από το Political Critique

Την 1η Ιουλίου, η Αυστρία ανέλαβε εκ περιτροπής την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η δυσοίωνη αρχηγία της Αυστρίας, ο καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς, ο αντιπρόεδρος καγκελάριος Χαντς Στράχε και ο υπουργός Εσωτερικών Χέρμπερτ Κικλ- όλοι τους αυθεντίες  στις υπεκφυγές της ακροδεξιάς- επέλεξαν το σύνθημα «Μια Ευρώπη που Προστατεύει». Η υπουργός για την Ευρώπη, Κάριν Κνάισλ, όπως ο Στράχε και ο Κικλ, είναι μέλος του νεοφασιστικού κόμματος της Ελευθερίας που ιδρύθηκε από τους Ναζί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το 2000, όταν ο αρχηγός του κόμματος Γεργκ Χάιντερ συμμετείχε στην κυβέρνηση συνασπισμού, οι ευρωπαίοι ηγέτες εξέφρασαν την οργή τους και για κάποιο χρονικό διάστημα υπήρξαν κυρώσεις για την Αυστρία. Αυτήν τη φορά, η είσοδος των νεοφασιστών στην κυβέρνηση πέρασε σχεδόν απαρατήρητη. Και αυτό το Σαββατοκύριακο, κατά την τελετή έναρξης της αυστριακής προεδρίας, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ δήλωσε ότι «αισθάνομαι ότι δεν θα μπορούσαμε να είμαστε σε καλύτερα χέρια».

Ο Σεμπάστιαν Κουρτς δεν ανήκει τυπικά στο νεοφασιστικό κόμμα, αλλά είναι μάλλον από το παραδοσιακά πιο «κεντροδεξιό» Αυστριακό Λαϊκό Κόμμα. Η προθυμία του να υιοθετήσει τη γλώσσα, τις ιδέες και τα άτομα της άκρας δεξιάς για να κερδίσει την εξουσία είναι συμβολική όχι μόνο για την κατάσταση στην Αυστρία αλλά και γενικότερα για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ας δείξουμε μόνο τα πιο καταφανή παραδείγματα: το 2016 πρότεινε ότι οι αιτούντες άσυλο στην Ευρώπη πρέπει να κρατούνται σε νησιά, χωρίς να είναι σε θέση να προσδιορίσει σε ποια νησιά. Τις τελευταίες εβδομάδες πρότεινε τη δημιουργία νέου, αντιμεταναστευτικού «κοινού άξονα» με τη Γερμανία και την Ιταλία. Το πρόβλημα με τέτοιες δηλώσεις δεν είναι μόνο ότι πρόκειται για καλέσματα προς τους ακροδεξιούς ρατσιστές, ότι είναι ηθικά άστοχες και ιστορικά σολοψιστικές, αλλά και ότι δεν προτείνουν καμία πραγματική λύση σε κανένα πραγματικό πρόβλημα. Για περισσότερο από μια δεκαετία, οι ευρωπαίοι ηγέτες έκαναν διακανονισμούς με την ακροδεξιά και δεν την καταπολεμούσαν και αντί να ασχολούνται με πραγματικά θέματα γύρω από τη μετανάστευση, την οικονομική ανισότητα ή την έλλειψη επενδύσεων, έχουν αφήσει αυτά τα θέματα για το μέλλον ελπίζοντας ότι θα σταματήσουν να υπάρχουν. Τώρα κινδυνεύουμε να εισέλθουμε σε έναν πολιτικό χώρο όπου το όνειρο του φασισμού θα κυριαρχεί πάνω στη γλώσσα και τις ιδέες και όπου η δυσαρέσκεια και η απογοήτευση του κοινού θα είναι εκρηκτική.

