Τον τελευταίο ενάμιση μήνα περίπου η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει νομοθετήσει ή προωθήσει τα εξής:
– Ξεκίνησε να εφαρμόζει τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, που νομοθέτησε η ίδια τον Μάιο του 2017, ενώ παράλληλα κατέβαλε κάθε δυνατή «προσπάθεια» προκειμένου να συνεχιστούν και οι φυσικοί πλειστηριασμοί στα Ειρηνοδικεία, ανακοινώνοντας ακόμα και μέτρα καταστολής ενάντια σε οποίον παρεμβαίνει για να εμποδίσει τις διαδικασίες. Έκανε τα πάντα, σε συνεργασία με λίγους πρόθυμους συμβολαιογράφους, εκτός φυσικά από το να προστατεύσει με νόμο τα ακίνητα αξίας μέχρι 300.000 ευρώ, όπως πολλάκις έχει υποσχεθεί, ή έστω να νομοθετήσει την οριζόντια προστασία της πρώτης κατοικίας. Όσο κι αν τις τελευταίες μέρες στελέχη της προσπαθούν να διαστρεβλώσουν ή ακόμα και να αντιστρέψουν την πραγματικότητα, είθισται αυτή να είναι αμείλικτη.
– Κατέθεσε τον προϋπολογισμό για το 2018, που προβλέπει 1,8 δισ. επιπλέον μέτρα. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται η περικοπή 50% του επιδόματος θέρμανσης, η αύξηση του ΦΠΑ στα 32 νησιά που δεν είχε ήδη αυξηθεί, η κατάργηση του ΕΚΑΣ για ακόμα 140.000 συνταξιούχους, η κατάργηση της έκπτωσης φόρου λόγω ιατρικών δαπανών και η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών για τους ελεύθερους επαγγελματίες. Ένα πακέτο νέων μέτρων που επιχειρείται να καλυφθεί από το παράλογο επιχείρημα «δεν είναι νέα, είναι ήδη ψηφισμένα». Παράλληλα, και αντίθετα με όσα υποστήριζε ο ΣΥΡΙΖΑ ακόμα και μετά την υπογραφή του τρίτου μνημονίου, προωθούνται με γοργούς ρυθμούς 13 ακόμα ιδιωτικοποιήσεις, μεταξύ των οποίων αυτές του νερού, του ρεύματος και της ενέργειας.
– Όσον αφορά τώρα την περίφημη κόντρα με τους ολιγάρχες και τη διαπλοκή: Η κυβέρνηση πέρασε τον νόμο για τα φρουτάκια (VLTs), δίνοντας δωρεάν στον ΟΠΑΠ το δικαίωμα εκμετάλλευσης για ακόμα οκτώ χρόνια. Το 2010, όταν η τότε κυβέρνηση Παπανδρέου είχε φέρει τον πρώτο νόμο για τα φρουτάκια, ο ΟΠΑΠ είχε πληρώσει 540 εκατ. ευρώ για να λάβει αποκλειστική άδεια εκμετάλλευσης για 10 χρόνια. Παράλληλα, το πλαίσιο προστασίας των παικτών είναι πιο χαλαρό από ποτέ (με τα περισσότερα όρια να επιβάλλονται από… τον ίδιο τον παίκτη). Επίσης, επειδή πρέπει να είναι ευχαριστημένοι και οι ανταγωνιστές του ομίλου Μελισσανίδη, προωθείται ρύθμιση που θα μειώσει τους φόρους στα καζίνο. Αυτό φυσικά, δεν προβλεπόταν σε κανένα μνημόνιο.
– Στο ίδιο νομοσχέδιο εισήχθη ως τροπολογία η μείωση του Ειδικού Φόρου Τηλεόρασης για τους επίδοξους καναλάρχες που θα πάρουν τις 7 τηλεοπτικές άδειες, από το 20% που είχε ορίσει το πρώτο μνημόνιο (αν και δεν εφαρμόστηκε μέχρι το 2015), στο 5%. Το ποσό που χάνεται έτσι για το ελληνικό Δημόσιο είναι ίσο με τα χρήματα που θα πληρώσουν οι ολιγάρχες (Σαββίδης, Μαρινάκης, Αλαφούζος, Βαρδινογιάννης κλπ) για να κάνουν επιτέλους το αυτονόητο, να πάρουν νόμιμες τηλεοπτικές άδειες. Επίσης, κανένα μνημόνιο δεν προέβλεπε τέτοια κίνηση.
– Επιχειρεί να αναθεωρήσει προς το χειρότερο τον σωφρονιστικό κώδικα, που μεταξύ άλλων επαναφέρει πλαγίως τον κολπικό και πρωκτικό έλεγχο, τις φυλακές τύπου Γ, επιτρέπει την αναγκαστική σίτιση για κρατούμενο απεργό πείνας, περιορίζει τις άδειες και θέτει νέα εμπόδια στο δικαίωμα των κρατουμένων στην εκπαίδευση.
