του Samuel Oakforn στο The Intercept
Στην αξιολόγηση, που έγινε σε εμπιστευτική έκθεση και στάλθηκε σε διπλωμάτες στις 10 Νοεμβρίου, μέλη της επιτροπής που διορίστηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας δήλωσαν ότι δεν είχαν δει κανένα στοιχείο για να υποστηρίξουν τους ισχυρισμούς της Σαουδικής Αραβίας ότι βαλλιστικοί πύραυλοι μικρής εμβέλειας μεταφέρθηκαν σε αντάρτες της Υεμένης παραβαίνοντας τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας.
«Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η επιβολή περιορισμών πρόσβασης είναι μια ακόμη προσπάθεια του συνασπισμού υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας για να χρησιμοποιήσει την παράγραφο 14 του ψηφίσματος 2216 (2015) ως δικαιολογία για την παρεμπόδιση της παράδοσης βασικών αγαθών», ανέφεραν οι εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ. Το ψήφισμα 2216 ψηφίστηκε τον Απρίλιο του 2015, ένα μήνα μετά την έναρξη της παρέμβασης του διεθνούς συνασπισμού υπό την ηγεσία των Σαουδαράβων στον εμφύλιο πόλεμο της Υεμένης. Η παράγραφος 14 καλεί τα κράτη μέλη του ΟΗΕ να λάβουν μέτρα για την αποτροπή της προμήθειας, της πώλησης ή της μεταφοράς στρατιωτικών αγαθών σε μια ανταρτική συμμαχία υπό την ηγεσία της ομάδας Χούτι, η οποία υποστηρίζεται κατά κάποιον, όχι ξεκάθαρο, βαθμό από τον τοπικό αντίπαλο της Σαουδικής Αραβίας, το Ιράν. Η επιτροπή των ειδικών ιδρύθηκε με ένα προηγούμενο ψήφισμα του 2014 και αυξήθηκε σε πενταμελή με την απόφαση 2216.
Ο συνασπισμός υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας άρχισε να επιβάλλει τον πλήρη αποκλεισμό της Υεμένης μετά την εκτόξευση ενός βαλλιστικού πυραύλου από την Υεμένη στο αεροδρόμιο της πρωτεύουσας της Σαουδικής Αραβίας, στις 4 Νοεμβρίου [Σ.τ.Μ. του 2017]. Ο συνασπισμός, ο οποίος έχει την υποστήριξη των ΗΠΑ, δήλωσε ότι ο αποκλεισμός είναι απαραίτητος για την αποτροπή της αποστολής όπλων από το Ιράν στους Χούτι και τους συμμάχους τους, οι οποίοι είναι πιστοί στον πρώην πρόεδρο της Υεμένης, Αλί Αμπντουλάχ Σαλέχ.
Μετά τον αποκλεισμό που τέθηκε στις 6 Νοεμβρίου, ο επικεφαλής της ανθρωπιστικής βοήθειας του ΟΗΕ, Μαρκ Λόουκοκ, είπε στο Συμβούλιο Ασφαλείας ότι οι περιορισμοί στη βοήθεια προς την Υεμένη θα οδηγήσουν σε «λιμό που θα οδηγήσει σε θάνατο εκατομμύρια ανθρώπους, σε έναν βαθμό που ο κόσμος δεν έχει δει εδώ και πολλές δεκαετίες». Αυτήν την εβδομάδα, η Σαουδική Αραβία έδειξε την κατάσταση ως λιγότερο σοβαρή. «Δεν υπάρχει εμπάργκο», δήλωσε στον ΟΗΕ ο πρέσβης της Σαουδικής Αραβίας, Αμπντάλα αλ Μουαλίμι. «Υπάρχουν πολλές πηγές εφοδιασμού της Υεμένης». Τη Δευτέρα, ο Συνασπισμός των Σαουδαράβων δήλωσε ότι μέσα σε 24 ώρες θα ανοίξει εκ νέου πολλά λιμάνια που είχαν αποκοπεί – αλλά μόνο σε περιοχές που βρίσκονται ήδη υπό τον έλεγχο του συνασπισμού. Τα λιμάνια στις περιοχές που ελέγχονται από τους Χούτι δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο. Λιμάνια κατά μήκος της Ερυθράς Θάλασσας στις Χουνταϊντά και Σαλέφ, μέσω των οποίων φτάνει στην Υεμένη σχεδόν το 80% των εισαγωγών, συμπεριλαμβανομένου του μεγαλύτερου μέρους της ανθρωπιστικής βοήθειας, δεν είχαν ανοίξει.
