελλοντικές πράξεις αποτελεί συγκαλυμένη αμνηστία για μελλοντικές πράξεις, η οποία έπρεπε και πρέπει να κριθεί αντισυνταγματική, όπως εξάλλου και τα στελέχη της παρούσας κυβέρνησης ισχυρίζονταν, όταν ήταν στην αντιπολίτευση, αλλά τώρα πράττουν ό,τι έπρατταν και οι προκάτοχοί τους στην εξουσία.
Οκτώ προφανείς λόγοι που καθιστούν σκανδαλώδη την πώληση κι εν συνεχεία μίσθωση των 28 ακινήτων
- Η πώληση των 28 ακινήτων (δύο χαρτοφυλάκια των 14 ακινήτων έκαστο) έγινε σε δύο θυγατρικές της Εθνικής Τραπέζης και της Τραπέζης Eurobank, ήτοι στην Εθνική Πανγαία ΑΕΕΑΠ και στην Eurobank Properties ΑΕΕΑΠ. Πλην όμως, και οι χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι του ΤΑΙΠΕΔ για τη συγκεκριμένη πώληση ήταν επίσης θυγατρικές των δύο παραπάνω Τραπεζών.
- Το τίμημα της πώλησης των 28 ακινήτων του Δημοσίου ήταν 261.310.000 ευρώ, ήτοι περί τα 100 εκ. ευρώ κάτω της αντικειμενικής τους αξίας.
- Το ελληνικό Δημόσιο δεσμεύθηκε να μισθώσει τα 28 κτίρια για είκοσι έτη, χωρίς την παραμικρή δυνατότητα, ακόμη και νομοθετική, μείωσης του μισθώματος. Τα ετήσια μισθώματα θα ανέρχονται στο 1/10 της αξίας των ακινήτων, δηλαδή 26 εκ. ευρώ περίπου κατ’ ετος και για τα 28 ακίνητα. Ως εκ τούτου, το ελληνικό Δημόσιο θα κληθεί να καταβάλλει εντός 20 ετών άνω των 520 εκ. ευρώ στους νέους ιδιοκτήτες.
- Πωλήθηκαν ακίνητα στα οποία λειτουργούσαν και λειτουργούν δημόσιες – κρατικές υπηρεσίες και επομένως δεν υπήρχε η παραμικρή ανάγκη πώλησής τους (π.χ. η Γ.Α.Δ.Α., η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, τα Υπουργεία Πολιτισμού, Διοικητικής Μεταρρύθμισης, Παιδείας, Υγείας, Δικαιοσύνης, εφορίες, κλπ).
- Μισθώθηκε από το Δημόσιο το σύνολο των 28 ακινήτων, ακόμη και αυτά που ήταν παντελώς κενά, όπως το κτίριο ΚΕΡΑΝΗΣ στην οδό Θηβών (μηνιαίο μίσθωμα 221.000 ευρώ και ετήσιο μίσθωμα 2.650.000 ευρώ). Καλείται δηλαδή το ελληνικό Δημόσιο να καταβάλλει υπέρογκα μισθώματα για άδεια κτίρια
- Το ελληνικό Δημόσιο μίσθωσε τα κτίρια με υπερβολικά υψηλό μίσθωμα, ενώ τα πώλησε σε τιμή κατώτερη της αντικειμενικής αξίας και ενώ είχε τη διαπραγματευτική δυνατότητα να επιτύχει κατά πολύ μικρότερο μίσθωμα, διότι για τα περισσότερα από αυτά τα κτίρια οι νέοι ιδιοκτήτες πολύ δύσκολα θα εύρισκαν μισθωτή (π.χ. κτίριο ΚΕΡΑΝΗΣ, που η περίπτωσή του συνιστά από μόνη της ένα σκάνδαλο μέσα στο ευρύτερο σκάνδαλο των 28 ακινήτων).
- Το ελληνικό Δημόσιο ανέλαβε εξολοκλήρου την πολυδάπανη συντήρηση όλων αυτών των κτιρίων, ακόμη και αυτών που δεν λειτουργούν.
- Ενώ η σύμβαση πώλησης και μίσθωσης εμφανίζεται ως σύμβαση leasing (sales and lease back), ωστόσο μόνο τέτοια δεν είναι, διότι το ελληνικό Δημόσιο, μετά την πάροδο των 20 ετών, εφόσον οι ιδιοκτήτριες εταιρείες επιθυμούν να τα πωλήσουν, θα έχει απλώς δικαίωμα προαίρεσης να επανακτήσει την κυριότητα των ακινήτων, αλλά στην αγοραία κατά το χρόνο εκείνο αξία τους.
Ολοκληρώνοντας, επισημαίνω, ότι σε περιόδους κρίσης, όπως η σημερινή, οι πάντες κρίνονται ή θα κριθούν για τις πράξεις και τις παραλείψεις τους. Όταν, λοιπόν, αποκατασταθεί η έννομη τάξη στη χώρα, η δημοκρατία και η εθνική κυριαρχία, θα παύσει δηλαδή να ισχύει η κατάσταση που περιγράφει στην αρχή του άρθρου μου ο Παναγιώτης Πικραμμένος, τότε θα μπορέσουν να τεθούν οι βάσεις για μία πραγματικά ορθή απονομή Δικαιοσύνης. Μέχρι τότε, άπαντες, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, οφείλουμε, να αντιστεκόμαστε και να αγωνιζόμαστε. Σ’ αυτούς τους συμπολίτες – συμπατριώτες μου, που θέλουν και επιθυμούν να αντισταθούν και να αγωνιστούν, απευθύνεται το παρόν άρθρο μου, όπως και τα προηγούμενα και τα επόμενα που θα ακολουθήσουν.