της Φραγκίσκας Μεγαλούδη


“Δεν ανήκω σε καμία χώρα, καμία πόλη, καμία φυλή. Είμαι ο γιος του δρόμου, χώρα μου είναι το καραβάνι και η ζωή μου το πιο ανέλπιστο ταξίδι»
Αμίν Μααλούφ, Λέο ο Αφρικανός
 
Λίγο αργότερα ο στόχος θα εγκαταλειφθεί και η πρωτοβουλία αυτή, γνωστή ώς η «Διεθνής Προσέγγιση στην Μεταναστευση και στην Μετακίνηση» (GAMM),θα αποτελέσει και τη βάση της πολιτικής «του μαστίγιου και του καρότου» που θα χαρακτηρίζει τη στάση της Ε.Ε. απέναντι στα αφρικανικά κράτη για τα επόμενα 11 χρόνια. Το καρότο είναι τα εκατομμύρια της ανθρωπιστικής βοήθειας και το μαστίγιο είναι οι όροι που την συνοδεύουν.

Η πολιτική συμφωνία που προτείνει η Ευρώπη περιλαμβάνει αναπτυξιακή βοήθεια και εμπορικές συμφωνίες ανάλογα βέβαια με το πόσο καλά θα έλεγχαν οι αφρικανικές χώρες τη μετανάστευση προς την Ευρώπη. Το πακέτο περιλαμβάνει 20 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως για αναπτυξιακά προγράμματα και ενίσχυση συνόρων σε χώρες που θεωρούνται κομβικά σημεία μετανάστευσης. Λίγος έλεγχος γίνεται για το πώς ακριβώς χρησιμοποιούνται αυτά τα χρήματα και κανείς δεν ρωτάει τίποτα, αρκεί οι μετανάστες να μην φτάνουν στα ευρωπαικά σύνορα.

Το χρήμα ρέει άφθονο και το Νοέμβριο του 2015 στη Βαλέτα της Μάλτας, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα προχωρήσει ένα βήμα ακόμα και θα δημιουργήσει επιπλέον ταμείο 1.8 δις ευρώ για την Αφρική με φαινομενικό στόχο την καταπολέμηση της φτώχειας αλλά στην πραγματικότητα για τον έλεγχο της παράνομης μετανάστευσης προς την Ευρώπη. Η πτώση του Καντάφι και η μετατροπή της Λιβύης σε failed state είχε τρομάξει τους Ευρωπαίους ηγέτες οι οποίοι βλέποντας τα κύματα προσφύγων απο τη Συρία έτρεμαν στην ιδέα ότι οι επόμενοι στη λίστα θα είναι  Αφρικανοί.Το 2016 στην υποσαχάρια Αφρική παραμένει το 30% των προσφύγων και εκτοπισμένων παγκοσμίως. Για να καταλάβουμε καλύτερα τα μεγέθη, το αντίστοιχο ποσοστό για την Ευρώπη την ίδια περίοδο είναι  0,5%.

Χαρακτηριστική άλλωστε ήταν και η δήλωση του Laurent Fabius, υπουργού εξωτερικών της Γαλλίας και ένθερμου υποστηρικτή της επίθεσης στη Λιβύη, όταν το 2011 είχε ζητήσει από την ΕΕ να λάβει μέτρα ώστε να «μην πλημμυρίσει η Γαλλία από χιλιάδες αφρικανούς μετανάστες που πιθανόν θα ζητούσαν καταφύγιο εκεί μετά την καταστροφή της Λιβύης».

Επιστρέφουμε στο 2017 και ελάχιστα έχουν αλλάξει, εκτός ίσως από τα προσχήματα που πλέον δεν τηρούνται. Στις 7 Ιουνίου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ορίζει το «Πλαίσιο Συνεργασίας» το οποίο ξεκάθαρα αναφέρει ότι «τα κράτη μέλη θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν τις ειδικές σχέσεις που έχουν με αφρικανικές χώρες λόγω ιστορικών, πολιτικών ή πολιτιστικών δεσμών, προς όφελος της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Με άλλα λόγια η Επιτροπή ζητούσε από τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν την μακρά παράδοση της αποικιοκρατίας και της εκμετάλλευσης των αφρικανικών χωρών ώστε να λυθεί το πρόβλημα της μετανάστευσης προς την Ευρώπη.

Το κείμενο δεν σταματάει εκεί αλλά συνεχίζει ότι «κάθε μέσο, θετικό και αρνητικό, πρέπει να ενταχθεί στην αναπτυξιακή πολιτική της Ε.Ε.» και «οι χώρες που δεν συνεργάζονται και δεν δέχονται πίσω μετανάστες θα υποστούν τις συνέπειες». Το ποιες θα είναι συνέπειες θα γίνει γνωστό λίγο αργότερα, όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα ανακοινώσει το σχέδιο δράσης, βάση του οποίου αποφασίζεται ότι όποια αφρικανική χώρα δεν συνεργάζεται στο θέμα της μετανάστευσης, δεν θα δίνεται βίζα στις διπλωματικές της αποστολές, στους επιχειρηματίες και σε διακεκριμένους επισκέπτες.