Οι Σαουδάραβες δήλωσαν ότι πριν να αποκατασταθεί η πρόσβαση σε όλους τους λιμένες, θα πρέπει να αυξηθεί ο μηχανισμός επιθεώρησης φορτίων του OHE, που είναι γνωστός ως Μηχανισμός Επαλήθευσης και Επιθεώρησης του ΟΗΕ για την Υεμένη (UNVIM), ώστε να συμπεριλάβει την επιτήρηση μικρότερων σκαφών. Ωστόσο, ακόμα και μεγάλα πλοία με φορτία για την παροχή βοήθειας που έχουν ήδη επιθεωρηθεί από τον UNVIM κρατούνται, ενώ τα μικρότερα πλοία που η Σαουδική Αραβία λέει ότι συνιστούν απειλή, θα υποβληθούν πιθανόν προσωρινά στον ίδιο εξονυχιστικό έλεγχο όπως και πριν. Την Πέμπτη, ο ΟΗΕ ζήτησε και πάλι να σταματήσει αμέσως ο αποκλεισμός- ακόμη και στην πιο περιορισμένη εκδοχή του- αν και παραμένει ασαφές το πώς θα επιλυθεί αυτό το αδιέξοδο.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα αριθμητικά στοιχεία του ΟΗΕ, το εμπάργκο έχει εμποδίσει 29 πλοία – που μεταφέρουν περίπου 300.000 μετρικούς τόνους τροφής και 192.000 μετρικούς τόνους καυσίμων – να φτάσουν στην Υεμένη. Ο ΟΗΕ έχει προειδοποιήσει επανειλημμένα ότι περίπου 7 εκατομμύρια άνθρωποι στην Υεμένη βρίσκονται τώρα στα πρόθυρα της λιμοκτονίας. Η Υεμένη βρίσκεται επίσης εν μέσω μιας επιδημίας χολέρας που έχει μολύνει περισσότερους από 900.000 ανθρώπους. Αν και ο αριθμός των νέων κρουσμάτων έχει μειωθεί για οκτώ εβδομάδες στη σειρά, οι υπάλληλοι του ΟΗΕ λένε ότι η επιδημία θα «αναζωπυρωθεί και πάλι» αν το εμπάργκο δεν αρθεί. Ένα σκάφος που έχει πάνω από 1300 μετρικούς τόνους «προμηθειών υγιεινής, καθαριότητας και φαγητού» έχει αυτήν τη στιγμή εμποδιστεί από το να δέσει σε ένα λιμάνι της Χουνταϊντά.
Η έκθεση της επιτροπής των ειδικών του ΟΗΕ δόθηκε πριν από το άνοιγμα των νότιων λιμανιών της Υεμένης, αλλά το άλλο αξιοσημείωτο συμπέρασμα ήταν η ρητή αμφισβήτηση των αποδεικτικών στοιχείων που παρουσίασε ο συνασπισμός των Σαουδαράβων ότι ο πύραυλος που εκτοξεύτηκε στις 4 Νοεμβρίου συνδεόταν με το Ιράν. Ο ισχυρισμός αυτός χρησιμοποιήθηκε για να δικαιολογήσει τον επακόλουθο αποκλεισμό. Ο συνασπισμός, σημείωσε η επιτροπή, έχει αναφέρει μια διαφορετική επίθεση με πυραύλους, στις 22 Ιουλίου και σύμφωνα με αυτόν, χρησιμοποιήθηκε ένας Qiam-1 βαλλιστικός πύραυλος μικρής εμβέλειας (SRBM) ιρανικής προέλευσης.
«Τα αποδεικτικά στοιχεία που δίνονται σε αυτές τις εκθέσεις είναι πολύ λιγότερα από όσα απαιτούνται για να αποδώσουν αυτήν την επίθεση σε ένα SRBM Qiam-1», έγραψε η ομάδα. «Ο συνασπισμός των Σαουδαράβων δεν έχει όμως αποδώσει ακόμα την ευθύνη για την απόπειρα επίθεσης εναντίον του ΚΚΙΑ»- του διεθνούς αεροδρομίου «Βασιλιάς Χαλίντ», στη Σαουδική πρωτεύουσα Ριάντ – «σε κάποιο συγκεκριμένο τύπο SRBM».