– Εν μέσω όλων των παραπάνω, αποκαλύφθηκε ότι πουλάει όπλα στη Σαουδική Αραβία (αλλά και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα), σε κράτη δηλαδή που πραγματοποιούν εγκλήματα πολέμου στην Υεμένη, βομβαρδίζοντας αμάχους ακόμα και σε σχολεία, νοσοκομεία, κηδείες, ενώ έχουν προχωρήσει σε αποκλεισμό της χώρας που έχει ως αποτέλεσμα εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους με χολέρα, αποκλεισμένους από τροφή και πόσιμο νερό. Κάτι που ουσιαστικά το μάθαμε από σπόντα, ως παράπλευρη πληροφορία της «υπόθεσης Καμμένου». Και η πώληση όπλων δεν έγινε τυχαία, μία φορά, αλλά είναι στοχευμένη πολιτική του υπουργείου Εθνικής Άμυνας.
Ο κατάλογος είναι μακρύς και θα μπορούσε να εμπλουτιστεί παραπάνω με τις πολιτικές στο προσφυγικό, τις χιλιάδες κατασχέσεις κάθε μήνα και τα ήδη ψηφισμένα μέτρα για το 2019 και το 2020. Δεν έχει νόημα να επιμένει κανείς στην υπενθύμιση αυτών που κάποτε έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι φανερό πως αυτό δεν ενδιαφέρει ούτε όσους έχουν τώρα εκλεγεί με λίστα ούτε και τον κόσμο που δεν έχει πια καμία αυταπάτη περί αριστεροσύνης.
Μέσα στον ορυμαγδό των ειδήσεων κάθε μέρας, η μεγαλύτερη δυσκολία είναι να επιμείνει κανείς στο μέρος εκείνο της δημόσιας συζήτησης που έχει όντως πολιτική αξία. Πότε η συζήτηση χάνεται σε λεπτομέρειες και αντιπαραθέσεις που θα ξεχαστούν αύριο και πότε όντως κρίνεται κάτι που απαιτεί από όλους μας προσοχή και εγρήγορση. Τι μένει λοιπόν να συζητηθεί; Όλα αυτά που γίνονται και που θα γίνουν (γιατί το “κανένα νέο μέτρο” σημαίνει “θα εφαρμοστούν μέτρα που έχουν ήδη ψηφιστεί αλλά δεν έχουν ακόμα εφαρμοστεί”) χρειάζεται να ζυγιστούν για μια ακόμη φορά με τα ίδια κριτήρια με τα οποία τα συζητούσαμε από την αρχή της κρίσης.
Το τίμημα της παραμονής στο ευρώ είναι η χωρίς όρους και όρια επιβολή των πολιτικών που επιδιωκόταν να επιβληθούν από την αρχή της κρίσης. Όπως αποδεικνύεται καθημερινά, εντός του μονοδρόμου δεν έχει σημασία η «διαπραγμάτευση» για τα επιμέρους ζητήματα και οι μικρές πρόσκαιρες νίκες, αφού πρόκειται απλά για μικρές μεταθέσεις ενός προδιαγεγραμμένου μέλλοντος. Όταν μιλούσαμε για “ευρώ πάση θυσία” αναφερόμασταν σε κοινωνικές συνέπειες που βλέπουμε και θα βλέπουμε κάθε μέρα. Όλα αυτά γίνονται επειδή είναι φανερό πως η εναλλακτική λύση της ρήξης έχει καταστεί ουσιαστικά αδιανόητη. Δεν συζητείται από κανέναν και έτσι όλες οι συνέπειες της ασκούμενης πολιτικής αντιμετωπίζονται ως φυσικά φαινόμενα.
Δεν πιστεύουμε σε καμία περίπτωση ότι οι λύσεις είναι εύκολες και απλές. Κάθε άλλο. Αυτή είναι όμως μια συζήτηση που αξίζει να γίνει. Αυτό που επιδιώκουμε λοιπόν είναι πρώτον να εστιάζουμε στην καθημερινή εκδίπλωση αυτής της πολιτικής χωρίς να παρασυρόμαστε από την σκόπιμη παραπληροφόρηση, στην οποία συνεισφέρει πλέον και πληθώρα ΜΜΕ με διαφορετική στάση την προηγούμενη περίοδο της κρίσης. Η “συμφωνία” κυβέρνησης-τραπεζιτών για τις κατοικίες αξιας κάτω των 300.000 ευρώ και συνολικά η (παρα)πληροφόρηση γύρω από τους πλειστηριασμούς είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Δεύτερον, προσπαθούμε να αναδεικνύουμε, εκτός των καθημερινών ζητημάτων, την ευρύτερη εικόνα, την πολιτική συζήτηση που διεξάγεται σε αναζήτηση λύσεων εκτός του μονοδρόμου. Σε μια εποχή που οι υπουργικές καρέκλες αλλάζουν αλλά τα επιχειρήματα παραμένουν ολόιδια, η εμπειρία των προηγούμενων χρόνων είναι σύμμαχος και αρωγός στην προσπάθεια ανάλυσης των επόμενων. Αυτός ο διπλός στόχος, μαζί με την παρακολούθηση του διαλόγου για το τι θα μπορουσε να γίνει, καθορίζουν την προσπάθειά μας για μια ενημέρωση που ταυτοχρόνως δεν θα απέχει από την επικαιρότητα, αλλά και θα επιχειρεί να μην πέφτει στις παγίδες των διαφωνιών που δεν έχουν μακροπρόθεσμο πολιτικό νόημα.