του Θάνου Καμήλαλη
Τη Δευτέρα, κυκλοφόρησε στα κοινωνικά μέσα η παρακάτω αφίσα, από τη νεολαία για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, τμήμα του ΝΑΡ που συνεργάζεται με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις εκλογές:
Κατά την ταπεινή μου άποψη και τηρουμένων των αναλογιών, η αφίσα αυτή συγκαταλέγεται στα χειρότερα μηνύματα που έχουν εμφανιστεί το τελευταίο διάστημα, «επίτευγμα» πολύ δύσκολο εν μέσω μιας τριπλής προεκλογικής περιόδου. Αυτό που ξενίζει περισσότερο, είναι η χρήση του συμβόλου της αγωνίστριας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος, με τη λογική της ψηφοθηρίας. Νομίζω ότι μετά την χρήση του λόγου του Άρη Βελουχιώτη από τον Αλέξη Τσίπρα στη Λαμία, σίγουρα δεν έλειπε κάτι τέτοιο. Για να το πω πολύ απλά: Δεν ξέρω τι φαντασιώνονται οι δημιουργοί της αφίσας, αλλά οι αγώνες τους, μικροί ή μεγάλοι, όπως και η πολιτική δράση του οποιουδήποτε, δεν θα αγγίξουν ποτέ ούτε στο απειροελάχιστο, εκείνους τους ανθρώπους. Πόσο μάλλον, όταν τέτοια σύμβολα παραχαράσσονται και ουσιαστικά εμπορευματικοποιούνται για μερικές «αντάρτικες ψήφους».
Όσον αφορά την επίθεση στους πολιτικούς «αντιπάλους», αυτή θα ήταν θεμιτή αν βασιζόταν σε ουσία και πραγματικότητα. Όταν γίνεται με λογικές όμως μονταζιέρας, καταντάει τουλάχιστον ανήθικη. Στον Παναγιώτη Λαφαζάνη και τη ΛΑΕ μπορεί να ασκηθεί σοβαρή κριτική για μια σειρά θεμάτων. Αλλά θα πρέπει να αναγνωρίζεται τουλάχιστον ότι δεν αποτελούν την «αριστερά του νόμου και της τάξης». Άνθρωποι όπως ο επικεφαλής της ΛΑΕ, αλλά και η Ζωή Κωνσταντοπούλου και ο Γιάνης Βαρουφάκης, αρνήθηκαν υπουργεία και νομίζω ότι, έχοντας την στοιχειώδη συναίσθηση του τι συμβαίνει γύρω μας, ότι αυτό δεν είναι μικρό πράγμα. Επίσης, ο Λαφαζάνης, στελέχη της ΛΑΕ, του ΚΚΕ, της Πλεύσης Ελευθερίας, αλλά και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, βαρύνονται με δικογραφίες από το αρχές όπως το «Τμήμα Προστασίας του Πολιτεύματος» της Ασφάλειας για τη δράση τους στα κινήματα ενάντια στους πλειστηριασμούς και τις κινητοποιήσεις σε Ειρηνοδικεία και συμβολαιογραφεία για το δικαίωμα στην στέγαση. Αντί αυτά να ληφθούν έστω υπόψιν, ο Λαφαζάνης συκοφαντείται με βάση μια εξαιρετικά ατυχή εμφάνιση του σε ακροδεξιό σταθμό, λάθος που ο ίδιος και η ΛΑΕ έχουν παραδεχθεί.
Κι αν σε αυτήν την περίπτωση το λάθος είναι υπαρκτό, η φωτογραφία του Δημήτρη Κουτσούμπα με ιερείς είναι ουσιαστικά μοντάζ. Πρόκειται για ένα στιγμιότυπο από συνάντηση του με αντιπροσωπεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στα πλαίσια της Συνταγματικής Αναθεώρησης, ενώ το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε καταθέσει τη θέση του για (σχεδόν) πλήρη διαχωρισμό Κράτους κι Εκκλησίας. Το μόνο θολό ζήτημα σε αυτήν τη θέση, είναι η άποψη του κόματος για «κατοχύρωση της μισθοδοσίας και των ασφαλιστικών δικαιωμάτων των κληρικών», η οποία όμως θα πρέπει να εξετάζεται ψύχραιμα, καθώς βάζει μπροστά την ιδιότητα του κληρικού ως εργαζόμενου. Η κριτική που μπορεί να ασκηθεί στο ΚΚΕ είναι πολυποίκιλη και δημιουργική (για τη ρητορική, την περιχαράκωση, τα δικαιώματα κλπ), αλλά σίγουρα δεν έχει να κάνει με τον «Νόμο και την Τάξη». Το δόγμα αυτό δεν υπάρχει ούτε στην στήριξη απεργιών, ούτε σε εργατικά συνέδρια, ούτε σε κινητοποιήσεις κατά του ΝΑΤΟ, ούτε σε στελέχη που ανέλαβαν αξιώματα, όπως ο Κώστας Πελετίδης στην Πάτρα, που αντιμετωπίσε κατά τη θητεία του σειρά διώξεων.