Πλέον η πολιτική του «μαστίγιου και του καρότου», μετατρέπεται μόνο σε «πολιτική του μαστίγιου» ώστε οι ανεπιθύμητοι Αφρικανοί μετανάστες να μην φτάσουν στην Ευρώπη.

Είναι όμως οι ροές απο την αφρικανική ήπειρο τόσο μεγάλες ώστε να δικαιολογείται η Ευρωπαική υστερία;

Αντίθετα με ό,τι πιστεύει κανείς, η αφρικανική ήπειρος έχει το μικρότερο ποσοστό διηπειρωτικής μετανάστευσης. Το 2016 στην υποσαχάρια Αφρική παραμένει το 30% των προσφύγων και εκτοπισμένων παγκοσμίως. Για να καταλάβουμε καλύτερα τα μεγέθη, το αντίστοιχο ποσοστό για την Ευρώπη την ίδια περίοδο είναι 0,5%.

Οι αφρικανικές χώρες διατηρούν τα σύνορα τους ανοιχτά, παρέχουν διεθνή προστασία και ελάχιστες κυβερνήσεις προχωρούν σε υποχρεωτικές επιστροφές. Από τις δέκα χώρες με τον μεγαλύτερο προσφυγικό πληθυσμό στον πλανήτη, οι πέντε βρίσκονται στην Αφρικανική ήπειρο.

Έχω ζήσει αρκετά χρόνια σε 4 διαφορετικές αφρικανικές χώρες. Το 2015 για ένα σχετικά μεγάλο διάστημα ήμουν στη Βόρεια Νιγηρία. Η κρίση που είχε προκαλέσει η Μποκο Χαραμ είχε οδηγήσει σε λιμό περίπου 1,5 εκατομμύριο ανθρώπους, είχε εκτοπίσει αλλα 6,5 εκ. ενώ συνολικά 17 εκατομμύρια άνθρωποι -όσο σχεδόν και ο πληθυσμός της Συρίας πριν τον πόλεμο- υφίστανται τις συνέπειες του πολέμου. Οι άνθρωποι ζουν σε τραγικές συνθήκες στους καταυλισμούς του Μπόρνο και της Ανταμάουα και οι βομβιστικές επιθέσεις από τους ισλαμιστές είναι σχεδόν καθημερινά φαινόμενα. Οι τζιχαντιστές υποχρεώνουν μικρά κορίτσια από 5 ως 10 ετών να γίνουν βομβιστές αυτοκτονίας επειδή δεν κινούν υποψίες. Τα παιδιά δεν έχουν επίγνωση του τι τους ζητάνε να κάνουν, καθώς πιστεύουν ότι πρόκειται για ένα είδος παιχνιδιού ή εκπαίδευσης.

Περίπου 200,000 Νιγηριανοί πρόσφυγες έχουν καταφύγει στο γειτονικό Καμερούν, το Τσαντ και τον Νίγηρα, διατηρώντας πάντα την ελπίδα ότι θα επιστρέψουν στα χωριά τους όταν σταθεροποιηθεί η κατάσταση. Ελάχιστοι -αν όχι κανείς- από αυτούς τους εξαθλιωμένους ανθρώπους δεν επιχειρεί το ταξίδι προς την Ευρώπη. Οι Νιγηριανοί πρόσφυγες που φτάνουν στην Ιταλία και την Ελλάδα προέρχονται κατά πλειοψηφία από τα νότια τμήματα της χώρας όπου η διαμάχη της Μπόκο Χαράμ υπάρχει μόνο ως νέα στις ειδήσεις. 

Αρκετά χιλιόμετρα μακριά από τη Νιγηρία, στην περιοχή των μεγάλων λιμνών, η Ουγκάντα, μια χώρα 34 εκατομμύριων ανθρώπων, στην οποία έχω ζήσει για 2 χρόνια, φιλοξενεί αυτή τη στιγμή 1,5 εκατ. πρόσφυγες απο το γειτονικό Νότιο Σουδάν. Ο εμφύλιος πόλεμος στο Ν. Σουδάν έχει οδηγήσει 2,4 εκατ. ανθρώπους να εγκαταλείψουν τη χώρα αναζητώντας καταφύγιο κυρίως στην Ουγκάντα και σε μικρότερο ποσοστό στην Αιθιοπία, το Σουδάν και το Κονγκό.