«Η Επιτροπή δεν έχει βρει κανένα στοιχείο που να υποστηρίζει τον ισχυρισμό ότι το SRBM έχει μεταφερθεί στη συμμαχία Χούτι-Σαλέχ από προμήθεια του εξωτερικού κατά παράβαση της παραγράφου 14 του ψηφίσματος 2216», ανέφερε η έκθεση. «Η ανάλυση των επιλογών για τον εφοδιασμό δια ξηράς, θαλάσσης ή αέρος δείχνει ότι οποιαδήποτε αποστολή μεγάλων εμπορευματοκιβωτίων που χρησιμοποιούνται για την αποστολή και προστασία των μεταφερόμενων πυραύλων πολύ πιθανόν να είχε απαγορευθεί κατά τη μεταφορά από τις δυνάμεις του συνασπισμού των Σαουδαράβων ή των ναυτικών δυνάμεων της Συμμαχίας Συνδυασμένων Ναυτικών Δυνάμεων που αναπτύσσονται στην περιοχή. Δεν έχουν αναφερθεί τέτοιες απαγορεύσεις στην Επιτροπή σύμφωνα με την απαραίτητη προϋπόθεση του να αναφέρονται οι κατασχέσεις όπλων ή υλικών που σχετίζονται με την απόκτηση όπλων, σύμφωνα με την παράγραφο 17 του ψηφίσματος 2216».
Η επιτροπή, ωστόσο, έχει πρόσβαση μόνο σε στοιχεία που τα κράτη μέλη είναι πρόθυμα να δώσουν. Στην έκθεση, συνέστησε τη Σαουδική Αραβία να διαθέσει επιπλέον τεχνικά στοιχεία και ζήτησε από το συμβούλιο να προσεγγίσει το Ριάντ για την πλήρη πρόσβαση σε «όλα τα θραύσματα του SRBM που βρέθηκαν». Στις 10 Νοεμβρίου, ο γενικός εισαγγελέας Τζέφρεϊ Λ. Χαρίτζιαν, στη Μέση Ανατολή, ισχυρίστηκε επίσης ότι ο πύραυλος είχε «ιρανική σήμανση», αλλά δεν παρείχε περισσότερα στοιχεία. Ένα ρεπορτάζ στο Reuters τον Αύγουστο υποστήριζε ότι το Ιρανικό Σώμα Φρουρών της Επανάστασης χρησιμοποιεί μια νέα θαλάσσια διαδρομή μεταξύ Κουβέιτ και Ιράν για να παρακάμψουν το εμπάργκο στα όπλα.
Οι στρατιωτικοί της Υεμένης, πρόσθεσε η επιτροπή, κράτησαν τα αποθέματα πυραύλων SCUD-B και Hwasong-6 που υπήρχαν και δεν είχαν καταστραφεί πλήρως από προηγούμενες αεροπορικές επιδρομές της Σαουδικής Αραβίας. Η επιτροπή αναφέρεται σε έναν εκπρόσωπο των Χούτι, ο οποίος δήλωσε ότι οι πύραυλοι που είχαν καταστραφεί, επιδιορθώθηκαν και στη συνέχεια τροποποιήθηκαν. «Η επιτροπή δεν παρέβλεψε την περίπτωση ξένοι ειδικοί που βρίσκονται στην Υεμένη να έδωσαν συμβουλές», προειδοποίησε η έκθεση. Η επιτροπή σημείωσε ότι υπάρχει πιθανότητα οι πύραυλοι να έχουν αλλάξει για να έχουν πιο μεγάλη εμβέλεια ώστε να φθάσουν τους στόχους που είναι πιο βαθιά στη Σαουδική Αραβία. Τα μέλη της επιτροπής εξέτασαν μια αποστολή «βιομηχανικά επεξεργασμένου εξοπλισμού, που προερχόταν σχεδόν σίγουρα από την Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν και μπορεί να σχετίζεται με την παραγωγή του οξειδωτικού που χρησιμοποιείται στην υγρή προωθητική γόμωση των κινητήρων των SRBM πυραύλων. Μέρος των απεσταλμένων προϊόντων ήταν δεξαμενές αποθήκευσης ανθεκτικές στη διάβρωση, πανομοιότυπες ουσιαστικά με αυτές που χρησιμοποιήθηκαν για την υποστήριξη των επιχειρήσεων με τους πυραύλους SCUD SRBM».
Η ειδική επιτροπή κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι οι επιθέσεις των Χούτι με πυραύλους ήταν τόσο για να ανεβάσουν το δικό τους ηθικό όσο και για να προκαλέσουν απώλειες στη Σαουδική Αραβία. «Ο πρωταρχικός σκοπός της πυραυλικής δύναμης των Χούτι-Σαλέχ δεν είναι να προκαλέσει ουσιαστική στρατιωτική ζημιά στη Σαουδική Αραβία, αλλά για να στηρίξει άμεσα μια σύνθετη στρατηγική για μια εκστρατεία στα Μέσα», έγραψαν.