Το βασικό ζήτημα δεν είναι μία αφίσα, είναι η νοοτροπία. Είμαι σίγουρος ότι δεν εκφράζει το σύνολο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Πιστεύω όμως ότι αυτή η σεχταριστική, μικροπολιτική και εν τέλει οπαδική λογική εκφράζει άτομα σε όλο το φάσμα του χώρου της Αριστεράς. Μια διαχρονική παθογένεια που θα έπρεπε, σε μια περίοδο βαριάς ήττας, να έχει εκλείψει ή τουλάχιστον να σιωπά. Αντι να συμβαίνει αυτό όμως, η λογική της γυάλας και του αριστερού «μαγαζιού», την ώρα μάλιστα που οι αντίπαλοι στήνουν γιγαντιαία Malls, είναι πάντα εδώ. να τροφοδοτεί την πάγια αριστερή φαγωμάρα (είδα ήδη ανάρτηση σε ιστοσελίδα που πρόσκειται στο ΚΚΕ για «ΑΝΤΑΡ-CIA»).
Εδώ και τέσσερα χρόνια, από την συντριπτική ήττα του 2015, τα κόμματα που αυτοπροσδιορίζονται ως «πραγματικά αριστερά» περιγράφουν την πολιτική και κοινωνική κατάσταση της χώρας με τα πιο μαύρα χρώματα. Εδώ όμως υπάρχει μια αντίφαση. Μπορεί η ανάλυσή τους να είναι σε πολλά σημεία σωστή και να συμπίπτει, η πορεία τους όμως δεν συνάδει με τον πυρήνα της ρητορικής τους. Με την ανάγκη «να τα πάρουμε όλα πίσω», με την ανάγκη «να ξεπεραστεί η ήττα», με την ανάγκη να καταπολεμηθεί η επέλαση της ακροδεξιάς η κοινωνική αποδοχή του «μονοδρόμου» και η «μη δημοκρατία».
Στην καλύτερη περίπτωση, με ανθρώπους που βλέπουν θετικά τη δημιουργία κοινού μετώπου, με συγκεκριμένες, ξεκάθαρες κι ενιαίες θέσεις, διδαγμένου από τα λάθη, τις αντιφάσεις, τον ψευδορεαλισμό και τις υποχωρήσεις του ΣΥΡΙΖΑ, κάνουμε την ίδια συζήτηση από το 2016. Υπάρχουν, τουλάχιστον, στελέχη που παραδέχονται ότι οι διαφορές αριστερών συνδυασμών στην αυτοδιοίκηση για παράδειγμα, είναι ελάχιστες και άλλα που βάζουν μπροστά την ανάγκη να ψηφιστούν εν γένει αριστερές, ριζοσπαστικές δυνάμεις. Αλλά παρατηρώντας την κατάσταση, πολύ φοβάμαι ότι θα κάνουμε την ίδια συζήτηση, υπό τις ίδιες συνθήκες κι αποτελέσματα και το 2020. Κι αναρωτιέμαι πώς διάολο, όταν το «μαγαζί» κάνει ταμείο, ο απολογισμός του θα είναι θετικός.
Σε τελική ανάλυση, ο καθένας κάνει τις επιλογές του. Στις απόψεις, το ήθος, τα κίνητρα, τους στόχους, τα μέσα που μετέρχεται, αλλά και τους εχθρούς του. Αν η επιλογή είναι το μαγαζί και η γυάλα του, δεν χρειάζεται να πει κανείς και καμία ότι αυτή η εγωιστική, ψηφοθηρική κι αφ'υψηλού «αριστερά» πρέπει να ηττηθεί. Είναι de facto ηττημένη και την ώρα που φαντασιώνεται ηρωισμό και μεγαλεία, έξω από τη γυάλα τη δείχνουν και γελάνε.