του Μιχάλη Γιαννεσκή

Η ΕΕ και διάφορα κράτη από όλον τον κόσμο υπέγραψαν το 1991 τον Ευρωπαϊκό Ενεργειακό Χάρτη, το «πολιτικό θεμέλιο» που εκφράζει «τις αρχές οι οποίες πρέπει να στηρίξουν τη διεθνή ενεργειακή συνεργασία, βασισμένη στο κοινό συμφέρον για ασφαλή ενεργειακό εφοδιασμό και βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη». Το 1994, η Συνθήκη του Ενεργειακού Χάρτη (Energy Charter Treaty – ECT) υπεγράφη από την ΕΕ και 49 χώρες (Ρωσική Ομοσπονδία, χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, 15 κράτη-μέλη της ΕΕ και τα υπόλοιπα μέλη του ΟΟΣΑ) και το 1998 τέθηκε σε ισχύ. Από το 2015 η Συνθήκη συμπεριλαμβάνει τον Διεθνή Ενεργειακό Χάρτη που έχει υπογραφεί από 82 κράτη, την ΕΕ και 4 άλλους διακρατικούς οργανισμούς. Από αυτά τα κράτη, 54 έχουν επικυρώσει πλήρως τη Συνθήκη και δεσμεύονται από τις διατάξεις της, ενώ η Ρωσική Ομοσπονδία και η Ιταλία έχουν ήδη αποχωρήσει.

Η Συνθήκη καθορίζει κάθε τομέα της παραγωγής, του εμπορίου και της μεταφοράς ενέργειας. Η Κομισιόν τονίζει ότι η Συνθήκη «προσφέρει νομική βεβαιότητα και αυξημένη προβλεψιμότητα για τους ξένους επενδυτές» (Ανακοίνωση ΙΡ/97/1152, 17/12/1997). Οι κυβερνήσεις υιοθετούν τη ρητορική της Κομισιόν. Παράδειγμα ο Υπουργός Ενέργειας της Κύπρου Γιώργος Λακκοτρύπης, ο οποίος κατά την 24η Διάσκεψη του Ενεργειακού Χάρτη στη Λευκωσία το 2013, σημείωσε ότι «είναι σημαντικό για τους ξένους επενδυτές και τις εταιρείες αλλά και για την Κύπρο να υπάρχει σωστό πλαίσιο προστασίας». Όμως, ακριβώς ποιους προστατεύει η Συνθήκη;

«Ανεξάρτητοι» διαιτητές παραγκωνίζουν τα κρατικά και διεθνή  δικαστήρια

Όταν συζητιόταν η Διατλαντική Συνθήκη TTIP πριν μερικά χρόνια υπήρξε μεγάλη  κατακραυγή και πολλές κινητοποιήσεις. Ένα κύριο ζήτημα ήταν το αδιαφανές σύστημα διαιτησίας (η «Επίλυση Διαφορών μεταξύ Επενδυτών και Κρατών»), γνωστό με το ακρωνύμιο ISDS. Ωστόσο, ένα παρόμοιο  σύστημα διαιτησίας για τον ενεργειακό τομέα, το οποίο αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του Ενεργειακού Χάρτη και εφαρμόζεται πολλά χρόνια, παραμένει ασχολίαστο από τα ΜΜΕ και απαρατήρητο από την κοινή γνώμη.

Το εν λόγω σύστημα αποκλείει τα κρατικά και τα ευρωπαϊκά ή διεθνή δικαστήρια από οιαδήποτε ανάμειξη στην επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών  και κρατών. Κάθε επίλυση ανατίθεται σε μια τριμελή επιτροπή, τα μέλη της οποίας είναι «ανεξάρτητοι» δικηγόροι. Όλες οι υποθέσεις για διαιτησία έχουν υποβληθεί από επενδυτές. Αρκετές παραμένουν απόρρητες ή τα στοιχεία που δημοσιεύονται για αυτές είναι μηδαμινά.  Οι περισσότερες αποφάσεις των επιτροπών (61%) είναι υπέρ των επενδυτών.

