Προ ημερών, η ΕΔΕ είχε καταθέσει αίτημα για σύγκληση της ολομέλειας του Εφετείου Αθηνών, προκειμένου να αφαιρεθεί η δικογραφία της Novartis από τον ανακριτή διαφθοράς στον οποίο έχει χρεωθεί και να πάει σε εφέτη ανακριτή».

Οι πέντε δικαστές που τάσσονται υπέρ της παραμονής της υπόθεσης της Νovartis στους εισαγγελείς και ανακριτές διαφθοράς, τονίζουν ότι μέχρι τώρα έχουν κάνει πολύ καλή δουλειά σχετικά με την υπόθεση. «Έχουν επιτυχώς ανταποκριθεί, με πλήρη επάρκεια, με υπευθυνότητα, με σθένος και ήθος, καθώς έχουν χειριστεί και εξακολουθούν να χειρίζονται πολύ σοβαρές υποθέσεις, σε ορισμένες από τις οποίες εμπλέκονται και πρώην υπουργοί ή άλλοι κρατικοί αξιωματούχοι».

Παράλληλα, αφήνουν αιχμές κατά όσων επιθυμούν να αλλάξει χέρια ο φάκελος της υπόθεσης και διερωτώνται «προς τι λοιπόν τόσος θόρυβος και τόση επιμονή από τα μέλη του προεδρείου, ώστε να προσπαθούν οι ίδιοι (οι δύο εξ αυτών που υπηρετούν στο Εφετείο Αθηνών) να συγκεντρώσουν τις απαιτούμενες υπογραφές για τη σύγκληση της Ολομέλειας και να επιτίθενται με σφοδρότητα και απρέπεια εναντίον όποιου εκφράζει αντίθετη άποψη, δημιουργώντας έτσι δικαιολογημένες υποψίες και ερωτηματικά τόσο στους Εφέτες, οι οποίοι, πλην ελαχίστων, δεν υπογράφουν, όσο και στην κοινή γνώμη;».

Αναλυτικά η ανακοίνωση των πέντε δικαστών:

Μετά τον μεγάλο θόρυβο που έχουν προκαλέσει τις τελευταίες ημέρες, με ανακοινώσεις και δηλώσεις τους, τα μέλη του προεδρείου της Ε.Δ.Ε., σχετικά με τη συγκέντρωση υπογραφών για να αφαιρεθεί η δικογραφία της Νovartis από τον Ειδικό Ανακριτή Διαφθοράς και να ανατεθεί σε Εφέτη-Ανακριτή, πρέπει να επισημανθούν τα εξής:

Από την έναρξη ισχύος του Ν. 4022/2011 και μέχρι σήμερα οι εξειδικευμένοι Ανακριτές Διαφθοράς-Πρόεδροι Πρωτοδικών έχουν επιτυχώς ανταποκριθεί, με πλήρη επάρκεια, με υπευθυνότητα, με σθένος και ήθος, καθώς έχουν χειριστεί και εξακολουθούν να χειρίζονται πολύ σοβαρές υποθέσεις, σε ορισμένες από τις οποίες εμπλέκονται και πρώην Υπουργοί ή άλλοι κρατικοί αξιωματούχοι.

Προς τι λοιπόν τόσος θόρυβος και τόση επιμονή από τα μέλη του προεδρείου, ώστε να προσπαθούν οι ίδιοι (οι δύο εξ αυτών που υπηρετούν στο Εφετείο Αθηνών) να συγκεντρώσουν τις απαιτούμενες υπογραφές για τη σύγκληση της Ολομέλειας και να επιτίθενται με σφοδρότητα και απρέπεια εναντίον όποιου εκφράζει αντίθετη άποψη, δημιουργώντας έτσι δικαιολογημένες υποψίες και ερωτηματικά τόσο στους Εφέτες, οι οποίοι, πλην ελαχίστων, δεν υπογράφουν, όσο και στην κοινή γνώμη;».

Παράλληλα, οι «5» επισημαίνουν ότι μέλη του προεδρείου της ΕΔΕ εκδίδουν   «ανακοινώσεις και δηλώσεις, με ύφος κατά το πλείστον ανάρμοστο και με περιεχόμενο άστοχο και ακραίο» και «γενικά, ενεργούν με τρόπο που δημιουργεί δικαιολογημένα την εντύπωση ότι εμπλέκονται σε κομματικές αντιπαραθέσεις, διευκολύνοντας συγκεκριμένη πολιτική πλευρά και θέτοντας σε αμφισβήτηση το κύρος και την αξιοπιστία της Ένωσης και της Δικαιοσύνης».

Τα μέλη του Προεδρείου επιμένουν να αγνοούν την πρόσφατη ανακοίνωση της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, Προέδρου και Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, οι οποίοι συνιστούν ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση. Επιμένουν να αγνοούν το καταστατικό της Ένωσης, το οποίο επιβάλλει ουδετερότητα.

Επιμένουν να προβαίνουν, κατ′ επανάληψη, σε ανακοινώσεις και δηλώσεις, με ύφος κατά το πλείστον ανάρμοστο και με περιεχόμενο άστοχο και ακραίο, όπως π.χ. η από 12/2/2018 ανακοίνωση του Προεδρείου με την οποία αντί να στηρίξουν όπως υποχρεούται, σύμφωνα με το Καταστατικό τους Εισαγγελείς Διαφθοράς για τις επιθέσεις που δέχονται, όπως είχε ήδη πράξει η ομάδα μας με την από 9/2/2018 ανακοίνωση της, αντ αυτού «υπέδειξαν» στους Δικαστές και Εισαγγελείς, ότι οφείλουν να τηρούν το Σύνταγμα και τους Νόμους. Ή επίσης η από 23/7/2017 ανακοίνωση τους με την οποία παρομοίασαν τις συνθήκες στον ελληνικό δικαστικό χώρο με εκείνες τις Τουρκίας και της Πολωνίας, απαξιώνοντας έτσι το Δικαστικό Σώμα και τη χώρα.