Τα ίδια συμπτώματα ενός συνδυασμού εξωπραγματισμού, ηθικής και πολιτικής ανευθυνότητας παρουσιάστηκαν και πάλι στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της περασμένης εβδομάδας, που ήταν αφιερωμένο στη μετανάστευση. Παράλληλα με τη γενική θέληση να φύγει το «πρόβλημα» του ασύλου όσο το δυνατόν πιο μακριά από την ευθύνη τους (και μάλιστα ίσως ως το Σουδάν παρά τις εκτιμήσεις για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και παρά το μεγάλο κόστος που φέρνει μια τέτοια στάση), οι αρχηγοί έκαναν ασαφείς δεσμεύσεις για την κατασκευή κλειστών «ελεγχόμενων κέντρων» μεταναστών (γνωστά και ως μεταναστευτικές φυλακές), χωρίς καμία χώρα να δηλώνει ότι είναι πρόθυμη να τα έχει, καθώς και υπεράκτιες «πλατφόρμες αποβίβασης» σε χώρες όπως η Λιβύη και η Τυνησία, οι οποίες έχουν αποκλείσει τη φιλοξενία τους ως παράνομη και επαίσχυντη. Ακόμα και αν τεθούν σε εφαρμογή τέτοιες πολιτικές, θα χειροτερέψουν την κατάσταση των μεταναστών και των αιτούντων άσυλο, δεν θα κάνουν τίποτα για να αντιμετωπίσουν τις πραγματικές ανισότητες και αδικίες στην Ευρώπη που προκαλούν θυμό, τίποτα για την αντιμετώπιση των πολιτιστικών αιτιών του εθνικισμού και του φασισμού: αυτά μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με ευρωπαϊκές λύσεις που βασίζονται στη φιλοξενία, την εκπαίδευση, τη δικαιοσύνη και τη δεκτικότητα.

Στις εκλογές του 2010, το πρόσωπο του Στράχε ρύπανε τους δρόμους της Αυστρίας με αφίσες με μηνύματα μίσους που έλεγαν «Περισσότερο θάρρος για το βιεννέζικο αίμα: πάρα πολλοί ξένοι δεν κάνουν καλό σε κανέναν». Οι ρατσιστές εθνικιστές προσποιούνται τους μοναδικούς ανθρώπους που κατανοούν ποια είναι η πραγματικότητα, τους μόνους με θάρρος στο αίμα τους για να πάρουν με αποφασιστικότητα τα προβλήματα στα χέρια τους.

Η Ευρώπη δεν πρέπει να είναι έτσι και δεν μπορούμε να είμαστε παθητικοί θεατές. Δεν πρέπει να ανεχόμαστε αυτά τα μηνύματα στις αφίσες ή στις ομιλίες των πολιτικών. Το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε είναι να μιλήσουμε, να σταματήσουμε αυτήν την παράσταση όπου νοιώθουμε ότι γνωρίζουμε ήδη το καταστροφικό τέλος. Πρέπει να τονίζουμε αδιάκοπα ότι αυτό που προτείνει η ακροδεξιά δεν είναι λύση και μάλιστα υπονομεύει τη δυνατότητα εξεύρεσης βιώσιμων και δίκαιων λύσεων, που είναι ακριβώς η στρατηγική τους: να δημιουργήσουν μόνιμη πολιτική κρίση και διεθνή διαίρεση για να δικαιολογήσουν τον αυταρχισμό, την εκμετάλλευση και την τιμωρία των εχθρών.

Η Ευρώπη εξακολουθεί να έχει εναλλακτικά σύμβολα, και μια διαφορετική γλώσσα και πλευρά στην ιστορία της, από την οποία μπορούμε να αντλήσουμε έμπνευση. Τη στιγμή που διεξήχθη την Κυριακή η επαίσχυντη τελετή έναρξης στη Βιέννη, η Σιμόν Βέιλ μπήκε στο Πάνθεον των Παρισιών. Ας θυμηθούμε τα λόγια της:
«Ερχόμενοι από όλες τις ηπείρους, πιστοί και άπιστοι, όλοι ανήκουμε στον ίδιο πλανήτη, στην κοινότητα των ανθρώπων. Πρέπει να επαγρυπνούμε και να την υπερασπιστούμε όχι μόνο από τις φυσικές καταστροφές που την απειλούν, αλλά και πολύ περισσότερο από τη βλακεία των ανθρώπων».