Η Συνθήκη δίνει τη δυνατότητα σε πολυεθνικές εταιρείες να απαιτήσουν αποζημιώσεις, ακόμα και όταν η χώρα στην οποία έχουν την έδρα τους δεν έχει υπογράψει τη Συνθήκη. Για παράδειγμα, ο Καναδάς υπέγραψε αρχικά τον Χάρτη του 1991, αλλά απείχε από τις συνθήκες του 1994 και 2015. Ωστόσο, η καναδική εταιρεία εξόρυξης ορυκτών Khan Resources χρησιμοποίησε την ολλανδική Khan Netherlands για να κάνει αγωγή κατά της κυβέρνησης της Μογγολίας, από την οποία η εταιρεία αποζημιώθηκε με 80 εκατ. δολάρια.

Ασφαλιστήριο ή πηγή επιπρόσθετου κέρδους;

Το Corporate Europe Observatory υπογραμμίζει ότι η Συνθήκη αφήνει «παράθυρα» για την κατάχρησή της από εικονικές και επενδυτικές εταιρείες. Για παράδειγμα, 23 από τις 24 «ολλανδικές» εταιρείες που έχουν υποβάλλει αγωγές κατά κρατών είναι εικονικές. Το 88% των αγωγών που έχουν υποβληθεί κατά των περικοπών των επιδοτήσεων ανανεώσιμης ενέργειας στην Ισπανία δεν προέρχονται  από παραγωγούς ανανεώσιμης ενέργειας, αλλά από επενδυτικές εταιρείες.

Οι αγωγές επενδυτών κατά κρατών έχουν αποδειχθεί κερδοφόρες και ο αριθμός τους αυξάνεται ραγδαία. Ο μέσος αριθμός αγωγών ανά έτος το 2013-2017 ήταν οκταπλάσιος από τον αντίστοιχο κατά την περίοδο 1998-2008. Περίπου το 60% από τις αγωγές προέρχονται από συμφέροντα που έχουν έδρα στην Ολλανδία, στη Γερμανία, στο Λουξεμβούργο, στην Βρετανία και στην Κύπρο.

Μερικοί επενδυτές χρησιμοποιούν τη Συνθήκη όχι μόνο σαν ασφαλιστήριο, αλλά σαν πηγή επιπρόσθετου κέρδους, ζητώντας αποζημιώσεις για υποθετικά μελλοντικά κέρδη. Όταν η ιταλική κυβέρνηση έβαλε φραγμό σε νέες εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου στις ιταλικές θάλασσες, η εταιρεία Rockhopper ζήτησε αποζημίωση για το κόστος των ερευνών της στην Αδριατική (40-50 εκατ. δολάρια), αλλά και για κέρδη 200-300 εκατ. δολαρίων που υπολόγιζε ότι θα έβγαζε μελλοντικά από την εκμετάλλευση των ορυκτών καυσίμων. Άλλες εταιρείες απαίτησαν αποζημιώσεις από την κυβέρνηση του φτωχότερου κράτους της ΕΕ, της Βουλγαρίας, όταν μείωσε τις τιμές ηλεκτρικού για τους καταναλωτές.

Οι επενδυτές προστατεύονται ακόμα και όταν ένα κράτος αποχωρήσει από τη Συνθήκη – όπως η Ιταλία, η οποία δήλωσε το 2015 ότι αποχωρεί λόγω της πληθώρας αγωγών που αιτούντο αποζημιώσεις από την κυβέρνησή της – αφού οι διατάξεις της Συνθήκης ισχύουν για προϋπάρχουσες επενδύσεις για 20 χρόνια μετά την αποχώρηση μιας χώρας.

Παρόλα τα προαναφερθέντα και το κόστος των αποζημιώσεων που επωμίζονται οι φορολογούμενοι, ιθύνοντες και αξιωματούχοι προωθούν τη Συνθήκη σαν να μην αντιλαμβάνονται τις παγίδες που ενέχει για τις οικονομίες των κρατών. Βέβαια, όπως είχε πει ο συγγραφέας Άπτον Σίνκλερ, δύσκολα κάποιος αντιλαμβάνεται κάτι, όταν ο μισθός του εξαρτάται από το να μην το αντιληφθεί [ή από το να το αποσιωπήσει].

