Η επανεκκίνηση του συγκεκριμένου αντιδραστήρα ο οποίος πρώτη φορά τέθηκε σε λειτουργία το 1983, ανακοινώθηκε από την ίδια την εταιρία Electrabel, η οποία ισχυρίζεται πως «λειτουργεί και πάλι από την Τρίτη με απόλυτη ασφάλεια» κάτι που ωστόσο δεν φαίνεται να πείθει σε καμία περίπτωση ανώτατους αξιωματούχους του πλέον πυκνοκατοικημένοι γερμανικού κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, που «υπενθυμίζουν» τις μικρορωγμές που εμφανίστηκαν σε τρεις από τους συνολικά επτά αντιδραστήρες και που ανάγκασαν την εταιρία να διακόψει τη λειτουργία τους.

«Η κυβέρνηση του Βελγίου παίζει ρώσικη ρουλέτα» δήλωσε την Τρίτη ο γερμανός Υπουργός Περιβάλλοντος του κρατιδίου, Johannes Remmel, χαρακτηρίζοντας την επαναλειτουργία του Tihange ως «ένα τεράστιο λάθος».

Αξίζει να σημειωθεί πως στην περιοχή βρίσκονται τέσσερις από τις 10 μεγαλύτερες πόλεις της Γερμανίας, (Κολονία, Ντύσσελντορφ, Ντόρτμουντ και Έσση) ενώ το Άαχεν το οποίο απέχει μόνο 60 χιλιόμετρα από τον αντιδραστήρα δήλωσε πως «κατέβαλε κάθε πολιτική και νομική προσπάθεια προκειμένου να μην επιτρέψει την επαναλειτουργία του, ωστόσο αυτό δεν στάθηκε δυνατόν».

Στη συγκεκριμένη απόφαση του Βελγίου αντέδρασε έντονα και το κόμμα των Πρασίνων που δια της εκπροσώπου του, Sylvia Kotting-Uhl χαρακτήρισε την κίνηση ως ανεύθυνη και επικίνδυνη:

«Το να αποφασίζεις την επαναλειτουργία ενός αντιδραστήρα που έχει ρωγμές είναι ανεύθυνο και επικίνδυνο και, καθώς αυτός βρίσκεται τόσο κοντά στα [γερμανικά] σύνορα, η γερμανική κυβέρνηση θα έπρεπε από καιρού να έχει ενεργήσει προς την κατεύθυνση του κλεισίματός του», είπε μιλώντας στο AFP, προσθέτοντας πως «ένα ατύχημα στη δεξαμενή του αντιδραστήρα θα οδηγήσει σε πυρηνικό ατύχημα που θα εκθέσει ιδιαίτερα τη Γερμανία λόγω των δυτικών ανέμων που συνήθως πνέουν στην περιοχή».

Τον προηγούμενο Νοέμβριο η Πυρηνική Αρχή έδωσε το πράσινο φως για την επαναλειτουργία όχι μόνον του Tihange 2 αλλά και ενός ακόμη αντιδραστήρα κοντά στο λιμάνι της Αμβέρσας, επιτρέποντας στην Electrabel να τους κρατά ενεργούς μέχρι το 2023.

Υπενθυμίζεται πως, σε αντίθεση με το Βέλγιο, τόσο η Γαλλία όσο και η Γερμανία αποφάσισαν να σταματήσουν σταδιακά ένα μεγάλο πρόγραμμα ανάπτυξης πυρηνικής ενέργειας στα εδάφη τους, μετά την τεράστια καταστροφή της Φουκουσίμα το 2011.

Στην ίδια πολιτική είχε αρχικά δεσμευτεί πως θα προσχωρήσει και το Βέλγιο, ωστόσο αυτό τελικά δεν συνέβη καθώς η κυβέρνηση της χώρας δήλωσε πως «δεν κατάφερε να βρει αξιόπιστες εναλλακτικές λύσεις», αποφασίζοντας έτσι να θέσει και πάλι σε λειτουργία τους συγκεκριμένους αντιδραστήρες και φέρνοντας τον εφιάλτη μιας «Φουκουσίμα» στην καρδιά της Ευρώπης.