Τα δύο τρίτα των αιτούντων άσυλο απευθύνθηκαν σε έξι μόνο χώρες: τη Γερμανία (65.700 αιτήσεις), τις ΗΠΑ (52.800), τη Γαλλία (29.000), τη Σουηδία (28.500), την Τουρκία (27.700) και την Ιταλία (24.500), σύμφωνα με την πηγή αυτή.
 
Περίπου 330.700 άνθρωποι έχουν υποβάλει αίτηση για την παροχή ασύλου σε μια βιομηχανοποιημένη χώρα από τον Ιανουάριο ως τον Ιούνιο του 2014, δηλαδή 24% περισσότεροι απ' ό,τι την ίδια περίοδο πέρυσι, επισημαίνει η Ύπατη Αρμοστεία.
 
Η έκθεση βασίζεται στα δεδομένα που απέστειλαν στον οργανισμό 44 βιομηχανοποιημένες χώρες.
 
Οι 28 χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατέγραψαν αύξηση 23%, με συνολικά 216.300 αιτήσεις. Η σημαντικότερη αύξηση (73%) σημειώθηκε στη νότια Ευρώπη, κυρίως στην Τουρκία και την Ιταλία.
 
Στην Ιταλία ο αριθμός των αιτήσεων για την παροχή ασύλου το πρώτο εξάμηνο του 2014 είναι σχεδόν ίσος με το σύνολο των αιτήσεων που υποβλήθηκαν όλο το 2013.
 
Οι Σύροι εξακολουθούν να είναι στην κορυφή της λίστας με 48.400 αιτήσεις για την παροχή ασύλου, αριθμός διπλάσιος από αυτόν που είχε καταγραφεί την ίδια περίοδο πέρυσι. Στη δεύτερη θέση είναι οι Ιρακινοί, με 21.300 αιτήσεις, και ακολουθούν οι Αφγανοί (19.300) και οι κάτοικοι της Ερυθραίας (18.900), σύμφωνα με την UNHCR.
 
Ο αριθμός των αιτούντων άσυλο στις βιομηχανοποιημένες χώρες ενδέχεται να φτάσει φέτος αριθμό ρεκόρ, που δεν έχει καταγραφεί εδώ και είκοσι χρόνια μετά τους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία, βάσει των προβλέψεων του οργανισμού που αναμένει ότι οι αιτήσεις για άσυλο θα φτάσουν τις 700.000.
 
«Διανύουμε ξεκάθαρα μια περίοδο αύξησης των συγκρούσεων», δήλωσε ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες Αντόνιο Γκουτέρες. «Το παγκόσμιο ανθρωπιστικό σύστημα αντιμετωπίζει ήδη μεγάλες δυσκολίες», προειδοποίησε.
 
Παρόλα αυτά ο αριθμός των αιτούντων άσυλο δεν εκπροσωπεί παρά ένα μικρό ποσοστό των ανθρώπων που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις εστίες τους εξαιτίας του πολέμου, των συγκρούσεων και της βίας.
 
Το 2013, για πρώτη φορά μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ο αριθμός των εκτοπισμένων σε όλο τον κόσμο ξεπέρασε το όριο των 50 εκατομμυρίων, φτάνοντας τα 51,2 εκατομμύρια.