Άκαμπτος στις θέσεις του ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βολφγκακνγκ Σόιμπλε προκαλεί ακόμα μία φορά εν μέσω των εντατικών διαπραγματεύσεων για τη συμφωνία για την Ελλάδα

Μιλώντας στο γερμανικό ραδιοφωνικό σταθμό Deutschlandfunk ο Σόιμπλε ξεκαθάρισε ότι η ελληνική κυβέρνηση υποσχέθηκε στις 20 Φεβρουαρίου να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις της και πως δεν μπορούμε να μιλάμε για εναλλακτικές.

Σημείωσε επίσης ότι η επιτυχής ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος είναι προϋπόθεση για την παροχή νέας βοήθειας στην Ελλάδα και όπως σχολίασε «δυστυχώς είμαστε ακόμη πολύ μακριά από αυτό». Ο Σόιμπλε υπογράμμισε ότι η επιτυχής ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος είναι προϋπόθεση για την παροχή νέας βοήθειας στην Ελλάδα.

 
Ο κ. Σόιμπλε σημείωσε επίσης ότι η επιτυχής ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος είναι προϋπόθεση για την παροχή νέας βοήθειας στην Ελλάδα: “Η επιτυχής ολοκλήρωση του προγράμματος είναι προϋπόθεση για τα πάντα, για τα όσα μπορούν και δεν μπορούν να ακολουθήσουν. Και δυστυχώς είμαστε ακόμη πολύ μακριά από αυτό”.
 
Εκτίμησε ότι η ελληνική κυβέρνηση “έχει ακόμη να αντιμετωπίσει σημαντικά προβλήματα” ενώ όπως είπε της εύχεται καλή δύναμη και “φυσικά θα έχει κάθε υποστήριξη, όμως δεν μπορεί να αποφύγει την επίλυση του προβλήματος αυτού”.
 
Ερωτηθείς για το εάν εμπιστεύεται την ελληνική κυβέρνηση, απάντησε: “Στις διεθνείς επαφές πρέπει να δείχνουμε πάντα σεβασμό: Οι Έλληνες ψήφισαν, αυτή είναι η εκλεγμένη από τους Έλληνες κυβέρνηση και έχει τις ευθύνες της.

Παρεμπιπτόντως δεν θα ήθελα να αλλάξω θέση με τον Έλληνα συνάδελφό μου. Είναι πιο δύσκολη από τη δική μου. Αλλά έχει το δικαίωμα να τον παίρνουμε στα σοβαρά, ολόκληρη την κυβέρνηση, και γι' αυτό τους εμπιστευόμαστε ότι θα κάνουν αυτό που πρέπει, αλλά και το απαιτούμε. Και αντίστοιχα θα πρέπει να μπορούν να περιμένουν από εμάς ότι θα τηρήσουμε αυτά που πάντα λέγαμε”.

 
Έκανε γνωστό επίσης ότι αν και το ζήτημα της Ελλάδας δεν είναι στην ημερήσια διάταξη της συνόδου της Ομάδας G7 που θα πραγματοποιηθεί στη Δρέσδη, αναμένει πως θα συζητήσει το ζήτημα της Ελλάδας με τον πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, τη διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ και τον πρόεδρο του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, οι οποίοι θα είναι επίσης παρόντες στη σύνοδο.