Η Κομισιόν κλείνει το μάτι στους επενδυτές

Τον περασμένο Μάρτιο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάσισε ότι όταν δύο συμφέροντα με έδρα την ΕΕ έχουν διαφορές, οι διαιτησίες τύπου ISDS  σε διμερείς συνθήκες παραβιάζουν την νομοθεσία της ΕΕ, καθότι παραγκωνίζουν τα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Περίπου οι μισές περιπτώσεις διαφορών μεταξύ συμφερόντων που εδρεύουν στην ΕΕ αφορούν τη Συνθήκη. Ωστόσο, η απόφαση του δικαστηρίου δεν ισχύει σε αυτές τις περιπτώσεις, καθότι δεν η Συνθήκη δεν είναι διμερής. Παραδόξως, η Κομισιόν δήλωσε στις 19 Ιουλίου ότι η απόφαση του Δικαστηρίου θα πρέπει να εφαρμόζεται και στις παραπάνω περιπτώσεις. Βέβαια η Κομισιόν γνωρίζει ότι ένας πολυεθνικός χαμαιλέοντας εύκολα μπορεί να εμφανιστεί με έδρα εκτός της ΕΕ.

Η Κομισιόν προώθησε τη Συνθήκη δηλώνοντας ότι στόχευε στην προστασία της ενεργειακής επάρκειας των μελών-κρατών και του περιβάλλοντος. Όμως οι διατάξεις-κλειδιά της Συνθήκης αφορούν την προστασία των επενδυτών, όπως αναφέρεται ξεκάθαρα στα σχετικά έγγραφα και ειδικά των ξένων επενδυτών, όπως τονίζουν πολλοί νομικοί σύμβουλοι ανά τον κόσμο (βλέπε, για παράδειγμα, εδώ και εδώ). Η αντιμετώπιση των επενδυτών και των φορολογουμένων πολιτών της ΕΕ από την Κομισιόν θυμίζει τη φράση του συγγραφέα Κάρλο Φουέντες «για τους φίλους μας τα πάντα, για τους εχθρούς μας ο νόμος».

Η Ελλάδα επικύρωσε τον Ενεργειακό Χάρτη το 1997 (Ν. 2467). Μέχρι στιγμής δεν έχουν γίνει αγωγές κατά της Ελλάδας από επενδυτές, ή τουλάχιστον δεν έχουν δει το φως της δημοσιότητας, παρότι ότι έχουν ήδη γίνει κατά χωρών με πολύ μικρότερο ενεργειακό προφίλ, όπως η Αλβανία και η ΠΓΔΜ. Ίσως η Ελλάδα είναι ιδιαίτερα προσεκτική στις συναλλαγές της με τους επενδυτές. Ίσως ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις τους.

Όμως οι επικείμενες συμφωνίες για την εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της χώρας εμπλέκουν κολοσσιαία συμφέροντα και το επενδυτικό τοπίο αλλάζει σημαντικά. Στις 27 Σεπτεμβρίου υπογράφτηκαν οι αρχικές συμβάσεις με την Total και την ExxonMobil για την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων από τον Υπουργό Ενέργειας Γ. Σταθάκη, ο οποίος εξέφρασε την ελπίδα να μπει η Ελλάδα στον χάρτη των παραγωγών χωρών, ενώ σε σχέση με την προστασία του περιβάλλοντος υπογράμμισε ότι στην Ελλάδα ισχύει η ευρωπαϊκή νομοθεσία που είναι η αυστηρότερη στον κόσμο. Το γεγονός ότι η προστασία των επενδυτών που παρέχει η Συνθήκη του Ενεργειακού Χάρτη είναι επίσης η αυστηρότερη στον κόσμο και στην ουσία καθιστά την ενεργειακή πολιτική όμηρο των πολυεθνικών πέρασε για άλλη μια φορά απαρατήρητο.