Κάποιοι αξιωματούχοι στον ΟΗΕ και στην παροχή βοήθειας που μίλησαν στο The Intercept αυτήν την εβδομάδα [Σ.τ.Μ. το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στις 17/11], δήλωσαν ότι φαίνεται πως τα λιμάνια της Υεμένης σε μέρη όπως το Άντεν είχαν μόνο κλείσει- και στη συνέχεια ανακοινώθηκε ότι ξανάνοιξαν- ως κάλυψη για τον συνεχή αποκλεισμό αυτών που στην πραγματικότητα είναι τα πιο απαραίτητα σημεία για τις εισαγωγές στην Υεμένη. Το Γραφείο Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων του ΟΗΕ υπογράμμισε αυτήν την εβδομάδα τη σημασία αυτών των βόρειων λιμανιών: «Περίπου το 71% των ατόμων που χρειάζονται βοήθεια στην Υεμένη και το 82% όλων των περιπτώσεων χολέρας (ως τις 31 Οκτωβρίου) βρίσκονται σε περιοχές που ελέγχονται από τις αρχές στο βόρειο τμήμα της χώρας και βρίσκονται πολύ κοντά σε αυτά τα λιμάνια», γράφει το γραφείο του ΟΗΕ σε προειδοποίηση που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα. Η επιτροπή ειδικών του ΟΗΕ έχει επίσης γράψει ότι οι Χούτι παρεμποδίζουν την αποστολή βοήθειας και επωφελούνται από την πώληση καυσίμων στη μαύρη αγορά.
Σε δήλωσή της αυτήν την εβδομάδα, η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας είπε ότι θα «προετοιμάσει προτάσεις για τη σταθερή λειτουργία του λιμένα Χουνταϊντά και του αεροδρομίου Σαναά», του σημαντικότερου αεροδρομίου της Υεμένης. Από το περασμένο καλοκαίρι, το αεροδρόμιο χρησιμοποιείται μόνο για πτήσεις ανθρωπιστικής βοήθειας, ενώ οι εμπορικές πτήσεις διακόπηκαν από τον συνασπισμό των Σαουδαράβων. «Το αεροδρόμιο είναι κρίσιμης σημασίας για την παραλαβή προμηθειών», δήλωσε ένας διπλωμάτης του Συμβουλίου Ασφαλείας, ο οποίος ζήτησε να κρατήσει την ανωνυμία του για να συζητήσει θέματα που αφορούν το τρέχον συμβούλιο. «Υπάρχει μια ομάδα των αεροπορικών πτήσεων από την UNHAS»- δηλαδή από την αεροπορική υπηρεσία ανθρωπιστικής βοήθειας του ΟΗΕ- «που στέκονται γεμάτες περιμένοντας να πετάξουν». Την Τρίτη, οι Σαουδάραβες βομβάρδισαν δυο φορές το αεροδρόμιο, δημιουργώντας ζημιές στον εξοπλισμό επικοινωνίας.
Πέντε μήνες μετά την εκστρατεία υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, οι βόμβες του συνασπισμού έθεσαν εκτός λειτουργίας τέσσερις γερανούς που χρησιμοποιούνταν για να κάνουν εκφορτώσεις στο λιμάνι της Χουνταϊντά. Ο συνασπισμός τότε αρνήθηκε να αφήσει το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών να δώσει προσωρινά ανταλλακτικά, η απόκτηση των οποίων είχε χρηματοδοτηθεί από τις ΗΠΑ μέχρι και αυτόν το μήνα, ενώ η μειωμένη χωρητικότητα της Χουνταϊντά ήταν ήδη μια σημαντική αιτία καθυστερήσεων στη μεταφορά, μαζί με ό,τι καθυστερήσεις έχουν υποβληθεί από τον ίδιο τον συνασπισμό. Φέτος, το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ανέφερε ότι σε τουλάχιστον επτά περιπτώσεις μεταξύ Μαΐου και Σεπτεμβρίου, ο συνασπισμός «έχει εκτρέψει ή καθυστερήσει αυθαίρετα τα δεξαμενόπλοια καυσίμων που κατευθύνονται προς λιμάνια που βρίσκονται υπό τον έλεγχο των Χούτι-Σαλέχ». Ένα από τα πλοία που ήταν γεμάτο με καύσιμα κρατήθηκε για πάνω από πέντε μήνες.
