του Θάνου Καμήλαλη
Μιλώντας στην ΕΡΤ, ο υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε επανειλημμένα στο γεγονός ότι προηγούμενες κυβερνήσεις αποδέχτηκαν το «Μακεδονία – Σκόπια» ως όνομα για την ΠΓΔΜ. Μάλιστα, διάβασε στον αέρα κι ένα τηλεγράφημα από την πρώην πρέσβη στα Σκόπια, που αναφέρει ότι «την άνοιξη του 2006, ο Νίμιτς πρότεινε την ονομασία Μακεδονία – Σκόπια, που έγινε ασμενώς αποδεκτή από την ελληνική πλευρά». Ανέφερε επίσης, μεταξύ άλλων, ότι:
«Το όνομα «Μακεδονία-Σκόπια» είχε υιοθετηθεί από ελληνικές κυβερνήσεις στο παρελθόν και σήμερα κάνουν τους μακεδονομάχους. Έδιναν το όνομα Μακεδονία ολόκληρο, ούτε καν σε σύνθετη ονομασία και θα έπρεπε να είναι πιο σεμνοί όσοι με κατηγορούν” αντί να μιλούν για προδότες.»
Η απάντηση της Νέας Δημοκρατίας ήταν άμεση και εξόχως επιθετική. «Ψεύδεστε Νίκο Κοτζιά, καμία ελληνική κυβέρνηση δεν δέχτηκε τίποτα» υποστήριξε ό τομεάρχης Εξωτερικών του κόμματος, Γιώργος Κουμουτσάκος, που έπεσε όμως σε μια πολύ σημαντική αντίφαση. Μολονότι αρχικά αποκαλεί «ψεύτη» τον υπουργό Εξωτερικών, λίγες ώρες μετά, σε συνέντευξή του στον ΣΚΑΙ, εκτός από την παραδοχή ότι «δεν ξέρει τι έγινε το 1977» γιατί «ήταν μικρός», κάνει λόγο για «αποσπασματικά έγγραφα». Συγκεκριμένα αναφέρει:
«είναι αδιανόητο ΥΠΕΞ ο οποίος βρίσκεται πολιτικά σε δύσκολη θέση, δεν έχει γίνει ποτέ στο παρελθόν, ποτέ στην ιστορία του τόπου, να απειλεί ότι θα χρησιμοποιήσει απόρρητα έγγραφα, τα οποία είναι αποσπασματικά έγγραφα μιας διαπραγμάτευσης που κράτησε 25 χρόνια για να απειλεί τους πολιτικούς του αντιπάλους».
Επομένως, όσο κι αν φωνάζει σήμερα η Νέα Δημοκρατία, έγγραφα όπου η Ελλάδα προκρίνει τουλάχιστον τη λύση του «Μακεδονία – Σκόπια» φαίνεται ότι υπάρχουν. Ο νυν τομεάρχης Εξωτερικών της ΝΔ εξάλλου το γνωρίζει πολύ καλά, αφού από το 2004 μέχρι το 2009 ήταν εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών. Το αν είναι «αποσπασματικά» ή όχι δεν έχει καμία σημασία, το απόρρητο αυτών των εγγράφων είναι πλέον ανούσιο και η σύγκριση είναι πολύ απλή. Από τις πέντε προτάσεις Νίμιτς, η Ελλάδα απέρριψε άμεσα το «Μακεδονία – Σκόπια», ενώ κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας, που σήμερα κραυγάζει για «προδοσίες» και καλεί τον κόσμο σε συλλαλητήρια, το έβαζαν στο τραπέζι ως πιθανή λύση.
Η Νέα Δημοκρατία έχει δίκιο μόνο στο ότι δεν γίνεται «ο ΥΠΕΞ να απειλεί». Σωστά, δεν γίνεται να αναλώνεται μόνο στις απειλές, πρέπει να τα καταθέσει δημόσια. Ο Κοτζιάς τονίζει ότι «αν με προκαλέσουν ξανά, όλα αυτά θα κατατεθούν και στη Βουλή» και ότι «το γεγονός ότι τους προστατεύω προκειμένου να τελειώνουμε δε σημαίνει ότι δικαιούνται ανεύθυνων κατηγοριών εις βάρος της κυβέρνησης και εμένα προσωπικά». Είναι ζήτημα δημοκρατίας και διαφάνειας, δεδομένων των περιστάσεων και του όλου κλίματος, αυτά να κατατεθούν στη Βουλή ανεξάρτητα από την μετέπειτα στάση της ΝΔ (εξάλλου ήδη η πρόκληση έγινε με το «ψεύδεστε» του Κουμουτσάκου)
Όλη αυτή η υποκρισία γύρω από το «Μακεδονικό» παραπλανεί και δυναμιτίζει τη δημόσια συζήτηση. Ένα απλό παράδειγμα: Εδώ και έναν μήνα γίνεται λόγος για την πρόταση της ΠΓΔΜ περί «Μακεδονίας του Ίλιντεν». Κόμματα της αντιπολίτευσης βγάζουν συνεχείς ανακοινώσεις, κατηγορώντας την κυβέρνηση τις μονές μέρες ότι τη συζητάει και τις ζυγές ότι την έχει αποδεχτεί. Η αλήθεια είναι ότι η πρόταση απορρίφθηκε σχεδόν αμέσως. Αυτό, όπως ήταν γνωστό από δημοσιογραφικές πηγές, είναι σίγουρο ότι ήταν γνωστό και στα κόμματα. Ο Κοτζιάς επίσης, χαρακτηρίζεται έμμεσα ή άμεσα ως «προδότης» από δεξιά και ακροδεξιά, μολονότι όλα δείχνουν όλο και περισσότερο ότι σε διπλωματικό επίπεδο η δουλειά του σε Μακεδονικό και Κυπριακό ήταν πολύ ανώτερη των προηγούμενων (πηγές μάλιστα την χαρακτηρίζουν και «υποδειγματική»). Και φυσικά, κανείς από όσους φωνάζουν δεν μπορεί να αρθρώσει μια συγκεκριμένη πρόταση σχετικά με το τι θα έκανε διαφορετικά. Πώς, με ποια επιχειρήματα και με ποιον τρόπο. Κάπως έτσι, η συζήτηση γύρω από το όνομα της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας μετατρέπεται σε επίκίνδυνο παραλογισμό.