Απο όλους αυτούς τους πρόσφυγες, στους οποίους μπορούμε να προσθέσουμε τους εκτοπισμένους της Ανατολικης Αφρικής, της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας αλλά και όσους επηρεάστηκαν απο την επιδημία του Έμπολα στην Δυτική Αφρική το 2014, ένα ελάχιστο ποσοστό θα φτάσει μέχρι την Ευρώπη. Απο τους 167,761 πρόσφυγες και μετανάστες που έφτασαν απο τις αρχές του 2017 στην Μεσόγειο (Ιταλία, Ελλάδα και Ισπανία), περίπου 56,000 ήταν απο αφρικανικές χώρες, ποσοστό που αντιστοιχεί χονδρικά στο 35% των αφίξεων. Το 2015 -που ήταν και η κορύφωση της προσφυγικής κρίσης στην Ευρώπη- απο το 1 εκατομμύριο πρόσφυγες που έφτασαν στις ευρωπαϊκές ακτές, μόνο οι 150,000 ήταν από την υποσαχάρια Αφρική.

Κι όμως η ευρωπαϊκή πολιτική συνεχίζει να αντιμετωπίζει την αφρικανική μετανάστευση σαν την επόμενη εισβολή, την οποία πρέπει να περιορίσει με κάθε τίμημα. Η αφρικανική μετανάστευση έχει καθορισθεί σε μεγάλο βαθμό από την αποικιοκρατική περίοδο. Οι χώρες χωρίστηκαν με τεχνητά σύνορα τα οποία τις περισσότερες φορές δεν λάμβαναν υπόψη τις εθνικές ομάδες οι οποίες βρέθηκαν μοιρασμένες σε διαφορετικά κράτη.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο συγκρούσεις αλλά και μια πολύ χαλαρή πολιτική συνόρων -την οποία τα αφρικανικά κράτη διατηρούν μέχρι σήμερα- καθώς τα μέλη διαφόρων εθνοτήτων συνέχισαν να διασχίζουν τα σύνορα των χωρών ακόμα και μετά τη χάραξή τους.

Η αποικιοκρατία έφερε στην υποσαχάρια Αφρική εναν μεγάλο αριθμό Ευρωπαίων εμπόρων και παραγωγών αλλά και εργάτες από την Νότια Ασία και την Μέση Ανατολή, οι οποίοι αργότερα έφτιαξαν τις δικές τους εθνικές κοινότητες, κυρίως στην Δυτική Αφρική. Αυτό οδήγησε στη δημιουργία μιας λευκής -στην πλειοψηφία- μειοψηφίας η οποία κατείχε τις εκτάσεις γης προκαλώντας για πολλά χρόνια εσωτερικές συγκρούσεις ενώ παράλληλα αποτελούσε πεδίο πολιτικών αντιπαραθέσεων. Όταν η λευκή ελίτ εκδιώχθηκε από τις περισσότερες χώρες, δεν άργησε να επιστρέψει είτε με τη μορφή ανθρωπιστικών οργανώσεων είτε με τη μορφή επενδυτών.

Για πολλά χρόνια -ακόμα και μετά την επίσημη κατάργηση της δουλείας- οι αφρικανικές αποικίες υπήρξαν οι βασικές πηγές προέλευσης εργατικού δυναμικού για τις φυτείες, τα ορυχεία και τα εργοστάσια των αποικιοκρατών αλλά και φθηνό κρέας για τους επεκτατικούς τους πολέμους. Αν και οι εργάτες και οι στρατιώτες μεταφέρονταν στην Αγγλία ή τη Γαλλία με προσωρινή διαμονή, πολλοί παρέμειναν και δημιούργησαν σταδιακά μικρές κοινότητες.

Αυτή η πρακτική επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τις μεταναστευτικές ροές στην μετα-αποικιοκρατική περίοδο, όπου οι κάτοικοι των πρώην αποικιών είχαν κάθε λόγο να μεταναστεύσουν στις χώρες που για χρόνια διοικούσαν τις πατρίδες τους. Ολόκληρες γενιές Αφρικανών είχαν μεγαλώσει ακούγοντας για την προηγμένη Δύση και τα επιτεύγματά της. Η δική τους ιστορία πέρασε σε δεύτερη μοίρα, οι Αφρικανοί μετατράπηκαν σε παθητικούς παρατηρητές των εξελίξεων και η δική τους προσφορά στην παγκόσμια ιστορία όχι απλά αγνοήθηκε αλλά συχνά παραποιήθηκε.

Η διεθνής κοινότητα συνειδητοποίησε την τραγωδία των ανθρώπων που προσπαθούσαν να περάσουν στην Ευρώπη όταν το άψυχο σώμα του μικρού Αϊλάν έγινε πρωτοσέλιδο στα διεθνή μέσα. Λίγες μέρες πριν το μοιραίο ταξίδι του μικρού Σύριου, μια άλλη ξύλινη βάρκα αναποδογύρισε κοντά στην Λιβύη. Πτώματα μικρών παιδιών ξεβράστηκαν στις ακτές, μερικά ακόμα στις αγκαλιές των γονιών τους. Μόνο που αυτά τα παιδιά είχαν το λάθος χρώμα και η διεθνής κοινότητα δεν σοκαρίστηκε αρκετά ώστε να γίνουν πρωτοσέλιδο. Ίσως γιατί στην «πολιτισμένη» μας δύση κάποιοι συνάνθρωποί μας δεν είναι ίσοι ούτε στο θάνατο.