Και γενικά, ενεργούν με τρόπο που δημιουργεί δικαιολογημένα την εντύπωση ότι εμπλέκονται σε κομματικές αντιπαραθέσεις, διευκολύνοντας συγκεκριμένη πολιτική πλευρά και θέτοντας σε αμφισβήτηση το κύρος και την αξιοπιστία της Ένωσης και της Δικαιοσύνης.

Τέλος, την ανακοίνωση υπογράφουν:

Χαράλαμπος Μαυρίδης, Εφέτης, μέλος Δ.Σ της Ε.Δ.Ε.
Ευάγγελος Κασαλιάς, Εισαγγελέας Εφετών Αθηνών, μέλος της Ε.Δ.Ε.
Δημήτρης Τράγκας, Εφέτης Αθηνών, μέλος της Ε.Δ.Ε.
Χρήστος Παπαδήμας, Πρωτοδίκης Αθηνών, μέλος του Δ.Σ. της Ε.Δ.Ε.
Σταματία Γκαρά-Δημουλέα, Ειρηνοδίκης

 

Η Κόντρα Θάνου – ΕΔΕ

Υπενθυμίζεται πως στις 21 Φεβρουαρίου, η πρώην πρόεδρος του Αρείου Πάγου και προϊσταμένη του Νομικού Γραφείου του πρωθυπουργού, Βασιλική Θάνου, είχε δηλώσει ότι ορισμένοι ζητούν να μην εξεταστεί ενδελεχώς η υπόθεση της Novartis.

«Οι ανακριτές διαφθοράς, όπως και οι εισαγγελείς διαφθοράς είναι αποκλειστικής αρμοδιότητας για τη διερεύνηση των εγκλημάτων κατά της διαφθοράς σύμφωνα με τον νόμο 4022/2011. Το άρθρο 29 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την ανάθεση της ανάκρισης σε εφέτη ανακριτή δεν εφαρμόζεται στα εγκλήματα διαφθοράς. Επομένως, είναι μη νόμιμο το αίτημα για σύγκληση της ολομέλειας του Εφετείου Αθηνών, το οποίο όπως έγινε γνωστό προσπαθούν να θέσουν ορισμένοι με τη συλλογή υπογραφών με στόχο να αφαιρεθεί η δικογραφία της Novartis από τον ανακριτή διαφθοράς στον οποίο έχει χρεωθεί και να πάει σε εφέτη ανακριτή».

Στη συνέχεια οι Δικαστές και οι Εισαγγελείς εξέδωσαν ανακοίνωση, επιτιθέμενοι στη Β. Θάνου και κάνοντας λόγο για θεσμικά ανεπίτρεπτη πράξη.

Η χθεσινή δήλωση της Προϊσταμένης του Νομικού Γραφείου του Πρωθυπουργού περί έλλειψης αρμοδιότητας του Εφετείου Αθηνών να αναθέσει την υπόθεση Novartis σε ειδικό Εφέτη-Ανακριτή είναι αφενός θεσμικά ανεπίτρεπτη διότι χωρίς καμία εξουσία παρεμβαίνει σε ένα ζήτημα αποκλειστικής αρμοδιότητας της Ολομέλειας του Εφετείου Αθηνών και αφετέρου νομικά εσφαλμένη τουλάχιστον ως προς την διαδικασία σύγκλησής της. Θυμίζουμε ότι ακριβώς όμοια ήταν η περίπτωση της «Χρυσής Αυγής» στην οποία το Εφετείο όρισε ειδικό Εφέτη-Ανακριτή ενώ αρχικά την ανάκριση διεξήγαγε Ανακριτής Διαφθοράς του Πρωτοδικείου Αθηνών.

Είναι εντελώς ακατανόητες και στερούμενες κοινής λογικής οι αναφορές μερίδας του Τύπου περί απόπειρας συγκάλυψης της υπόθεσης εάν αυτή ανατεθεί σε Εφέτη-Ανακριτή. Δεκάδες υποθέσεις στο παρελθόν ανατέθηκαν σε Εφέτες-Ανακριτές λόγω της σπουδαιότητάς τους και της μεγαλύτερης εμπειρίας που διαθέτουν οι Ανώτεροι Δικαστές, χωρίς βεβαίως να αμφισβητείται από κανέναν η ικανότητα των Δικαστικών Λειτουργών του πρώτου βαθμού. Η επιλογή του Εφέτη-Ανακριτή γίνεται σύμφωνα με το Νόμο και με πλήρη διαφάνεια από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου και είναι ανήθικος και υποβολιμαίος οποιοσδήποτε υπαινιγμός διατυπώνεται από δημοσιογράφους. Σε κάθε περίπτωση η αποκλειστική κρίση για ένα τέτοιο ζήτημα ανήκει στους Δικαστές του Εφετείου και κανείς δεν δικαιούται να προβαίνει σε υποδείξεις για την άσκηση ή μη του δικαιοδοτικού τους καθήκοντος».