Ίσως αυτά να μοιάζουν ασήμαντα, ή λεπτομέρειες, για το κομμάτι της κοινωνίας που θεωρεί παράλογη και ανόητη τη διαμάχη γύρω από το ονοματολογικό της ΠΓΔΜ. Δεν είναι έτσι όμως. Ασχέτως του τι διακυβεύεται διπλωματικά, ασχέτως του αν θεωρεί κανείς τα περίφημα «εθνικά συμφέροντα» ως θέμα υψίστης σημασίας ή κακόγουστο αστείο, η αποκάλυψη της πολιτικής διγλωσσίας και των ψευδών επικλήσεων σε εθνικιστικά αντανακλαστικά είναι ζήτημα δημοκρατίας. Οι εθνικοί μας μύθοι, τα πιασάρικα αλλά κενά συνθήματα όπως «η Μακεδονία είναι ελληνική», που οδηγούν κόσμο σε συλλαλητήρια, από εκεί στην αγκαλιά του εθνικισμού και νομιμοποιούν τη ρητορική της Χρυσής Αυγής, πρέπει κάποια στιγμή να καταρρεύσουν. Κι αφού κόμματα όπως η Νέα Δημοκρατία, που γνωρίζουν εκ των έσω το ζήτημα, δεν έχουν την σοβαρότητα και την ειλικρίνεια να πάρουν την ευθύνη, ας μιλήσουν τα επίσημα έγγραφα.
Ίσως όμως ακόμα πιο ενδιαφέρον θα ήταν το εξής: Μαζί με την τακτική προηγούμενων κυβερνήσεων, να μάθουμε επίσης και το τι ζητούσε η τότε κυβέρνηση της ΠΓΔΜ. Αν δηλαδή, όπως φαίνεται, η Ελλάδα τότε έδινε το «Μακεδονία – Σκόπια», χωρίς erga omnes (ονομασία για κάθε χρήση) γιατί η (ακροδεξιά) τότε κυβέρνηση του Γκρουέφσκι δεν συμφώνησε; Μήπως γιατί ζητούσε ακόμα περισσότερα, παρασυρμένη από τους δικούς της εθνικιστικούς μύθους; Μήπως τελικά, το παράδειγμα της ΠΓΔΜ, που τώρα έχει μπροστά της μια πολύ χειρότερη πρόταση, με τη μορφή τελεσιγράφου πλέον, είναι μία περίπτωση που αποδεικνύει ξανά το πόσο επιζήμιος αποδεικνύεται ο εθνικισμός;
Κάθε μέρα που περνάει μοιάζει όλο και πιο δύσκολο να λυθεί το «Μακεδονικό». Οι διαπραγματεύσεις έχουν οδηγηθεί σε τέλμα, οι ψίθυροι για οριστικό ναυάγιο κυκλοφορούν εδώ και μέρες και ίσως το μόνο που απομένει είναι οι δύο πλευρές να συμφωνήσουν ότι… διαφωνούν, εκτός αν οι εξωτερικές παρεμβάσεις φέρουν θεαματικές αλλαγές. Βολεύει πολύ άλλωστε, τους κατά τόπους εμπόρους πατριωτισμού, τα εθνικά θέματα να παραμένουν άλυτα.
Σε περίπτωση που συμβεί κάτι τέτοιο, τουλάχιστον ας μην κοροιδευόμαστε άλλο. Ας δώσει ο Κοτζιάς στη δημοσιότητα όλα τα σχετικά έγγραφα κι ας μάθουμε την αλήθεια, ώστε να παρατήσουμε τους μύθους γύρω μας και μετά ας ασχοληθούμε με τίποτα πιο σημαντικό από τα συνθήματα που δυστυχώς μας μεγάλωσαν.