Τον Φεβρουάριο του 2016, οι Σαουδάραβες αξιωματούχοι απέστειλαν επιστολές τόσο στον ΟΗΕ όσο και στις ανθρωπιστικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στην Υεμένη, διατάζοντάς τους να εγκαταλείψουν τις περιοχές που δεν υπάγονται στον έλεγχο του συνασπισμού. Αυτό θα εμπόδιζε τη βοήθεια να φτάσει στο μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού της Υεμένης. Αν και η Σαουδική Αραβία πήρε μετά πίσω τη σκληρή γλώσσα, οι υπάλληλοι στην αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας δήλωσαν ότι είχε προκαλέσει τρόμο.
Ένα μήνα μετά την αποστολή των επιστολών, τον Μάρτιο του 2016, το Συμβούλιο Ασφαλείας άρχισε να εξετάζει το ενδεχόμενο σύνταξης ενός νέου ψηφίσματος, επικεντρωμένου στην απόκτηση πρόσβασης για την ανθρωπιστική βοήθεια και την προστασία των πολιτών στην Υεμένη. Πιστεύοντας ακριβώς ότι θα υπάρξει ένα νέο κείμενο υπό εξέταση, ο πρεσβευτής της Σαουδικής Αραβίας, Μουαλίμι, πραγματοποίησε συνέντευξη Τύπου, όπου μετέφερε, κατά έναν περίεργο τρόπο, ότι ανώτεροι αξιωματούχοι στην ανθρωπιστική βοήθεια του ΟΗΕ δήλωσαν ότι μια τέτοια παρέμβαση ήταν απαραίτητη. Αργότερα, προέκυψε ότι μέλη του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου συναντήθηκαν περίπου την ίδια εποχή με αξιωματούχους από τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ- τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας που προέρχονται από τις δυτικές χώρες. Δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα το ψήφισμα με κύριο θέμα την πρόσβαση της ανθρωπιστικής βοήθειας. Την περασμένη εβδομάδα, το Συμβούλιο Ασφαλείας είδε την κυκλοφορία μιας δήλωσης σχετικά με την Υεμένη- η οποία γράφτηκε από τους Σαουδάραβες και κυκλοφόρησε από την Αίγυπτο, ένα άλλο μέλος του συνασπισμού- που δεν έκανε καμία αναφορά στην ανθρωπιστική κατάσταση για την οποία είχε μόλις προειδοποιήσει το Συμβούλιο Ασφαλείας ότι ήταν τεραστίων διαστάσεων.
«Η κατάσταση μπορεί να χειροτερέψει κι άλλο, δεδομένου του αποκλεισμού των εμβολίων εκτός χώρας και των πιθανών αυξήσεων του υποσιτισμού, καθώς οι άνθρωποι αγωνίζονται για να ταΐσουν τις οικογένειές τους. Έτσι, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι θα πεθάνουν περισσότερα παιδιά εάν αυτό συνεχιστεί για πολύ καιρό ακόμα», δήλωσε ο Σαμίρ Ελχαγουόρι, ανώτερος αξιωματούχος της ανθρωπιστικής βοήθειας στον ΟΗΕ που εδρεύει στην Υεμένη. Εάν οι συνεργάτες του ΟΗΕ που διανέμουν την επισιτιστική βοήθεια δεν μπορούν να πάρουν προμήθειες ξανά τον επόμενο μήνα, είπε, «80.000 παιδιά με σοβαρό υποσιτισμό κινδυνεύουν να χάσουν την ζωή τους».
Σε άλλες περιπτώσεις, κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο σαουδαραβικός συνασπισμός προχώρησε σε σκόπιμες κινήσεις για να παρεμποδίσει την παράδοση ανθρωπιστικής βοήθειας. Τον Αύγουστο του 2016- ένα χρόνο μετά τον βομβαρδισμό των γερανών στο λιμάνι- πολεμικά αεροσκάφη του συνασπισμού βομβάρδισαν επανειλημμένα την κύρια γέφυρα που χρησιμοποιούταν για τη μεταφορά εμπορευμάτων από την Χουνταϊντά στη Σαναά και από την οποία περνούσε το 90% της βοήθειας του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος του ΟΗΕ. Η γέφυρα καταστράφηκε παρά την παρουσία της σε μια λίστα των ΗΠΑ με μέρη που δεν πρέπει να χτυπηθούν.