«Τη ρύθμιση της αγοράς εργασίας και την αύξηση του κατώτατου μισθού» έθεσε ως πρώτη προτεραιότητα της κυβέρνησης ο Αλέξης Τσίπρας τονίζοντας την ανάγκη για τη δημιουργία «φιλοεπενδυτικού περιβάλλοντος» και την «καταπολέμηση της διαφθοράς». Επιπλέον, μιλώντας προς το νέο υπουργικό συμβούλιο στάθηκε στην ανάγκη μεταρρυθμίσεων για να καταστεί το κράτος «σύγχρονό και ανταγωνιστικό», αλλά και στην οικοδόμηση ενός κοινωνικού κράτους.
Menelaos Myrillas / SOOC
Ολοκληρώθηκε το υπουργικό συμβούλιο με τα νέα μέλη της κυβέρνησης ενώπιον του πρωθυπουργού ο οποίος στην εισαγωγική τοποθέτηση του ανέφερε ότι «με τον κύκλο των μνημονίων έκλεισε και ο κύκλος της δημοσιονομικής προσαρμογής, των μειώσεων και των περικοπών και μπορεί να ανοίξει ο κύκλος των ελαφρύνσεων, των πολιτικών κοινωνικής στήριξης, ο ενάρετος κύκλος της δίκαιης ανάπτυξης».
«Η έξοδος από τα μνημόνια γεμίζει τους πολίτες με εύλογες προσδοκίες για βελτίωση των συνθηκών της ζωής τους και ανακούφιση από τα βάρη της λιτότητας. Με σκληρή δουλειά και δύσκολες αποφάσεις δημιουργήσαμε προϋποθέσεις για ένα καλύτερο αύριο. Καλούμαστε να σχεδιάσουμε μια νέα ελπιδοφόρα προοπτική για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα» πρόσθεσε ο Αλέξης Τσίπρας.
Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, ο κύριος στόχος του πολιτικού σχεδίου της κυβέρνησης είναι «η στήριξη των κοινωνικών δυνάμεων που σήκωσαν δυσανάλογο βάρος», καθώς όπως ανέφερε, αυτό θα γίνει «με την ανάκτηση της εργασίας με αξιοπρεπείς αμοιβές και συνθήκες». Επιπλέον, η κυβέρνηση θέτει «σε πρώτη προτεραιότητα τη ρύθμιση της αγοράς εργασίας και την αύξηση του κατώτατου μισθού» τόνισε ο πρωθυπουργός για να προσθέσει ότι «έχουμε ακόμη πολλή δουλειά να κάνουμε για την ανασυγκρότηση της μισθωτής εργασίας».
«Προϋπόθεση για την ανάκτηση της εργασίας είναι η δημιουργία ενός φιλοεπενδυτικού περιβάλλοντος, που μπορεί να επιτευχθεί με τη διοικητική αποτελεσματικότητα και την καταπολέμηση των εστιών διαφθοράς στο διοικητικό μηχανισμό» συμπλήρωσε.
Σημείωσε επίσης πως η ανάκτηση της εργασίας δεν αφορά μόνο τους μισθωτούς, αλλά και τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους αγρότες και τις μικρές επιχειρήσεις. «Πρέπει να ακούσουμε τα σήματα της αγοράς, να βρούμε τρόπους για την ελάφρυνση αυτών των κατηγοριών και να δώσουμε ευκαιρίες καινοτομίες με την αξιοποίηση όλων των απαραίτητων εργαλείων» υποστήριξε.
«Πρέπει να βαθύνει ο δρόμος των μεταρρυθμίσεων»
«Ο δρόμος των μεταρρυθμίσεων στη δημόσια διοίκηση και στην οικονομία δεν έχει τελειώσει αλλά αντίθετα πρέπει να επιταχυνθεί και να βαθύνει. Πρέπει να αποδείξουμε ότι έχουμε την πολιτική βούληση να φτιάξουμε ένα κράτος σύγχρονο και ανταγωνιστικό» είπε ο Α. Τσίπρας, σχολιάζοντας ότι δεν είναι μεταρρυθμίσεις των μνημονίων οι «μεταρρυθμίσεις κομβικής σημασίας για μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, όπως λ.χ. το κτηματολόγιο, οι δασικοί χάρτες, το περιουσιολόγιο, η ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης, η απλοποίηση των διαδικασιών για την ίδρυση νέων επιχειρήσεων, η αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων, η επιτάχυνση στην απονομή της δικαιοσύνης αλλά και στην εμπέδωση των αρχών της διαφάνειας στα δημόσια έργα».
«Αντιθέτως, είναι μεταρρυθμίσεις δικές μας, είναι μεταρρυθμίσεις που αν είχαν γίνει πριν τα μνημόνια, ίσως και να τα αποφεύγαμε ή να μη πληρώναμε τόσο βαρύ τίμημα. Και σε τελική ανάλυση, είναι μεταρρυθμίσεις που μόνο εμείς μπορούμε να υλοποιήσουμε», επισήμανε.
Τέλος, στάθηκε στην ανάγκη οικοδόμησης ενός νέου κοινωνικού κράτους, καθώς σε αυτό τον τομέα θα κριθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό και το πρόσημο της πολιτικής της κυβέρνησης, δηλαδή, στα πεδία της κοινωνικής ασφάλισης, της πρόνοιας, της υγείας και της παιδείας, όπου έχουν γίνει ήδη μεγάλα βήματα, ανέφερε, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να αποκτήσει η χώρα ένα κοινωνικό κράτος που θα απαντά στις σύγχρονες ανάγκες.
Σημείωσε επιπλέον ότι αυτή η προοπτική της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι που διαφοροποιεί την κυβέρνηση «από τις δυνάμεις του ακραίου νεοφιλελευθερισμού που έχουν ακέραια την ευθύνη και για την άνοδο της ακροδεξιάς και της μισαλλοδοξίας».